Η οικοδόμηση της νέας, της αταξικής κοινωνίας, του κομμουνισμού, δεν αποτελεί απλώς και μόνο μία μετάβαση από κάποιο σχηματισμό σε κάποιον άλλο, αλλά συνιστά την εμφάνιση και την διαμόρφωση ενός ριζικά νέου τύπου κοινωνικής ανάπτυξης. Πρόκειται για μία κοσμοϊστορική αλλαγή, η οποία, ως προς το βάθος, την κλίμακα και τις προοπτικές της υπερβαίνει ακόμα και την μετάβαση της αρχαιότητας από την προ-ταξική στην ταξική κοινωνία. Πρόκειται για μία άρνηση-διαλεκτική άρση, τόσο των ταξικών ανταγωνιστικών τύπων ανάπτυξης της κοινωνίας, όσο και των πριν από αυτούς βαθμίδων, δηλ. ολόκληρης της μέχρι τώρα ιστορίας της ανθρωπότητας και των προϋποθέσεων της. Η επισήμανση αυτή θα πρέπει να υπολογίζεται όταν διατυπώνονται διάφορες εικασίες και εκτιμήσεις σχετικά με τους ρυθμούς οικοδόμησης της νέας κοινωνίας, με τις δυσκολίες που προκύπτουν κ.λ.π. Η επισήμανση αυτή αφορά επίσης τις δυσκολίες, την αντιφατικότητα και τον ιδιαίτερα περίπλοκο χαρακτήρα των σχετικών θεωρητικών προσεγγίσεων..."

Δ. Πατέλη, Μ. Δαφέρμου, Π. Παυλίδη

10/09/2007

Η ΑΝΟΛΟΚΛΗΡΩΤΗ ΕΠΑΝΑΣΤΑΣΗ


Η ΑΝΟΛΟΚΛΗΡΩΤΗ ΕΠΑΝΑΣΤΑΣΗ

http://politikokafeneio.com

Το μεγαλείο της Οκτωβριανής Επανάστασης βρίσκεται πρώτα και κύρια στο ότι απέδειξε ότι η αντικαπιταλιστική επανάσταση μπορεί να γίνει πράξη, πέρα και ενάντια στις φωνές του «ρεαλισμού» και του «αντικειμενικού υπολογισμού». Η νίκη και η ήττα του Οκτώβρη και τα σημερινά ερωτήματα της κομμουνιστικής επαναθεμελίωσης το άρθρο αυτό. «Δεν υπάρχει Συμβάν έξω από τη δεσμευμένη υποκειμενική απόφαση που το δημιουργεί – αν περιμένουμε να ωριμάσει ο καιρός για το Συμβάν, το Συμβάν δεν θα γίνει ποτέ. Στην Οκτωβριανή Επανάσταση ο καθαυτό επαναστατικός χρόνος επανεγγράφτηκε στον γραμμικό “αντικειμενικό” ιστορικό χρόνο, με τις φάσεις του και τις μεταβάσεις ανάμεσα στις φάσεις. Η αυθεντική επανάσταση, αντίθετα, πάντα λαμβάνει χώρα σ’ ένα απόλυτο Παρόν, στην άνευ όρων κατεπείγουσα ανάγκη ενός Τώρα», (Σλαβόι Ζίζεκ, Η μαριονέτα και ο νάνος).
ΚΩΣΤΑΣ ΧΑΡΙΤΑΚΗΣ


Το «προπατορικό αμάρτημα» της Επανάστασης

Ο ΑΙΡΕΤΙΚΟΣ ΟΚΤΩΒΡΗΣ

Η ιστορία του «υπαρκτού σοσιαλισμού» ξεκινάει με ένα «προπατορικό αμάρτημα»: Μία επανάσταση που τα βάζει με τους «νόμους της ιστορίας». Σε αντίθεση με την κυρίαρχη αντίληψη του «ορθόδοξου» μαρξισμού της Β’ Διεθνούς, ότι η σοσιαλιστική επανάσταση δεν μπορεί να υπάρξει παρά μόνο όταν αναπτυχθεί πλήρως ο καπιταλισμός και εξαντλήσει τη δυναμική του, η Οκτωβριανή επανάσταση ξεσπάει σε μια ημιφεουδαρχική χώρα και θέτει ως άμεσο στόχο της το πέρασμα στο σοσιαλισμό. Ο Γκράμσι συνόψισε αυτό το γεγονός στη γνωστή του φράση «επανάσταση ενάντια στο Κεφάλαιο του Μαρξ». Η αργή και σταθερή συσσώρευση των «αντικειμενικών συνθηκών» ανάπτυξης και ωρίμανσης του καπιταλισμού, που χαρακτήριζε τα προγράμματα και την πρακτική των εργατικών κομμάτων, αντικαταστάθηκε από μια άλλη αντίληψη του πολιτικού χρόνου με κέντρο το χρόνο της δράσης των μαζών: «Πριν ήταν νωρίς, αύριο θα είναι αργά. Τώρα είναι η ώρα»! Όλες οι «επιστημονικές» προϋποθέσεις που είχαν τεθεί για τη σοσιαλιστική επανάσταση, με κυρίαρχη την «ανάπτυξη των παραγωγικών δυνάμεων», έλειπαν από το σκηνικό της τσαρικής Ρωσίας: Τεράστια οικονομική και κοινωνική «καθυστέρηση», αγροτικός χαρακτήρας της οικονομίας, μικρή μειοψηφία βιομηχανικού προλεταριάτου, απουσία πολιτικών δομών αστικής δημοκρατίας. Η επανάσταση θα έπρεπε να περιμένει πειθήνια τη σειρά της, μετά την αστική επανάσταση και την ολοκλήρωση του αστικοδημοκρατικού μετασχηματισμού. Αυτά έλεγε η «θεωρία», αλλά για άλλη μια φορά στην ιστορία ήταν η πράξη και μάλιστα, μια «αιρετική» πράξη, που τάραξε τα λιμνάζοντα νερά της και έφερε στην επιφάνεια τις απωθημένες κοινωνικές δυνατότητες.

Διότι η ιστορία είναι η πραγματική δράση των ίδιων των ανθρώπων και σε αυτή δύσκολα βρίσκει κανείς κάποιους αφηρημένους νόμους, προνομιακά σχέδια ή ένα και μόνο θεμελιώδες κίνητρο. Σε ένα διαλεκτικό πλαίσιο, όλες οι συνιστώσες της δράσης του ανθρώπου είναι ταυτόχρονα και συνισταμένες. «Οι συνθήκες καθορίζουν τους ανθρώπους όσο και οι άνθρωποι τις συνθήκες». Και στην προκειμένη περίπτωση, στην Ρωσία του 1917, αυτή η αλληλεπίδραση κληρονομημένων συνθηκών και νέων κοινωνικών αναγκών και επιθυμιών, δημιούργησαν ένα ιστορικά πρωτότυπο εκρηκτικό μείγμα αντιθέσεων και απαιτήσεων.

Η ΑΝΟΛΟΚΛΗΡΩΤΗ ΕΠΑΝΑΣΤΑΣΗ

Ο πόθος για «ειρήνη, ψωμί, γη» μέσα στις συνθήκες της τρομερής σφαγής του Α’ Παγκόσμιου Πολέμου και της δεσποτικής «φυλακής των λαών» της τσαρικής Ρωσίας, έγινε ο κινητήρας μιας τεράστιας κινητοποίησης μαζών και μιας επιταχυνόμενης πολιτικής διεργασίας. Το πρώτο κύμα αυτής της λαϊκής έκρηξης εκδηλώθηκε με την επανάσταση του Φλεβάρη 1917, με ένα αστικοδημοκρατικό πλαίσιο στόχων και αιτημάτων αλλά και με μια πρωτοφανή λαϊκή αυτοοργάνωση μέσω των Σοβιέτ. Η αδυναμία της αστικής τάξης να ανταποκριθεί και να προχωρήσει στους αναγκαίους μετασχηματισμούς εκτόνωσης της κρίσης και ενσωμάτωσης των λαϊκών διαθέσεων, αδυναμία που εξέφραζε την «ανώριμη» ακόμη θέση της μέσα στις «απαρχαιωμένες» δομές του κοινωνικοοικονομικού σχηματισμού της Ρωσίας, έφερε αντιμέτωπες τις λαϊκές μάζες στην πράξη με ένα αμείλικτο δίλημμα: Είτε ένα νέο επαναστατικό άλμα προς τα μπρος είτε ένα ακόμη πιο αντιδραστικό πισωγύρισμα.

Σ’ αυτό το έδαφος, των δυνατοτήτων που άνοιγε η δράση των μαζών και η ιστορικά συγκυριακή αδυναμία των αρχουσών τάξεων και όχι στο έδαφος ενός βολονταριστικού και εγκεφαλικού σχεδίου, είναι που ο Λένιν προτείνει στους μπολσεβίκους μια τολμηρή…ιεροσυλία: Να εγκαταλείψουν το παλιό πρόγραμμα των δύο σταδίων της επανάστασης – αστικοδημοκρατικό και σοσιαλιστικό – και να επιχειρήσουν να μετατρέψουν άμεσα την επανάσταση που βρίσκεται σε εξέλιξη σε σοσιαλιστική επανάσταση: «Ποιοι αν όχι εμείς, πότε αν όχι τώρα;». Αυτή η «στιγμή» της ταξικής πάλης, η ιστορική «ευκαιρία» που πρέπει να αδραχθεί, γιατί η επανάσταση δεν είναι ένας «σταθμός» που περιμένει κάπου μακριά το τρένο της αντικειμενικής «προόδου» αλλά σύμφωνα με την παλιά ρήση του Μαρξ, «η πραγματική κίνηση που καταργεί την υπάρχουσα τάξη πραγμάτων».

Κι αυτή η «πραγματική κίνηση» είναι τώρα εδώ: Είναι τα Σοβιέτ και οι εργοστασιακές επιτροπές που έχουν αναλάβει ένα τεράστιο κοινωνικό και πολιτικό έργο, την εξασφάλιση της επιβίωσης του λαού, την οργάνωση της καθημερινότητάς του μέσα σε συλλογικές δομές, την αυτοάμυνά του, την εργασία του σε συνεργατική βάση, τον κοινωνικό έλεγχο. Μια νέα κοινωνικοπολιτική δομή αναδύεται από τα κάτω, έξω και σε σύγκρουση με τους κρατικούς θεσμούς, με κέντρο την αυτοοργάνωση και αυτοδιεύθυνση και όχι την αντιπροσώπευση και την ιεραρχία. Και το σημαντικότερο, είναι αυτή η αντι-κρατική δομή που στο πεδίο της καθημερινής ζωής έχει πολύ μεγαλύτερο πραγματικό βάρος για τις ζωές των ανθρώπων απ’ ότι το απόμακρο, δεσποτικό και ανίκανο να τους εξασφαλίσει τα στοιχειώδη, κράτος. Είναι μέσα σε αυτό το «σχολείο» που χιλιάδες θα μάθουν την πολιτική με ένα διαφορετικό τρόπο από αυτόν που είχαν συνηθίσει. Όλα ξαναμπαίνουν επί τάπητος, τίποτα δεν θεωρείται δεδομένο. Συνηθίζεται η προσοχή να πέφτει στα προγράμματα, τις ανακοινώσεις, τα επίσημα κείμενα, τα άρθρα, τις ομιλίες των ηγετών. Όμως χωρίς αυτή τη δράση των πολλών ανώνυμων πρωταγωνιστών, τίποτα δεν μπορεί να κατανοηθεί από το μεγαλείο της επανάστασης και δεν μπορεί να εκτιμηθεί τι χάθηκε μετά.

Οι μπολσεβίκοι συμπύκνωσαν αυτή τη δυνατότητα που βγήκε εκρηκτικά στην επιφάνεια με το πολιτικό σύνθημα – στόχο «όλη η εξουσία στα Σοβιέτ». Εδωσαν τη μάχη με όλες τις πολιτικές δυνάμεις που ήθελαν να ανακόψουν την επανάσταση. Διατύπωσαν τις αποφασιστικές κοινωνικοοικονομικές αλλαγές που μπορούσαν να εξασφαλίσουν μια ριζικά διαφορετική θέση στον εργαζόμενο κόσμο: Γκρέμισμα του παλιού κρατικού μηχανισμού, απαλλοτρίωση των καπιταλιστών και των γαιοκτημόνων, μοίρασμα της γης, κρατικοποίηση των μέσων παραγωγής, διάλυση του στρατού και εξοπλισμός του λαού, εργατικός έλεγχος στην παραγωγή, ειρήνη και συναδέλφωση με όλους τους λαούς, εθνική αυτοδιάθεση.

Η επαναστατική θύελλα έβαλε στην ημερήσια διάταξη, για πρώτη φορά στην ιστορία, τις τάσεις κοινωνικής απελευθέρωσης, αντικαπιταλιστικής ανατροπής και κομμουνιστικού μετασχηματισμού. Η εξουσία των Σοβιέτ έγινε η ορατή μορφή της δυνατότητας οικοδόμησης μιας εργατικής δημοκρατίας, της αντικατάστασης της αστικής κρατικής «διαχείρισης ανθρώπων» από την εργατική αυτοδιεύθυνση της «διαχείρισης πραγμάτων». Η απαλλοτρίωση καπιταλιστών και γαιοκτημόνων και η κρατικοποίηση των βασικών μέσων παραγωγής άνοιξε το δρόμο της διεκδίκησης της εργατικής κυριαρχίας και διεύθυνσης στην παραγωγή, της οργάνωσης της εργασίας και γενικότερα της οικονομίας έξω από τα δεσμά και τα κριτήρια του κεφαλαίου. Οι ανατροπές σε όλους τους μηχανισμούς του κράτους και τους κοινωνικούς θεσμούς (στο στρατό, στο δικαστικό σύστημα, στην εκπαίδευση, στον πολιτισμό) κινητοποίησαν ένα μαζικό επαναστατικό πειραματισμό όπου άνθησαν καινοτόμες απελευθερωτικές ιδέες κόντρα σε όλη την «αρχαία σκουριά» του σκοταδισμού, της υποταγής και της εκμετάλλευσης.

Ωστόσο, η επαναστατική κίνηση βρέθηκε πολύ σύντομα αντιμέτωπη με όλα τα κρίσιμα ερωτήματα της μετάβασης και μάλιστα σε συνθήκες ιμπεριαλιστικής περικύκλωσης και εμφυλίου πολέμου. Σε αντίθεση με μια διαδεδομένη αντίληψη μέσα στο κομμουνιστικό κίνημα και την Αριστερά που αντιμετωπίζει αυτήν την περίοδο ως μια πρόωρη απόπειρα για άμεσο πέρασμα στον κομμουνισμό, σ’ αυτήν ακριβώς την περίοδο ανακόπτονται οι τάσεις κομμουνιστικού μετασχηματισμού και τίθενται οι βάσεις του εκφυλισμού και της μετέπειτα αντιστροφής της επαναστατικής κίνησης. Διότι ότι κερδήθηκε στο πεδίο των μαχών με την ηρωική νίκη επί των πολλαπλάσιων συνασπισμένων δυνάμεων της αστικής τάξης και του παγκόσμιου καπιταλισμού, χάθηκε στο καθοριστικό για την εξέλιξη της επανάστασης κοινωνικό πεδίο. Ένα κράτος και μια οικονομία «έκτακτης ανάγκης» αντικατέστησε τις δομές της εργατικής δημοκρατίας και τα απελευθερωτικά εγχειρήματα στην παραγωγή. Κρατικός καταναγκασμός, στρατιωτικοποίηση της οικονομίας και της κοινωνίας, επιστροφή στην εξουσία των διευθυντών και των ειδικών, εισαγωγή του τεϊλορισμού στην παραγωγή, ακύρωναν την επαναστατική δυναμική στο όνομα της αποτελεσματικής διαχείρισης, της ανάπτυξης της παραγωγικότητας και της υποστήριξης στο στρατιωτικό μέτωπο. Η πολιτική της ΝΕΠ, μετά τον εμφύλιο, με την ανοιχτή στροφή στην ιδιωτική οικονομία και την αγορά, επιτάχυνε και βάθυνε αυτές τις τάσεις.

Δεν επρόκειτο μόνο για μια αναγκαία λόγω των έκτακτων συνθηκών «προσωρινή υποχώρηση», όπως αρχικά υποστηρίχθηκε. Στην πραγματικότητα ήταν μια εναγώνια προσπάθεια για τη διαμόρφωση στην πράξη μιας στρατηγικής απάντησης στο πρόβλημα της μετάβασης, το οποίο είχε παραμείνει θεωρητικά ανεπεξέργαστο στο πλαίσιο του μαρξισμού και επιπλέον πρόβαλλε μέσα στις ιδιαίτερες συνθήκες της νίκης της επανάστασης σε μία μόνο χώρα. Η απάντηση που έδωσαν ο Λένιν και οι μπολσεβίκοι ήταν: Ανάπτυξη του καπιταλισμού υπό σοβιετική εξουσία. Ο δρόμος προς το σοσιαλισμό – κομμουνισμό περνούσε, σύμφωνα με αυτή την οπτική, μέσα από την επίτευξη μιας καπιταλιστικού τύπου ανάπτυξης της οικονομίας και της παραγωγικότητας της εργασίας.

Στο άρθρο Η επαπειλούμενη καταστροφή και πώς μπορούμε να την αντιμετωπίσουμε ο ίδιος ο Λένιν έγραφε: «Ο κρατικομονοπωλιακός καπιταλισμός σ’ ένα πραγματικά επαναστατικό δη μοκρατικό κράτος σημαίνει αναντίρρητα, αναπότρεπτα, ένα βήμα, μάλλον περισσότερα βήματα προς το σοσιαλισμό… Ο σοσιαλισμός δεν είναι τίποτε άλλο από το κρατικοκαπιταλιστικό μονοπώλιο, το οποίο χρησιμοποιείται προς όφελος ολόκληρου του λαού και γι’ αυτό έχει πάψει να είναι καπιταλιστικό μονοπώλιο».

Ανάλογες αντιλήψεις είχε και η «αριστερή αντιπολίτευση»: «Οι σοβιετικές μορφές ιδιοκτησίας πάνω στη βάση των πιο σύγχρονων επιτευγμάτων της αμερικανικής τεχνικής, μεταφυτευμένων σε όλους τους κλάδους της οικονομικής ζωής – αυτό θα ήταν πραγματικά το πρώτο στάδιο του σοσιαλισμού», έγραφε χαρακτηριστικά ο Τρότσκι.

Τι είναι αυτό που οικοδομήθηκε, λοιπόν; Σε αντίθετη με μια διαδεδομένη αντίληψη που θεωρεί ότι η οικονομική «βάση» ήταν σοσιαλιστική και το πρόβλημα παρουσιάστηκε στο πολιτικό «εποικοδόμημα» (είτε ως πρόβλημα δημοκρατίας, είτε ως «σταλινισμός», είτε ως «ρεβιζιονιστική στροφή» μετά τον Στάλιν), το πρόβλημα βρίσκεται στον ίδιο τον πυρήνα των κοινωνικών παραγωγικών σχέσεων στη διαλεκτική αλληλεπίδρασή τους με τις εξελίξεις στο κράτος και τον πολιτικό ρόλο των κοινωνικών τάξεων. Κάνοντας έναν απολογισμό στα τέλη Μαρτίου του 1922, ο Λένιν δεν διστάζει να πει: «Κανείς δεν μπορούσε να προβλέψει ότι το προλεταριάτο θα έπαιρνε την εξουσία σε μια από τις λιγότερο εξελιγμένες χώρες, ότι αρχικά θα προσπαθούσε να οργανώσει σε μεγάλη κλίμακα την παραγωγή και τη διανομή για τους αγρότες και μετά, επειδή δεν το κατάφερε λόγω των πολιτιστικών συνθηκών, θα έβαζε τον καπιταλισμό να συμμετάσχει στο έργο του». Το μαράζωμα της πολιτικής δραστηριότητας των εργαζομένων και ο εκφυλισμός της δημοκρατίας των σοβιέτ, η υποταγή στους νόμους της οικονομικής μεγένθυσης και στα κρατικά γραφειοκρατικά όργανα, η αποπολιτικοποίηση της εργατικής κολεκτίβας και ο περιορισμός της σε ένα παθητικό εκτελεστικό ρόλο, είναι η άλλη όψη του ίδιου νομίσματος.

Οι τάσεις του επαναστατικού μετασχηματισμού καταπνίγηκαν τελικά μέσα σε έναν ιδιόμορφο τύπο καπιταλιστικής ανάπτυξης. Όμως η ιδρυτική πράξη αυτής της πορείας, μια επανάσταση που επιχείρησε την έξοδο από το «σιδερένιο κλουβί» του καπιταλισμού, εξακολούθησε για πολύ να στοιχειώνει την κοινωνία και να δυσκολεύει τη νέα άρχουσα τάξη που πήρε τα ηνία. Χωρίς αυτό το «αποτύπωμα» δεν μπορεί να ρξηγηθεί η ιδιόμορφη πορεία της σοβιετικής κοινωνίας. Αλλά και έξω από τα σύνορά της, το Οκτωβριανό όνειρο, έστω και ανεκπλήρωτο, εξακολούθησε παντού στον κόσμο να παίρνει εκδίκηση για τις εκπληρωμένες διαψεύσεις…

Η «κατασκευή» του νέου κόσμου

Ο ΣΟΣΙΑΛΙΣΤΙΚΟΣ…ΚΑΠΙΤΑΛΙΣΤΙΚΟΣ ΕΚΣΥΓΧΡΟΝΙΣΜΟΣ

Πώς, όμως, το παλιό και πάντα επίκαιρο όνειρο να ελέγξουμε τη ζωή μας, μετατράπηκε σε έλεγχο επί της ζωής μας; Πώς ενώ τιθασεύτηκαν ως ένα βαθμό οι συνθήκες, τιθασεύτηκαν μαζί τους και οι επαναστάτες; Ο ιστορικός κομμουνισμός του 20ού αιώνα, από πολλές απόψεις, παρέμεινε προσηλωμένος στη μηχανική κοσμοεικόνα του κυρίαρχου αστικού επιστημονικού «παραδείγματος». Αντιμετώπισε τη νέα κοινωνία που επαγγελλόταν ως «κατασκευή», όπου κάτω από τα φωτισμένα σχέδια ενός κόμματος – αρχιμηχανικού και μέσω ενός πειθαρχημένου και αυστηρού καταμερισμού εργασίας, εκατομμύρια εργατών – εκτελεστών θα συντονίζονταν στη διεκπεραίωση του μεγάλου ιστορικού έργου.

Ο «υπαρκτός σοσιαλισμός» δεν ξέφυγε ποτέ από το πλαίσιο της επιστημονικοβιομηχανικής τάξης που εγκαθίδρυσε ο καπιταλισμός. Γι’ αυτό ζήλευε πάντα τα τεχνικά του επιτεύγματα, χρησιμοποιούσε τις «επιστημονικές» του μεθόδους οργάνωσης της εργασίας και έβλεπε τη δικαίωση της ανωτερότητάς του ως κοινωνικού συστήματος στην επίτευξη μιας ανώτερης από τον καπιταλισμό παραγωγικότητας. Μέσα σε αυτό το πλαίσιο, οι εργάτες που είχαν στεφθεί με το φωτοστέφανο της απελευθέρωσης ολόκληρης της ανθρωπότητας, τελικά δεν παρέμεναν παρά μόνο «παραγωγοί», που αντάλλασσαν αυτό τον ιδεατό ανώτερο κοινωνικό τους ρόλο με την πεζή πραγματικότητα του εργαλείου για ολοένα και μεγαλύτερη παραγωγή. Η επαναστατική προσδοκία για καθολική αλλαγή της ζωής γρήγορα αντικαταστάθηκε από τη θρησκεία της εργασίας και της παραγωγής. Η ίδια η επανάσταση αντιμετωπίστηκε ως ο «μεγάλος επιταχυντής» που θα έφερνε πιο γρήγορα τον εκσυγχρονισμό στην κοινωνία, θα εισήγαγε τα επιτεύγματα των «προηγμένων» χωρών, την επιστημονική οργάνωση και την τεχνική ανωτερότητα, τη γιγάντια ανάπτυξη των παραγωγικών δυνάμεων.

Στην κυρίαρχη μαρξιστική παράδοση, το επίπεδο ανάπτυξης των παραγωγικών δυνάμεων σε κάθε εποχή και σε κάθε κοινωνία αντιμετωπίστηκε ως το «αντικειμενικό» πλαίσιο της ιστορίας μέσα στο οποίο καλούνται να δράσουν οι άνθρωποι. Αυτό «επιτρέπει» ή δεν «επιτρέπει» κάποιες επιλογές, προσδίδει «ρεαλισμό» ή όχι στα πολιτικά σχέδια και στους κοινωνικούς οραματισμούς. Εκεί θεμελιώνεται ο «υλικός» καθορισμός της δράσης του ανθρώπου. Κάθε πολιτική που δεν θεμελιώνεται εκεί είναι απλώς ευχολόγιο ή ανεμοδαρμένος ρομαντισμός. Εναντίον των παραγωγικών δυνάμεων δεν μπορείς να πας ποτέ! Αυτό θα ισοδυναμούσε με σκοταδισμό και οπισθοδρόμηση στις πιο μαύρες εποχές της ανθρώπινης ιστορίας. Το περισσότερο που έχεις να κάνεις είναι να τις αναπτύξεις παραπέρα…

ΕΠΑΝΑΘΕΜΕΛΙΩΣΗ

Τα κρίσιμα προβλήματα της μετάβασης

ΚΡΑΤΟΣ ΚΑΙ ΕΠΑΝΑΣΤΑΣΗ

Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι όπως και τότε, έτσι και σήμερα και αύριο η απελευθερωτική περιπέτεια θα περάσει από ανέκδοτα και πρωτότυπα ιστορικά μονοπάτια, πολλές φορές κόντρα σε όλες τις προβλέψεις και τις κληρονομημένες βεβαιότητες. Ωστόσο, η δραματική εμπειρία του θριάμβου και της ήττας της επανάστασης του Οκτώβρη ανέδειξε κάποια κρίσιμα κομβικά ερωτήματα που παραμένουν καθοριστικά πεδία αναμέτρησης για κάθε επαναστατική προσπάθεια. Οι απαντήσεις που δόθηκαν, αλλά και οι ταλαντεύσεις πριν από αυτές, οι διαφορετικές αναζητήσεις και οι ανολοκλήρωτες απόπειρες που θάφτηκαν στη λήθη, αλλά κι αυτά που τελικά κυριάρχησαν, μαζί και τα αναπάντητα ερωτήματα, συνθέτουν ένα πολύτιμο ιστορικό υλικό προβλημάτων που αντιμετώπισε και θα αντιμετωπίσει κάθε πραγματική δράση που επιχειρεί να σπάσει τα όρια του καπιταλισμού.

Η προσπάθεια της κομμουνιστικής επαναθεμελίωσης είναι ανάγκη με βάση αυτό το ιστορικό υλικό να επεξεργαστεί παραπέρα το πρόβλημα της επανάστασης και της μετάβασης, στις συνθήκες μάλιστα του σημερινού ολοκληρωτικού καπιταλισμού. Ένα κομβικό ζήτημα σε αυτή την κατεύθυνση είναι το πρόβλημα της εξουσίας και γενικότερα η σχέση οικονομίας και πολιτικής στην επαναστατική διαδικασία. Είναι ανάγκη να ξανασκεφτούμε κριτικά την αντίληψη και πρακτική που ταυτίζει την επανάσταση με την κατάληψη της κρατικής εξουσίας και μάλιστα από ένα κόμμα, όσο επαναστατικό κι αν είναι αυτό. Το κύριο έργο της επανάστασης κι εκεί που τελικά κρίνεται η πορεία της, είναι ο ριζικός κοινωνικός μετασχηματισμός σε όλα τα πεδία της ζωής. Οι κομμουνιστικές τάσεις πρέπει να ανοίξουν δρόμο μέσα σε ένα εχθρικό έδαφος όπου κυριαρχούν οι καπιταλιστικές σχέσεις, κι αυτό απαιτεί την κινητοποίηση, πολιτική δράση, πρωτοβουλία και αυτενέργεια των ίδιων των εργαζομένων. Ο μετασχηματισμός της οικονομίας στη βάση της κοινωνικοποίησης των μέσων παραγωγής, της απελευθέρωσης της εργασίας και της εργατικής διεύθυνσης, απαιτεί και το μετασχηματισμό της πολιτικής. Το μεγάλο «στοίχημα» για τη ζωτικότητα της επανάστασης είναι πως οι κοινωνικοπολιτικές δομές αντι-εξουσίας που οικοδομούνται από τα κάτω θα παραμείνουν ο κινητήρας της επαναστατικής δράσης και δεν θα αφομοιωθούν μέσα σε κρατικές δομές κατ’ εικόνα και καθ’ ομοίωση του αστικού κράτους.

Η ιστορική εμπειρία έδειξε ότι όπως ακριβώς στο πεδίο της οικονομίας η ταύτιση της κοινωνικοποίησης των μέσων παραγωγής με την κρατικοποίησή τους άφησε άθικτες τις εκμεταλλευτικές σχέσεις, έτσι και στο πεδίο της πολιτικής, η ταύτιση της εργατικής δημοκρατίας με το κράτος – κόμμα αναπαρήγαγε τις εξουσιαστικές σχέσεις. Η μετατόπιση από το κοινωνικό έργο της της επανάστασης και τη δράση και αυτοοργάνωση των ίδιων των εργαζομένων, στην υπεράσπιση και σταθεροποίηση μιας εξουσίας «στο όνομά τους», αποτέλεσε έναν βασικό παράγοντα οπισθοδρόμησης και ήττας της επανάστασης. Η κρατικιστική αυτή αντίληψη και πρακτική ήταν συνώνυμη μιας παραγωγίστικης αντίληψης και πρακτικής που έβλεπε την πορεία προς τον κομμουνισμό με τα κριτήρια της αύξησης της παραγωγικότητας και της μεγένθυσης της οικονομίας.

Αντίθετα, σε μια άλλη οπτική, όπου το βασικό κριτήριο για το προς τα πού πηγαίνει το «βέλος» της μετάβασης θα είναι η διεύρυνση του «βασιλείου της ελευθερίας», του ελεύθερου χρόνου, της απελευθερωμένης δημιουργικής δραστηριότητας του κοινωνικού ατόμου, την προτεραιότητα δεν μπορεί παρά να την έχει η συνεχής επανάσταση, η διαρκής επαναστατικοποίηση των οικονομικών, κοινωνικών και πολιτικών σχέσεων, της θεωρίας και του πολιτισμού. Στο πλαίσιο μιας τέτοιας κατεύθυνσης, απαιτείται να αντιμετωπιστεί η κατάλυση του αστικού κράτους ως αναγκαία αφετηρία όχι για την οικοδόμηση ενός νέου κρατικού μηχανισμού με εργατικές «περγαμηνές», αλλά για την πορεία απονέκρωσης κάθε κράτους και τη «διάχυση» της εξουσίας μέσα στο οργανωμένο κοινωνικό σώμα – πρωταγωνιστή των κοινωνικών αλλαγών.

Εφημερίδα ΠΡΙΝ

Δεν υπάρχουν σχόλια: