Η οικοδόμηση της νέας, της αταξικής κοινωνίας, του κομμουνισμού, δεν αποτελεί απλώς και μόνο μία μετάβαση από κάποιο σχηματισμό σε κάποιον άλλο, αλλά συνιστά την εμφάνιση και την διαμόρφωση ενός ριζικά νέου τύπου κοινωνικής ανάπτυξης. Πρόκειται για μία κοσμοϊστορική αλλαγή, η οποία, ως προς το βάθος, την κλίμακα και τις προοπτικές της υπερβαίνει ακόμα και την μετάβαση της αρχαιότητας από την προ-ταξική στην ταξική κοινωνία. Πρόκειται για μία άρνηση-διαλεκτική άρση, τόσο των ταξικών ανταγωνιστικών τύπων ανάπτυξης της κοινωνίας, όσο και των πριν από αυτούς βαθμίδων, δηλ. ολόκληρης της μέχρι τώρα ιστορίας της ανθρωπότητας και των προϋποθέσεων της. Η επισήμανση αυτή θα πρέπει να υπολογίζεται όταν διατυπώνονται διάφορες εικασίες και εκτιμήσεις σχετικά με τους ρυθμούς οικοδόμησης της νέας κοινωνίας, με τις δυσκολίες που προκύπτουν κ.λ.π. Η επισήμανση αυτή αφορά επίσης τις δυσκολίες, την αντιφατικότητα και τον ιδιαίτερα περίπλοκο χαρακτήρα των σχετικών θεωρητικών προσεγγίσεων..."

Δ. Πατέλη, Μ. Δαφέρμου, Π. Παυλίδη

10/11/2007

Σχεδόν 90 χρόνια τώρα, η Μεγάλη Οκτωβριανή Σοσιαλιστική Επανάσταση του 1917 συνεχίζει να χωρίζει – και να ενώνει


Το «Πριν» και η Οκτωβριανή Επανάσταση
{Το άρθρο είναι και μία απάντηση σ’ αυτό το Κείμενο του
ΠΡΙΝ
http://www.politikokafeneio.com/neo/modules.php?name=News&file=article&sid=1881
}
Χωρίζει, πρώτα-πρώτα, τα αντίθετα ταξικά στρατόπεδα: οι
κεφαλαιοκράτες, προπαντός τα πιο συνειδητά τους
επιτελεία, δεν έπαψαν ούτε θα πάψουν να την μισούν, να
την καταριούνται, να τη συκοφαντούν, να την ξορκίζουν,
να την φοβούνται΄ οι προλετάριοι, προπαντός οι πιο
συνειδητές και μαχόμενες εμπροσθοφυλακές τους δεν έπαψαν
ούτε θα πάψουν να βλέπουν στο 1917 την πρώτη νικηφόρα
έφοδο στον ουρανό, την απαρχή της αλλαγής του κόσμου.
(Θα δημοσιευθεί οποιαδήποτε απάντηση από το ΠΡΙΝ)
Σάββας Μιχαήλ (EEK - Tροτσκιστές)


Χωρίζει, πρώτα-πρώτα, τα αντίθετα ταξικά στρατόπεδα: οι
κεφαλαιοκράτες, προπαντός τα πιο συνειδητά τους
επιτελεία, δεν έπαψαν ούτε θα πάψουν να την μισούν, να
την καταριούνται, να τη συκοφαντούν, να την ξορκίζουν,
να την φοβούνται΄ οι προλετάριοι, προπαντός οι πιο
συνειδητές και μαχόμενες εμπροσθοφυλακές τους δεν έπαψαν
ούτε θα πάψουν να βλέπουν στο 1917 την πρώτη νικηφόρα
έφοδο στον ουρανό, την απαρχή της αλλαγής του κόσμου.

Η Οκτωβριανή Επανάσταση, όμως, κι η μεταγενέστερη επική
και τραγική διαδρομή της, οι πρωτόγνωρες ιστορικές
κατακτήσεις αλλά και η τραγωδία του σταλινισμού με
αποκορύφωμα την κατάρρευση του 1991, ποτέ δεν έπαψε να
χωρίζει και να ενώνει αντίθετα πολιτικά ρεύματα μέσα στο
ίδιο το εργατικό κίνημα και την διεθνή Αριστερά, από τη
μακρινή πρώτη περίοδο μέχρι σήμερα, στις αρχές ενός νέου
αιώνα.

Υπήρχαν και υπάρχουν εκείνοι που, συχνά από διαφορετικές
σκοπιές, ταυτίζουν Οκτώβρη και γκουλάγκ, μπολσεβικισμό
και σταλινισμό, άλλοτε για να καταδικάσουν και να
απορρίψουν ένα ομογενοποιημένο, συνεχές, χωρίς χάσματα
κι αντιφάσεις παρελθόν, άλλοτε για να το δικαιώσουν,
αναγνωρίζοντας μόνο κάποιες «παράπλευρες ζημιές» και
«λάθη».

Ανήκουμε στο αντίθετο ιστορικό ρεύμα, αυτό που ξεκίνησε
με την μπολσεβίκικη Αριστερή Αντιπολίτευση με ηγέτη τον
Λέων Τρότσκυ, τον πιο επιφανή μετά τον Λένιν ηγέτη της
Επανάστασης, οργανωτή της ένοπλης εξέγερσης του Οκτώβρη,
ιδρυτή του Κόκκινου Στρατού και αργότερα της Τέταρτης
Διεθνούς. Ανήκουμε σε ένα επαναστατικό μαρξιστικό ρεύμα
που πάλεψε τον σταλινισμό χωρίς να συμβιβαστεί με τον
ιμπεριαλισμό και τον αντικομμουνισμό, και που πάλεψε τον
ιμπεριαλισμό και τον αντικομμουνισμό χωρίς να
συμφιλιωθεί με την γραφειοκρατία του Στάλιν, του
Χρουστσόφ, του Μπρέζνιεφ, του Γκορμπατσόφ και των
πειθήνιων στο Κρεμλίνο κατά τόπους ΚΚ. Κι αυτό γιατί
Τροτσκισμός δεν σημαίνει, όπως νομίζουν πολλοί εχθροί
και φίλοι, απλώς ή πρωταρχικά αντι-σταλινισμός ή ένα
σύνολο από αναλύσεις, θέσεις, προγράμματα, οργανώσεις
που ετεροκαθορίζονται από τον σταλινισμό κι έχουν λόγο
ύπαρξης μόνο την αντίθεση σ’ αυτόν, την πολιτική του, τα
εγκλήματα του. Λόγος ύπαρξης του Τροτσκισμού δεν είναι η
καταγγελία και μόνο της παρασιτικής γραφειοκρατίας που
απλώθηκε σαν καρκίνος κι υπονόμευσε τον Οκτώβρη αλλά η
πάλη για την συνέχεια της Οκτωβριανής Επανάστασης, για
την ολοκλήρωσή της σε παγκόσμια κλίμακα. Μια πάλη που
απαιτεί, βέβαια, την ρήξη με τον σταλινισμό, την
ασυμβίβαστη πάλη με τα αίτιά του, τα πλούσια μαθήματα
αυτής της πάλης.

Μετά τις καταρρεύσεις στην Ανατολή και την ενδόρρηξη της
ΕΣΣΔ το 1991, όσοι ταυτίζουν τον μπολσεβικισμό με τον
σταλινισμό, αλλά κι όσοι ταυτίζουν τον τροτσκισμό με τον
αντισταλινισμό, θεωρούν ότι οι πολιτικές–ιδεολογικές
διαμάχες που γεννήθηκαν μέσα στην Αριστερά και
τροφοδοτήθηκαν από τις εξελίξεις στη χώρα του Οκτώβρη
αποκτούν πλέον ιστορικό ή μάλλον ιστοριογραφικό
ενδιαφέρον κι ανήκουν σε ένα ανεπίστρεπτο παρελθόν.
Αποτελούν ανάμνηση, ελκυστική ή αποκρουστική, αδιάφορο,
πάντως ανάμνηση. Στη καλύτερη περίπτωση μπορεί κανείς
μόνο να βγάλει «μαθήματα», όπως συνήθως λέμε, «μαθήματα»
από μια Ήττα, έτσι κι αλλιώς, είτε αυτή θλίβει τους μεν
είτε χαροποιεί τους δε.

Εάν πριν το 1991 η διαχωριστική γραμμή στην Αριστερά
χαράζονταν σε μεγάλο βαθμό από την στάση απέναντι στη
Σοβιετική Ένωση, μετά την κατάρρευση, κατά τη γνώμη του
ΕΕΚ και των συντρόφων μας στη Συντονιστική Επιτροπή για
την Επανίδρυση της Τέταρτης Διεθνούς, η διαχωριστική
γραμμή δεν αφορά τόσο ή μόνο τις διαφορετικές ερμηνείες
για το τι ήταν αυτό που κατάρρευσε και γιατί κατέρρευσε,
όσο για το αν ο ιστορικός κύκλος που άνοιξε με την
Οκτωβριανή Επανάσταση του 1917 έκλεισε ή όχι. Οι
πολιτικές συνέπειες αυτής της διαχωριστικής γραμμής στη
στρατηγική, στο πρόγραμμα, στην οργάνωση της
επαναστατικής πάλης σήμερα είναι τεράστιες.

Ποτέ μια ανάμνηση από μόνη της, όσο ισχυρή κι αν είναι η
ελκτική ή απωθητική της δύναμη, δεν είναι σε θέση να
χαράξει μια βαθειά διαχωριστική γραμμή στη ταξική πάλη
και την πολιτική δράση. Δεν είναι απλώς η ανάμνηση του
Οκτώβρη ή ο ερμηνευτικός αναστοχασμός πάνω στην ανάμνηση
του Οκτώβρη που υποχρεώνει τα διάφορα ρεύματα μέσα στο
εργατικό και λαϊκό κίνημα να διαχωριστούν ή να
αναζητήσουν το πολιτικό τους προσανατολισμό, να
αποκτήσουν ιδιαίτερη ιστορική ταυτότητα και να
καθοδηγήσουν την πράξη τους. Μια τέτοια αντίληψη θα ήταν
εντελώς ιδεαλιστική.

Η άποψη που υποστηρίζουμε μαζί με μια επαναστατική
μειοψηφία διεθνώς είναι ότι το χάσμα στην ιστορική
συνέχεια που άνοιξε ο σεισμός του Οκτώβρη 1917 είναι
υλικό, εγγράφεται όχι μόνο στις υλικές αλλαγές των
σχέσεων στον πρώην σοβιετικό χώρο αλλά και στις
ευρύτερες, καθολικές διεργασίες και κοινωνικές σχέσεις
της μεταβατικής μας εποχής. Το 1917 έσπασε η διεθνής
ιμπεριαλιστική αλυσίδα στον αδύναμο της κρίκο (Λένιν),
όχι μόνο ένας κρίκος. Με την επίθεση στα Χειμερινά
Ανάκτορα άρχισε όχι απλώς η Ρωσική αλλά η παγκόσμια
σοσιαλιστική επανάσταση. Το χάσμα, συνεπώς, δεν αφορά
απλώς τον κοινωνικό σχηματισμό στον πρώην σοβιετικό
χώρο, την πορεία της αντεπαναστατικής καπιταλιστικής
παλινόρθωσης, το αν ολοκληρώθηκε ή όχι η παλινδρόμηση κι
ενσωμάτωσή του στην παγκόσμια αγορά. Αφορά την ίδια την
ιστορική φύση της εποχής: ο παγκόσμιος καπιταλισμός
μπήκε μετά το 1989-91 σε μια νέα εποχή ιστορικής ανόδου,
ή αντίθετα η εποχή της καπιταλιστικής παρακμής και της
μετάβασης στον παγκόσμιο κομμουνισμό που εγκαινίασε η
Οκτωβριανή Επανάσταση βρίσκεται στην όψιμη φάση των
παγκοσμιοποιημένων αντιφάσεών της και θέτει με νέους
όρους το αντικειμενικό αίτημα και την υποκειμενική
πρόκληση της ολοκλήρωσης του Οκτώβρη σε πλανητική
κλίμακα, την μη γραμμική διάρκεια του; Αυτή είναι η
βαθύτερη διαχωριστική γραμμή. Το ΕΕΚ και οι σύντροφοί
μας στην Συντονιστική Επιτροπή για την επανίδρυση της
Τέταρτης Διεθνούς υποστηρίζουμε την δεύτερη εκτίμηση.

Γι’ αυτό εξάλλου επιμένουμε να μιλάμε για «Επανίδρυση
της Τέταρτης Διεθνούς». Δεν πρόκειται για ένα σχέδιο
ανασύνταξης όλων των αριστερών κομμουνιστών κάτω από μια
εμφανώς τροτσκιστική ταμπέλα. Δεν πρόκειται για μια
επανάληψη των προσπαθειών που γίνανε κατά καιρούς
μεταπολεμικά, μετά την ανοιχτή κρίση στη Τέταρτη Διεθνή
για την «ανοικοδόμησή» της με τη συνένωση λίγο-πολύ
τροτσκιστικών ομάδων. Το εγχείρημα εγγράφεται στους
νέους όρους που σηματοδοτεί η κατάρρευση της Σοβιετικής
Ένωσης, μαζί κι η παλινορθωτική διαδικασία στην Κίνα,
στην σύνδεση κι αλληλεπίδρασή τους με μια χωρίς
προηγούμενο κρίση της καπιταλιστικής παγκοσμιοποίησης
στην όψιμη φάση της ιμπεριαλιστικής εποχής. Σύμφωνα με
το τελευταίο παγκόσμιο συνέδριο της «Ενιαίας Γραμματείας
της 4ης Διεθνούς», ο κύκλος της Οκτωβριανής Επανάστασης
έκλεισε και μαζί του ο ιστορικός ρόλος της 4ης Διεθνούς
σαν αντισταλινικής διεθνούς μαρξιστικής οργάνωσης. Για
μας, αντιθέτως, ο κύκλος που άνοιξε το 1917 δεν έκλεισε
και πρέπει να τον ολοκληρώσουμε και σ’ αυτή την ιστορική
κατεύθυνση να συσπειρώσουμε επαναστάτες από διαφορετικές
παραδόσεις του κινήματος. Παλεύουμε να επανιδρύσουμε την
Διεθνή που το 1938 θεμελίωσαν ο Τρότσκυ κι οι σύντροφοί
του γιατί αυτό το εγχείρημα έμεινε ανολοκλήρωτο, όπως κι
ο ίδιος ο Οκτώβρης, την συνέχεια και την διεθνή επέκταση
του οποίου ενσάρκωνε και υπηρετούσε.

Κανένα σχέδιο κοινωνικής χειραφέτησης δεν μπορεί να
αναπτυχθεί σε ιστορικό κενό και μέσα στην αμνησία. Για
να δανειστούμε μια έκφραση του Moishe Postone, για να
σκεφτούμε το μέλλον της χειραφέτησης πρέπει να
οικειοποιηθούμε το παρελθόν που συνεχίζουν να
διαχειρίζονται οι Κυρίαρχοι, να οικειοποιηθούμε το
ιστορικό περιεχόμενο αλλά όχι σαν επανάληψη.


Το «Πριν» και η Οκτωβριανή Επανάσταση

Η Οκτωβριανή Επανάσταση του 1917 παραμένει σημείον
αντιλεγόμενον ανάμεσα στα αντίθετα ταξικά στρατόπεδα
αλλά και στο εσωτερικό του εργατικού κινήματος και της
Αριστεράς. Στη δεύτερη περίπτωση, ο Κόκκινος Οκτώβρης
δεν αποτελεί απλώς αντικείμενο ιστορικής αποτίμησης αλλά
και παράγοντα καθοριστικό για τον πολιτικό
προσανατολισμό των πρωτοπόρων επαναστατικών δυνάμεων στο
σύγχρονο κόσμο και τον στρατηγικό σχεδιασμό της
επαναστατικής του αλλαγής.

Είναι από αυτή τη σκοπιά που θεωρούμε απαραίτητο να
προχωρήσουμε στην κριτική του άρθρου «Η ανολοκλήρωτη
επανάσταση» που αφιέρωσε η εφημερίδα του ΝΑΡ και της
ριζοσπαστικής Αριστεράς «Πριν» (5/11/06) στην επέτειο
της επανάστασης που σημάδεψε την εποχή μας. Συγγραφέας
του άρθρου ο σύντροφος Κώστας Χαριτάκης (Κ.Χ.)

Το κείμενο έχει όλες τις ειλικρινείς προθέσεις να
ξεκαθαρίσει λογαριασμούς με το ιστορικό παρελθόν, όχι
μόνο με την Οκτωβριανή Επανάσταση και τον μπολσεβικισμό
αλλά και με ό,τι χωρίς διαφοροποιήσεις ονομάζεται
γενικώς «ιστορικός κομμουνισμός του 20ου αιώνα», ώστε να
τεθεί στο παρόν σε νέες βάσεις το εγχείρημα της
κοινωνικής απελευθέρωσης και του κομμουνιστικού
μετασχηματισμού. Κατά τη γνώμη μας, όμως, η γραμμή
ανάλυσης που ακολουθεί εγείρει σοβαρότατα ζητήματα
μεθόδου και προοπτικής, καθώς, στο όνομα της
«κομμουνιστικής επαναθεμελείωσης», διαλύει στη σύγχυση,
κάθε θεμελιακή έννοια μαρξισμού και κομμουνισμού.

Ας συνοψίσουμε, όσο είναι δυνατό σε λίγες γραμμές, το
δισέλιδο κείμενο. Βασική του θέση είναι ότι η Οκτωβριανή
Επανάσταση του 1917 τα έβαλε με τους υποτιθέμενους
«αντικειμενικούς νόμους της ιστορίας», καθώς ξεπήδησε
από την αυτενεργό δράση των μαζών και την «συγκυριακή
αδυναμία των αρχουσών τάξεων». Έβαλε στην ημερήσια
διάταξη «για πρώτη φορά στην ιστορία τις τάσεις
κοινωνικής απελευθέρωσης, αντικαπιταλιστικής ανατροπής
και κομμουνιστικού μετασχηματισμού». «Μια νέα
κοινωνικοπολιτική δομή αναδύθηκε από τα κάτω, έξω και σε
σύγκρουση με τους κρατικούς θεσμούς, με κέντρο την
αυτοοργάνωση και αυτοδιεύθυνση και όχι την
αντιπροσώπευση και την ιεραρχία». Ο Λένιν κι οι
μπολσεβίκοι κατάφεραν και συμπύκνωσαν την δυνατότητα που
βγήκε εκρηκτικά στην επιφάνεια με το πολιτικό
σύνθημα-στόχο "όλη η εξουσία στα Σοβιέτ", συγκρούστηκαν
με τις δυνάμεις της αντεπανάστασης και «διατύπωσαν τις
αποφασιστικές κοινωνικοοικονομικές αλλαγές που μπορούσαν
να εξασφαλίσουν μια ριζικά διαφορετική θέση των
εργαζομένων στον κόσμο». Ωστόσο η επανάσταση συνάντησε
δυσκολίες που την ανέκοψαν πολύ σύντομα, κι «οι τάσεις
του επαναστατικού μετασχηματισμού καταπνίγηκαν τελικά
μέσα σε ένα ιδιόμορφο τύπο καπιταλιστικής ανάπτυξης» που
προωθήθηκε από τον Λένιν, τον Τρότσκι και τους
μπολσεβίκους. Όπως τονίζεται και με σχετικό υπότιτλο σε
ένα σημείο του άρθρου, ως σοσιαλισμός θεωρήθηκε ο
καπιταλιστικός εκσυγχρονισμός.

Το πρόβλημα, κατά τον αρθρογράφο βρίσκεται στον ίδιο τον
«ιστορικό κομμουνισμό του 20ου αιώνα» που «παρέμεινε
προσηλωμένος στη μηχανική κοσμοεικόνα του κυρίαρχου
αστικού επιστημονικού "παραδείγματος"» και στην
«κυρίαρχη μαρξιστική παράδοση» που αντιμετωπίζει «το
επίπεδο των παραγωγικών δυνάμεων σε κάθε εποχή και σε
κάθε κοινωνία ως το "αντικειμενικό" πλαίσιο της ιστορίας
μέσα στο οποίο καλούνται να δράσουν οι άνθρωποι».
Κατόπιν τούτων ο κρατικισμός και ο παραγωγισμός
επικράτησαν και η χώρα του Οκτώβρη κατέληξε, μετά από
κάποιες δεκαετίες, από την «ιδιόρρυθμη καπιταλιστική
ανάπτυξη» των χρόνων του Λένιν στην καπιταλιστική
ανάπτυξη του Γκορμπατσόφ και του Γιέλτσιν… Πολύς θόρυβος
και αίμα για το τίποτε θα έλεγε κάποιος κυνικός.

Το συμπέρασμα που βγάζει ο αρθρογράφος του "Πριν" είναι
ότι υπάρχει ανάγκη για μια «κομμουνιστική
επαναθεμελείωση» που με τη σειρά της θα αντιμετωπίσει
«κριτικά την αντίληψη και πρακτική που ταυτίζει την
επανάσταση με την κατάληψη της κρατικής εξουσίας και
μάλιστα από ένα κόμμα, όσο επαναστατικό κι να είναι
αυτό». Με δυο λόγια: Φύγε Λένιν, έλα Χολογουαίυ!

Ας δούμε, όμως, από πιο κοντά τα βασικά στοιχεία της
ανάλυσης του ΚΧ.

Οκτώβρης και Ιστορία

Κατά τον ΚΧ, η Οκτωβριανή Επανάσταση «τα βάζει με τους
"νόμους της ιστορίας"». Διαψεύδει κάθε αντίληψη
νομοτέλειας στην ιστορία, όχι απλώς τον «ορθόδοξο
μαρξισμό» της Δεύτερης Διεθνούς αλλά και συλλήβδην όλο
τον «ιστορικό κομμουνισμό του 20ου αιώνα», κι ακόμα
παραπέρα, όλη την «κυρίαρχη μαρξιστική παράδοση» που
μιλάει για καθοριστικό ρόλο του επίπεδου ανάπτυξης των
παραγωγικών δυνάμεων. Μια και η επανάσταση ξέσπασε στην
ιστορικά καθυστερημένη, «ημιφεουδαρχική» Ρωσία, με το
χαμηλό επίπεδο παραγωγικών δυνάμεων κι έθεσε ως άμεσο
στόχο της το πέρασμα στο σοσιαλισμό, μαζί με τη
μαρξιστική «ορθοδοξία», διαψεύδεται ο ίδιος ο Μαρξ που
στο Κεφάλαιο επιχειρεί, όπως λέει ρητά, να συλλάβει τους
νόμους κίνησης του καπιταλισμού ως φυσικοϊστορικής
διαδικασίας. Εξ ου κι ο Κ.Χ. επαναλαμβάνει την
πολυχρησιμοποιημένη ατυχή φράση του Γκράμσι που έκανε
τόση ευτυχή καριέρα σαν κλισέ: «η Οκτωβριανή επανάσταση
ήταν μια επανάσταση ενάντια στο Κεφάλαιο του Μαρξ».

Πρώτα-πρώτα, ας θυμίσουμε ότι ο ίδιος ο Μαρξ, στην
αλληλογραφία του με τη Βέρα Ζασούλιτς και τους πρώτους
Ρώσους επαναστάτες κάθε άλλο παρά απέκλεισε το
ενδεχόμενο μιας σοσιαλιστικής επανάστασης στη Ρωσία. Η
αρχαϊκή αγροτική δομή της μέσα στο νέο παγκόσμιο
ιστορικό περιβάλλον που δημιούργησε ο καπιταλισμός της
Δύσης θα μπορούσε να παρακάμψει «τα καυδιανά δίκρανα»,
τα δεινά του εξευτελισμού, του καπιταλιστικού σταδίου
ιστορικής ανάπτυξης: «Η σύγχρονη ύπαρξη της δυτικής
παραγωγής που κυριαρχεί στην παγκόσμια αγορά επιτρέπει
στη Ρωσία να ενσωματώσει στην αγροτική κομμούνα όλα τα
θετικά επιτεύγματα του καπιταλιστικού συστήματος χωρίς
να περάσει από τα Καυδιανά Δίκρανά του»(Βλ. Πρώτο Σχέδιο
Γράμματος του Κ. Μαρξ στη Βέρα Ζασούλιτς το 1881 στα
Collected Works τ. 24 /1874-1883, Πρόγκρες, Μόσχα 1989
σ. 353).

Οι κοινωνικοοικονομικές δομές και το επίπεδο των
παραγωγικών δυνάμεων δεν μπορεί να εξετάζονται στατικά,
ανιστορικά, σε περιορισμένα τοπικά πλαίσια, έξω από το
διεθνές ιστορικό περιβάλλον που διαμορφώνει η ανισόμερη
και συνδυασμένη ανάπτυξη του καπιταλισμού παγκόσμια.

Οι μενσεβίκοι, η δυτικοευρωπαϊκή σοσιαλδημοκρατία αλλά
και αργότερα οι σταλινικοί δίνανε την καθοριστική
προτεραιότητα στο εθνικό επίπεδο των παραγωγικών
δυνάμεων -τις οποίες μάλιστα τις ερμηνεύανε στρεβλά και
μηχανιστικά ταυτίζοντάς τες με τα μέσα παραγωγής. Ο
οικονομικός αναγωγισμός κι ο τεχνολογικός ντετερμινισμός
τους ήταν αλληλένδετοι με μια μηχανική -θετικιστική
θεώρηση δέσμια στο εθνικό περιβάλλον, στο οποίο είχαν
προσαρμοστεί, και στα κυρίαρχα εκεί ταξικά και εθνικά
κρατικά συμφέροντα.

Δεν είναι, όμως, το επίπεδο των εθνικών παραγωγικών
δυνάμεων στη Ρωσία σε σύγκρουση με τις αρχαϊκές της
παραγωγικές σχέσεις που καθόρισε την έκρηξη της
σοσιαλιστικής επανάστασης. Ήταν ο παγκόσμιος χαρακτήρας
των μοντέρνων παραγωγικών δυνάμεων στην εποχή του
ιμπεριαλισμού που ήρθε σε σύγκρουση με τις ιστορικά
ξεπερασμένες καπιταλιστικές σχέσεις παραγωγής και το
εθνικό Κράτος και πυροδότησε τον παγκόσμιο πόλεμο,
υπερφορτίζοντας με τις διεθνείς αντιφάσεις τον
«ασθενέστερο κρίκο» στη διεθνή αλυσίδα, τον ιδιόμορφο
ρωσικό κοινωνικοοικονομικό σχηματισμό, κι οδηγώντας στην
ρήξη του και στην επανάσταση. Όπως τόνιζε ξανά και ξανά
ο Λένιν είναι η διεθνής αλυσίδα που έσπασε το 1917 κι
όχι απλώς ο ρωσικός κρίκος. Η επανάσταση στη Ρωσία τον
Οκτώβρη του 1917 δεν ήταν ένα εθνικό συμβάν αλλά η
έναρξη της παγκόσμιας σοσιαλιστικής επανάστασης.

Είναι φανερό λοιπόν ότι ο Οκτώβρης δεν διέψευσε αλλά
επιβεβαίωσε θριαμβευτικά την διαλεκτική των παραγωγικών
δυνάμεων και παραγωγικών σχέσεων ως τον πυρήνα της
υλιστικής αντίληψης της Ιστορίας. Ο Κ.Χ. διατηρεί σαν
«κυρίαρχη μαρξιστική παράδοση» την εθνικορεφορμιστική
αντίληψη περί παραγωγικών δυνάμεων και ταυτόχρονα
απορρίπτει την ίδια την διαλεκτική –ιστορική υλιστική
αντίληψη. Στη θέση της παρουσιάζει μια καθαρά
ιδεαλιστική άποψη όπου «όλες οι συνιστώσες της δράσης
του ανθρώπου είναι ταυτόχρονα και συνισταμένες», όπως
γράφει χαρακτηριστικά. Με τη σύγχυση, όμως αυτή, δεν
είναι η διαλεκτική αλληλεπίδραση που εδραιώνεται αλλά η
παντελής απουσία οποιασδήποτε προτεραιότητας ανάμεσα σε
κοινωνικό είναι και κοινωνική συνείδηση. Όλες οι στιγμές
ανάπτυξης συγχωνεύονται σε μια αδιαφοροποίητη μάζα, σε
ένα μεταφυσικό continuum, όπου όλα είναι σχετικά, όλα
καθοριστικά και τίποτα καθοριστικό.

Κάτι ακόμα στο ίδιο σημείο: μια οπτική που βλέπει στον
Πρώτο Παγκόσμιο Πόλεμο και την Οκτωβριανή Επανάσταση την
εξέγερση των παγκόσμιων παραγωγικών δυνάμεων ενάντια στα
δεσμά ενός ιστορικά παρακμασμένου καπιταλισμού κι άρα
την βίαιη είσοδο σε μια νέα ιστορική εποχή, στην
ιμπεριαλιστική εποχή της καπιταλιστικής παρακμής και της
μετάβασης στον παγκόσμιο κομμουνισμό με τη διεθνή
σοσιαλιστική επανάσταση, μια τέτοια οπτική και αντίληψη
είναι ασυμβίβαστη με την θεωρία του
«μεταϊμπεριαλιστικού», «ολοκληρωτικού καπιταλισμού», την
οποία υποστηρίζει και σ’ αυτό το άρθρο ο Κ.Χ.

Επαναστατική υποκειμενικότητα

Χωρίς το διεθνές και εθνικό, αντικειμενικό υλικό
ιστορικό υπόβαθρό της η Οκτωβριανή Επανάσταση παραμένει
μετέωρη κι ακατανόητη. Το ερμηνευτικό σχήμα του Κ.Χ.
εξαντλείται στην επισήμανση των γενικών γραμμών της
πολιτικής συγκυρίας, «των δυνατοτήτων που άνοιγε η δράση
των μαζών και η ιστορικά συγκυριακή αδυναμία των
αρχουσών τάξεων». Ο Λένιν κι οι μπολσεβίκοι αυτό που
έκαναν ήταν να αξιοποιήσουν πολιτικά και προγραμματικά
αυτόν τον ευνοϊκό συσχετισμό των δυνάμεων – χωρίς να
στηριχτούν σε μια θεωρητικά προετοιμασμένη στρατηγική
στηριγμένη στην αντικειμενική λογική των ιστορικών
αντιφάσεων. Απλώς ο Λένιν πρότεινε στους μπολσεβίκους
«μια τολμηρή… ιεροσυλία: να εγκαταλείψουν το παλιό
πρόγραμμα των δύο σταδίων της επανάστασης και να
επιχειρήσουν να μετατρέψουν άμεσα την επανάσταση που
βρίσκονταν σε εξέλιξη σε σοσιαλιστική επανάσταση». Οι
μπολσεβίκοι τον άκουσαν, «συμπύκνωσαν σε σύνθημα» ό,τι
βγήκε αυθόρμητα από την αυτενέργεια των μαζών κλπ. κλπ.

Πώς, όμως, έγινε η «ιερόσυλη» πρόταση του Λένιν; Πώς
προετοιμάστηκε- εάν προετοιμάστηκε- η κρίσιμη στροφή;
Και το μπολσεβίκικο κόμμα; Ήταν μια θεωρητικά και
πολιτικά προετοιμασμένη και σφυρηλατημένη στους αγώνες
οργανωμένη πρωτοπορία του προλεταριάτου ή απλώς ένας
πολιτικός μηχανισμός, ένα απαράτ που λειτούργησε σαν
«συμπυκνωτής» και «μετασχηματιστής» του ρεύματος των
αυθόρμητων εξελίξεων σε πολιτικά συνθήματα και
προγραμματικά μέτρα(όπως αργότερα έγινε μοχλός της
«ιδιόρρυθμης καπιταλιστικής ανάπτυξης κάτω από σοβιετική
εξουσία» κι «επιταχυντής του καπιταλιστικού
εκσυγχρονισμού»);

Το άρθρο του Κ.Χ. αφού πρώτα παραμέρισε τις
αντικειμενικές προϋποθέσεις της επανάστασης στη συνέχεια
εξαφανίζει και τις επίμονες, περίπλοκες, αντιφατικές
υποκειμενικές της προϋποθέσεις, τους μακρότατους και
σκληρούς πολιτικούς-ιδεολογικούς αγώνες στους
επαναστατικούς κύκλους και τις οργανώσεις, τις
αντιπαραθέσεις, τις αναζητήσεις, την σύγκρουση
προγραμμάτων, προοπτικών, θεωριών, φιλοσοφίας και
μεθόδου σε όλη την προεπαναστατική περίοδο.

Η προετοιμασία του 1917 πέρασε μέσα από την παράδοση της
ρωσικής ιντελλιγκέντσιας, τους ναρόντνικους, τη πάλη των
μαρξιστών ενάντιά τους, το σχίσμα και τη σύγκρουση
μπολσεβίκων- μενσεβίκων, την διαμάχη ανάμεσα στην θεωρία
των σταδίων των μενσεβίκων, τη στρατηγική της
δημοκρατικής δικτατορίας του προλεταριάτου και της
αγροτιάς του Λένιν και των μπολσεβίκων, και την θεωρία
της Διαρκούς Επανάστασης στη νέα μορφή που της δίνει ο
Τρότσκι, στο φως της επανάστασης του 1905. Περνάει,
βεβαίως, μέσα από τις ιστορικές εμπειρίες των μαζών και
την ανάλυσή τους, μέσα από το 1905 σαν «γενική δοκιμή»
για την «έφοδο στον ουρανό» του 1917, μέσα από τον
παγκόσμιο πόλεμο και την διάλυση της Δεύτερης Διεθνούς
στον σωβινισμό.

Τον Απρίλη του 1917, με τις περίφημες Θέσεις, ο Λένιν
όντως κάνει στρατηγική στροφή, ξεπερνώντας την
«αλγεβρική φόρμουλα» (όπως την ονόμαζε κομψά ο Τρότσκι)
της δημοκρατικής δικτατορίας και αποδεχόμενος την
προοπτική της Διαρκούς Επανάστασης.

Ο Κ.Χ. ταυτίζει «δημοκρατική δικτατορία της εργατικής
τάξης και της αγροτιάς» με το πρόγραμμα των μενσεβίκων
και παρουσιάζει τις Θέσεις του Απρίλη όχι στη σχέση τους
με την θεωρία της Διαρκούς επανάστασης αλλά σαν μια
«ιερόσυλη» ad hoc πραγματιστική προσαρμογή «στο έδαφος
των δυνατοτήτων που άνοιγε από την δράση των μαζών και
την ιστορικά συγκυριακή αδυναμία των αρχουσών τάξεων».

Η ίδια η στρατηγική στροφή του Λένιν ενάντια στη
σχολαστική προσκόλληση στη παλιά φόρμουλα δεν ήταν ένας
αυτοσχεδιασμός. Η ρήξη του με το φορμαλισμό και το
δογματισμό προετοιμάστηκε συστηματικά ιδιαίτερα στη
διάρκεια του παγκοσμίου πολέμου, πρώτα απ’ όλα με την εκ
νέου στροφή του στα φιλοσοφικά θεμέλια του μαρξισμού και
τη μελέτη του Χέγκελ, την επανεπεξεργασία της υλιστικής
διαλεκτικής ενάντια στον μηχανιστικό υλισμό της Δεύτερης
Διεθνούς που την οδήγησε στο βούρκο. Έτσι ετοιμάστηκε
όχι για ό,τι περίμενε εκ των προτέρων αλλά για το
απροσδόκητο μέσα στην Ιστορία.

Ήταν στη βάση αυτής της νέας στροφής στη διαλεκτική που
ο Λένιν κατόρθωσε επίσης να μελετήσει την ιστορική
αλλαγή στην φύση της εποχής και τον ιμπεριαλισμό και να
βαθύνει στη μαρξιστική θεωρία του κράτους, ξαναδίνοντας
στο μαρξισμό, ενάντια στο ρεφορμισμό, τον γνήσια
ελευθεριακό του χαρακτήρα.

Η επανάσταση είναι πάντα «η βίαιη εισβολή των μαζών στην
αρένα που καθορίζονται τα δικά τους πεπρωμένα», όπως
έγραφε ο Τρότσκι στον Πρόλογο της Ιστορίας της Ρωσικής
Επανάστασης. Ο «αυθόρμητος» χαρακτήρας αυτής της
εισβολής και της μεταβαλλόμενης, μέσα από διαρκή ζιγκ
ζαγκ και διαδοχικές προσεγγίσεις, συνείδησης των μαζών
δεν πρέπει να ιδωθεί στατικά, μεταφυσικά. Ανάλογα με τις
ιστορικές εξελίξεις, τη φάση της εξελισσόμενης
σύγκρουσης και την παρέμβαση αντίθετων πολιτικών
δυνάμεων «υπάρχει αυθόρμητο και αυθόρμητο», όπως ο Λένιν
προειδοποιούσε όσους διάβαζαν επιπόλαια τις θέσεις του
«Τι να κάνουμε;».

Το ίδιο το «αυθόρμητο» του κινήματος των μαζών και των
Σοβιέτ άλλαξε πολλές φορές μέσα στη θύελλα του 1917. Η
άποψη του Κ.Χ. ότι τα Σοβιέτ αναδύθηκαν «με κέντρο την
αυτοοργάνωση και την αυτοδιεύθυνση και όχι την
αντιπροσώπευση και την ιεραρχία» εξιδανικεύει και
αλλοιώνει την ιστορική πραγματικότητα. Η σοβιετική
δημοκρατία είναι κι αυτή μορφή αντιπροσώπευσης- μιλάμε
για «τα Σοβιέτ των αντιπροσώπων των εργατών, αγροτών και
στρατιωτών»- με διαφορετικά κόμματα να συγκρούονται στο
εσωτερικό τους. Απ’ την άλλη, οι συνθήκες κοινωνικής και
πολιτικής ανομοιογένειας ανάμεσα στους καταπιεσμένους,
επιτρέπουν ακόμα και σ’ αυτή την ανώτερη μορφή
αντιπροσωπευτικής δημοκρατίας την εμφάνιση μορφών
ιεραρχίας. Ας μην ξεχνάμε ότι και οι σφάχτες της
Γερμανικής Επανάστασης και της Ρόζας Λούξεμπουργκ, ο
Έμπερτ κι ο Νόσκε ήταν οι επικεφαλής Εργατικών
Συμβουλίων (σοβιέτ). Δεν είναι τυχαίο ότι ενάντια σε
οποιοδήποτε φετιχισμό των σοβιέτ, ο Λένιν, το καλοκαίρι
του 1917, όταν τα σοβιέτ των αντιπροσώπων τα έλεγχε η
ιεραρχία των σοσιαλεπαναστατών και μενσεβίκων, σκεφτόταν
να στραφεί το κέντρο του βάρους στην οργάνωση των
εργοστασιακών επιτροπών. Ούτε το επαναστατικό κόμμα της
εργατικής πρωτοπορίας μπορεί να υποκαταστήσει τα σοβιέτ
ως όργανα της μαζικής πάλης για εξουσία και ως όργανα
της εργατικής εξουσίας, ούτε τα σοβιέτ ή άλλες μορφές
αυτοοργάνωσης των μαζών μπορούν να αντικαταστήσουν τον
αναγκαίο ρόλο μιας πρωτοπορίας οργανωμένης σε
επαναστατικό κόμμα νέου τύπου.

Η συνάντηση του Μαρξισμού με τις μάζες ακολουθεί μια
αντιφατική περίπλοκη, γεμάτη διακοπές, παλινδρομήσεις
και άλματα ατραπό. Όπως γράφει ο Τρότσκι στην
αυτοβιογραφία του :

«Ο Μαρξισμός θεωρείται η συνειδητή έκφραση της
ασυνείδητης αναπτυσσόμενης πορείας. Αλλά η "ασυνείδητη"
αναπτυσσόμενη πορεία- με την ιστορικοφιλοσοφική κι όχι
την ψυχολογική της έννοια- δεν συμπίπτει με την
συνειδητή της έκφραση παρά μονάχα στις υψηλότερες κορφές
της, όταν η μάζα με τις αρχέγονές της δυνάμεις
παραβιάζει τις πύλες της κοινωνικής ρουτίνας και δίνει
νικητήρια έκφραση στις πιο βαθιές ανάγκες της ιστορικής
ανάπτυξης. Η υψηλότερη θεωρητική συνείδηση της εποχής
συγχωνεύεται σε τέτοιες στιγμές με την άμεση δράση που
αναπτύσσουν τα κατώτατα κοινωνικά στρώματα, οι πιο
καταπιεσμένες κι απομακρυσμένες από κάθε θεωρία μάζες. Η
δημιουργική συγχώνευση του συνειδητού με το ασυνείδητο,
είναι αυτό που συνηθίζουμε να αποκαλούμε έμπνευση. Η
επανάσταση είναι η βίαιη έμπνευση της Ιστορίας.(«Η Ζωή
μου», Αλλαγή 1986 σ.314-315, στα ρωσικά Ιρκούτσκ 1991 σ.
321-322)

Μπολσεβικισμός και σταλινισμός

Αφού πρώτα αφαίρεσε από την Οκτωβριανή Επανάσταση την
αντικειμενική της βάση και αφού αγνόησε την υποκειμενική
της προετοιμασία, πώς με διαλεκτικούς όρους «το
υποκείμενο αναδύεται μέσα από το αντικείμενο», ο Κ.Χ.
ανακαλύπτει τις βλαβερές συνέπειες της έλλειψης θεωρίας,
ιδιαίτερα σε δύσκολες αντικειμενικές συνθήκες: ό,τι
κερδήθηκε στο πεδίο των μαχών χάθηκε στο κοινωνικό
πεδίο, επειδή το «πρόβλημα της μετάβασης είχε παραμείνει
θεωρητικά ανεπεξέργαστο στο πλαίσιο του μαρξισμού»,
καθώς, μάλιστα, «πρόβαλε μέσα στις ιδιαίτερες συνθήκες
της νίκης της επανάστασης σε μία μόνο χώρα», σε συνθήκες
ιμπεριαλιστικής περικύκλωσης και εμφυλίου πολέμου.

Το θεωρητικό κενό του μαρξισμού και οι αντικειμενικές
δυσκολίες οδήγησαν τον Λένιν και τους μπολσεβίκους, κατά
τον Κ.Χ., όχι απλώς να πάρουν κάποια έκτακτα μέτρα και
προσωρινά να κάνουν υποχωρήσεις όπως ήταν η ΝΕΠ αλλά να
επιλέξουν την οδό της «ανάπτυξης του καπιταλισμού υπό
σοβιετική εξουσία». Ο λενινιστικός σοσιαλισμός δεν ήταν
απλώς «σοβιέτ συν εξηλεκτρισμός» αλλά «σοβιέτ συν
καπιταλισμός»…

Τα τσιτάτα του Λένιν και του Τρότσκι που χρησιμοποιεί ο
Κ.Χ. για να τεκμηριώσει την όχι και τόσο πρωτότυπη άποψή
του θυμίζουν σταλινική χαρτοκοπτική ή για να το πούμε
ευγενικά, συνιστούν παρανάγνωση.

Το απόσπασμα του Λένιν, γραμμένο πριν τον Οκτώβρη, στα
πλαίσια της πολεμικής του ενάντια στους υπέρμαχους των
ενδιάμεσων σταδίων κι ενδιάμεσων μορφών εξουσίας, δεν
διαφέρει από ανάλογες αναλύσεις του Μαρξ, στον τρίτο
τόμο του «Κεφαλαίου», για την πίστη και τις μετοχικές
εταιρείες, όπου, μέσα από τις μορφές αυτοάρνησης του
καπιταλισμού ανιχνεύεται η μετάβαση από τον
καπιταλιστικό σε ένα ανώτερο τρόπο παραγωγής, τον
σοσιαλιστικό, μέσα από την ωρίμανση των υλικών όρων για
τον σοσιαλισμό. Όπως οι αναλύσεις του Μαρξ δεν τον
μετατρέπουν σε θιασώτη της μετάβασης στο σοσιαλισμό μέσω
του… χρηματιστηρίου, έτσι κι η ανάλυση του Λένιν δεν τον
κάνει… οπαδό του Σημίτη και «εκσυγχρονιστή» του
καπιταλισμού!

Το τσιτάτο από τον Τρότσκι, γραμμένο μετά την άνοδο του
σταλινισμού, στα πλαίσια της πολεμικής ενάντια στους
θιασώτες του «σοσιαλισμού σε μια μόνο χώρα», επισημαίνει
ότι το πρώτο στάδιο του σοσιαλισμού δεν μπορεί να
επιτευχθεί παρά μόνο πάνω σε μια υλική βάση ανώτερη από
εκείνη που έφτασε ιστορικά ο καπιταλισμός στο υψηλότερο
σημείο ανάπτυξής του, στην Αμερική.

Αντικρούοντας τον αρθρογράφο του «Πριν» δεν
υποστηρίζουμε κάποια εξιδανικευμένη εικόνα της πρώτης
σοβιετικής, «προσταλινικής» περιόδου. Όπως ο Ζίζεκ (τον
οποίον κι αυτόν διαβάζει στρεβλά ο Κ.Χ.) υπενθυμίζει, ο
ίδιος ο Λένιν είπε ότι «κάναμε όλα τα λάθη που ήταν
δυνατό να γίνουν». Ο Μαρσέλ Λίμπμαν στο κλασικό του έργο
«Ο λενινισμός τον καιρό του Λένιν» δίνει μια
ισορροπημένη εικόνα εκείνης της καταπληκτικής όσο και
τραγικά δυσχερούς περιόδου.(Όσον αφορά εμάς, μια και
συνηθίζουν να μας κατηγορούν για προσκόλληση στο
παρελθόν, από το 1990 δημόσια παρουσιάσαμε μια κριτική
επανεξέταση ενός γεγονότος από τα πιο τραγικά αυτής της
περιόδου, την καταστολή της εξέγερσης της Κρονστάνδης…)

Οι δυσχέρειες και στη συνέχεια ο γραφειοκρατικός
εκφυλισμός κι η επικράτηση των νέων προνομιούχων
διευθυντικών-γραφειοκρατικών στρωμάτων οφείλονταν στην
απομόνωση της σοσιαλιστικής επανάστασης σε μία χώρα
καθυστερημένη, μετά από τις αλλεπάλληλες ήττες της
παγκόσμιας επανάστασης στην ανεπτυγμένη καπιταλιστική
Γερμανία και τη Δύση και αργότερα στη Κίνα.

Όπως υπενθυμίζαμε 20 χρόνια πριν, τον καιρό της
περεστρόικα, στη πάλη μας ενάντια στις
φιλογκορμπατσοφικές παλινορθωτικές τάσεις (βλ. Σ.
Μιχαήλ, «Περεστρόικα και Οικονομία» Αλλαγή 1987), η
πρωταρχική αντίφαση που οδήγησε στον εκφυλισμό και
τελικά την πτώση την Σοβιετική Ένωση δεν ήταν η αντίφαση
ανάμεσα στη παραγωγή και την διανομή ή το σχέδιο και την
αγορά ή τις σχέσεις ιδιοκτησίας και τις σχέσεις
κυκλοφορίας. Αυτές όλες οι αντιφάσεις είναι παράγωγες
της θεμελιακής αντίφασης, που επεσήμανε ο Τρότσκι,
ανάμεσα στον παγκόσμιο χαρακτήρα των μοντέρνων
παραγωγικών δυνάμεων και τον εθνικό χαρακτήρα που
αναγκαστικά έχει στην αρχή η σοσιαλιστική οικοδόμηση. Η
αντίφαση αυτή λύνεται μόνο με την διεθνή επέκταση της
επανάστασης και τη σοσιαλιστική νίκη στα μητροπολιτικά
κέντρα του καπιταλισμού που ελέγχουν την παγκόσμια
οικονομία. Μεσοπρόθεσμα, στη μεταβατική περίοδο,
διάφορες τακτικές μπορεί να ακολουθήσει το εργατικό
κράτος- γι’ αυτό εξάλλου είναι ζωτικής σημασίας η
εργατική δημοκρατία- κι η Αριστερή Αντιπολίτευση
παρουσίασε ένα εναλλακτικό πρόγραμμα ενάντια στη
πολιτική της γραφειοκρατίας του Στάλιν- πρόγραμμα που
ηττήθηκε πολιτικά, λόγω της δυσμενούς συγκυρίας, αλλά
που δικαιώνεται ιστορικά εκ των υστέρων.

Ο Κ.Χ. ισοπεδώνει την ιστορική ασυνέχεια, εξαφανίζει την
τομή ανάμεσα στον μπολσεβικισμό και τον σταλινισμό, την
θερμιδωριανή άρνησή του που έφτασε μέχρι την εξόντωση
όλης της παλιάς μπολσεβίκικης φρουράς στη δεκαετία του
’30. Ακόμα χειρότερα: εξαφανίζει το ίδιο το πρόβλημα
«σταλινισμός». Το αποδίδει στον… τροτσκισμό που βλέπει
τάχα το πρόβλημα να παρουσιάζεται μόνο στο «κακό»
εποικοδόμημα ενώ η βάση ήταν «καλή» και «σοσιαλιστική».
Το γεγονός ότι ο Τρότσκι κι ο τροτσκισμός υπεράσπισε
μέχρις εσχάτων τις κατακτήσεις του Οκτώβρη στην ΕΣΣΔ
ενάντια στον ιμπεριαλισμό, «δημοκρατικό» και φασιστικό,
αλλά κι ενάντια στις τάσεις παλινόρθωσης που έθρεφε η
γραφειοκρατία από την δεκαετία του ’20, δεν σημαίνει ότι
είδε τον σταλινισμό με όρους δημοκρατίας και μόνο ή σαν
επιφαινόμενο χωρίς κοινωνικές ρίζες στις ιστορικές
κοινωνικές αντιφάσεις, χωρίς συνέπειες στις παραγωγικές
σχέσεις που εγκαινίασε ο Οκτώβρης. Ο σταλινισμός δεν
ήταν δημιούργημα του Στάλιν αλλά της πίεσης του
παγκόσμιου ιμπεριαλισμού πάνω στην καθημαγμένη Σοβιετική
Ένωση που στις πληγές της αναπτύχθηκε σαν γάγγραινα το
προνομιούχο στρώμα της κάστας των γραφειοκρατών.
Σταλινισμός είναι η κοινωνική πράξη και θεωρία αυτού του
νέου προνομιούχου στρώματος που καλύπτει τα συμφέροντά
του με την αντιμαρξιστική, σοσιαλδημοκρατικής καταγωγής
ψευτοθεωρία του «σοσιαλισμού σε μια μόνη χώρα».

Ο Κ.Χ. δεν πετάει απλώς το παροιμιώδες μωρό μαζί με τα
βρωμόνερα της μπανιέρας, μιας μετάβασης μπλοκαρισμένης.
Πετάει το μωρό και κρατάει τα βρωμόνερα, πρώτα και κύρια
την αντίληψη του «σοσιαλισμού σε μια μόνον χώρα».

Είναι πολύ χαρακτηριστική η θέση του κειμένου του: «Η
εξουσία των Σοβιέτ έγινε η ορατή μορφή της δυνατότητας
οικοδόμησης μιας εργατικής δημοκρατίας, της
αντικατάστασης της αστικής κρατικής "διαχείρισης
ανθρώπων" από την εργατική αυτοδιεύθυνση της
"διαχείρισης πραγμάτων"».

Ο Κ.Χ. παίρνει τη γνωστή φράση του Ένγκελς και της
αλλάζει κυριολεκτικά τα φώτα, κάνοντάς την να λέει το
αντίθετο. Ο Ένγκελς μιλάει για την εξαφάνιση του κράτους
και των εξουσιαστικών σχέσεων στην κομμουνιστική
κοινωνία. Ο Κ.Χ. ταυτίζει την αταξική, α-κρατική
κομμουνιστική κοινωνία με την εργατική δημοκρατία, η
οποία ως δημοκρατία είναι και αυτή κράτος, κράτος μίας
τάξης, της εργατικής. Τι είδους «κομμουνισμός» είναι
αυτός όπου επιζεί η εξουσία, έστω των Σοβιέτ, το κράτος
ως εργατική δημοκρατία αλλά και οι τάξεις, η εργατική
τάξη στη περίπτωσή μας, με την «αυτο-διεύθυνση» της
«διαχείρισης των πραγμάτων»; Μπορεί να υπάρξει
«κομμουνισμός» σε μια μόνη χώρα, να εξαλειφθούν οι
τάξεις σε ένα… κράτος, όπως διακήρυττε και το σταλινικό
σοβιετικό σύνταγμα του 1936 και η συνέχειά του, το
μπρεζνιεβικό «παλλαϊκό κράτος»;

Δικτατορία του προλεταριάτου

Ενώ μέμφεται τον μαρξισμό, τον Λένιν, τον Τρότσκι κλπ.
για έλλειμμα θεωρίας της μετάβασης στον κομμουνισμό, ο
Κ.Χ. εξαφανίζει κάθε έννοια μετάβασης συγχωνεύοντας την
εργατική δημοκρατία με τον κομμουνισμό.

Στο περίφημο γράμμα του στον Βάϊντεμέγιερ, στις 5
Μαρτίου 1852, ο Μαρξ τόνιζε ότι δεν ανακάλυψε αυτός τις
τάξεις ή την πάλη των τάξεων αλλά το νέο που εκόμισε κι
απέδειξε ήταν: «1. ότι η ύπαρξη των τάξεων είναι δεμένη
με καθορισμένες φάσεις της ανάπτυξης της παραγωγής 2.
ότι η πάλη των τάξεων οδηγεί αναγκαία στη δικτατορία του
προλεταριάτου΄ 3. ότι αυτή η δικτατορία δεν είναι παρά η
μορφή μόνο του μεταβατικού σταδίου στην εξάλειψη όλων
των τάξεων οδηγώντας σε μια αταξική κοινωνία».

Ο Κ.Χ. απορρίπτει προφανώς και τα τρία σημεία: το σημείο
1 διαπράττει το αμάρτημα του παραγωγισμού και του
αστικού επιστημονικού «παραδείγματος», το σημείο 2
μιλάει για την αναγκαιότητα να καταλήξει η ταξική πάλη
στην επάρατη δικτατορία του προλεταριάτου και το σημείο
3 μιλάει για την δικτατορία του προλεταριάτου ως την
μορφή μετάβασης στην αταξική κοινωνία. Ο αρθρογράφος του
«Πριν» αντικαθιστά την δικτατορία του προλεταριάτου με
μια εργατική δημοκρατία που διαρκώς διευρύνεται
ταυτιζόμενη με την κομμουνιστική κοινωνία. Ακόμα
παραπέρα, απομακρυνόμενος από τον Μαρξ και φυσικά από
τον «εκσυγχρονιστή» Λένιν που θεωρούσε σαν κεντρικό
ζήτημα της επανάστασης το ζήτημα της κρατικής εξουσίας
(για να μην μιλήσουμε για τον κόκκινο «μιλιταριστή»
Τρότσκι), ο Κ.Χ. πορεύεται στην κατεύθυνση του Τζων
Χολογουαίυ που μας (απο)προσανατολίζει στο «πώς θα
κάνουμε επανάσταση χωρίς να πάρουμε την εξουσία».

Ο Χολογουαίυ, βέβαια, την ανάγκη θεωρία ποιούμενος -με
άλλα λόγια, εκλογικεύοντας την μακροχρόνια απομόνωση των
Ζαπατίστας μακριά από την κεντρική εξουσία στο Μεξικό-
έχει δεχτεί τα πυρά μιας καταλυτικής κριτικής όχι μόνο
των αθεράπευτα λενινιστών και τροτσκιστών (π.χ. του
Μπενσαϊντ) αλλά κι από τον χώρο της Αυτονομίας (π.χ. από
τον Μπόνεφελντ). Ακόμα χειρότερα γι’ αυτόν τον αυτόκλητο
προφήτη του Ζαπατισμού και παντός κινηματισμού, τα
πρόσφατα γεγονότα στο Μεξικό με την εκλογική νοθεία, την
καθεστωτική κρίση της κεντρικής αστικής εξουσίας αλλά
και την εξέγερση στην Οαχάκα τον διέψευσαν, θέτοντας
ξανά στη χώρα του Ζαπάτα όπως και στη Βενεζουέλα, σ’ όλη
τη Λατινική Αμερική αλλά και τον κόσμο (της Ευρώπης και
της Ελλάδας μη εξαιρουμένης) την κεντρικότητα του
ζητήματος της κρατικής εξουσίας σε μια επαναστατική
διαδικασία.

Το κράτος, η οργανωμένη δύναμη βίας της άρχουσας τάξης
με την οποία επιβάλλεται σε όλες τις άλλες τάξεις, είναι
ο κεντρικός κόμβος των εξουσιαστικών σχέσεων, χωρίς να
αποτελεί το σύνολο των εξουσιαστικών σχέσεων. Η
πατριαρχία π.χ. ως μία μορφή εξουσιαστικών σχέσεων είναι
δεμένη με την ύπαρξη κράτους αλλά «διαχέεται» στη
κοινωνία. Πολύ πριν δει ο Κ.Χ. την ανάγκη, όπως γράφει,
της «διάχυσης της εξουσίας μέσα στο οργανωμένο κοινωνικό
σώμα» αυτή ήδη συντελείται στον καπιταλισμό και
συνεχίζεται ακόμα και στο μεταβατικό εργατικό κράτος,
ιδίως εάν έχει γραφειοκρατικές αγκυλώσεις. Πριν ο Μισέλ
Φουκώ ρίξει φως στο διάχυτο πλέγμα των εξουσιαστικών
σχέσεων και την «μικροφυσική» της εξουσίας, ήδη το
πρόβλημα απασχόλησε τους μπολσεβίκους, ιδίως στην πρώτη
επαναστατική περίοδο της Σοβιετικής Ένωσης (βλ. Τρότσκι
«Τα προβλήματα της καθημερινής ζωής»).

Ο Κ.Χ. παρουσιάζει το πρόβλημα σαν λύση. Στον
κομμουνισμό δεν υπάρχει διάχυση της εξουσίας στην
κοινωνία αλλά εξαφάνιση κάθε εξουσιαστικής σχέσης. Ο
κομμουνισμός δεν είναι αντι-εξουσιαστικός, είναι μη
εξουσία, δηλαδή ελευθεριακός.

Ο Λένιν στο πιο ελευθεριακό μαρξιστικό του έργο, το
ανολοκλήρωτο «Κράτος και Επανάσταση» ξαναβρίσκει το νήμα
της ανάλυσης της Κομμούνας του Παρισιού από τον Μαρξ ως
«επανάστασης ενάντια σε κάθε κράτος» και ταυτόχρονα σαν
«κράτους που σβήνει», με άλλα λόγια ως δικτατορίας του
προλεταριάτου.

Το ζήτημα σήμερα είναι να συνεχίσουμε παραπέρα από κει
που σταμάτησε ο Λένιν στο «Κράτος και Επανάσταση» κι όχι
να γυρίσουμε πίσω εγκαταλείποντας τον στόχο της
δικτατορίας του προλεταριάτου στα χέρια αυτών που την
στραγγαλίσανε, πρώτα-πρώτα των σταλινικών αλλά και των
καπιταλιστών που θέλουν να την ταυτίζουν με τις
σταλινικές θηριωδίες.

Η όλη διαμάχη γύρω από την Οκτωβριανή Επανάσταση, εάν ο
ιστορικός κύκλος της έκλεισε ή όχι κλπ., συνοψίζεται
τελικά στο ζήτημα της επικαιρότητας της δικτατορίας του
προλεταριάτου. Στο σημείο αυτό επικεντρώνεται η διαμάχη
στη φλεγόμενη Λατινική Αμερική ανάμεσα στον επαναστατικό
μαρξισμό, τον τροτσκισμό, κι από την άλλη μεριά τον
κεντροαριστερό κινηματισμό και την προσαρμογή στον
ριζοσπαστικό αστικό εθνικισμό τύπου Τσάβες. Ευρύτερα,
στο σημείο αυτό αναπτύσσεται και η αντιπαράθεση ανάμεσα
στο δικό μας διεθνές επαναστατικό ρεύμα, την
Συντονιστική Επιτροπή για την Επανίδρυση της Τέταρτης
Διεθνούς και το ρεύμα της Ενιαίας Γραμματείας της 4ης
Διεθνούς και το γαλλικό της τμήμα, την LCR, που απέσυρε
από το καταστατικό της την αναφορά στη δικτατορία του
προλεταριάτου.

Η αντιπαράθεση αυτή δεν είναι μια θεολογικού τύπου
διαμάχη γύρω από την τελετουργική αναφορά σε κάποια
τυπική φόρμουλα. Είναι αναπόσπαστα δεμένη με την πάλη
γύρω από το ζήτημα της κρατικής εξουσίας στην
καπιταλιστική Ευρώπη, την καθεστωτική κρίση σε μια σειρά
χώρες της ΕΕ, τα κεντροαριστερά σενάρια, τις κυβερνήσεις
τύπου Πρόντι στην Ιταλία (που στηρίζονται κι από το
ιταλικό τμήμα της Ενιαίας Γραμματείας) ή και μιας
ανανεωμένης «πληθυντικής Αριστεράς» στη Γαλλία και
αλλού.

Το επιχείρημα ότι ο όρος «δικτατορία του προλεταριάτου»
είναι ανεπανόρθωτα δυσφημισμένος από τον σταλινισμό
είναι σαθρό. Μήπως κι ο όρος «δημοκρατία», έστω και με
το πρόσημο «εργατική», δεν είναι δυσφημισμένος μετά την
εισαγωγή δημοκρατίας στη πρώην σοβιετική Ρωσία και τις
χώρες του πρώην «υπαρκτού σοσιαλισμού» ή την εξαγωγή
δημοκρατίας στο Ιράκ και το Αφγανιστάν;

Η ζημιά που έχει γίνει στον όρο «δικτατορία του
προλεταριάτου» ή και «εργατική δημοκρατία» μπορεί να
ξεπεραστεί μονάχα με μια σαφή διαχωριστική γραμμή από
τον σταλινισμό αλλά και από την «δημοκρατίζουσα»
Αριστερά. Ενάντια στον σταλινισμό τονίζουμε την
ελευθεριακή κατεύθυνση της δικτατορίας του προλεταριάτου
ως Κράτους του τύπου της Κομμούνας του Παρισιού, κράτους
που σβήνει, μορφής μετάβασης σε μια κοινωνία χωρίς
τάξεις, χωρίς κράτος, χωρίς εξουσίες (ή αντι-εξουσίες).
Ενάντια στην δημοκρατίζουσα Αριστερά που απαλείφει τις
ταξικές διαχωριστικές γραμμές, ενάντια σε κάθε μορφή
ταξικής συνεργασίας και κεντροαριστερής ή αριστερής
συμμετοχής σε αστικές κυβερνήσεις, τονίζουμε την ανάγκη
συντριβής του αστικού κράτους, τον εξοπλισμό των μαζών,
την διαρκή επαναστατική κινητοποίησή τους σε όλα τα
πεδία της ταξικής πάλης, την απόκρουση της
αντεπανάστασης, την εξάλειψη κάθε προνομιούχου στρώματος
κι ανισότητας. Ξεκάθαρα τονίζουμε ότι παλεύουμε για τη
δικτατορία του προλεταριάτου- με άλλα λόγια, για τον
δικό μας Οκτώβρη και για την ολοκλήρωση, τον τελικό
θρίαμβο ενός παγκόσμιου Οκτώβρη, του πανανθρώπινου
βασίλειου της ελευθερίας.

Δεν υπάρχουν σχόλια: