Η οικοδόμηση της νέας, της αταξικής κοινωνίας, του κομμουνισμού, δεν αποτελεί απλώς και μόνο μία μετάβαση από κάποιο σχηματισμό σε κάποιον άλλο, αλλά συνιστά την εμφάνιση και την διαμόρφωση ενός ριζικά νέου τύπου κοινωνικής ανάπτυξης. Πρόκειται για μία κοσμοϊστορική αλλαγή, η οποία, ως προς το βάθος, την κλίμακα και τις προοπτικές της υπερβαίνει ακόμα και την μετάβαση της αρχαιότητας από την προ-ταξική στην ταξική κοινωνία. Πρόκειται για μία άρνηση-διαλεκτική άρση, τόσο των ταξικών ανταγωνιστικών τύπων ανάπτυξης της κοινωνίας, όσο και των πριν από αυτούς βαθμίδων, δηλ. ολόκληρης της μέχρι τώρα ιστορίας της ανθρωπότητας και των προϋποθέσεων της. Η επισήμανση αυτή θα πρέπει να υπολογίζεται όταν διατυπώνονται διάφορες εικασίες και εκτιμήσεις σχετικά με τους ρυθμούς οικοδόμησης της νέας κοινωνίας, με τις δυσκολίες που προκύπτουν κ.λ.π. Η επισήμανση αυτή αφορά επίσης τις δυσκολίες, την αντιφατικότητα και τον ιδιαίτερα περίπλοκο χαρακτήρα των σχετικών θεωρητικών προσεγγίσεων..."

Δ. Πατέλη, Μ. Δαφέρμου, Π. Παυλίδη

10/11/2007

ΚΡΙΤΙΚΗ ΤΗΣ ΠΟΛΙΤΙΚΗΣ ΟΙΚΟΝΟΜΙΑΣ

Πρόλογος: Η ΥΛΙΣΤΙΚΗ ΑΝΤΙΛΗΨΗ ΤΗΣ ΙΣΤΟΡΙΑΣ)
Το σύστημα της αστικής οικονομίας το εξετάζω με την ακόλουθη σειρά: Κεφάλαιο, Ιδιοκτησία, Μισθωτή Εργασία, Κράτος, Εξωτερικό Εμπόριο, Παγκόσμια Αγορά. Στα τρία πρώτα μέρη θα εξετάσω τις οικονομικές συνθήκες της ζωής των τριών μεγάλων τάξεων, όπου χωρίζεται η νεότερη αστική κοινωνία· όσο για τα αλλά τρία μέρη, είναι ολοφάνερο πόσο στενά συνδέονται μεταξύ τους. Το πρώτο μέρος του πρώτου βιβλίου, που πραγματεύεται για το Κεφάλαιο, αποτελείται από τ' ακόλουθα κεφάλαια: 1) Το Εμπόρευμα, 2) Το Χρήμα ή Η Απλή Κυκλοφορία και 3) Το Κεφάλαιο ενγένει. Τα δυο πρώτα κεφάλαια αποτελούνε το περιεχόμενο τούτου του τόμου. Έχω μπροστά μου ολόκληρο το υλικό, που το αποτελούνε μονογραφίες γραμμένες σε αραιά διαστήματα όχι για να τυπωθούν, άλλα για να ξεκαθαρίσω εγώ ο ίδιος τις σκέψεις μου. Η συστηματική επεξεργασία του σύμφωνα με το πάρα πάνω σχέδιο θα εξαρτηθεί από εξωτερικές περιστάσεις.

Μετάφραση-Επιμέλεια: Γ.Δούμα και Π. Πουλιόπουλου
Σύνταξη: ΘΕΟΔΟΣΗΣ ΘΩΜΑΔΑΚΗΣ
Είχα προσχεδιάσει μια γενική εισαγωγή μα την αφαίρεσα, γιατί σκέφτηκα ύστερα πως θα δημιουργούσα ίσως κάποια σύγχιση προεξοφλώντας συμπεράσματα που θά 'πρεπε πρωτύτερα νά 'χουν αποδειχτεί.
Ακόμη σκέφτηκα πως ο αναγνώστης που θα θελήσει να με παρακολουθήσει πρέπει ν' αποφασίσει να υψωθεί από το μερικό στο γενικό. Μερικές όμως υποδείξεις για την πορεία που ακολούθησα ο ίδιος στις οικονομικές μελέτες μου έχουνε, νομίζω, τη θέση τους εδώ.
Η επιστήμη που εσπούδασα ειδικά ήταν η νομική. Την επιστήμη όμως αυτή την εχρησιμοποίησα μονάχα σαν δευτερεύουσα μάθηση, βοηθητική της φιλοσοφίας καί της ιστορίας. Στα 1842-43, ως συντάχτης της Rheinische Zeitung, για πρώτη φορά, βρέθηκα στη δύσκολη ανάγκη να μιλήσω κι' εγώ σχετικά με τα λεγόμενα υλικά συμφέροντα. Οι συζητήσεις στη Βουλή (Landtag) του Ρήνου για την παράνομη υλοτομία και για τη διανομή της έγγειας ιδιοκτησίας, η επίσημη πολεμική, που ο κ. φον Σάπερ, πρώτος πρόεδρος τότε της επαρχίας του Ρήνου, άνοιξε ενάντια στη Rheinische Zeitung για την κατάσταση των χωρικών του Μόζελ, τέλος οι συζητήσεις για το ελεύθερο εμπόριο και το προστατευτικό δασμολόγιο μου δόσανε τις πρώτες αφορμές για ν' ασχοληθώ με οικονομικά ζητήματα. Εξάλλου, την εποχή εκείνη, όπου η καλή θέληση «να τραβούμε ολοένα μπρος» κυριαρχούσε πολύ περισσότερο από τις πραγματικές γνώσεις, μέσα στην Rheinische Zeitung είχε φτάσει με κάποιον ελαφρά φιλοσοφικό χρωματισμό ένας αντίλαλος του γαλλικού σοσιαλισμού και κομμουνισμού. Εκηρύχτηκα ενάντιος σ' αυτήν την προχειρολογία, μα ταυτόχρονα, σε μια συζήτηση με την Allgemeine Augsburger Zeitung, ομολόγησα καθαρά πως οι μελέτες που ως τότε είχα κάμει δεν μου επιτρέπανε να διακινδυνέψω οποιαδήποτε κρίση σχετικά με τη φύση των γαλλικών τάσεων. Η αυταπάτη των διευθυντών της Rheinische Zeitung που νομίζανε πως με μια μετριοπαθέστερη στάση του φύλλου θα μπορούσανε ν' αποσοβήσουνε τη θανατική καταδίκη του, μου έδοσε την ευκαιρία –και την ευκαιρία αυτή την άρπαξα με μεγάλη προθυμία– ν' αποτραβηχτώ απ' τη δημόσια σκηνή στο σπουδαστήριο. Η πρώτη εργασία που καταπιάστηκα για να λύσω τις αμφιβολίες που με πίεζαν, ήτανε μια κριτική αναθεώρηση της χεγκελιανής φιλοσοφίας του Δικαίου. Η εισαγωγή αυτής της εργασίας δημοσιεύτηκε στα Deutsch-Franzosische Jahrbucher, που βγήκανε στο Παρίσι το 1844. Οι έρευνες μου καταλήξανε στο συμπέρασμα, ότι οι νομικές σχέσεις, όπως κι οι μορφές του κράτους, δεν μπορούνε να εξηγηθούν ούτε μόνες τους, ούτε με τη λεγόμενη γενική εξέλιξη του ανθρώπινου πνεύματος· ότι η ρίζα τους βρίσκεται μάλλον μέσα στους υλικούς όρους, που ο Χέγκελ, ακολουθώντας το παράδειγμα των Άγγλων και των Γάλλων του 18ου αιώνα, τους περιλάβαινε μέσα στο όνομα «πολιτική κοινωνία» (burgerliche Gesellschaft – Societe civile) ότι όμως την ανατομία της αστικής κοινωνίας πρέπει να την αναζητήσουμε μέσα στην πολιτική οικονομία. Τη μελέτη της πολιτικής οικονομίας την είχα αρχίσει στο Παρίσι και την εσυνέχισα στις Βρυξέλλες, όπου είχα εγκατασταθεί υστέρα από τη διαταγή του εκτοπισμού, που είχε εκδόσει εναντίον μου ο κ. Guizot. Το γενικό συμπέρασμα όπου έφτασα και που μου χρησίμεψε έπειτα σαν οδηγητική γραμμή στις μελέτες μου μπορεί με λίγα λόγια να διατυπωθεί έτσι:
Στην κοινωνική παραγωγή της ζωής τους οι άνθρωποι έρχονται σε σχέσεις καθορισμένες, αναγκαίες, ανεξάρτητες από τη θέληση τους, σε σχέσεις παραγωγικές, που αντιστοιχούνε σε μια ορισμένη βαθμίδα όπου έχει φτάσει η ανάπτυξη των υλικών παραγωγικών τους δυνάμεων. Το σύνολο αυτών των παραγωγικών σχέσεων αποτελεί το οικονομικό οικοδόμημα της κοινωνίας, την υλική (reale) βάση, επάνω στην οποία υψώνεται ένα νομικό και πολιτικο εποικοδόμημα και στην οποία αντιστοιχούν ορισμένες πάλι κοινωνικές μορφές συνείδησης. Ο τρόπος της παραγωγής της υλικής ζωής καθορίζει την εξέλιξη της κοινωνικής, πολιτικής και διανοητικής ζωής ενγένει. Το τί είναι οι άνθρωποι δεν καθορίζεται από τη συνείδησή τους, αλλά, αντίστροφα, το κοινωνικό τους Είναι καθορίζει τη συνείδηση τους. Όταν η ανάπτυξη των παραγωγικών δυνάμεων της κοινωνίας φτάσει σε ορισμένο βαθμό, οι δυνάμεις αυτές έρχονται σε αντίφαση με τις παραγωγικές σχέσεις που υπάρχουν, ή, για να μεταχειριστούμε τη νομική έκφραση, με τις σχέσεις της ιδιοκτησίας, μέσα στις οποίες ως τότε είχανε κινηθεί. Οι σχέσεις αυτές, από μορφές ανάπτυξης (Entwicklungsformen) των παραγωγικών δυνάμεων, γίνονται τώρα φραγμοί τους. Τότε αρχίζει μια εποχή κοινωνικής επανάστασης. Με τη μεταβολή της οικονομικής βάσης, ανατρέπεται περισσότερο ή λιγότερο γοργά ή αργά ολόκληρο το τεράστιο εποικοδόμημα.
Όταν αντικρίζουμε τέτοιες ανατροπές, πρέπει πάντα να ξεχωρίζουμε την υλική ανατροπή των οικονομικών όρων της παραγωγής –που πρέπει να την εξακριβώνουμε πιστά με τη βοήθεια των φυσικών επιστημών– από τις νομικές, πολιτικές, θρησκευτικές, καλλιτεχνικές ή φιλοσοφικές μορφές, με μια λέξη, από τις ιδεολογικές μορφές, με τις οποίες οι άνθρωποι συνειδητοποιούν αυτή τη σύγκρουση και την αποτελειώνουν (ausfechten). Όπως ένα άτομο δεν το κρίνουμε από την ιδέα που έχει για τον εαυτό του, έτσι και μια εποχή ανατροπής δεν μπορούμε να την κρίνομαι από τη συνείδηση που έχει για τον εαυτό της ίσα-ίσα αυτή τη συνείδηση πρέπει να την εξηγήσουμε με τις αντιφάσεις της υλικής ζωής, με τη σύγκρουση που υπάρχει ανάμεσα στις κοινωνικές παραγωγικές δυνάμεις και στις παραγωγικές σχέσεις. Ένα κοινωνικό συγκρότημα ποτέ δεν εξαφανίζεται προτού αναπτυχθούν όλες οι παραγωγικές δυνάμεις που μπορεί να χωρέσει, και ποτέ δεν παίρνουνε τη θέση του καινούργιες και ανώτερες παραγωγικές σχέσεις προτού οι υλικοί όροι γι' αυτές τις σχέσεις να ωριμάσουνε μέσα στους κόλπους της ίδιας της παλιάς κοινωνίας, Γι' αυτό, η ανθρωπότητα ποτέ δεν βάζει μπροστά της παρά μόνο τα προβλήματα εκείνα που μπορεί να λύση γιατί, αν παρατηρήσουμε καλύτερα, θα βρούμε πως κι αυτό ακόμη το ίδιο το πρόβλημα ξεπηδά μονάχα όταν υπάρχουν, ή τουλάχιστο βρίσκονται στο γίνωμά τους οι υλικοί όροι για τη λύση του. Σε χοντρές γραμμές, ο ασιατικός, ο αρχαίος, ο φεουδαρχικός και ο νεότερος αστικός τρόπος της παραγωγής μπορούμε να πούμε πως είναι οι προοδευτικές εποχές της οικονομικής διαμόρφωσης της κοινωνίας. Οι αστικές παραγωγικές σχέσεις είναι η τελευταία ανταγωνιστική μορφή της κοινωνικής παραγωγής, ανταγωνιστική όχι με την έννοια ενός ανταγωνισμού ατομικού, παρά ανταγωνισμού που γεννιέται από τους κοινωνικούς όρους της ζωής των ατόμων· οι παραγωγικές όμως δυνάμεις που αναπτύσσονται μέσα στην αστική κοινωνία δημιουργούνε ταυτόχρονα και τους υλικούς όρους για τη λύση αυτού του ανταγωνισμού. Μ' αυτή λοιπόν την κοινωνική διαμόρφωση κλείνει κι η προϊστορία της ανθρώπινης κοινωνίας.
Ο Φρίντριχ Έγκελς –που με ταχτική αλληλογραφία ανταλλάζαμε τις ιδέες μας από την εποχή που είχε δημοσιέψει στα Deutsch-Franzosische Jahrbucher ένα μεγαλόπνευστο σχέδιο κριτικής των οικονομικών κατηγοριών– από άλλο δρόμο (βλ. το έργο του: Κατάσταση των Εργαζομένων Τάξεων στην Αγγλία) είχε φτάσει στο ίδιο με μένα συμπέρασμα. Και την άνοιξη του 1845, όταν εγκαταστάθηκε κι αυτός στις Βρυξέλλες, αποφασίσαμε να εργαστούμε μαζί για να ξεκαθαρίσουμε την αντίθεση που παρουσίαζαν οι δικές μας απόψεις με την ιδεολογία της γερμανικής φιλοσοφίας, να τακτοποιηθούμε δηλαδή με την παλιά μας φιλοσοφική συνείδηση. Η εργασία αυτή πήρε τη μορφή μιας Κριτικής της μεταχεγκελιανής φιλοσοφίας. Το χειρόγραφο, δυο χοντρούς τόμους σε 8ο σχήμα, το είχε από πολύν καιρό στα χέρια του ένας εκδότης της Βεστφαλίας, όταν μας ειδοποιήσανε πως άλλαξαν οι περιστάσεις και δεν επιτρέπανε την εκτύπωση. Δεν εδυσκολευτήκαμε ν' αφήσουμε το χειρόγραφο στην τρωκτική κριτική των ποντικών, αφού πια τον κυριότερο σκοπό μας, το να ξεκαθαρίσουμε μέσα μας τις αντιλήψεις μας, τον είχαμε πετύχει.
Από τις σκόρπιες εργασίες που εκείνη την εποχή δημοσιέψαμε εκθέτοντας τις απόψεις μας για διάφορα ζητήματα, δεν θ' αναφέρω παρά μόνο το Μανιφέστο του Κομμουνιστικού Κόμματος, που για τη σύνταξη του συνεργαστήκαμε ο Έγκελς κι' εγώ, και το Λόγο για το Ελεύθερο Εμπόριο, που δημοσίεψα εγώ. Τα κύρια σημεία της άποψης μας για πρώτη φορά διατυπώθηκαν επιστημονικά, αν και με μορφή πολεμικής, στο έργο μου Η Αθλιότητα της Φιλοσοφίας κλπ., που δημοσίεψα στα 1847 εναντίον του Προυντόν. Την εκτύπωση μιας γερμανικής διατριβής για τη Μισθωτή Εργασία, όπου είχα συγκεντρώσει τις διαλέξεις που είχα κάμει για το θέμα αυτό στη γερμανική Εργατική Ένωση των Βρυξελλών, την έκοψε στη μέση η επανάσταση του Φεβρουαρίου, που είχε ως συνέπεια την απέλαση μου.
Η έκδοση της Neue Rheinische Zeitung στα 1848 και 1849 και τα κατοπινά γεγονότα διακόψανε τις οικονομικές μου μελέτες και μόνο κατά τα 1800, στο Λονδίνο, μπόρεσα να τις ξαναρχίσω. Το τεράστιο υλικό για την Ιστορία της Πολιτικής Οικονομίας που είναι μαζεμένο στο Βρετανικό Μουσείο, η τόσο ευνοϊκή θέση που παρουσιάζει το Λονδίνο για την παρατήρηση της αστικής κοινωνίας, τέλος το νέο στάδιο της ανάπτυξης όπου φαινότανε πως μπαίνει η αστική κοινωνία με την ανακάλυψη τον χρυσού της Καλιφόρνιας και της Αυστραλίας, όλα αυτά με πείσανε να ξαναρχίσω απ' την αρχή και να υποβάλω σε μια κριτική επεξεργασία το καινούργιο υλικό. Οι μελέτες αυτές μ' ανάγκασαν, ως ένα βαθμό, να διαθέσω αρκετό καιρό και σε έρευνες φαινομενικά εντελώς άσχετες· ωστόσο ήμουν υποχρεωμένος να το κάμω. Μα τον καιρό που διέθετα τον έσυντομεψε προπάντων η επιταχτική ανάγκη να κάμω κάποια εργασία με πληρωμή. Εδώ κι οχτώ χρόνια άρχισα να συνεργάζομαι στη New York Tribune, την πρώτη αγγλοαμερικανική εφημερίδα. Επειδή με την κυρίως δημοσιογραφία δεν ασχολούμαι παρά μόνο έκτακτα, η συνεργασία αυτή έφερε στις μελέτες μου έναν εξαιρετικό διασκορπισμό. Ωστόσο ένα σημαντικό μέρος της συνεργασίας μου το αποτελούσαν άρθρα για τα σπουδαία οικονομικά γεγονότα της Αγγλίας και της Ηπειρωτικής Ευρώπης γι' αυτό αναγκάστηκα να εξοικειωθώ με πραχτικές λεπτομέρειες που δεν ανήκουνε στον κύκλο της καθαρά επιστημονικής Πολιτικής Οικονομίας.
Με το σκιαγράφημα αυτό της πορείας που ακολούθησα στη μελέτη της πολιτικής οικονομίας, ήθελα μόνο να δείξω πως οι γνώμες μου, μ' οποιοδήποτε τρόπο κι αν κριθούνε και οσοδήποτε κι αν δεν συμφωνούνε με τις ιδιοτελείς προκαταλήψεις των κυρίαρχων τάξεων, είναι καρπός από μακρόχρονες και ευσυνείδητες έρευνες. Μα στο κατώφλι της επιστήμης, όπως και στην είσοδο της κόλασης, μια υποχρέωση επιβάλλεται:
Qui si conbien lasciare ogni sospetto,
Ogni bilta convien che sia morta.
Λονδίνο, Γενάρης 1859
ΚΑΡΛ ΜΑΡΞ

Δεν υπάρχουν σχόλια: