Η οικοδόμηση της νέας, της αταξικής κοινωνίας, του κομμουνισμού, δεν αποτελεί απλώς και μόνο μία μετάβαση από κάποιο σχηματισμό σε κάποιον άλλο, αλλά συνιστά την εμφάνιση και την διαμόρφωση ενός ριζικά νέου τύπου κοινωνικής ανάπτυξης. Πρόκειται για μία κοσμοϊστορική αλλαγή, η οποία, ως προς το βάθος, την κλίμακα και τις προοπτικές της υπερβαίνει ακόμα και την μετάβαση της αρχαιότητας από την προ-ταξική στην ταξική κοινωνία. Πρόκειται για μία άρνηση-διαλεκτική άρση, τόσο των ταξικών ανταγωνιστικών τύπων ανάπτυξης της κοινωνίας, όσο και των πριν από αυτούς βαθμίδων, δηλ. ολόκληρης της μέχρι τώρα ιστορίας της ανθρωπότητας και των προϋποθέσεων της. Η επισήμανση αυτή θα πρέπει να υπολογίζεται όταν διατυπώνονται διάφορες εικασίες και εκτιμήσεις σχετικά με τους ρυθμούς οικοδόμησης της νέας κοινωνίας, με τις δυσκολίες που προκύπτουν κ.λ.π. Η επισήμανση αυτή αφορά επίσης τις δυσκολίες, την αντιφατικότητα και τον ιδιαίτερα περίπλοκο χαρακτήρα των σχετικών θεωρητικών προσεγγίσεων..."

Δ. Πατέλη, Μ. Δαφέρμου, Π. Παυλίδη

10/09/2007

Ιστορία και κομμουνιστικό ιδανικό


Ένα σημαντικό διήμερο θεωρητικών αναζητήσεων και διαπάλης ιδεών οργανώθηκε από το περιοδικό ΟΥΤΟΠΙΑ που διευθύνει ο γνωστός μαρξιστής και αγωνιστής του Εργατικού Κινήματος Ευτύχης Μπιτσάκης.

Στις εργασίες του διημέρου παρέστησαν και μίλησαν ο Ούγγρος μαρξιστής Ιστβαν Μέζαρος, που ζει στην Αγγλία, συγγραφέας του πολύ σημαντικού βιβλίου για τη Θεωρία της Αλλοτρίωσης στο Κεφάλαιο του Μαρξ. Από ελληνικής πλευράς συμμετείχαν οι Γ. Σταμάτης, Δ. Γρηγορόπουλος, Δ. Μπελαντής, Δ. Μαρκής. Ο Σάββας Μιχαήλ δεν μπόρεσε να παραβρεθεί λόγω απουσίας του στην Κίνα και το κείμενό του διάβασε η Κατερίνα Μάτσα.

Στο τέλος κάθε ομιλίας υποβάλλονταν ερωτήσεις και υπήρχε ζωντανή συζήτηση. Αρκετοί ήταν αυτοί που παρακολούθησαν τις εργασίες του διημέρου 19 και 2ο Οκτωβρίου 1999. Γνώμη μας όμως είναι ότι σε τέτοιες εποχές κρίσης και μετάβασης, θα περίμενε κανείς μεγαλύτερους αριθμούς ανθρώπων να συμμετέχουν. Ιδιαίτερα εντυπωσιακή ήταν η απουσία μαχόμενων αγωνιστών του αριστερού κινήματος, πλην ελάχιστων εξαιρέσεων. Τελικά, αναπαράγεται και διαιωνίζεται η διάκριση και μεγεθύνεται το χάσμα ανάμεσα στους ανθρώπους της δράσης (χωρίς θεωρία) και στους θεωρητικούς που στο τέλος μεταπίπτουν σ΄ ένα στείρο ακαδημαϊσμό χωρίς δεσμό με την επαναστατική πράξη. Η λύση της αντίφασης (μεταξύ θεωρίας και πράξης) είναι ζωτικός όρος για το ξεπέρασμα της κρίσης ηγεσίας του προλεταριάτου. Σήμερα δημοσιεύουμε στο ΠΟΛΙΤΙΚΟ ΚΑΦΕΝΕΙΟ την εργασία του ΣΑΒΒΑ ΜΙΧΑΗΛ με θέμα την Παγκοσμιοποίηση και την Αλλοτρίωση.

1. Γράφτηκε στην "έγκριτη" - όπως συνηθίζεται να λέγεται - βραζιλιάνικη εφημερίδα Folha de Sao Paolo και το επανέλαβε η επίσης "έγκριτη", με τα ίδια κριτήρια, γαλλική Le Monde: Η Lika da Silva από την Μπαχία, Mae - de - Santo, "Μητέρα Αγίου" δηλαδή μεγάλη ιέρεια "μακούμπα" του "καντόμπλε", του αφρο-βραζιλιάνικου βουντού, τέλεσε τέσσερις καθαρμούς στην Wall Street, μετά από ειδική πρόσκληση της Διεύθυνσης του Χρηματιστηρίου της Νέας Υόρκης! (Le Monde 24/9/99). Για να ολοκληρώσει, μάλιστα, το έργο της έκανε και μία επιπλέον τελετουργία μπροστά στο είδωλο Ξάνγκο (μιας από τις ισχυρότερες θεότητες του καντόμπλε) μέσα στο διαμέρισμά της στη νεοϋρκέζικη συνοικία του Κουήνς...


Ο Μάρξ, ή, αν προτιμάτε το Φάντασμά του, για να μείνουμε στο ίδιο κλίμα, επιβεβαιώνεται με την επιστροφή του Μυθικού μέσα στη μοντέρνα Βαβυλώνα, στο κέντρο του παγκοσμιοποιημένου καπιταλισμού. Ο Ξάνγκο φεύγει από τις φαντασιώσεις παραμυθίας των μαύρων σκλάβων της Μπαχία για να συνδεθεί με "αυτό το αυτόματο φετίχ, την αυτό-επεκτεινόμενη αξία, το χρήμα που γεννάει χρήμα {...} χωρίς τα γονικά σημάδια της καταγωγής του" (Kapital vol. III p.392, Progress, Μόσχα 1977), με το Μέγα Είδωλο του πλασματικού κεφαλαίου, le Grand Macabre!

Μέσα από την οπτική γωνία και την προοπτική που προσφέρει ο Μάρξ, γίνεται φανερό ότι η παρουσία της Μεγάλης Ιέρειας μακούμπα στην Γουώλ Στρήτ δεν είναι αμερικάνικο "Χάπενινγκ" ούτε απλώς η απειροστή εκδήλωση του ανορθολογισμού των καιρών μας, στις παραμονές της νέας χιλιετίας: έχει την δική της λογική, μια λογική που συμπίπτει με την αλλοτριωτική λογική του κεφαλαίου στην πλήρη ιστορική της ανάπτυξη και την ακραία της κατάληξη στην εποχή μας. H μοντέρνα αλλοτρίωση, όπως δείχνει και το παραπάνω πρόσφατο παράδειγμα, μέσα από τις μεταμοντέρνες κοινοτυπίες των τελευταίων είκοσι χρόνων, παίρνει πλέον μορφές αντι-μοντέρνας παλινδρόμησης στα πιο απομακρυσμένα από τους Μοντέρνους Καιρούς σκοτάδια. Η μοντέρνα ζούγκλα ξορκίζει τους φόβους της και ταυτίζει τα φετίχ της με τις μυστηριακές δυνάμεις της αρχέγονης ζούγκλας του Αμαζονίου και της Αφρικής...

2. Στον Μάρξ οφείλουμε την πρώτη αποκρυπτογράφηση του αινίγματος της αλλοτρίωσης με αφετηρία τις ιστορικές αντιφάσεις των υλικών όρων της κοινωνικής ζωής. Η Ιταλία και εν πολλοίς στείρα διαμάχη για το αν η έννοια της αλλοτρίωσης στον Μάρξ είναι ή όχι ένα χεγκελιανό ιδεαλιστικό ή και φοϋεμπαχικό κατάλοιπο στη πρώιμη περίοδο της νεότητας του που αργότερα εγκαταλείπεται από τον ίδιο, συνήθως προβάλλει πάνω στον Μάρξ μια ξένη σ΄ αυτόν αντίληψη. Τόσο οι λεγόμενοι "ανθρωπιστές" που φετιχοποιούν τα Οικονομικά και Φιλοσοφικά Χειρόγραφα του 1844 και τα, αντιπαραθέτουν στο Κεφάλαιο της μαρξικής ωριμότητας όσο και η γνωστή αλτουσεριανή απόρριψη μετά βδελυγμίας των πρώτων στο όνομα του δεύτερου, παραβλέπουν την ενότητα συνέχειας και ασυνέχειας, την διαδικασία ανάπτυξης μέσα από την οποία ο Μαρξ άνοιξε έναν ορίζοντα κριτικής, άρνησης και συνολικής υπέρβασης του καπιταλισμού ως της τελευταίας ανταγωνιστικής μορφής ταξικής κοινωνίας. Με άλλα λόγια, "ανθρωπιστές" και στρουκτουραλιστές διαχωρίζουν και οι δύο την ανάπτυξη της μαρξικής θεωρίας της αλλοτρίωσης από την κριτική του της πολιτικής οικονομίας, την όλη περιπετειώδη εξερεύνηση μιας terra incognita από τα πρώιμα έργα στα Grundrisse κι από κει στις μεταγενέστερες επεξεργασίες του Κεφαλαίου. Εάν δεν ξετυλίξουμε την σπείρα στο σύνολό της όχι μόνο ο Μαρξ διαμελίζεται και γίνεται α-νόητος αλλά και η ίδια η πραγματικότητα στην οποία ζούμε γίνεται ακατανόητη και παλινδρομεί η εικόνα της στα σκοτάδια μιας προ-μοντέρνας/ μεταμοντέρνας/ αντι-μοντέρνας ζούγκλας.

Συνηθίζεται από εχθρούς και "φίλους" του λεγόμενου "νεαρού" Μαρξ η αλλοτρίωση να ανάγεται, ή μάλλον να εξαερώνεται σε ψυχολογική συνθήκη, σε κατάσταση ψυχικής αποξένωσης από τους άλλους κι από τον Εαυτό ή και σε μορφή "ψευδούς συνείδησης" και μόνο, σε ιδεολογία (που κι αυτή εννοείται αποκλειστικά στα στενά πλαίσια μιας ψευδούς συνείδησης). Για τον Μαρξ, όμως, η αλλοτρίωση είναι πρωταρχικά μια ιστορική - υλική διαδικασία που ξεκινάει από το θεμελιακό επίπεδο της αλληλεπίδρασης του κοινωνικού ανθρώπου και της Φύσης, στο ιστορικά αναπτυσσόμενο πεδίο της παραγωγής και αναπαραγωγής των όρων της ανθρώπινης ζωής.

"Αυτό που απαιτεί εξήγηση", γράφει ο Μαρξ στα Grundrisse, "δεν είναι η ενότητα των ζώντων και δρώντων ανθρωπίνων όντων με τις φυσικές, ανόργανες συνθήκες της ανταλλαγής της ύλης με την φύση, και συνεπώς της ιδιοποίησης της φύσης από τους ίδιους {...} Εκείνο που πρέπει να εξηγήσουμε είναι τον, διαχωρισμό αυτών των ανόργανων όρων της ανθρώπινης ύπαρξης από αυτό το δρών όν, έναν χωρισμό που τίθεται στην πλήρη του μορφή μόνον μέσα στην σχέση της μισθωτής εργασίας με το κεφάλαιο". (Grundrisse, Marx-Engels Collected Works vol. 28 p. 413).

Η αλλοτρίωση είναι πρώτα απ΄ όλα αλλοτρίωση της εργασίας. Είναι από αυτόν τον υλικό ιστορικό βυθό που αναδύεται και διαμορφώνεται η όλη διαλεκτική του υποκειμένου και του αντικειμένου, η παράδοξη αναστροφή της στον καπιταλισμό, μαζί κι όλες οι παράγωγες στρεβλώσεις στις συνειδητές (κι ασυνείδητες) παραστάσεις κι αναπαραστάσεις. Η φετιχιστική παρουσίαση των σχέσεων ανάμεσα στους ανθρώπους σαν σχέσεων μεταξύ πραγμάτων δεν είναι κάποια υποκειμενική κατασκευή αλλά η αναγκαία μορφή εμφάνισης αυτού που όντως συμβαίνει στις υλικές σχέσεις μέσα σε όρους καπιταλιστικής παραγωγής.

Η αντικειμενική πραγμοποίηση των σχέσεων ανάμεσα σε δρώντα υποκείμενα εκδηλώνει τον διχασμό της ίδιας της εργασίας σε συγκεκριμένη και αφηρημένη εργασία. Ή, με άλλους όρους, τον διχασμό της εργασίας ως αντικειμενικότητας και ως υποκειμενικότητας. Στα Grundrisse, πάλι, ο Μαρξ, δείχνει, ανατρέποντας κάθε μεταφυσική οντολογικοποίηση της σχέσης υποκειμένου/αντικειμένου, ότι στη σχέση της εργασίας με το κεφάλαιο, η πρώτη γίνεται ένα "αντικειμενικό μη αντικειμενικό", εργασία διαχωρισμένη από όλα τα μέσα διαχωρισμένη από όλα τα αντικείμενα της εργασίας, από όλη την αντικειμενικότητά της. Ζωντανή εργασία που υπάρχει ως αφαίρεση από τις στιγμές της ενεργού πραγματικότητάς της {...} Εργασία ως απόλυτη φτώχεια: φτώχεια, όχι σαν έλλειψη, αλλά σαν πλήρης αποκλεισμός από τον αντικειμενικό πλούτο {...} η εργασία είναι από την μια η απόλυτη φτώχεια ως αντικείμενο, και από την άλλη η γενική δυνατότητα του πλούτου ως υποκείμενο και δραστηριότητα..." (ό.π.π. σελ. 222).

Η αλλοτρίωση της εργασίας δεν αναποδογυρίζει ή στρεβλώνει απλώς την σχέση του υποκειμένου και του αντικειμένου: αντιστοιχεί σε μια χωρίς αντικειμενικότητα αντικειμενικότητα και σε ένα χωρίς υποκειμενικότητα υποκείμενο, σε ένα αβυσσαλέο ρήγμα μέσα στην ίδια την ανθρώπινη ύπαρξη ανάμεσα στην ίδια και τους όρους που την κάνουν δυνατή. Το ρήγμα αυτό διαπερνάει όλα τα επίπεδα, ή ακριβέστερα όλες τις διαλεκτικές στιγμές του ζωντανού κοινωνικού σώματος και όλες τις παράγωγες μορφές αλλοτρίωσης. Επειδή η εργασία είναι καθοριστική για την ανάδυση και τον καθορισμό του ανθρώπου ως ιστορικού όντος, η αλλοτρίωση της δεν είναι κάποια μεταφυσική οντολογική-ανθρωπολογική συνθήκη αλλά ιστορικό φαινόμενο. Εάν οι απαρχές της βρίσκονται στον καταμερισμό της εργασίας και η κορύφωσή της στον καπιταλισμό, τότε και μέσα στην φυσική ιστορία του τελευταίου, (στην γένεση, άνοδο, ωρίμανση και παρακμή), η αλλοτρίωση μετεξελέσσεται.

Το ερώτημα που τίθεται εδώ είναι το εξής: Ποιες αλλαγές έχουν επέλθει στην αλλοτρίωση λόγω των αλλαγών στον καπιταλισμό του τέλους του 20ου αιώνα που συνηθίζεται πλέον να καλύπτονται κάτω από το κοινό σημαίνον "παγκοσμιοποίηση";

3. Σύμφωνα με την αγοραία αντίληψη, η παγκοσμιοποίηση αντιπροσωπεύει ένα νέο ιστορικό στάδιο όπου το κεφάλαιο έχει πλέον πετύχει την "οριστική και πλήρη νίκη" του σε πλανητική κλίμακα, ξεπερνώντας το Κράτος-Έθνος ή και τις αντιφάσεις του, κινούμενο στους χρηματιστικούς αιθέρες, ανεξάρτητο από την σφαίρα της παραγωγής, πάνω από σύνορα και ηπείρους, χωρίς καμιά εθνική κρατική αρχή και κυβέρνηση να μπορεί να το παρεμποδίσει, χωρίς κανένα μαζικό εργατικό και λαϊκό κίνημα να μπορεί να του αντισταθεί. Έχει ασκηθεί από διάφορες πλευρές και προπαντός από τις ίδιες τις εξελίξεις καταλυτική κριτική σ΄ αυτό το ιδεολόγημα. Μερικοί φθάνουν μέχρι το να αρνούνται την ύπαρξη της ίδιας της παγκοσμιοποίησης. Η δικιά μας κριτική επιχείρησε, σε διάφορες ευκαιρίες, να διακρίνει ανάμεσα σε μύθο και πραγματικότητα (βλ. ιδιαίτερα τις εισηγήσεις του Σάββα Μιχαήλ, που θα δημοσιευθούν σε λίγες μέρες στο ΠΟΛΙΤΙΚΟ ΚΑΦΕΝΕΙΟ Η Παγκοσμιοποίηση ως φάντασμα του κομμουνισμού, που έγινε στη Διεθνή Συνάντηση για τα 150 χρόνια του Κομμουνιστικού Μανιφέστου στο Παρίσι, τον Μάιο του 1998, και Η Παγκοσμιοποίηση ως Μετάβαση στον Σοσιαλισμό, στο Διεθνές συνέδριο για τον Σοσιαλισμό στον 21ο αιώνα, στο Βουχάν της Λαϊκής Κίνας τον Οκτώβριο του 1999).

Την συνοψίζουμε εδώ: σε αντίθεση προς τους προ-καπιταλιστικούς κοινωνικο-οικονομικούς σχηματισμούς, η τάση προς την καθολικότητα, την καθολική ανάπτυξη και καθολική ιδιοποίηση των παραγωγικών δυνάμεων είναι εγγενής στο κεφάλαιο, ως αυτο-επεκτεινόμενης αξίας, αλλά προσκρούει διαρκώς στα όρια που τίθενται από την φύση του ίδιου του κεφαλαίου. Σε ένα μάλιστα στάδιο ανάπτυξης, όπως προέβλεπε ο Μάρξ στα Grundrisse, (op. cit. p. 336-337), αυτή η τάση προς την καθολικότητα θα βρει στο ίδιο το κεφάλαιο τον μεγαλύτερο φραγμό στην πορεία της, και ως εκ τούτου θα ωθήσει στην υπέρβασή του. Τούτο ακριβώς συμβαίνει όταν η παγκοσμιοποίηση δηλ. η διεθνοποίηση της οικονομικής ζωής, η εγκαθίδρυση ενός παγκόσμιου καταμερισμού εργασίας και της παγκόσμιας αγοράς ανοίγει την μεταβατική εποχή της ιμπεριαλιστικής παρακμής του συστήματος.

Η παγκοσμιοποίηση δεν είναι κάποιο φαινόμενο που εκδηλώνεται σχετικά πρόσφατα, από τότε που άρχισαν να χρησιμοποιούν τον όρο οι "οικονομικοί εγκέφαλοι" του κατεστημένου των ΕΠΑ, στη δεκαετία του ΄80. Είναι ιστορική αντιφατική διαδικασία, κινητήρια δύναμη και εκδήλωση της εποχής της μετάβασης από την τελευταία ανταγωνιστική ταξική κοινωνία στον παγκόσμιο κομμουνισμό. Διακρίνουμε τρεις φάσεις παγκοσμιοποίησης:

Η πρώτη αρχίζει στα τέλη του 19ου αιώνα και καταλήγει στην έκρηξη του Πρώτου Παγκοσμίου Πολέμου και την Οκτωβριανή Επανάσταση. Αντιστοιχεί στις ιστορικές αλλαγές που αναλύει ο Λένιν, βασισμένος στον Χίλφερντιγκ, στην μπροσούρα του για τον ιμπεριαλισμό.

Η δεύτερη φάση παγκοσμιοποίησης αρχίζει στο τέλος του Δεύτερου Παγκοσμίου Πολέμου, με την θέσπιση του συστήματος του Μπρέττον Γούντς και τελειώνει με την κατάρρευση του το 1971. Αντιστοιχεί στην μεταπολιτευτική περίοδο παρατεταμένης επέκτασης και άνθησης του καπιταλισμού, που στηρίχτηκε στη σταθερή μετατρεψιμότητα δολαρίου - χρυσού και το καθεστώς διεθνοποιημένου Κεϋνσιανισμού, για να καταλήξει σε μια χωρίς προηγούμενο κρίση υπερπαραγωγής κεφαλαίου από τα τέλη της δεκαετίας του ΄60 - αρχές της δεκαετίας του ΄70.

Η τρίτη φάση παγκοσμιοποίησης αρχίζει από τα τέλη της δεκαετίας του 70 - αρχές της δεκαετίας του ΄80 με την φιλελευθεροποίηση των αγορών, την αντι-Κεϋνσιανή υστερία του νεοφιλελευθερισμού και την απρόσκοπτη πτήση στις διεθνείς χρηματιστικές σφαίρες σε μια φυγή προς τα εμπρός, για την εξεύρεση διεξόδου από την κρίση υπερπαραγωγής κεφαλαίου, στην οποία είχε καταλήξει η μεταπολεμική άνθηση, και την ανακοπή κι αναστροφή του διεθνούς επαναστατικού παλιρροϊκού κύματος, που συνόδεψε την κατάρρευση του συστήματος του Μπρέττον Γούντς το 1968-75. Αυτή η τρίτη φάση πήρε το αποπροσανατολιστικό εν πολλοίς όνομα της globalization ή παγκοσμιοποίησης, ενώ ουσιαστικά αφορά την παγκοσμιοποίηση του χρηματιστικού κεφαλαίου κυρίως σε συνθήκες κρίσης υπερσυσσώρευσης του παραγωγικού κεφαλαίου.

Οι ιδιαίτεροι χαρακτήρες της τρίτης φάσης της παγκοσμιοποίησης, προπαντός η αστρονομική απόσταση που χωρίζει τα ιλιγγιώδη ποσά που μεταφέρονται από το ένα σημείο της πλανητικής χρηματιστικής σφαίρας στο άλλο από την λιμνάζουσα σφαίρα της παραγωγής - με μετριοπαθείς υπολογισμούς πάνω από ένα τρισεκατομμύριο δολάρια μετακινούνται στις χρηματαγορές από το οποίο μόνο το 15% αντιστοιχεί σε πραγματικές αξίες εμπορευμάτων - έχουν συνταρακτικό αντίχτυπο στις ζωές και τις συνειδήσεις των πληθυσμών.

Η χρηματιστική παγκοσμιοποίηση της τελευταίας εικοσαετίας του 20ου αιώνα έφερε μυθώδη πλούτο στα χέρια μιας ελάχιστης παρασιτικής μειοψηφίας κερδοσκόπων ενώ από την άλλη επέφερε την παγκοσμιοποίηση της αθλιότητας, αλλά και την παγκοσμιοποίηση του πιο ακραίου φετιχισμού.

4. Με το πλασματικό κεφάλαιο "οι σχέσεις του κεφαλαίου αποκτούν την πιο εξωτερικευμένη και φετιχιστική τους μορφή", όπως γράφει ο Μάρξ (Capital vol. III p.391, Progress 1977, Μόσχα). Με την χρηματιστική παγκοσμιοποίηση έχουμε την αποθέωση και την κοσμοκρατορία της φετιχιστικής φενάκης, που μακρινή αφετηρία της έχει τον φετιχιστικό χαρακτήρα της εμπορευματικής μορφής. Δεν πρόκειται απλώς για μια μεγιστοποίηση του φετιχισμού του εμπορεύματος και του φετιχισμού του κεφαλαίου. Υπάρχουν νέα ποιοτικά γνωρίσματα της αλλοτριωτικής διαδικασίας.

Στην εποχή της ιστορικής ανόδου του καπιταλισμού και στις περιόδους βιομηχανικής του επέκτασης η αλλοτρίωση συγκαλύπτεται ταυτιζόμενη με την αντικειμενοποίηση (Vergegenstandlichung) των δυνάμεων και ικανοτήτων του κοινωνικού ανθρώπου - στη φιλοσοφική αντίληψη του Χέγκελ για την αλλοτρίωση υπάρχει η πιο κλασική μορφή αυτής της ταύτισης, και η ανατροπή της από τον Μαρξ ήταν ο αναγκαίος όρος για την υπέρβαση του γερμανικού ιδεαλισμού και το περίφημο "υλιστικό αναποδογύρισμα". Αντίθετα στην εποχή της όψιμης καπιταλιστικής παρακμής και κυρίως σ΄ αυτό το εξωπραγματικό fin de siecle της χρηματιστικής παγκοσμιοποίησης η αλλοτρίωση συγκαλύπτεται ταυτιζόμενη όχι με την αντικειμενοποίηση αλλά με την από-αντικειμενοποίηση (Entgegenstandlichung), με την φενάκη ότι η συσσώρευση πλούτου έχει τελείως ανεξαρτητοποιηθεί από την ζωντανή εργασία, όπως και η σφαίρα της πλανητικής χρηματιστικής υπερ - κερδοσκοπίας έχει, υποτίθεται, αυτονομηθεί από την σφαίρα της παραγωγής.

Όλοι οι διαδεδομένοι μύθοι για "το τέλος της εργασίας", την "μεταβιομηχανική εποχή" κλπ., στηρίζονται πολύ λιγότερο στην εισαγωγή νέων τεχνολογιών και πολύ περισσότερο στην παγκοσμιοποίηση του χάρτινου πλούτου στη βάση μιας παγκοσμιοποίησης της αθλιότητας, που τριτοκοσμοποιεί τις μητροπόλεις, δημιουργώντας τεράστιες μάζες χρονίων ανέργων και αποκλεισμένων, και καταποντίζει περιοχές ολόκληρες του Τρίτου κόσμου ή και ηπείρους (Αφρική) στο έρεβος ενός ¨Τέταρτου Κόσμου".

Η από-αντικειμενοποίηση ως αλλοτριωτική διαδικασία θίγει την ανθρώπινη ύπαρξη στα ενδότερα της. Η εξωτερίκευση / αντικειμενοποίηση των δημιουργικών δυνάμεων του ανθρώπου είναι η αφετηρία και η βάση που επιτρέπει την παραπέρα εσωτερίκευσή της, την διαδικασία της υποκειμενοποίησης, της ανάδυσης και διαμόρφωσης της υποκειμενικότητας. Ο αλλοτριωτικός και αλλοτριωμένος χαρακτήρας της αντικειμενοποίησης στις ταξικές κοινωνίες προσδίδει αλλοτριωμένο χαρακτήρα στην υποκειμενοποίηση και στο υποκείμενο. Οταν όμως η αλλοτριωτική διαδικασία κυριαρχείται από την από-αντικειμενοποίηση τότε η εσωτερίκευση αυτής της "πιο εξωτερικευμένης και φετιχιστικής μορφής" των σχέσεων του κεφαλαίου (μάρξ) εκπίπτει σε διαδικασία από-υποκειμενοποίησης, πορεία αποσύνθεσης και αφανισμού των στοιχείων υποκειμενικότητας που εμφανίζονται.

O θάνατος του υποκειμένου που, μετά τον θάνατο του θεού, είχε προαναγγελθεί από τις απαρχές της εποχής της καπιταλιστικής παρακμής και, στη συνέχεια, με ιδιαίτερη έμφαση από μια σειρά Γάλλους στοχαστές, στρουκτουραλιστές και μη, από την δεκαετία του ΄60, έπαψε πια να είναι φιλοσοφική ενόραση και έγινε ιστορικό γνώρισμα των κοινωνιών των yuppies, της virtual reality και των τερατουπόλεων του Μπλάντ Ράνερ. Παγκοσμιοποίηση του πλασματικού κεφαλαίου σημαίνει παγκοσμιοποίηση πλασματικών υποκειμένων, που είναι υποχείρια και διαχειριστές, ταυτόχρονα, πλασματικών αντικειμένων. Αυτό το μάγμα κινείται και κινεί, αλληλεπιδρά με ότι συμβαίνει στις ανώτερες στιβάδες του κοινωνικού εδάφους, και προπαντός εκεί όπου οι αντιφάσεις γίνονται συνειδητές παραστάσεις, ιδεολογικά μορφώματα και παλεύονται από ανθρώπους χωρισμένους από ασυμβίβαστα ταξικά συμφέροντα.

Η φετιχιστική διαδικασία από αντικειμενοποίησης / απο-υποκειμενοποίησης, που πυροδοτεί η παγκόσμια υπερσυσσώρευση πλασματικού κεφαλαίου, η διαδικασία αποσάθρωσης της υποκειμενικότητας, αλληλεπιδρά με τις συνέπειες από την υποχώρηση των μαζικών εργατικών και λαϊκών κινημάτων στην 20ετία της χρηματιστικής νέο-φιλελεύθερης επέλασης. Τρέφει και τρέφεται με όλες τις διαψεύσεις των Μεγάλων Προσδοκιών της γενιάς του ΄60, με την απομάκρυνση στο άπειρο της αναμενόμενης επανάστασης και της ριζικής αλλαγής, με την αποδοχή του καπιταλισμού, της αγοράς, της αστικής δημοκρατίας σαν του αξεπέραστου ορίζοντα της Ιστορίας. Αυτή η ολέθρια αλληλεπίδραση γνωρίζει την κορύφωση όταν, κάτω από την πίεση της καπιταλιστικής παγκοσμιοποίησης πάνω στις συσσωρευμένες αντιφάσεις και τα αδιέξοδα των γραφειοκρατικών μεταβατικών κοινωνιών του λεγόμενου "υπαρκτού σοσιαλισμού", οι τελευταίες καταρρέουν. Η ενδόρρηξη της Σοβιετικής Ένωσης, πάνω απ΄ όλα, και η πίεση από την πιο κολοσσιαία παλινορθωτική αντεπανάσταση δεν λύνει αλλά παροξύνει αφάνταστα, τουλάχιστον βραχυπρόθεσμα, την κρίση διαμόρφωσης ενός υποκειμένου της χειραφέτησης - παρόλο που ένας βασικός παράγοντας στην παρεμπόδιση διαμόρφωσης μιας τέτοιας επαναστατικής υποκειμενικότητας, η ίδια η σταλινική γραφειοκρατία, χρεοκόπησε ιστορικά και ανεπιστρεπτί. Η χρεοκοπία αυτή εμφανίζεται από καπιταλιστές και "ανακυκλωμένους> πρώην σταλινικούς σαν χρεοκοπία του ίδιου του σοσιαλισμού και του επαναστατικού προτάγματος. Από την άλλη οι νοσταλγοί του παρελθόντος ή και οι απολογητές του σταλινισμού παρουσιάζουν σαν μόνη εναλλακτική λύση στη βαρβαρότητα της παλινόρθωσης αυτό ακριβώς που χρεοκόπησε κι οδήγησε σ΄ αυτήν.

Οι πραγματικές προοπτικές του σοσιαλισμού του 21ου αιώνα χαράζονται ξεπερνώντας όλα τα χρεοκοπημένα σχήματα, χωρίς απολογητικές αλλά και χωρίς ιστορικές αμνησίες, χωρίς αγνόηση των μαθημάτων, χωρίς παρακάμψεις της γιγάντιας επικής και τραγικής εμπειρίας των σοσιαλιστικών επαναστάσεων του 20ου αιώνα. Δεν μπορούμε να αλλάξουμε τον κόσμο αν παίζουμε "κρυφτό" με την ιστορία...

5. Η παγκοσμιοποίηση του χρηματιστικού κεφαλαίου δημιούργησε τρομερές καταστροφές αλλά δεν έκλεισε τον ορίζοντα της Ιστορίας. Το αντίθετο: προετοίμασε όρους για την μεγαλύτερη ρήξη της ιστορικής συνέχειας, γιατί, πάνω απ΄ όλα είναι παγκοσμιοποίηση των αντιφάσεων του κεφαλαίου. Η ίδια η θεμελιακή αντίφαση ανάμεσα στις παγκόσμιες παραγωγικές δυνάμεις και τις καπιταλιστικές σχέσεις παραγωγής μαζί με το Κράτος-Έθνος, ή, με τους όρους των μαρξικών Grundrisse, η αντίφαση ανάμεσα στην τάση προς την καθολικότητα που γεννά το κεφάλαιο και τα εσωτερικά όρια που προσιδιάζουν στην ίδια την φύση του κεφαλαίου οξύνθηκε στο έπακρο. Εάν αυτή η κορύφωση της αντίφασης διαπερνάει, όπως είδαμε πιο πάνω, τα μύχια της ανθρώπινης ύπαρξης, την ίδια την ανάδυση της υποκειμενικότητας, από την άλλη διαρρηγνύει τις ίδιες τις σχέσεις του καπιταλισμού με την Ιστορία - με την καθολικότητα και την διάρκεια που αυτός έφερε στην ιστορική διαδικασία.

Συνήθως η σχέση του καπιταλισμού με το Μοντέρνο, με την νεοτερικότητα, θεωρείται σαν μια αφηρημένη ταυτότητα. Ο Μάρξ, αντίθετα έχει δείξει ότι αποτελούν ενότητα αντιθέτων: το κεφάλαιο "δημιουργεί την αστική κοινωνία και την καθολική ιδιοποίηση της φύσης και του ίδιου του κοινωνικού δεσμού από τα μέλη της κοινωνίας" (Grundrisse o.π.π. σελ. 336), την τάση να ξεπεραστούν εθνικά σύνορα, οι προκαταλήψεις, η παραδοσιακή ικανοποίηση των υπαρχουσών αναγκών και η αναπαραγωγή των παλιών τρόπων ζωής που είναι περιορισμένοι σε εγκαθιδρυμένα από καιρό και αποδεκτά με εφησυχασμό όρια" (ο.π.π. σελ. 337), με άλλα λόγια την τάση του Μοντέρνου. Αλλά, συνεχίζει ο Μαρξ "από το γεγονός πως το κεφάλαιο θέτει κάθε τέτοιο όριο σαν φραγμό που έχει ιδεατά ήδη ξεπερνάει, αυτό δεν σημαίνει ότι το έχει ξεπεράσει και πραγματικά. Κι αφού κάθε τέτοιο όριο αντιφάσκει με τον προσδιορισμό του κεφαλαίου, η παραγωγή του υπόκειται σε αντιφάσεις που διαρκώς ξεπερνιούνται α΄΄'α για να επανατεθούν συνεχώς. Ακόμα παραπέρα, η καθολικότητα προς την οποία ακατάπαυστα το κεφάλαιο τείνει, συγκρούεται με φραγμούς μέσα στην ίδια την φύση του κεφαλαίου, φραγμούς που σε ένα ορισμένο στάδιο ανάπτυξής του θα αφήσουν να αναγνωρισθεί ότι είναι το ίδιο το κεφάλαιο το μεγαλύτερο εμπόδιο στον δρόμο αυτής της τάσης, και συνεπώς θα ωθήσει προς την υπέρβασή του μέσα από τον ίδιο του τον εαυτό". (ο.π.π. σελ. 337) Σε ένα ορισμένο στάδιο ανάπτυξής του - και τέτοιο είναι το στάδιο της ιμπεριαλιστικής παρακμής - η τάση του Μοντέρνου και της καθολικότητας γίνεται ασυμβίβαστη με το ίδιο το κεφάλαιο.

Στη τρίτη φάση της καπιταλιστικής παγκοσμιοποίησης, η παγκόσμια επέκταση κι ολοκλήρωση του αφηρημένου κεφαλαίου (όπως ονόμασε ο Χίλφερντιγκ το χρηματιστικό κεφάλαιο που έχει κάνει αφαίρεση των υλικών όρων της προέλευσής του), διαμορφώνει μόνο μιαν αφηρημένη, στρεβλή, εσωτερικά τεμαχισμένη, καθολικότητα, ένα ψευδοκαθολικό, φάντασμα κι εμπόδιο του συγκεκριμένου Καθολικού, μιας πανανθρώπινης κοινωνίας καθολικής χειραφέτησης. Δεν είναι τυχαίο, ότι σ΄ αυτή την 20ετία της χρηματιστικής παγκοσμιοποίησης άνθησαν όλα τα σαπρόφυτα του λεγόμενου μεταμοντερνισμού, η εχθρότητα στο Μοντέρνο. Στη πρώτη φάση της παγκοσμιοποίησης, στην αυγή της εποχής της καπιταλιστικής παρακμής, υπήρξε ένας αναστοχασμός του Μοντέρνου που στην κουλτούρα πήρε την μορφή του Μοντερνισμού. Η επανάσταση των κάθε είδους avant-gardes, ανεξάρτητα από τις προσωπικές πολιτικές-ιδεολογικές πεποιθήσεις του κάθε μεμονωμένου καλλιτέχνη, απηχούσε τον ίδιο τον μεταβατικό χαρακτήρα της ιστορικής εποχής και συνδέονταν με χίλια ορατά κι αόρατα νήματα με τον ορίζοντα που θα ανοίξει η Οκτωβριανή Επανάσταση.

Στη δεύτερη φάση της παγκοσμιοποίησης, στην μετά τον 2ο Παγκόσμιο Πόλεμο περίοδο, υπήρξε πάλι, έστω και σε κάπως μικρότερη κλίμακα ένας χώρος για τις καλλιτεχνικές πρωτοπορίες, που σε ορισμένες περιπτώσεις φτάσανε πάλι σε κορυφώσεις (ο αφηρημένος εξπρεσσιονισμός στη ζωγραφική, το θέατρο του Μπέκετ, η μουσική του Στοκχάουζεν και του Νόνο, η ποίηση του Τσέλαν κλπ). Στη τρίτη, όμως, φάση της παγκοσμιοποίησης συνέβηκε το εντελώς αντίθετο από τις προηγούμενες: στο όνομα της κόπωσης από πειραματισμούς και αναζητήσεις καινοτομιών, κυριάρχησε η συντηρητική επιστροφή στο συμβατικό και η αντιδραστική εχθρότητα απέναντι στο Μοντέρνο- ο μεταμοντερνισμός. Δεν πρόκειται απλώς για πολιτιστικά φαινόμενα στην απόμακρη σφαίρα του "εποικοδομήματος". Εκφράζουν βαθύτατες ιστορικές τάσεις, την ίδια την ρήξη του καπιταλισμού με την νεωτερικότητα και την καθολικότητα, με τις οποίες συνδέθηκε από την γένεσή του την ίδια. Αυτή η ρήξη περνάει τώρα από την φάση της μεταμοντέρνας εχθρότητας σ΄ αυτήν της αντι-μοντέρνας επίθεσης και παλινδρόμησης σε μια προ-μοντέρνα βαρβαρότητα όπου τελετουργίες στο ξόανο του Ξάνγκο ξορκίζουν το κράχ από τα μοντέρνα χρηματιστήρια.

Η παγκοσμιοποίηση των αντιφάσεων του κεφαλαίου έχει φτάσει πια στο σημείο της έκρηξής τους. Από τα μέσα ήδη της δεκαετίας του ΄90, η χρηματιστική παγκοσμιοποίηση άρχισε να δείχνει σημάδια εξάντλησης. Στο οικονομικό πεδίο με μια σειρά χρηματιστικά σοκ: την κατάρρευση, πρώτα, του μεξικάνικου πέσο το 1994-95 κι αργότερα με το διεθνές κράχ στην Ασία το 1997, την χρεοκοπία της Ρωσίας το 1998, τη κατάρρευση του βραζιλιάνικου ρεάλ και την κρίση στη Λατινική Αμερική το 1999 κλπ. Στο κοινωνικό πεδίο με ένα νέο κύμα ριζοσπαστισμού και κοινωνικών αγώνων: την εξέγερση των Ζαπατίστας, τις μαζικές απεργίες στη Γαλλία το 1995-96, την λαϊκή εξέγερση κι ανατροπή της 30χρονης ματωβαμένης αντικομμουνιστικής δικτατορίας του Σουχάρτο στην Ινδονησία το 1998 κ.α. Σε ένα άλλο επίπεδο, ο πόλεμος του ΝΑΤΟ κατά της Γιουγκοσλαβίας, ο πρώτος πόλεμος στην μεταπολεμική Ευρώπη, σημαδεύει ακριβώς την έκρηξη όλων των αντιφάσεων που αναπαρήγαγε σε διευρυμένη, πλανητική κλίμακα η καπιταλιστική παγκοσμιοποίηση.

Στις παραμονές του νατοϊκού πολέμου στα Βαλκάνια, ανώτατοι αξιωματούχοι της κυβέρνησης Κλίντον παραδέχονταν ότι η ευφορία και η θριαμβολογία των καπιταλιστών στις αρχές της δεκαετίας του ΄90 είχε δώσει πια την θέση της στην περίσκεψη για τους φόβους από ένα χαοτικό διεθνές περιβάλλον και προ παντός από την εμφάνιση "δυνάμεων αντίθετων στην παγκοσμιοποίηση" (βλ. Σ. Μιχαήλ, Το ΝΑΤΟ, η Παγκοσμιοποίηση και ο Πόλεμος, Ομιλία στο Βελιγράδι, 19 Μαϊου 1999, δημοσιεύθηκε στην Επαναστατική Μαρξιστική Επιθεώρηση Νο 4, Ιούνιος 1999 σελ. 14-19). Μέσα από τις εντεινόμενες κοινωνικές λαϊκές αντιστάσεις και τα αδιέξοδα του ίδιου του παγκοσμιοποιημένου καπιταλισμού, οι όροι που αφάνιζαν τα εμφανιζόμενα στοιχεία υποκειμενικότητας μετατρέπονται στο αντίθετό τους. Αντικειμενικές αντιφάσεις, κοινωνικές συγκρούσεις, ιστορικές εμπειρίες, που συνδέονται τώρα με την εξάντληση της καπιταλιστικής παγκοσμιοποίησης, εσωτερικεύονται και προωθούν με νέους όρους την διαδικασία υποκειμενοποίησης.

Η ίδια η χρηματιστική παγκοσμιοποίηση αποδεικνύεται μια εξαιρετικά αντιφατική διαδικασία μετάβασης: με την διευρυμένη αναπαραγωγή των αντιφάσεων του κεφαλαίου σε πλανητική κλίμακα, την κρίση του Κράτους-Εθνους, την παρακμή του νόμου της αξίας-εργασίας που προωθεί, αποτελεί διαδικασία κρίσης και αποδιοργάνωσης του παλιού τρόπου παραγωγής και συγκέντρωσης υλικών εφοδίων για το νέο. Αντίστοιχα, ενώ με την κυριαρχία από-αντικειμενοποίησης αποδιοργανώνει την διαδικασία υποκειμενοποίησης, η στενότερη καθολική συνάφεια και παγκόσμια αλληλεξάρτηση των κοινωνικο-οικονομικών διαδικασιών που εγκαθιστά, δημιουργεί τους διεθνείς όρους μιας νέας υποκειμενικότητας ικανής να υπερβαίνει τον ορίζοντα του καπιταλισμού.

Η γένεση μιας επαναστατικής υποκειμενικότητας με στόχους και δράση για την καθολική ανθρώπινη χειραφέτηση, πέρα από την παγκοσμιοποιημένη αθλιότητα και την ολική αλλοτρίωση, δεν μπορεί, από την φύση της ίδιας της λειτουργίας της, να είναι μια εθνική διαδικασία αλλά μόνο διεθνής. Συνδέοντας τις τύχες όλης της ανθρωπότητας, από το ένα άκρο του πλανήτη στο άλλο, ο παγκοσμιοποιημένος καπιταλισμός συγκαλεί από όλες τις ηπείρους της γης τους κολασμένους και συνενώνει τους νεκροθάφτες του.

Αθήνα 14-16 Οκτωβρίου 1999


10/9/2002

Δεν υπάρχουν σχόλια: