της Helen Yaffe*
Το Γενάρη του 1962 ο Γκεβάρα είπε στους συναδέλφους του στο Υπουργείο Βιομηχανιών (ΥΒ) της Κούβας: «Σε καμία περίπτωση δεν λέω ότι η οικονομική αυτονομία μιας επιχείρησης με ηθικά κίνητρα, όπως έχει εγκαθιδρυθεί στις σοσιαλιστικές χώρες, είναι μια φόρμουλα που θα εμποδίσει την πρόοδο προς το σοσιαλισμό». Αναφερόταν στο σύστημα οικονομικής διαχείρισης που εφαρμοζόταν στο Σοβιετικό μπλοκ, γνωστό στην Κούβα σαν Αυτοχρηματοδοτούμενο Σύστημα (ΑΧΣ). Το 1966, στην κριτική του προς το Σοβιετικό Εγχειρίδιο Πολιτικής Οικονομίας, συμπεραίνει ότι η ΕΣΣΔ: «επιστρέφει στον καπιταλισμό». Μʼ αυτή τη δημοσίευση θα δείξουμε ότι η ανάλυση του Γκεβάρα εξελίχτηκε στην περίοδο ανάμεσα στις δυο παραπάνω δηλώσεις σαν αποτέλεσμα τριών ερευνητικών κατευθύνσεων: τη μελέτη της ανάλυσης του Μαρξ για το καπιταλιστικό σύστημα, την συμμετοχή σε συζητήσεις για την σοσιαλιστική πολιτική οικονομία και την αναφορά στις τεχνολογικές προόδους των καπιταλιστικών επιχειρήσεων. Την ίδια εποχή ο Γκεβάρα ασχολιόταν με την εμπειρία ανάπτυξης του Συστήματος Χρηματοδότησης Προϋπολογισμού (ΣΧΠ), ένα εναλλακτικό εργαλείο για την οικονομική διαχείριση του ΥΒ. Ο Γκεβάρα ήταν επικεφαλής του Τμήματος Βιομηχανοποίησης και πρόεδρος της Εθνικής Τράπεζας το 1960 όταν όλα τα χρηματιστικά ιδρύματα και το 84% της βιομηχανίας της Κούβας εθνικοποιήθηκαν. Το ΣΧΠ εμφανίστηκε σαν μια πρακτική λύση στα προβλήματα που αναδύθηκαν κατά τη μετάβαση από την ιδιωτική στην κρατική ιδιοκτησία της βιομηχανικής παραγωγής. Η Κούβα είχε μια μη ισόρροπη οικονομία βασισμένη στο εμπόριο και κυριαρχούμενη από τα ξένα συμφέροντα, κύρια από τις ΗΠΑ. Οι παραγωγικές μονάδες που πέρασαν στη δικαιοδοσία του Τμήματος εκτείνονταν από εργαστήρια τεχνιτών μέχρι εξελιγμένες μονάδες παραγωγής ενέργειας. Πολλές αντιμετώπιζαν τη χρεοκοπία ενώ άλλες ήταν πολύ κερδοφόρες. Η λύση που πρότεινε ο Γκεβάρα είχε δυο σκέλη: πρώτον, η συνένωση μονάδων με παραπλήσιες γραμμές παραγωγής σε συγκεντροποιημένα διοικητικά σώματα που ονομάστηκαν Ενιαιοποιημένες Επιχειρήσεις. Αυτό επέτρεπε στο Τμήμα να ελέγχει την κατανομή του ολιγάριθμου διοικητικού και τεχνικού προσωπικού, μετά την αποχώρηση του 65-75% των μάνατζερ, τεχνικών και μηχανικών μετά το 1959. Και δεύτερο, να συγκεντροποιήσει τη χρηματοδότηση όλων των παραγωγικών μονάδων σε έναν τραπεζικό λογαριασμό για την πληρωμή μισθών, τον έλεγχο των επενδύσεων και τη διατήρηση της παραγωγής σε βασικές βιομηχανίες που δεν είχαν χρηματικούς πόρους. Με την ίδρυση του ΥΒ το Φλεβάρη του 1961 το ΣΧΠ εξελίχτηκε σε ένα συγκεντρωτικό όργανο που ενσωμάτωνε τρεις οργανωτικές δομές σε ένα μαρξιστικό θεωρητικό πλαίσιο: να προωθήσει την εκβιομηχάνιση της Κούβας, να αυξήσει την παραγωγή και να εγκαθιδρύσει τη συλλογική διαχείριση.
Το Γενάρη του 1962 ο Γκεβάρα είπε στους συναδέλφους του στο Υπουργείο Βιομηχανιών (ΥΒ) της Κούβας: «Σε καμία περίπτωση δεν λέω ότι η οικονομική αυτονομία μιας επιχείρησης με ηθικά κίνητρα, όπως έχει εγκαθιδρυθεί στις σοσιαλιστικές χώρες, είναι μια φόρμουλα που θα εμποδίσει την πρόοδο προς το σοσιαλισμό». Αναφερόταν στο σύστημα οικονομικής διαχείρισης που εφαρμοζόταν στο Σοβιετικό μπλοκ, γνωστό στην Κούβα σαν Αυτοχρηματοδοτούμενο Σύστημα (ΑΧΣ). Το 1966, στην κριτική του προς το Σοβιετικό Εγχειρίδιο Πολιτικής Οικονομίας, συμπεραίνει ότι η ΕΣΣΔ: «επιστρέφει στον καπιταλισμό». Μʼ αυτή τη δημοσίευση θα δείξουμε ότι η ανάλυση του Γκεβάρα εξελίχτηκε στην περίοδο ανάμεσα στις δυο παραπάνω δηλώσεις σαν αποτέλεσμα τριών ερευνητικών κατευθύνσεων: τη μελέτη της ανάλυσης του Μαρξ για το καπιταλιστικό σύστημα, την συμμετοχή σε συζητήσεις για την σοσιαλιστική πολιτική οικονομία και την αναφορά στις τεχνολογικές προόδους των καπιταλιστικών επιχειρήσεων. Την ίδια εποχή ο Γκεβάρα ασχολιόταν με την εμπειρία ανάπτυξης του Συστήματος Χρηματοδότησης Προϋπολογισμού (ΣΧΠ), ένα εναλλακτικό εργαλείο για την οικονομική διαχείριση του ΥΒ. Ο Γκεβάρα ήταν επικεφαλής του Τμήματος Βιομηχανοποίησης και πρόεδρος της Εθνικής Τράπεζας το 1960 όταν όλα τα χρηματιστικά ιδρύματα και το 84% της βιομηχανίας της Κούβας εθνικοποιήθηκαν. Το ΣΧΠ εμφανίστηκε σαν μια πρακτική λύση στα προβλήματα που αναδύθηκαν κατά τη μετάβαση από την ιδιωτική στην κρατική ιδιοκτησία της βιομηχανικής παραγωγής. Η Κούβα είχε μια μη ισόρροπη οικονομία βασισμένη στο εμπόριο και κυριαρχούμενη από τα ξένα συμφέροντα, κύρια από τις ΗΠΑ. Οι παραγωγικές μονάδες που πέρασαν στη δικαιοδοσία του Τμήματος εκτείνονταν από εργαστήρια τεχνιτών μέχρι εξελιγμένες μονάδες παραγωγής ενέργειας. Πολλές αντιμετώπιζαν τη χρεοκοπία ενώ άλλες ήταν πολύ κερδοφόρες. Η λύση που πρότεινε ο Γκεβάρα είχε δυο σκέλη: πρώτον, η συνένωση μονάδων με παραπλήσιες γραμμές παραγωγής σε συγκεντροποιημένα διοικητικά σώματα που ονομάστηκαν Ενιαιοποιημένες Επιχειρήσεις. Αυτό επέτρεπε στο Τμήμα να ελέγχει την κατανομή του ολιγάριθμου διοικητικού και τεχνικού προσωπικού, μετά την αποχώρηση του 65-75% των μάνατζερ, τεχνικών και μηχανικών μετά το 1959. Και δεύτερο, να συγκεντροποιήσει τη χρηματοδότηση όλων των παραγωγικών μονάδων σε έναν τραπεζικό λογαριασμό για την πληρωμή μισθών, τον έλεγχο των επενδύσεων και τη διατήρηση της παραγωγής σε βασικές βιομηχανίες που δεν είχαν χρηματικούς πόρους. Με την ίδρυση του ΥΒ το Φλεβάρη του 1961 το ΣΧΠ εξελίχτηκε σε ένα συγκεντρωτικό όργανο που ενσωμάτωνε τρεις οργανωτικές δομές σε ένα μαρξιστικό θεωρητικό πλαίσιο: να προωθήσει την εκβιομηχάνιση της Κούβας, να αυξήσει την παραγωγή και να εγκαθιδρύσει τη συλλογική διαχείριση.
Προηγμένη Τεχνολογία
Ο Γκεβάρα έστησε το ΣΧΠ με συντρόφους που κατανοούσαν τις εσωτερικές λογιστικές πρακτικές, τη διοικητική συγκεντροποίηση και την παραγωγική συγκέντρωση των αμερικάνικων επιχειρήσεων και των θυγατρικών τους στην Κούβα. Ο Γκεβάρα εξέτασε τα ντοκουμέντα αυτών των εταιριών καθώς έπεσαν σε κρατικά χέρια. Εντυπωσιάστηκε από τη δομή του μάνατζμεντ, τη χρήση των συγκεντροποιημένων τραπεζικών λογαριασμών και προϋπολογισμών, των συγκεκριμένων επιπέδων ευθύνης και λήψης αποφάσεων και των τμημάτων οργάνωσης και επίβλεψης. Είπε τους συναδέλφους του ότι το ΣΧΠ είχε ένα λογιστικό σύστημα ανάλογο με τα πριν το 1959 μονοπώλια που δρούσαν στην Κούβα, με τα αποδοτικά συστήματα ελέγχου τους: «το σημαντικό δεν είναι ποιος εφεύρε το σύστημα. Το λογιστικό σύστημα που εφαρμόζεται στη Σοβιετική Ένωση εφευρέθηκε επίσης στον καπιταλισμό».Η Γκεβάρα ταξίδεψε για πρώτη φορά στη Σοβιετική Ένωση το 1960. Ο βοηθός του Ορλάντο Μπορέγκο θυμάται ότι επισκέφτηκαν ένα εργοστάσιο ηλεκτρονικών που έκανε υπολογισμούς με τον άβακα. Έχοντας μελετήσει την αμερικανικής ιδιοκτησίας Ηλεκτρική Εταιρία της Κούβας, την Shell, την Texaco και άλλες επιχειρήσεις που χρησιμοποιούσαν τους τελευταίας τεχνολογίας υπολογιστές της IBM, ο Γκεβάρα έμεινε έκπληκτος από την οπισθοδρομικότητα των σοβιετικών τεχνικών μεθόδων. Πίστευε ότι οι πρόοδοι της ανθρωπότητας θα έπρεπε να υιοθετούνται χωρίς το φόβο της ιδεολογικής μόλυνσης.Μετά την εφαρμογή του αμερικάνικου εμπάργκο, η Κούβα αναγκάστηκε να αγοράσει εργοστάσια από τις σοσιαλιστικές χώρες, κύρια τη Σοβιετική Ένωση. Η βοήθεια ήταν ουσιώδους σημασίας, όμως η σχετική παλαιότητα του υλικού ερχόταν σε σύγκρουση με την επιθυμία του Γκεβάρα για μεταφορά προηγμένης τεχνολογίας. Δεν κριτίκαρε τους σοβιετικούς για αυτήν καθʼ αυτήν την τεχνολογική καθυστέρηση. Παραπονέθηκε όμως για την αντίθεση ανάμεσα στο υψηλό επίπεδο έρευνας και ανάπτυξης στη στρατιωτική τεχνολογία και στο χαμηλό επίπεδο επενδύσεων για καταναλωτικά αγαθά. Έφερε αντιρρήσεις για την ιδεολογική τους αντίσταση στις σχετικές προόδους που γίνονταν στον καπιταλιστικό κόσμο. Αυτό ήταν ένα δαπανηρό λάθος σε σχέση με την ανάπτυξη και την παγκόσμια ανταγωνιστικότητα. Για παράδειγμα: «για πολύ καιρό η κυβερνητική θεωρούταν αντιδραστική επιστήμη ή ψευδο-επιστήμη… όμως είναι ένας κλάδος της επιστήμης που θα έπρεπε να χρησιμοποιηθεί». Πρόσθεσε ότι στις ΗΠΑ η εφαρμογή της κυβερνητικής στη βιομηχανία είχε σαν αποτέλεσμα τον αυτοματισμό – μια σημαντική παραγωγική πρόοδος.Η θεμελίωση ενός συστήματος διαχείρισης για τη μετάβαση στο σοσιαλισμό στην καπιταλιστική τεχνολογία ήταν συμβατό με τη θεωρία του Μαρξ για τα ιστορικά στάδια, η οποία προέβλεπε ότι ο κομμουνισμός θα αναδυόταν από τον πλήρως αναπτυγμένο καπιταλιστικό τρόπο παραγωγής. Ο Μαρξ έδειξε πως η τάση συγκέντρωσης του κεφαλαίου, δηλαδή προς το μονοπώλιο, ήταν έμφυτη στο σύστημα. Επομένως η μονοπωλιακή μορφή του καπιταλισμού ήταν πιο προηγμένη σε σχέση με τον «τέλειο ανταγωνισμό». Το σοβιετικό σύστημα προήλθε από έναν κυρίως υπο-ανάπτυκτο, προ-μονοπωλιακό καπιταλισμό. Ένα σοσιαλιστικό οικονομικό σύστημα διαχείρισης που θα προερχόταν από τον μονοπωλιακό καπιταλισμό θα ήταν πιο προοδευμένο, αποδοτικό και παραγωγικό. Η προέλευση του ΣΧΠ ήταν οι πολυεθνικές επιχειρήσεις της πριν το 1959 Κούβας και επομένως ήταν πιο προοδευτικό από το ΑΧΣ το οποίο είχε προέλθει από τον προ-μονοπωλιακό ρώσικο καπιταλισμό.
Η ανάλυση του Μαρξ για το νόμο της αξίας
Ενώ ο Γκεβάρα υποστήριζε την υιοθέτηση της προηγμένης τεχνολογίας αντιτάχτηκε στη χρήση καπιταλιστικών μηχανισμών για τον καθορισμό της παραγωγής και της κατανάλωσης. Κριτίκαρε τη στήριξη των σοβιετικών σε καπιταλιστικές κατηγορίες για την οργάνωση της σοσιαλιστικής οικονομίας, ιδιαίτερα στην εφαρμογή του νόμου της Αξίας. Η αντιπαράθεση για το νόμο της αξίας στις μεταβατικές οικονομίες είναι κεντρικό ζήτημα όσον αφορά τη δυνατότητα να οικοδομηθεί ο σοσιαλισμός σε μια χώρα χωρίς έναν πλήρως αναπτυγμένο καπιταλιστικό τρόπο παραγωγής. Είναι ζήτημα συνδεδεμένο με τα προβλήματα συσσώρευσης, παραγωγής, διανομής και κοινωνικών σχέσεων. Ο κομμουνισμός απαιτεί μια κοινωνία υψηλής παραγωγικότητας στην οποία οι συνθήκες λειτουργούν υπέρ της διανομής ανάλογα με τις ανάγκες και όχι για την εργασία προς παραγωγή πλεονάσματος. Όμως οι χώρες που πειραματίστηκαν με το σοσιαλισμό υπήρξαν υπο-ανάπτυκτες, χωρίς παραγωγική βάση για την παραγωγή πλήθους αγαθών όπως απαιτεί ο κομμουνισμός. Η σοβιετική λύση ήταν να βασιστούν στην λειτουργία του νόμου της αξίας για να επισπεύσουν την ανάπτυξη των παραγωγικών δυνάμεων εφαρμόζοντας κίνητρα κέρδους, τόκους, πίστωση, ατομικά υλικά κίνητρα και στοιχεία ανταγωνισμού για την προώθηση της αποδοτικότητας και των νεωτερισμών. Ο Γκεβάρα υποστήριξε ότι αυτοί δεν θα έπρεπε να είναι οι μόνοι μοχλοί ανάπτυξης. Το ΣΧΠ ήταν η έκφραση αυτής της αναζήτησης για ένα εργαλείο αύξησης της παραγωγικής δυνατότητας και της εργατικής παραγωγικότητας χωρίς να βασίζεται κάποιος στους καπιταλιστικούς μηχανισμούς οι οποίοι υπονομεύουν το σχηματισμό νέας συνείδησης και σοσιαλιστικών σχέσεων συμβατών με τον κομμουνισμό.Μεταξύ 1963 και 1965 αυτά τα ζητήματα εξετάστηκαν στην Κούβα στη διάρκεια της Μεγάλης Συζήτησης για τη σοσιαλιστική μετάβαση. Στο βαθμό που μετά την επανάσταση στην Κούβα η παραγωγή αγαθών και η ανταλλαγή εξακολουθούσαν να γίνονται μέσω του μηχανισμού της αγοράς, ήταν φανερό στους συμμετέχοντες αυτής της Μεγάλης Συζήτησης ότι ο νόμος της αξίας εξακολουθούσε να λειτουργεί. Το κοινωνικό προϊόν συνέχιζε να διανέμεται στη βάση της εργασίας που παρέχονταν. Όμως οι διαφωνίες εστιάζονταν στις συνθήκες που εξηγούσαν την επιβίωση του νόμου, τη σφαίρα λειτουργίας του, το εύρος στο οποίο ο νόμος ρύθμιζε την παραγωγή, πως σχετιζότανε με το «σχέδιο» και κατά πόσον ο νόμος της αξίας θα έπρεπε να εφαρμόζεται ή να υπονομεύεται και, αν ναι, πώς. Αυτή η συζήτηση συνδέθηκε με πρακτικά ζητήματα όπως, πώς θα έπρεπε να οργανωθούν οι επιχειρήσεις, πώς οι εργάτες θα έπρεπε να πληρώνονται και κατά πόσον τα αγαθά θα έπρεπε να ανταλλάσσονται μεταξύ κρατικών επιχειρήσεων σαν εμπορεύματα.Ο Γκεβάρα συμφώνησε ότι ο νόμος της αξίας παρέμενε στο σοσιαλισμό, όμως υποστήριξε ότι τα μέτρα που παίρνονται από την Επανάσταση για την υπονόμευση της καπιταλιστικής αγοράς σήμαιναν ότι ο νόμος δεν θα χρησίμευε σαν ο δυναμικός καταλύτης για την παραγωγικότητα και την αποδοτικότητα με τον ίδιο τρόπο με τον οποίο δρούσε στον καπιταλισμό. Η κοινωνικοποίηση των μέσων παραγωγής και της διανομής είχαν «αμβλύνει» τα εργαλεία του καπιταλισμού. Ο Μαρξ περιέγραψε το εμπόρευμα σαν ένα αγαθό που αλλάζει ιδιοκτήτη, από τον παραγωγό στον καταναλωτή. Συνεπής μʼ αυτόν τον ορισμό, ο Γκεβάρα επέμενε ότι τα προϊόντα που ανταλλάσσονται μεταξύ κρατικών επιχειρήσεων δεν συνιστούν εμπορεύματα, επειδή όταν μεταφέρονται από το ένα κρατικό εργοστάσιο στο άλλο δεν αλλάζουν ιδιοκτήτη. Το ίδιο το κράτος θα μπορούσε να θεωρηθεί σαν μια μεγάλη επιχείρηση. Για τον Γκεβάρα οι σχέσεις ανταλλαγής εμπορευμάτων ανάμεσα στα εργοστάσια απειλούσε με μετάβαση στον καπιταλισμό, μέσω του «σοσιαλισμού της αγοράς». Τόνιζε την εφαρμογή του κεντρικού σχεδιασμού και της κρατικής ρύθμισης σαν υποκατάστατα τέτοιων μηχανισμών.Οι σοβιετικοί υποστήριζαν ότι η παραγωγή εμπορευμάτων, ο νόμος της αξίας και το χρήμα θα εξαφανίζονταν μόνο με την επίτευξη του κομμουνισμού, όμως για να φτάσουν σ΄ αυτό το στάδιο ήταν απαραίτητο να χρησιμοποιηθεί και να αναπτυχτεί ο νόμος της αξίας καθώς και οι νομισματικές και εμπορευματικές σχέσεις. Ο Γκεβάρα διαφωνούσε.«Ανάπτυξη για τι; Καταλαβαίνουμε ότι οι καπιταλιστικές σχέσεις διατηρούνται για μια περίοδο και ότι η διάρκεια αυτής της περιόδου δεν μπορεί να προκαθοριστεί, όμως τα χαρακτηριστικά της μεταβατικής περιόδου είναι αυτά μιας κοινωνίας που απορρίπτει τα παλιά δεσμά της ώστε να βαδίσει γρήγορα σε ένα νέο στάδιο. Η τάση θα πρέπει να είναι, κατά τη γνώμη μας, να εξαλείψουμε όσο πιο γρήγορα γίνεται τις παλιές σχέσεις, συμπεριλαμβανομένων της αγοράς, του χρήματος, και επομένως των υλικών συμφερόντων, ή καλύτερα να εξαλείψουμε τις συνθήκες για την ύπαρξη τους».Για τον Γκεβάρα ήταν βασικό καθήκον να μην χρησιμοποιηθεί ο νόμος της αξίας ούτε καν να ελέγχεται, αλλά να οριστεί η σφαίρα λειτουργίας του και να γίνουν βήματα υπονόμευσης του. Να εργαστούν στην κατεύθυνση κατάργησης του και όχι περιορισμού του. Ανάπτυξε πολλές πολιτικές στο ΣΧΠ προς την κατεύθυνση αυτή. Το Φλεβάρη του 1964 ο Γκεβάρα συμπέρανε: «Αρνούμαστε τη πιθανότητα να χρησιμοποιούμε συνειδητά το νόμο της αξίας, βασίζοντας την άποψη μας στην απουσία ελεύθερης οικονομίας που αυτομάτως θα εκφράζει την αντίθεση ανάμεσα στους παραγωγούς και τους καταναλωτές…… Ο νόμος της αξίας και ο σχεδιασμός είναι δυο όροι που συνδέονται με μια αντίθεση και την επίλυση της». Για τον Γκεβάρα ο κεντρικός σχεδιασμός ήταν θεμελιώδες χαρακτηριστικό της σοσιαλιστικής κοινωνίας. Στο μόνο που υποχώρησε ήταν «η πιθανότητα να χρησιμοποιούνται στοιχεία αυτού του νόμου [της αξίας] για συγκριτικούς λόγους (κόστος, «κέρδος», εκφρασμένα σε νομισματικούς όρους)».Οι πρωταγωνιστές στην Κούβα ήταν καλά πληροφορημένοι σχετικά με την πλατιά συζήτηση πάνω στα κίνητρα και την οικονομική αυτονομία που την ίδια εποχή αναπτυσσόταν στις σοσιαλιστικές χώρες της Ανατολικής Ευρώπης – μια απάντηση στα προβλήματα της οικονομικής τελμάτωσης, της χαμηλής παραγωγικότητας και αποδοτικότητας, ιδιαίτερα σε σύγκριση με την οικονομική ανάπτυξη στον αναπτυγμένο καπιταλιστικό κόσμο. Τον Ιούλη του 1964 ο Γκεβάρα είπε στους συνεργάτες του ότι διάβαζε αναλύσεις από το σοσιαλιστικό μπλοκ, περιλαμβανομένων των αποφάσεων του 14ου συνεδρίου του πολωνικού ΚΚ: «Η λύση που προτείνουν γι΄ αυτά τα προβλήματα στην Πολωνία είναι η πλήρης ελευθερία του νόμου της αξίας. Δηλαδή επιστροφή στον καπιταλισμό». Σχολιάζοντας την ώθηση για «φιλελευθεροποίηση» των σοσιαλιστικών οικονομιών ο Γκεβάρα είπε: «Η θεωρία αποτυγχάνει επειδή έχουν ξεχάσει τον Μαρξ». Αντί να μελετούν το Κεφάλαιο, είχαν μετατρέψει σε Βίβλο το Σοβιετικό Εγχειρίδιο Πολιτικής Οικονομίας. Ο Μαρξ είχε χαρακτηρίσει την ψυχολογική ή φιλοσοφική εκδήλωση των καπιταλιστικών κοινωνικών σχέσεων σαν αλλοτρίωση και ανταγωνισμό, αποτέλεσμα της εμπορευματοποίησης της εργασίας και της λειτουργίας του νόμου της αξίας. Για τον Γκεβάρα η πρόκληση ήταν η αντικατάσταση της ατομικής αλλοτρίωσης από την παραγωγική διαδικασία και του ανταγωνισμού που γεννιέται από τις ταξικές σχέσεις, με την ενσωμάτωση και την αλληλεγγύη, με την ανάπτυξη μιας συλλογικής στάσης απέναντι στην παραγωγή και την αντίληψη της εργασίας σαν κοινωνικό καθήκον. Ο καπιταλιστικός ανταγωνισμός ώθησε προς αύξηση της παραγωγικότητας μέσω τεχνολογικών νεωτερισμών και αύξησης της εκμετάλλευσης. Η αλλοτρίωση και ο ανταγωνισμός αυξάνουν με την παραγωγικότητα. Στον σοσιαλισμό η ανάπτυξη των παραγωγικών δυνάμεων μπορεί να είναι λιγότερο γρήγορη, όμως θα πρέπει να συνοδεύεται από ανάπτυξη της συνειδητότητας. Για τον Γκεβάρα, οι προσπάθειες αλλαγής της συνείδησης θα πρέπει να ενσωματώνονται στη σοσιαλιστική μετάβαση από τα πρώτα της στάδια.
Κριτική στο Σοβιετικό Εγχειρίδιο Πολιτικής Οικονομίας
Τον Απρίλη του 1965 ο Γκεβάρα έφυγε από την Κούβα επικεφαλής μιας κουβανέζικης στρατιωτικής αποστολής στο Κονγκό. Οι αντάρτες ηττήθηκαν και ο Γκεβάρα έμεινε στην Τανζανία και κατόπιν στην Τσεχία [Τσεχοσλοβακία, στμ] μεταξύ 1965 και 1966 όπου ξεκίνησε μια δουλειά πλατιάς ανάλυσης της πολιτικής οικονομίας της σοσιαλιστικής μετάβασης. Προετοιμάζοντας αυτή τη δουλειά ο Γκεβάρα κράτησε σημειώσεις στο Σοβιετικό εγχειρίδιο, εφαρμόζοντας τις θεωρητικές του απόψεις που είχαν εκφραστεί κατά τη διάρκεια της Μεγάλης Συζήτησης. Οι σημειώσεις αυτές δεν γράφτηκαν με σκοπό την έκδοση τους, ούτε υπάρχουν ως κείμενο. Ήταν σχόλια που αντιστοιχούσαν σε συγκεκριμένες παραγράφους του Εγχειριδίου, σημειώσεις προς τον εαυτό του, όπως και σημειώσεις σε περιοχές για περισσότερη μελέτη.Ο Γκεβάρα κριτικάρισε τη μηχανιστική προσαρμογή του Εγχειριδίου πάνω στις κλασσικές μαρξιστικές αντιλήψεις για τις ταξικές σχέσεις, όπου δεν λαμβάνει υπόψη την επίδραση του ιμπεριαλισμού ο οποίος δημιούργησε μια προνομιούχα εργατική τάξη στις προηγμένες καπιταλιστικές χώρες καθώς και ευνοημένα στρώματα στα εκμεταλλευόμενα κράτη. Απέρριψε σαν οπορτουνισμό τις προσπάθειες του Εγχειριδίου να ξεπεράσει την έμφυτη βία της ταξικής πάλης που ενυπάρχει στη μετάβαση από τον καπιταλισμό στο σοσιαλισμό.Επιστρέφοντας στην περίοδο της μετάβασης, ο Γκεβάρα θεωρεί ότι το σύστημα των κολχόζ δεν ήταν σοσιαλιστικό χαρακτηριστικό και ότι οι κοοπερατίβες δεν ήταν σοσιαλιστική μορφή ιδιοκτησίας. Γεννούσαν ένα καπιταλιστικό εποικοδόμημα το οποίο ερχόταν σε σύγκρουση με την κρατική ιδιοκτησία και τις σοσιαλιστικές κοινωνικές σχέσεις επιβάλλοντας τη δική τους λογική πάνω στην κοινωνία. Ο Γκεβάρα αντέκρουε συστηματικά τους λεγόμενους νόμους του σοσιαλισμού που αναφέρονται στο Εγχειρίδιο, ιδιαίτερα το νόμο της διαρκούς αύξησης της εργατικής παραγωγικότητας, πράγμα που θεωρούσε εξοργιστικό: «Αυτή είναι η τάση που επί αιώνες ωθεί τον καπιταλισμό». Καταδίκαζε σαν «επικίνδυνη» τη σοβιετική πολιτική της ειρηνικής συνύπαρξης και της οικονομικής άμιλλας με τις αναπτυγμένες καπιταλιστικές χώρες και επισήμαινε τις σοβαρές διαφωνίες ανάμεσα στις σοσιαλιστικές χώρες, κατηγορώντας τες για άνισες ανταλλαγές και την επιβολή καπιταλιστικών όρων στις εμπορικές τους σχέσεις.Ενώ από τη μια δήλωνε το θαυμασμό, και το σεβασμό του για την τόλμη και τα επαναστατικά κίνητρα του Λένιν, ο Γκεβάρα διακήρυσσε ότι ήταν και κύριος υπεύθυνος επειδή η Νέα Οικονομική Πολιτική (ΝΕΠ) που αναγκάστηκε να εφαρμόσει το 1921 επέβαλε ένα καπιταλιστικό εποικοδόμημα στην ΕΣΣΔ. Η ΝΕΠ δεν εφαρμόστηκε ενάντια στη μικρή εμπορευματική παραγωγή, δήλωσε ο Γκεβάρα, αλλά κατʼ απαίτηση της. Η μικρή εμπορευματική παραγωγή περιέχει τα σπέρματα της καπιταλιστικής ανάπτυξης. Ήταν σίγουρος ότι ο Λένιν θα ανέστρεφε τη ΝΕΠ αν ζούσε περισσότερο. Όμως οι επίγονοι του Λένιν «δεν είδαν τον κίνδυνο κι έτσι παρέμεινε σαν ο Δούρειος Ίππος του σοσιαλισμού, το άμεσο υλικό κίνητρο σαν οικονομικός μοχλός». Το καπιταλιστικό εποικοδόμημα περιχαρακώθηκε, επηρεάζοντας τις παραγωγικές σχέσεις και δημιουργώντας ένα υβριδικό σύστημα σοσιαλισμού με καπιταλιστικά στοιχεία που αναπόφευκτα προκάλεσε συγκρούσεις και αντιθέσεις οι οποίες όλο και περισσότερο λύνονταν προς όφελος του εποικοδομήματος – ο καπιταλισμός επέστρεφε στο σοβιετικό μπλοκ.Οι σημειώσεις του Γκεβάρα προσφέρουν μια βαθειά κριτική της σοβιετικής πολιτικής οικονομίας. Προειδοποίησε ο ίδιος ότι κάποιοι θα προσπαθούσαν να παρεξηγήσουν τη δουλειά του αυτή και να τη θεωρήσουν λυσσασμένο αντικομμουνισμό μασκαρεμένο σε θεωρητική διαφωνία, όμως διαβεβαίωσε ότι η ανικανότητα της αστικής πολιτικής οικονομίας να κριτικάρει τον εαυτό της, όπως σημειώνεται από τον Μαρξ στην αρχή του Κεφαλαίου, φαίνεται στον σύγχρονο μαρξισμό. Αφιέρωσε τη δουλειά του αυτή στους κουβανούς σπουδαστές που αναγκάζονται να υποστούν την εκμάθηση «αιώνιων αληθειών» στα ανατολικοευρωπαϊκά εγχειρίδια. Συμπέρανε ότι: «Η ανθρωπότητα θα αντιμετωπίσει πολλές εκπλήξεις μέχρι την τελική απελευθέρωση, όμως δεν μπορούμε να φτάσουμε εκεί χωρίς ριζική αλλαγή στη στρατηγική των πρώτων πιο σημαντικών σοσιαλιστικών δυνάμεων».
Συμπέρασμα
Αυτή εργασία συνόψισε την ανάλυση που οδήγησε τον Γκεβάρα να προειδοποιήσει για την κατάρρευση του σοσιαλισμού στο σοσιαλιστικό μπλοκ. Ήταν μια σημαντική συνεισφορά τόσο στη θεωρία όσο και την πράξη της οικοδόμησης του σοσιαλισμού. Έλπιζε να πείσει τις σοσιαλιστικές χώρες να αντικαταστήσουν σταδιακά τους καπιταλιστικούς μηχανισμούς κατά τη διάρκεια της μετάβασης και πρόσφερε εναλλακτικές πολιτικές στην κατεύθυνση αυτή. Οι προειδοποιήσεις του δεν εισακούστηκαν και, για τους λόγους, αλλά και άλλους, που ο Γκεβάρα πρόβλεψε, ο καπιταλισμός επανήλθε σε όλες αυτές τις χώρες. Στην Κούβα η ανάλυση αυτή ξαναειδώθηκε στα μέσα της δεκαετίας του 1980 κατά την περίοδο της λεγόμενης Διόρθωσης, όταν η χώρα απομακρύνθηκε από το σοβιετικό μοντέλο προτού αυτό καταρρεύσει, βοηθώντας έτσι στην επιβίωση του σοσιαλισμού στην Κούβα.
* Η Helen Yaffe , δημοσιογράφος και εκδότρια, διδάσκει στο London School of Economics. Το κείμενο αποτελεί απόσπασμα από ομιλία της στο ετήσιο συνέδριο του Economic History Society στις 30 Μάρτη/1 Απρίλη 2007. Η αναδημοσίευση δεν συνιστά απαραίτητα και συμφωνία με τις απόψεις που διατυπώνονται. Την μετάφραση για λογαριασμό της «Προλεταριακής Σημαίας» έκανε ο Άρης Λάμπρου
* Η Helen Yaffe , δημοσιογράφος και εκδότρια, διδάσκει στο London School of Economics. Το κείμενο αποτελεί απόσπασμα από ομιλία της στο ετήσιο συνέδριο του Economic History Society στις 30 Μάρτη/1 Απρίλη 2007. Η αναδημοσίευση δεν συνιστά απαραίτητα και συμφωνία με τις απόψεις που διατυπώνονται. Την μετάφραση για λογαριασμό της «Προλεταριακής Σημαίας» έκανε ο Άρης Λάμπρου
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου