φίλες και φίλοι, καλή σας μέρα
Στα χρόνια που ζούμε, και που θα ζήσουμε εμείς και τα παιδιά μας και τα εγγόνια μας, θα συζητήσουμε για πάρα πολλά θέματα, μιας και το πνεύμα της εποχής μας (Zeitgeist) είναι η παρακμή της (παγκόσμιας πια δυτικής) Κυριαρχίας, είναι το κλείσιμο της παρένθεσης που άνοιξε πριν μερικές χιλιάδες χρόνιας, διακόπτοντας μια μακραίωνη περίοδο αρχέγονου, προγονικού (και όχι πρωτόγονου) κομμουνισμού. Κατά τη διάρκεια της προϊούσας δομικής κρίσης και παρακμής της Κυριαρχίας γινόμαστε μάρτυρες της εκκίνησης και έντασης μιας αντίρροπης διαδικασίας: από τη μια παρατηρείται το ξεθώριασμα, ο εξοβελισμός, η αποσύνθεση αξιών, αντιλήψεων, πρακτικών, θεσμών, γνώσεων, συμπεριφορών, κι από την άλλη η εμφάνιση νέων, αντιτιθέμενων στην Κυριαρχία. Ως εκ τούτου, υπάρχει ένας άρρηκτος δεσμός μεταξύ της εμφάνισης νέων πρακτικών, αντιλήψεων γνώσεων και των αντικειμένων των συζητήσεων, ερευνών, θεωρητικών εργασιών, κλπ.
Θεωρώ ότι το κύριο, το κομβικό νέο στοιχείο της εποχής μας είναι η διεύρυνση του κομμουνισμού, οπότε και το κομβικό ζήτημα με το οποίο θα καταπιαστούμε θεωρητικά και θα συζητήσουμε εν πνεύματι ελευθερίας σκέψης και πνεύματος (θα) είναι ο κομμουνισμός – μια ακόμα όψη της διεύρυνσής του. Οι άνδρες και οι γυναίκες, σε προσωπικό ή ομαδικό επίπεδο, που ασχολούνται θεωρητικά με τον κομμουνισμό και που επιχειρούν να ζήσουν, εν πλήρει συνειδήσει, κομμουνιστικά, όσο μπορεί και με όποιον τρόπο μπορεί ο καθένας και η καθεμιά, δεν είναι πολλοί και πολλές. Το περιοδικό blaumachen (www.blaumachen.gr) είναι μια ομάδα που καταπιάνεται θεωρητικά με τον κομμουνισμό, οπότε αξίζει να μελετήσουμε με τη δέουσα προσοχή και με το μολύβι στο χέρι όλα όσα δημοσιεύει και υποστηρίζει. Το τέταρτο τεύχος (Καλοκαίρι 2010) είναι αφιερωμένο στον κομμουνισμό και συγκεκριμένα στο ζήτημα της κομμουνιστικοποίησης, ‘της ιστορικής παραγωγής της επανάστασης της τρέχουσας περιόδου’.
Μιας και το ζήτημα του κομμουνισμού είναι ο μεγάλος μου έρωτας, σκέφτηκα να σχολιάσω τα βασικά κείμενα του τέταρτου τεύχους. Για να γίνει αυτό, οφείλω ή να παραθέσω τα βασικά σημεία της θεωρίας του περιοδικού blaumachen όπως εγώ τα προσλαμβάνω ή να παραθέσω ένα αυτοτελές κείμενο που να συμπυκνώνει τις βασικές θέσεις. Προτιμώ χωρίς την παραμικρή επιφύλαξη το δεύτερο και το δίλημμα ξεπεράστηκε με την εισήγηση του περιοδικού στο φεστιβάλ communismos της κατάληψης Υφανέτ στη Θεσσαλονίκη.
Θα αφήσω αναρτημένο το κείμενο μια βδομάδα ως πρώτο θέμα για να το διαβάσουμε και να το μελετήσουμε και θα επανέλθω για να διατυπώσω τις απόψεις μου και τις συμφωνίες/διαφωνίες μου, αφού εκθέσω, απλά και σύντομα, τις δικές μου απόψεις. Θεωρώ ότι όποιος και όποια ασχολείται με το μείζον ζήτημα του κομμουνισμού οφείλει να μελετάει με πολύ μεγάλη προσοχή τις απόψεις των άλλων και να μην τις περιφρονεί ή να τις βλέπει αφ’ υψηλού – η πρωτοπορία έχει παρέλθει ανεπιστρεπτί και μαζί με αυτήν και το αλάθητο.
εισήγηση του περιοδικού blaumachen στο φεστιβάλ communismos στην κατάληψη Υφανέτ στη Θεσσαλονίκη:
Η προοπτική της κομμουνιστικοποίησης
Σε μια απόπειρα να προσεγγίσουμε την έννοια του κομμουνισμού, που είναι και το γενικό θέμα αυτής της κουβέντας[1], θεωρούμε ότι ο κομμουνισμός σήμερα παράγεται ως επανάσταση της τρέχουσας ιστορικής περιόδου, ως κομμουνιστικοποίηση. Για εμάς, η κομμουνιστικοποίηση προεικονίζεται μέσα στους αγώνες που διεξάγονται σήμερα, ως το ξεπέρασμα των ορίων τους, και όχι μέσα στο πώς θα έπρεπε να γίνονται οι αγώνες σήμερα. Η κομμουνιστικοποίηση δεν έχει τον κομμουνισμό σαν πολιτικό πρόγραμμα, σαν σκοπό και σαν αποτέλεσμα, είναι η ίδια η παραγωγή του κομμουνισμού. Δεν υπάρχουν στάδια ανάμεσα στην επανάσταση αυτού του κύκλου αγώνων και τον κομμουνισμό, ούτε ο σοσιαλισμός ούτε και καμία άλλη μορφή εργατικής εξουσίας ή σταθερής εργατικής διαχείρισης (κατάργηση του κράτους και δημιουργία εργατικών συμβουλίων ή αυτοδιαχείριση). Η κομμουνιστικοποίηση δεν είναι η επανοικειοποίηση των επιμέρους κεφαλαίων από τους προλετάριους• οι προλετάριοι δεν επανοικειοποιούνται τίποτα. Η κομμουνιστικοποίηση δεν είναι αγώνας για την επανοικειοποίηση των κοινών. Για εμάς δεν υπάρχουν δομές κομμουνιστικοποίησης σήμερα, όπως αναφέρεται στην αφίσα του φεστιβάλ-συνεδρίου communismos. Η κομμουνιστικοποίηση δεν είναι κολλεκτιβοποίηση. Η κομμουνιστικοποίηση επίσης δεν είναι η κοινότητα αγώνα. Το να αποκαλεί κανείς την κοινότητα αγώνα κομμουνιστικοποίηση, σημαίνει, για όσους το κάνουν, ότι όντως αντιλαμβάνονται την άμεση σύνδεση ανάμεσα στους τωρινούς αγώνες και την επανάσταση, και αυτό είναι ουσιώδες. Αλλά η σύνδεση αυτή έχει έναν χαρακτήρα «εδώ-και-τώρα», αυτονομεί τη δυναμική της περιόδου και κατασκευάζει την ιδεολογία της περιόδου, η οποία όμως αναπόφευκτα οδηγεί σε έναν εναλλακτικό τρόπο ζωής.
Η κομμουνιστικοποίηση και ο κομμουνισμός είναι πράγματα του μέλλοντος, δε συμβαίνουν στο παρόν, αλλά πρέπει να μιλάμε γι’ αυτά στο παρόν.
Τί είναι η κομμουνιστικοποίηση; Είναι μέτρα που θα λάβει καταρχήν ένα κομμάτι του προλεταριάτου μέσα στον αγώνα ενάντια στο κεφάλαιο. Είναι μέτρα που θα λαμβάνει για να μπορέσει να συνεχίσει τον αγώνα του. Τα μέτρα αυτά θα είναι ταυτόχρονα μέτρα επιβίωσης μέσα στην κατάργηση του ως τάξης: κατάργηση κράτους, χρήματος, ιδιοκτησίας, κάθε τύπου μετρησιμότητας και ανταλλαγής. Το προλεταριάτο μπορεί να πάρει αυτά τα μέτρα και να καταργήσει το κεφάλαιο αυτοκαταργούμενο το ίδιο, μόνο γιατί είναι η τάξη του καπιταλιστικού τρόπου παραγωγής, από την εκμετάλλευση της οποίας παράγεται υπεραξία. Μόνο επειδή αποτελεί πόλο της κεντρικής αντίφασης του καπιταλισμού, της εκμετάλλευσης, μπορεί να καταργήσει την αντίφαση αυτή και μαζί μ’ αυτήν ταυτόχρονα όλες τις καπιταλιστικές κοινωνικές αντιφάσεις. Το προλεταριάτο δεν κάνει την επανάσταση επειδή οι προλετάριοι μισούν το κεφάλαιο, ή επειδή υπάρχει επιθυμία μιας άλλης ζωής. Αυτά αποτελούν την ιδεολογική έκφραση του γεγονότος ότι το προλεταριάτο αποτελεί πόλο της αντίφασης της εκμετάλλευσης.
Το προλεταριάτο κάνει κατεξοχήν διεκδικητικούς αγώνες για να βελτιώσει τις συνθήκες της ζωής του μέσα στον καπιταλισμό. Δε θα ξεπεράσει τη διεκδικητική φύση των αγώνων του με το να κατανοήσει, δήθεν, ότι αυτή δεν οδηγεί πουθενά, δε θα κάνει την επανάσταση για να υλοποιήσει κάποιο αόριστο, αφηρημένο ιδανικό. Μέσα στην εξέλιξη των διεκδικητικών αγώνων του θα επιτεθεί συγκεκριμένα στα μέσα παραγωγής ως τέτοια, δηλαδή στο ρόλο τους ως μέσα παραγωγής (όπως για παράδειγμα κάνουν ήδη οι εργάτες στο Μπαγκλαντες την ώρα που διεκδικούν το μισθό τους• μπορούμε να σκεφτούμε τη γενίκευση μιας τέτοιας κατάστασης). Αυτή η επίθεση, αν η επανάσταση συνεχιστεί σαν αλυσιδωτή αντίδραση, σαν επανάσταση μέσα στην επανάσταση, θα οδηγήσει στην κατάργηση τους ως αξία, θα τα αποκαπιταλιστικοποιήσει. Η επίθεση στις τράπεζες στις οποίες οι προλετάριοι έχουν χρήματα στους λογαριασμούς τους, είναι που θα θέσει αναγκαστικά το ζήτημα του πώς θα υπάρχει ζωή χωρίς χρήμα και δε θα είναι μια απόφαση κατάργησης του χρήματος. Η επίθεση στα αστυνομικά τμήματα θα θέσει το θέμα του οπλισμού της επανάστασης για να αντιμετωπίσει τις συνέπειες των πράξεων της. Η κατάληψη των τηλεπικοινωνιακών δικτύων και δικτύων μεταφορών ή η καταστροφή τους θα θέσει το θέμα της επικοινωνίας των εξεγερμένων ή του μπλοκαρίσματος της επικοινωνίας ανάμεσα στις δυνάμεις καταστολής. Η επίθεση στα καταστήματα και η λεηλασία των εμπορευμάτων θα θέσει το θέμα της μη ανταλλαγής και μη διανομής σε ένα πρωτόλειο επίπεδο και για μικρό αλλά κρίσιμο χρονικό διάστημα. Η συνέχιση του αγώνα στο δημόσιο χώρο, η μη δυνατότητα επιστροφής στο σπίτι, θα θέσει σε αμφισβήτηση τη διάκριση ανάμεσα στην ιδιωτική και τη δημόσια σφαίρα, θα θέσει το θέμα του φύλου. Η κατάληψη των χώρων παραγωγής ή η καταστροφή κάποιων από αυτούς θα θέσει το θέμα του πώς θα αναπαράγεται η ζωή συνολικά. Αν οι εξεγερμένοι που κομμουνιστικοποιούν παρασύρουν μεγάλο μέρος της κοινωνίας, μέσα από μια συγκρουσιακή φυσικά διαδικασία, στην εφαρμογή κομμουνιστικών μέτρων, μόνο τότε θα μπορεί να προχωρήσει η επανάσταση. Το πιο σημαντικό: μόνο αν όλα αυτά γίνουν μαζί και όχι το καθένα ξεχωριστά, μόνο αν συμβαίνουν παράλληλα σε πολλά μέτωπα και όχι κεντρικά, θα γίνει η επανάσταση ως κομμουνιστικοποίηση.
Με τα μέτρα αυτά οι προλετάριοι δημιουργούν άμεσες δι-ατομικές σχέσεις οι οποίες αποτελούν σάρκα και αίμα του μέλλοντος. Από αυτές, την ανάπτυξη τους, την εμβάθυνση τους μπορεί να παραχθεί ο κομμουνισμός, δηλαδή η κατάργηση της διάκρισης της παραγωγικής με την αναπαραγωγική διαδικασία, η κατάργηση της ίδιας της έννοιας του τελικού προιόντος, να παραχθεί το βασίλειο της ελεύθερης δραστηριότητας η οποία δεν θα είναι ούτε ατομική ούτε κοινωνική γιατί αυτή η διάκριση δεν θα υπάρχει πλέον.
Αν έστω και ένα από τα μέτρα κατάργησης διαμεσολαβήσεων θεωρηθεί δευτερεύον και το κομμάτι του προλεταριάτου που αφορούν κατασταλεί με κάποιον τρόπο εσωτερικά, ήδη θα ξεκινάει η αντεπανάσταση.
Ένα παράδειγμα: Αν οι γυναίκες αναγκαστούν να γυρίσουν στο σπίτι και στα παιδιά, αν παραμείνει το σπίτι το ίδιο ως κάτι ξεχωριστό, δεν μπορεί να προχωρήσει η κομμουνιστικοποίηση. Άλλο παράδειγμα: αν ριζώσει μέσα από την επανάσταση ένα σύστημα ανταλλαγής και μετρησιμότητας, ακόμη και χωρίς χρήμα, αν επικρατήσει οποιαδήποτε συστηματοποίηση και θεσμοποιημένη ή μη διαμεσολάβηση των σχέσεων ανάμεσα στα άτομα, η επανάσταση θα υποχωρήσει.
Πώς όμως τα πράγματα θα φτάσουν ως εκεί; Με το να συζητάμε σήμερα για την κομμουνιστικοποίηση, την επανάσταση που θα γίνει στο μέλλον, το μόνο που κάνουμε είναι να ψάχνουμε πώς αυτή προαναγγέλεται στους σημερινούς αγώνες ως το ξεπέρασμα των ορίων τους. Η σημερινή επανάσταση παράγεται από τον καπιταλισμό, όπως είναι σήμερα. Η σημερινή φάση του καπιταλισμού, η κρίση του, παράχθηκε μέσα στον κύκλο αγώνων της περιόδου από τα τέλη του 70 μέχρι σήμερα. Σταδιακά η μισθολογική διεκδίκηση έγινε άθεμιτη μέσα στην καπιταλιστική σχέση. Δηλαδή πλέον το κεφάλαιο δεν μπορεί να ικανοποιήσει τα μισθολογικά αιτήματα των εργατών και να συνεχίσει να αναπαράγεται αποτελεσματικά, έχει σπάσει το συμβόλαιο, η εργατική δύναμη τείνει να αντιμετωπίζεται μόνο ως κόστος το οποίο πρέπει να ελαχιστοποιηθεί. Μέσα από αυτό το αθέμιτο η ταξική πάλη της περιόδου μεταμορφώθηκε σταδιακά. Σημαντικά γεγονότα έλαβαν χώρα: από τις ήττες των ανθρακωρύχων στην Αγγλία στα μέσα της δεκαετίας του ’80 και την επιβολή του νεοφιλελευθερισμού, δηλαδή τη νίκη της αναδιάρθρωσης, μέχρι το κίνημα ανέργων στη Γαλλία στα μέσα της δεκαετίας του ’90, είχε ήδη συντελεστεί η διάλυση της εργατικής ταυτότητας. Η τάξη δεν μπορούσε πια να επιβεβαιωθεί, να βρει μέσα στον εαυτό της τη μελλοντική κοινωνία. Κατέρρευσαν τα συνδικάτα της, τα κόμματα της, ο υπαρκτός σοσιαλισμός, όλα αυτά που την ένωναν ως εργατική ταυτότητα.
Έτσι, σήμερα στην κλίμακα του προλεταριάτου ως τάξης, δεν μπορεί να υπάρξει αλληλεγγύη που να αναφέρεται σε μια κοινή ταυτότητα εκμεταλλευομένων.
Η έμφυλη και φυλετικά διαχωριστική ενότητα στη βάση της εργατικής ταυτότητας που υπήρχε μέχρι τους αγώνες του ’60-’70 σαρώθηκε από την αναδιάρθρωση. Το κείμενο του QV[2] έχει δίκιο όταν λέει « η επίκληση μιας ορθόδοξης ενότητας [της τάξης] έναντι του κατακερματισμού που προτείνουν τα κινήματα ταυτοτήτων συγχέει τη διαφορά μεταξύ των ταυτοτήτων με τη διαφορά που τις κάνει δυνατές». Όμως, η λογική αυτού του συμπεράσματος πρέπει να εφαρμοστεί και στην ανάλυση για τα συλλογικά υποκείμενα των διάφορων κοινωνικών ρόλων που αναδύθηκαν με τη σάρωση της εργατικής ταυτότητας: Ούτε οι γυναίκες ως συλλογικό υποκείμενο μπορούν να είναι ενωμένες, η εκμετάλλευση εξακολουθεί να υπάρχει και να τις διαχωρίζει παρά το ότι σαρώθηκε η έμφυλη εργατική ταυτότητα. Ούτε οι μετανάστες μπορούν να είναι ενωμένοι, η εκμετάλλευση τους διαχωρίζει σε μετανάστες αφεντικά και μετανάστες προλετάριους παρά το ότι σαρώθηκε η ρατσιστική εργατική ταυτότητα που αντιστοιχούσε στο φορντισμό.
Οι διαφορές ανάμεσα στα κομμάτια του προλεταριάτου δεν είναι απλώς περιστασιακές, ούτε τυπικές. Είναι εγγενείς στον ίδιο τον ορισμό της κατάστασης του εκμεταλλευομένου. Στις καπιταλιστικές σχέσεις παραγωγής, μπορεί να έχει κάποιος τις καλύτερες προθέσεις του κόσμου και την καλύτερη δυνατή αντισυντεχνιακή, αντιρατσιστική, αντισεξιστική συνείδηση, αλλά αυτό δεν αλλάζει τίποτα αν, αντικειμενικά ή νομικά, οι καταστάσεις μέσα στις οποίες υπάρχει κοινωνικά είναι τέτοιες που τον ευνοούν περισσότερο από άλλους. Οι διαφορές, οι κατακερματισμοί, έχουν υλική, αντικειμενική βάση. Αντικειμενικά, ο λευκός εργάτης δεν είναι ο μαύρος εργάτης και είναι κατανοητό ότι δεν έχει καμία όρεξη να γίνει.
Ο κατακερματισμός, η ανεργία και η επισφάλεια έχουν με την επιβολή της αναδιάρθρωσης μπει στο κέντρο του ορισμού της μισθωτής εργασίας. Ο μόνος ορίζοντας που μένει είναι το ίδιο το κεφάλαιο, ο άλλος κόσμος που δήθεν είναι εφικτός, τα κινήματα αντιπαγκοσμιοποίησης κτλ. Καθώς όμως ο κύκλος συσσώρευσης προχωράει προς την κρίση υπερσυσσώρευσης, σημαντικά γεγονότα δείχνουν τί παράγεται μέσα σ’αυτόν τον κύκλο ως επανάσταση και ως αντεπανάσταση: κρίση και εξέγερση στην Αργεντινή το 2001, πόλεμος κατά της τρομοκρατίας, εξέγερση στα banlieues το 2005, κίνημα ενάντια στο CPE το 2006, η παγκόσμια χρηματοπιστωτική κρίση, ο Δεκέμβρης του 2008 στην Ελλάδα, η εξέγερση στην Καραϊβική το 2009, οι επιθέσεις στα μέσα παραγωγής στις διεκδικητικές απεργίες στο Μπαγκλαντές από το 2006 μέχρι σήμερα, η κατάρρευση των μεσαίων στρωμάτων και η κρίση μοντέλου διακυβέρνησης στη μέση ανατολή και το μαγκρεμπ και οι εξεγέρσεις σ’αυτές τις περιοχές σήμερα. Η αναδιάρθρωση του κεφαλαίου ήταν φυσικά και αναδιάρθρωση της ταξικής πάλης. Η τάξη πλέον, όταν αγωνίζεται μέσα στον κατακερματισμό της, προσκρούει απέναντι στο μόνο είδωλο της που έχει μείνει στο κεφάλαιο να της θυμίζει ότι και αυτή είναι κεφάλαιο: την αστυνομία και την καταστολή γενικότερα. Ο συνδικαλισμός, η πολιτική, το κράτος, όλα έχουν γίνει πειθαρχικά και κατασταλτικά, ξεφτίζει με μεγάλη ταχύτητα ο συμπληρωματικός προνοιακός χαρακτήρας που είχαν προηγουμένως.
Σήμερα πια μέσα στην κρίση, η διεκδίκηση ύπαρξης του μισθού βρίσκεται σε αδιέξοδο. Ποιο είναι το όριο που παράγεται σήμερα; Σήμερα, οι αγώνες μέσα στο αδιέξοδο της μισθολογικής διεκδίκησης βρίσκουν μπροστά τους σαν αντίφαση το ότι η τάξη προσπαθεί να συνεχίσει να υπάρχει ως τάξη.
Από εδώ προκύπτει ότι η αναπαραγωγή του κεφαλαίου, σήμερα, μέσα στην κρίση του αναδιαρθρωμένου καπιταλισμού, είναι ταυτόχρονα η αναπαραγωγή μέσα στους αγώνες μιας δυναμικής αποκλίσεων ανάμεσα σε αντιφατικές πρακτικές.
Μια τέτοια δυναμική παραγωγής αποκλίσεων δεν μπορεί να ολοκληρωθεί ποτέ θετικά, δεν μπορεί να οδηγήσει στην επικράτηση της εργατικής τάξης. Αντίθετα, φέρνει συνεχώς την εργατική τάξη ως τέτοια σε αντίφαση με τον εαυτό της. Το σημαντικό εδώ, είναι η ίδια η απόκλιση ανάμεσα στις δραστηριότητες και όχι η ταυτοποίηση «επαναστατικών» και «μη-επαναστατικών» πρακτικών. Τέτοια διάκριση δεν υπάρχει πριν την επανάσταση και κάθε επίκληση της σ’ αυτό το στάδιο είναι ιδεολογική έκφραση των φορέων των δραστηριοτήτων που αποκλίνουν μεταξύ τους.
Για να δώσουμε ένα πρόχειρο παράδειγμα του τί είναι η απόκλιση: μέσα σε έναν μακροχρόνιο αγώνα διεκδίκησης μισθού που εμφανίζεται κατά κύματα από το 2006, οι εργάτες στο Μπαγκλαντές επιτέθηκαν πολλές φορές στα εργοστάσια που δούλευαν και τα έσπασαν και τα έκαψαν. Δηλαδή, ενώ ζητούσαν να συνεχίσουν να δουλεύουν με καλύτερο μισθό μέσα σ’αυτά τα εργοστάσια, την ίδια στιγμή, ερχόμενοι αντιμέτωποι με την μη ικανοποίηση από το κεφάλαιο των αιτημάτων τους, καίγοντας τα εργοστάσια επιτέθηκαν στην ίδια τους την ύπαρξη ως εργάτες. Η απόκλιση δεν είναι το κάψιμο των εργοστασίων, είναι η αντιφατική συνύπαρξη της διεκδίκησης με την επίθεση στα μέσα παραγωγής.
Όσο προχωράει αυτή η δυναμική, από τη μία πλευρά τόσο περισσότερο η τάξη τείνει να αγωνιστεί ως τάξη ενάντια στο κεφάλαιο, και από την άλλη, τόσο περισσότερο παράγονται αποκλίσεις στο εσωτερικό των ταξικών αγώνων, καθώς το όριο που έχει να αντιμετωπίσει η τάξη είναι η ίδια της η αναπαραγωγή ως μέρος του κεφαλαίου. Ο πολλαπλασιασμός των πρακτικών που αποκλίνουν μεταξύ τους θα παράγεται στο εσωτερικό αυτών των μορφών, και θα θέτει σε αμφισβήτηση κάθε πιθανή σταθεροποίηση, κάθε «προλεταριακή επιτυχία». Η δυναμική αυτή αποτελεί την εμβάθυνση της αντίφασης, και προεικονίζει το ποιοτικό άλμα: την ολοκληρωτική ρήξη της δυναμικής με τον ίδιο της τον εαυτό, αυτή η ρήξη θα είναι η επανάσταση. Κομμάτια του προλεταριάτου, ξεπερνώντας τον διεκδικητικό χαρακτήρα του αγώνα τους, θα πάρουν τα πρώτα μέτρα κομμουνιστικοποίησης. Το γεγονός αυτό θα οξύνει την κρίση, μέσα στην οποία ήδη βρίσκεται η προλεταριακή συνθήκη, και ταυτόχρονα θα ξεκινήσει τη διαδικασία αμφισβήτησης της προλεταριακής κατάστασης για το σύνολο του προλεταριάτου.
Μπορεί κανείς να πει: Καλά, γιατί συμβαίνει αποκλειστικά σήμερα αυτό; Οι προηγούμενες επαναστάσεις δηλαδή δεν ήταν κομμουνιστικές; Η απάντηση, χωρίς δισταγμό, είναι: Ναι ήταν κομμουνιστικές, αλλά με άλλο περιεχόμενο. Το περιεχόμενο του κομμουνισμού είναι που αλλάζει, γιατί ο κομμουνισμός είναι το ζωντανό κίνημα που παράγεται από το ιστορικό παρόν της αντίφασης του κεφαλαίου, δεν είναι μια κατάσταση πραγμάτων γνωστή εκ των προτέρων που πρέπει να εγκαθιδρυθεί, ένα ιδεώδες στο οποίο πρέπει να προσαρμοστεί η πραγματικότητα. Το γεγονός ότι η επανάσταση το ’17, το ’36 και λίγο πιο αντιφατικά ακόμη και το ’68 είχε στο κέντρο της την εργατική ταυτότητα, είχε ως στόχο το θρίαμβο της εργατικής τάξης, το να πάρουν οι εργάτες την κοινωνία στα χέρια τους, και όχι να την καταργήσουν ως τέτοια, το γεγονός ότι η επανάσταση τους ήταν το να φτιάξουν το κράτος τους ή τα εργατικά τους συμβούλια, δηλαδή να διαχειριστούν ως τάξη την παραγωγή, δεν είναι κάποιου τύπου λάθος τους. Ήταν η επανάσταση της εποχής τους, αυτό παραγόταν τότε ως κατάργηση του κεφαλαίου, δεν μπορούσε να υπάρξει άλλη, και αυτή η επανάσταση ηττήθηκε.
Αν αποτύχει η επανάσταση που παράγεται από την εποχή μας, δε θα πρόκειται για λάθη που έκαναν οι προλετάριοι ή για στρεβλή συνείδηση αλλά θα πρόκειται για το αποτέλεσμα μιας ιστορικής σύγκρουσης το οποίο δεν μπορούμε να προκαθορίσουμε σήμερα, η αντεπανάσταση που φέρει μέσα της η κομμουνιστικοποίηση ως επανάσταση θα έχει επικρατήσει.
Πως μπορεί να αποτύχει η επανάσταση που παράγεται από την τρέχουσα περίοδο του αναδιαρθρωμένου καπιταλισμού; Αν δεν ξεπεράσει τις εσωτερικές αντιφάσεις της, που θα αναπτύσσονται καθώς οι προλετάριοι κάνουν απόπειρες να εφαρμόσουν κομμουνιστικά μέτρα, θα επικρατήσει η αντεπανάσταση.
Παραδείγματα: Η τοπικοποίηση, δηλαδή τοπική αυτοδιαχείριση της αναπαραγωγής της ζωής. Πρόκειται για αναγκαίο στάδιο μεν, καθώς η καταστροφή που θα επιφέρει η επανάσταση θα είναι τέτοια που θα προκύψει η τοπικοποίηση ως ζήτημα επιβίωσης, αλλά αν τα πράγματα μείνουν έτσι και κάθε τοπικά εντοπισμένη κοινότητα προσπαθήσει αυτόνομα να αναπαραχθεί με αυτοδιαχείριση, χωρίς να κατορθώσει να συνεργαστεί με άλλες κοινότητες και τελικά να διαλυθεί ως τέτοια στις άλλες κοινότητες, όπως και οι άλλες σ’ αυτήν, η καπιταλιστική αντεπανάσταση θα τις συντρίψει, θα συντρίψει κάθε τι αδύναμο απέναντι στην κατασταλτική δύναμη πυρός που διαθέτει. Άλλο παράδειγμα, συνδεόμενο με το πρώτο: Η συνεργασία μεταξύ κοινοτήτων θα είναι μια κατάσταση συγκρουσιακή, δε θα είναι παράδεισος επί της γης. Οι ειδικές διαφοροποιήσεις ανάμεσα στα διάφορα κομμάτια του προλεταριάτου, θα προκαλέσουν συγκρούσεις. Ένα μεγάλο τμήμα του προλεταριάτου το οποίο μεγαλώνει συνεχώς, είναι το προλεταριάτο της ακραίας φτώχειας και της παραοικονομίας. Πώς, όταν θα καταστρέφεται η παραοικονομία (η οποία υπάρχει μόνο γιατί υπάρχει η κανονική οικονομία), αυτό το τμήμα του προλεταριάτου θα θεωρεί πως είναι προς το συμφέρον του να εφαρμόσει την κατάργηση της ανταλλαγής με την οποία μέχρι σήμερα επιβιώνει; Σ’ αυτή την αντίφαση κρύβεται πολλή βία, εμβάθυνση της έμφυλης κυριαρχίας, η δυναμική της βαρβαρότητας. Αλλά και το υπόλοιπο, πιο επίσημο προλεταριάτο, πως θα ξεπεράσει τις βασικές ορίζουσες αναπαραγωγής της κανονικότητας του καπιταλισμού; Μέσα στο χαμό των μαχών και των διάσπαρτων συγκρούσεων, μέσα στην ταυτόχρονη προσπάθεια οργάνωσης μιας άλλης ζωής, χωρίς διάκριση παραγωγής και αναπαραγωγής, χωρίς ρόλους, χωρίς κοινωνία σε τελική ανάλυση, θα μπορεί να υπάρχει άραγε το σπίτι του καθενός (έστω κι αν αυτό είναι ας πούμε η Υφανέτ); Θα μπορεί να υπάρχει η οικογένεια του καθενός και της κάθε μίας; Όταν οι γυναίκες θα αμφισβητούν μέσα στην εξέγερση τον κοινωνικό τους ρόλο, να αναπαράγουν την εργατική δύναμη, φανταστείτε πόσες συγκρούσεις θα ξεσπάσουν. Πώς θα ξεπεραστεί το ότι για να καταστραφεί ο καπιταλισμός πρέπει να καταργηθεί ο κοινωνικός ρόλος γυναίκα και ο κοινωνικός ρόλος άντρας; Ότι τα παιδιά δεν θα πάνε σχολείο, ότι δεν είναι μελλοντικοί εργαζόμενοι που πρέπει να εκπαιδευθούν, και το βασικότερο από όλα: ότι τα παιδιά δεν ανήκουν σε κανέναν άλλον απολύτως πέρα από τον εαυτό τους, αλλά πρέπει οι ενήλικοι να συνεχίσουν να τα προστατεύουν μέσα σε αυτήν την πραγματικότητα; Δύσκολα ερωτήματα στα οποία η καπιταλιστική αντεπανάσταση θα έχει απαντήσεις: Φυλακές και δολοφονίες για το αποκλεισμένο προλεταριάτο των γκέτο και των παραγκουπόλεων, εθελοντισμό για ένα πιάτο φαί για το προλεταριάτο που θα μένει έξω από τη φυλακή, γάμους ανάμεσα σε gays, lesbians, και γενικότερα θεσμοθέτηση όλων των σεξουαλικών ταυτοτήτων, μεγαλύτερο άνοιγμα των δυνατοτήτων στις γυναίκες ως άτομα να ανεβαίνουν στην κοινωνική ιεραρχία, μόνο για να συνεχίσουν ως συλλογικό υποκείμενο να έχουν τον υποδέεστερο κοινωνικό ρόλο γυναίκα κτλ…
Στα χρόνια που ζούμε, και που θα ζήσουμε εμείς και τα παιδιά μας και τα εγγόνια μας, θα συζητήσουμε για πάρα πολλά θέματα, μιας και το πνεύμα της εποχής μας (Zeitgeist) είναι η παρακμή της (παγκόσμιας πια δυτικής) Κυριαρχίας, είναι το κλείσιμο της παρένθεσης που άνοιξε πριν μερικές χιλιάδες χρόνιας, διακόπτοντας μια μακραίωνη περίοδο αρχέγονου, προγονικού (και όχι πρωτόγονου) κομμουνισμού. Κατά τη διάρκεια της προϊούσας δομικής κρίσης και παρακμής της Κυριαρχίας γινόμαστε μάρτυρες της εκκίνησης και έντασης μιας αντίρροπης διαδικασίας: από τη μια παρατηρείται το ξεθώριασμα, ο εξοβελισμός, η αποσύνθεση αξιών, αντιλήψεων, πρακτικών, θεσμών, γνώσεων, συμπεριφορών, κι από την άλλη η εμφάνιση νέων, αντιτιθέμενων στην Κυριαρχία. Ως εκ τούτου, υπάρχει ένας άρρηκτος δεσμός μεταξύ της εμφάνισης νέων πρακτικών, αντιλήψεων γνώσεων και των αντικειμένων των συζητήσεων, ερευνών, θεωρητικών εργασιών, κλπ.
Θεωρώ ότι το κύριο, το κομβικό νέο στοιχείο της εποχής μας είναι η διεύρυνση του κομμουνισμού, οπότε και το κομβικό ζήτημα με το οποίο θα καταπιαστούμε θεωρητικά και θα συζητήσουμε εν πνεύματι ελευθερίας σκέψης και πνεύματος (θα) είναι ο κομμουνισμός – μια ακόμα όψη της διεύρυνσής του. Οι άνδρες και οι γυναίκες, σε προσωπικό ή ομαδικό επίπεδο, που ασχολούνται θεωρητικά με τον κομμουνισμό και που επιχειρούν να ζήσουν, εν πλήρει συνειδήσει, κομμουνιστικά, όσο μπορεί και με όποιον τρόπο μπορεί ο καθένας και η καθεμιά, δεν είναι πολλοί και πολλές. Το περιοδικό blaumachen (www.blaumachen.gr) είναι μια ομάδα που καταπιάνεται θεωρητικά με τον κομμουνισμό, οπότε αξίζει να μελετήσουμε με τη δέουσα προσοχή και με το μολύβι στο χέρι όλα όσα δημοσιεύει και υποστηρίζει. Το τέταρτο τεύχος (Καλοκαίρι 2010) είναι αφιερωμένο στον κομμουνισμό και συγκεκριμένα στο ζήτημα της κομμουνιστικοποίησης, ‘της ιστορικής παραγωγής της επανάστασης της τρέχουσας περιόδου’.
Μιας και το ζήτημα του κομμουνισμού είναι ο μεγάλος μου έρωτας, σκέφτηκα να σχολιάσω τα βασικά κείμενα του τέταρτου τεύχους. Για να γίνει αυτό, οφείλω ή να παραθέσω τα βασικά σημεία της θεωρίας του περιοδικού blaumachen όπως εγώ τα προσλαμβάνω ή να παραθέσω ένα αυτοτελές κείμενο που να συμπυκνώνει τις βασικές θέσεις. Προτιμώ χωρίς την παραμικρή επιφύλαξη το δεύτερο και το δίλημμα ξεπεράστηκε με την εισήγηση του περιοδικού στο φεστιβάλ communismos της κατάληψης Υφανέτ στη Θεσσαλονίκη.
Θα αφήσω αναρτημένο το κείμενο μια βδομάδα ως πρώτο θέμα για να το διαβάσουμε και να το μελετήσουμε και θα επανέλθω για να διατυπώσω τις απόψεις μου και τις συμφωνίες/διαφωνίες μου, αφού εκθέσω, απλά και σύντομα, τις δικές μου απόψεις. Θεωρώ ότι όποιος και όποια ασχολείται με το μείζον ζήτημα του κομμουνισμού οφείλει να μελετάει με πολύ μεγάλη προσοχή τις απόψεις των άλλων και να μην τις περιφρονεί ή να τις βλέπει αφ’ υψηλού – η πρωτοπορία έχει παρέλθει ανεπιστρεπτί και μαζί με αυτήν και το αλάθητο.
εισήγηση του περιοδικού blaumachen στο φεστιβάλ communismos στην κατάληψη Υφανέτ στη Θεσσαλονίκη:
Η προοπτική της κομμουνιστικοποίησης
Σε μια απόπειρα να προσεγγίσουμε την έννοια του κομμουνισμού, που είναι και το γενικό θέμα αυτής της κουβέντας[1], θεωρούμε ότι ο κομμουνισμός σήμερα παράγεται ως επανάσταση της τρέχουσας ιστορικής περιόδου, ως κομμουνιστικοποίηση. Για εμάς, η κομμουνιστικοποίηση προεικονίζεται μέσα στους αγώνες που διεξάγονται σήμερα, ως το ξεπέρασμα των ορίων τους, και όχι μέσα στο πώς θα έπρεπε να γίνονται οι αγώνες σήμερα. Η κομμουνιστικοποίηση δεν έχει τον κομμουνισμό σαν πολιτικό πρόγραμμα, σαν σκοπό και σαν αποτέλεσμα, είναι η ίδια η παραγωγή του κομμουνισμού. Δεν υπάρχουν στάδια ανάμεσα στην επανάσταση αυτού του κύκλου αγώνων και τον κομμουνισμό, ούτε ο σοσιαλισμός ούτε και καμία άλλη μορφή εργατικής εξουσίας ή σταθερής εργατικής διαχείρισης (κατάργηση του κράτους και δημιουργία εργατικών συμβουλίων ή αυτοδιαχείριση). Η κομμουνιστικοποίηση δεν είναι η επανοικειοποίηση των επιμέρους κεφαλαίων από τους προλετάριους• οι προλετάριοι δεν επανοικειοποιούνται τίποτα. Η κομμουνιστικοποίηση δεν είναι αγώνας για την επανοικειοποίηση των κοινών. Για εμάς δεν υπάρχουν δομές κομμουνιστικοποίησης σήμερα, όπως αναφέρεται στην αφίσα του φεστιβάλ-συνεδρίου communismos. Η κομμουνιστικοποίηση δεν είναι κολλεκτιβοποίηση. Η κομμουνιστικοποίηση επίσης δεν είναι η κοινότητα αγώνα. Το να αποκαλεί κανείς την κοινότητα αγώνα κομμουνιστικοποίηση, σημαίνει, για όσους το κάνουν, ότι όντως αντιλαμβάνονται την άμεση σύνδεση ανάμεσα στους τωρινούς αγώνες και την επανάσταση, και αυτό είναι ουσιώδες. Αλλά η σύνδεση αυτή έχει έναν χαρακτήρα «εδώ-και-τώρα», αυτονομεί τη δυναμική της περιόδου και κατασκευάζει την ιδεολογία της περιόδου, η οποία όμως αναπόφευκτα οδηγεί σε έναν εναλλακτικό τρόπο ζωής.
Η κομμουνιστικοποίηση και ο κομμουνισμός είναι πράγματα του μέλλοντος, δε συμβαίνουν στο παρόν, αλλά πρέπει να μιλάμε γι’ αυτά στο παρόν.
Τί είναι η κομμουνιστικοποίηση; Είναι μέτρα που θα λάβει καταρχήν ένα κομμάτι του προλεταριάτου μέσα στον αγώνα ενάντια στο κεφάλαιο. Είναι μέτρα που θα λαμβάνει για να μπορέσει να συνεχίσει τον αγώνα του. Τα μέτρα αυτά θα είναι ταυτόχρονα μέτρα επιβίωσης μέσα στην κατάργηση του ως τάξης: κατάργηση κράτους, χρήματος, ιδιοκτησίας, κάθε τύπου μετρησιμότητας και ανταλλαγής. Το προλεταριάτο μπορεί να πάρει αυτά τα μέτρα και να καταργήσει το κεφάλαιο αυτοκαταργούμενο το ίδιο, μόνο γιατί είναι η τάξη του καπιταλιστικού τρόπου παραγωγής, από την εκμετάλλευση της οποίας παράγεται υπεραξία. Μόνο επειδή αποτελεί πόλο της κεντρικής αντίφασης του καπιταλισμού, της εκμετάλλευσης, μπορεί να καταργήσει την αντίφαση αυτή και μαζί μ’ αυτήν ταυτόχρονα όλες τις καπιταλιστικές κοινωνικές αντιφάσεις. Το προλεταριάτο δεν κάνει την επανάσταση επειδή οι προλετάριοι μισούν το κεφάλαιο, ή επειδή υπάρχει επιθυμία μιας άλλης ζωής. Αυτά αποτελούν την ιδεολογική έκφραση του γεγονότος ότι το προλεταριάτο αποτελεί πόλο της αντίφασης της εκμετάλλευσης.
Το προλεταριάτο κάνει κατεξοχήν διεκδικητικούς αγώνες για να βελτιώσει τις συνθήκες της ζωής του μέσα στον καπιταλισμό. Δε θα ξεπεράσει τη διεκδικητική φύση των αγώνων του με το να κατανοήσει, δήθεν, ότι αυτή δεν οδηγεί πουθενά, δε θα κάνει την επανάσταση για να υλοποιήσει κάποιο αόριστο, αφηρημένο ιδανικό. Μέσα στην εξέλιξη των διεκδικητικών αγώνων του θα επιτεθεί συγκεκριμένα στα μέσα παραγωγής ως τέτοια, δηλαδή στο ρόλο τους ως μέσα παραγωγής (όπως για παράδειγμα κάνουν ήδη οι εργάτες στο Μπαγκλαντες την ώρα που διεκδικούν το μισθό τους• μπορούμε να σκεφτούμε τη γενίκευση μιας τέτοιας κατάστασης). Αυτή η επίθεση, αν η επανάσταση συνεχιστεί σαν αλυσιδωτή αντίδραση, σαν επανάσταση μέσα στην επανάσταση, θα οδηγήσει στην κατάργηση τους ως αξία, θα τα αποκαπιταλιστικοποιήσει. Η επίθεση στις τράπεζες στις οποίες οι προλετάριοι έχουν χρήματα στους λογαριασμούς τους, είναι που θα θέσει αναγκαστικά το ζήτημα του πώς θα υπάρχει ζωή χωρίς χρήμα και δε θα είναι μια απόφαση κατάργησης του χρήματος. Η επίθεση στα αστυνομικά τμήματα θα θέσει το θέμα του οπλισμού της επανάστασης για να αντιμετωπίσει τις συνέπειες των πράξεων της. Η κατάληψη των τηλεπικοινωνιακών δικτύων και δικτύων μεταφορών ή η καταστροφή τους θα θέσει το θέμα της επικοινωνίας των εξεγερμένων ή του μπλοκαρίσματος της επικοινωνίας ανάμεσα στις δυνάμεις καταστολής. Η επίθεση στα καταστήματα και η λεηλασία των εμπορευμάτων θα θέσει το θέμα της μη ανταλλαγής και μη διανομής σε ένα πρωτόλειο επίπεδο και για μικρό αλλά κρίσιμο χρονικό διάστημα. Η συνέχιση του αγώνα στο δημόσιο χώρο, η μη δυνατότητα επιστροφής στο σπίτι, θα θέσει σε αμφισβήτηση τη διάκριση ανάμεσα στην ιδιωτική και τη δημόσια σφαίρα, θα θέσει το θέμα του φύλου. Η κατάληψη των χώρων παραγωγής ή η καταστροφή κάποιων από αυτούς θα θέσει το θέμα του πώς θα αναπαράγεται η ζωή συνολικά. Αν οι εξεγερμένοι που κομμουνιστικοποιούν παρασύρουν μεγάλο μέρος της κοινωνίας, μέσα από μια συγκρουσιακή φυσικά διαδικασία, στην εφαρμογή κομμουνιστικών μέτρων, μόνο τότε θα μπορεί να προχωρήσει η επανάσταση. Το πιο σημαντικό: μόνο αν όλα αυτά γίνουν μαζί και όχι το καθένα ξεχωριστά, μόνο αν συμβαίνουν παράλληλα σε πολλά μέτωπα και όχι κεντρικά, θα γίνει η επανάσταση ως κομμουνιστικοποίηση.
Με τα μέτρα αυτά οι προλετάριοι δημιουργούν άμεσες δι-ατομικές σχέσεις οι οποίες αποτελούν σάρκα και αίμα του μέλλοντος. Από αυτές, την ανάπτυξη τους, την εμβάθυνση τους μπορεί να παραχθεί ο κομμουνισμός, δηλαδή η κατάργηση της διάκρισης της παραγωγικής με την αναπαραγωγική διαδικασία, η κατάργηση της ίδιας της έννοιας του τελικού προιόντος, να παραχθεί το βασίλειο της ελεύθερης δραστηριότητας η οποία δεν θα είναι ούτε ατομική ούτε κοινωνική γιατί αυτή η διάκριση δεν θα υπάρχει πλέον.
Αν έστω και ένα από τα μέτρα κατάργησης διαμεσολαβήσεων θεωρηθεί δευτερεύον και το κομμάτι του προλεταριάτου που αφορούν κατασταλεί με κάποιον τρόπο εσωτερικά, ήδη θα ξεκινάει η αντεπανάσταση.
Ένα παράδειγμα: Αν οι γυναίκες αναγκαστούν να γυρίσουν στο σπίτι και στα παιδιά, αν παραμείνει το σπίτι το ίδιο ως κάτι ξεχωριστό, δεν μπορεί να προχωρήσει η κομμουνιστικοποίηση. Άλλο παράδειγμα: αν ριζώσει μέσα από την επανάσταση ένα σύστημα ανταλλαγής και μετρησιμότητας, ακόμη και χωρίς χρήμα, αν επικρατήσει οποιαδήποτε συστηματοποίηση και θεσμοποιημένη ή μη διαμεσολάβηση των σχέσεων ανάμεσα στα άτομα, η επανάσταση θα υποχωρήσει.
Πώς όμως τα πράγματα θα φτάσουν ως εκεί; Με το να συζητάμε σήμερα για την κομμουνιστικοποίηση, την επανάσταση που θα γίνει στο μέλλον, το μόνο που κάνουμε είναι να ψάχνουμε πώς αυτή προαναγγέλεται στους σημερινούς αγώνες ως το ξεπέρασμα των ορίων τους. Η σημερινή επανάσταση παράγεται από τον καπιταλισμό, όπως είναι σήμερα. Η σημερινή φάση του καπιταλισμού, η κρίση του, παράχθηκε μέσα στον κύκλο αγώνων της περιόδου από τα τέλη του 70 μέχρι σήμερα. Σταδιακά η μισθολογική διεκδίκηση έγινε άθεμιτη μέσα στην καπιταλιστική σχέση. Δηλαδή πλέον το κεφάλαιο δεν μπορεί να ικανοποιήσει τα μισθολογικά αιτήματα των εργατών και να συνεχίσει να αναπαράγεται αποτελεσματικά, έχει σπάσει το συμβόλαιο, η εργατική δύναμη τείνει να αντιμετωπίζεται μόνο ως κόστος το οποίο πρέπει να ελαχιστοποιηθεί. Μέσα από αυτό το αθέμιτο η ταξική πάλη της περιόδου μεταμορφώθηκε σταδιακά. Σημαντικά γεγονότα έλαβαν χώρα: από τις ήττες των ανθρακωρύχων στην Αγγλία στα μέσα της δεκαετίας του ’80 και την επιβολή του νεοφιλελευθερισμού, δηλαδή τη νίκη της αναδιάρθρωσης, μέχρι το κίνημα ανέργων στη Γαλλία στα μέσα της δεκαετίας του ’90, είχε ήδη συντελεστεί η διάλυση της εργατικής ταυτότητας. Η τάξη δεν μπορούσε πια να επιβεβαιωθεί, να βρει μέσα στον εαυτό της τη μελλοντική κοινωνία. Κατέρρευσαν τα συνδικάτα της, τα κόμματα της, ο υπαρκτός σοσιαλισμός, όλα αυτά που την ένωναν ως εργατική ταυτότητα.
Έτσι, σήμερα στην κλίμακα του προλεταριάτου ως τάξης, δεν μπορεί να υπάρξει αλληλεγγύη που να αναφέρεται σε μια κοινή ταυτότητα εκμεταλλευομένων.
Η έμφυλη και φυλετικά διαχωριστική ενότητα στη βάση της εργατικής ταυτότητας που υπήρχε μέχρι τους αγώνες του ’60-’70 σαρώθηκε από την αναδιάρθρωση. Το κείμενο του QV[2] έχει δίκιο όταν λέει « η επίκληση μιας ορθόδοξης ενότητας [της τάξης] έναντι του κατακερματισμού που προτείνουν τα κινήματα ταυτοτήτων συγχέει τη διαφορά μεταξύ των ταυτοτήτων με τη διαφορά που τις κάνει δυνατές». Όμως, η λογική αυτού του συμπεράσματος πρέπει να εφαρμοστεί και στην ανάλυση για τα συλλογικά υποκείμενα των διάφορων κοινωνικών ρόλων που αναδύθηκαν με τη σάρωση της εργατικής ταυτότητας: Ούτε οι γυναίκες ως συλλογικό υποκείμενο μπορούν να είναι ενωμένες, η εκμετάλλευση εξακολουθεί να υπάρχει και να τις διαχωρίζει παρά το ότι σαρώθηκε η έμφυλη εργατική ταυτότητα. Ούτε οι μετανάστες μπορούν να είναι ενωμένοι, η εκμετάλλευση τους διαχωρίζει σε μετανάστες αφεντικά και μετανάστες προλετάριους παρά το ότι σαρώθηκε η ρατσιστική εργατική ταυτότητα που αντιστοιχούσε στο φορντισμό.
Οι διαφορές ανάμεσα στα κομμάτια του προλεταριάτου δεν είναι απλώς περιστασιακές, ούτε τυπικές. Είναι εγγενείς στον ίδιο τον ορισμό της κατάστασης του εκμεταλλευομένου. Στις καπιταλιστικές σχέσεις παραγωγής, μπορεί να έχει κάποιος τις καλύτερες προθέσεις του κόσμου και την καλύτερη δυνατή αντισυντεχνιακή, αντιρατσιστική, αντισεξιστική συνείδηση, αλλά αυτό δεν αλλάζει τίποτα αν, αντικειμενικά ή νομικά, οι καταστάσεις μέσα στις οποίες υπάρχει κοινωνικά είναι τέτοιες που τον ευνοούν περισσότερο από άλλους. Οι διαφορές, οι κατακερματισμοί, έχουν υλική, αντικειμενική βάση. Αντικειμενικά, ο λευκός εργάτης δεν είναι ο μαύρος εργάτης και είναι κατανοητό ότι δεν έχει καμία όρεξη να γίνει.
Ο κατακερματισμός, η ανεργία και η επισφάλεια έχουν με την επιβολή της αναδιάρθρωσης μπει στο κέντρο του ορισμού της μισθωτής εργασίας. Ο μόνος ορίζοντας που μένει είναι το ίδιο το κεφάλαιο, ο άλλος κόσμος που δήθεν είναι εφικτός, τα κινήματα αντιπαγκοσμιοποίησης κτλ. Καθώς όμως ο κύκλος συσσώρευσης προχωράει προς την κρίση υπερσυσσώρευσης, σημαντικά γεγονότα δείχνουν τί παράγεται μέσα σ’αυτόν τον κύκλο ως επανάσταση και ως αντεπανάσταση: κρίση και εξέγερση στην Αργεντινή το 2001, πόλεμος κατά της τρομοκρατίας, εξέγερση στα banlieues το 2005, κίνημα ενάντια στο CPE το 2006, η παγκόσμια χρηματοπιστωτική κρίση, ο Δεκέμβρης του 2008 στην Ελλάδα, η εξέγερση στην Καραϊβική το 2009, οι επιθέσεις στα μέσα παραγωγής στις διεκδικητικές απεργίες στο Μπαγκλαντές από το 2006 μέχρι σήμερα, η κατάρρευση των μεσαίων στρωμάτων και η κρίση μοντέλου διακυβέρνησης στη μέση ανατολή και το μαγκρεμπ και οι εξεγέρσεις σ’αυτές τις περιοχές σήμερα. Η αναδιάρθρωση του κεφαλαίου ήταν φυσικά και αναδιάρθρωση της ταξικής πάλης. Η τάξη πλέον, όταν αγωνίζεται μέσα στον κατακερματισμό της, προσκρούει απέναντι στο μόνο είδωλο της που έχει μείνει στο κεφάλαιο να της θυμίζει ότι και αυτή είναι κεφάλαιο: την αστυνομία και την καταστολή γενικότερα. Ο συνδικαλισμός, η πολιτική, το κράτος, όλα έχουν γίνει πειθαρχικά και κατασταλτικά, ξεφτίζει με μεγάλη ταχύτητα ο συμπληρωματικός προνοιακός χαρακτήρας που είχαν προηγουμένως.
Σήμερα πια μέσα στην κρίση, η διεκδίκηση ύπαρξης του μισθού βρίσκεται σε αδιέξοδο. Ποιο είναι το όριο που παράγεται σήμερα; Σήμερα, οι αγώνες μέσα στο αδιέξοδο της μισθολογικής διεκδίκησης βρίσκουν μπροστά τους σαν αντίφαση το ότι η τάξη προσπαθεί να συνεχίσει να υπάρχει ως τάξη.
Από εδώ προκύπτει ότι η αναπαραγωγή του κεφαλαίου, σήμερα, μέσα στην κρίση του αναδιαρθρωμένου καπιταλισμού, είναι ταυτόχρονα η αναπαραγωγή μέσα στους αγώνες μιας δυναμικής αποκλίσεων ανάμεσα σε αντιφατικές πρακτικές.
Μια τέτοια δυναμική παραγωγής αποκλίσεων δεν μπορεί να ολοκληρωθεί ποτέ θετικά, δεν μπορεί να οδηγήσει στην επικράτηση της εργατικής τάξης. Αντίθετα, φέρνει συνεχώς την εργατική τάξη ως τέτοια σε αντίφαση με τον εαυτό της. Το σημαντικό εδώ, είναι η ίδια η απόκλιση ανάμεσα στις δραστηριότητες και όχι η ταυτοποίηση «επαναστατικών» και «μη-επαναστατικών» πρακτικών. Τέτοια διάκριση δεν υπάρχει πριν την επανάσταση και κάθε επίκληση της σ’ αυτό το στάδιο είναι ιδεολογική έκφραση των φορέων των δραστηριοτήτων που αποκλίνουν μεταξύ τους.
Για να δώσουμε ένα πρόχειρο παράδειγμα του τί είναι η απόκλιση: μέσα σε έναν μακροχρόνιο αγώνα διεκδίκησης μισθού που εμφανίζεται κατά κύματα από το 2006, οι εργάτες στο Μπαγκλαντές επιτέθηκαν πολλές φορές στα εργοστάσια που δούλευαν και τα έσπασαν και τα έκαψαν. Δηλαδή, ενώ ζητούσαν να συνεχίσουν να δουλεύουν με καλύτερο μισθό μέσα σ’αυτά τα εργοστάσια, την ίδια στιγμή, ερχόμενοι αντιμέτωποι με την μη ικανοποίηση από το κεφάλαιο των αιτημάτων τους, καίγοντας τα εργοστάσια επιτέθηκαν στην ίδια τους την ύπαρξη ως εργάτες. Η απόκλιση δεν είναι το κάψιμο των εργοστασίων, είναι η αντιφατική συνύπαρξη της διεκδίκησης με την επίθεση στα μέσα παραγωγής.
Όσο προχωράει αυτή η δυναμική, από τη μία πλευρά τόσο περισσότερο η τάξη τείνει να αγωνιστεί ως τάξη ενάντια στο κεφάλαιο, και από την άλλη, τόσο περισσότερο παράγονται αποκλίσεις στο εσωτερικό των ταξικών αγώνων, καθώς το όριο που έχει να αντιμετωπίσει η τάξη είναι η ίδια της η αναπαραγωγή ως μέρος του κεφαλαίου. Ο πολλαπλασιασμός των πρακτικών που αποκλίνουν μεταξύ τους θα παράγεται στο εσωτερικό αυτών των μορφών, και θα θέτει σε αμφισβήτηση κάθε πιθανή σταθεροποίηση, κάθε «προλεταριακή επιτυχία». Η δυναμική αυτή αποτελεί την εμβάθυνση της αντίφασης, και προεικονίζει το ποιοτικό άλμα: την ολοκληρωτική ρήξη της δυναμικής με τον ίδιο της τον εαυτό, αυτή η ρήξη θα είναι η επανάσταση. Κομμάτια του προλεταριάτου, ξεπερνώντας τον διεκδικητικό χαρακτήρα του αγώνα τους, θα πάρουν τα πρώτα μέτρα κομμουνιστικοποίησης. Το γεγονός αυτό θα οξύνει την κρίση, μέσα στην οποία ήδη βρίσκεται η προλεταριακή συνθήκη, και ταυτόχρονα θα ξεκινήσει τη διαδικασία αμφισβήτησης της προλεταριακής κατάστασης για το σύνολο του προλεταριάτου.
Μπορεί κανείς να πει: Καλά, γιατί συμβαίνει αποκλειστικά σήμερα αυτό; Οι προηγούμενες επαναστάσεις δηλαδή δεν ήταν κομμουνιστικές; Η απάντηση, χωρίς δισταγμό, είναι: Ναι ήταν κομμουνιστικές, αλλά με άλλο περιεχόμενο. Το περιεχόμενο του κομμουνισμού είναι που αλλάζει, γιατί ο κομμουνισμός είναι το ζωντανό κίνημα που παράγεται από το ιστορικό παρόν της αντίφασης του κεφαλαίου, δεν είναι μια κατάσταση πραγμάτων γνωστή εκ των προτέρων που πρέπει να εγκαθιδρυθεί, ένα ιδεώδες στο οποίο πρέπει να προσαρμοστεί η πραγματικότητα. Το γεγονός ότι η επανάσταση το ’17, το ’36 και λίγο πιο αντιφατικά ακόμη και το ’68 είχε στο κέντρο της την εργατική ταυτότητα, είχε ως στόχο το θρίαμβο της εργατικής τάξης, το να πάρουν οι εργάτες την κοινωνία στα χέρια τους, και όχι να την καταργήσουν ως τέτοια, το γεγονός ότι η επανάσταση τους ήταν το να φτιάξουν το κράτος τους ή τα εργατικά τους συμβούλια, δηλαδή να διαχειριστούν ως τάξη την παραγωγή, δεν είναι κάποιου τύπου λάθος τους. Ήταν η επανάσταση της εποχής τους, αυτό παραγόταν τότε ως κατάργηση του κεφαλαίου, δεν μπορούσε να υπάρξει άλλη, και αυτή η επανάσταση ηττήθηκε.
Αν αποτύχει η επανάσταση που παράγεται από την εποχή μας, δε θα πρόκειται για λάθη που έκαναν οι προλετάριοι ή για στρεβλή συνείδηση αλλά θα πρόκειται για το αποτέλεσμα μιας ιστορικής σύγκρουσης το οποίο δεν μπορούμε να προκαθορίσουμε σήμερα, η αντεπανάσταση που φέρει μέσα της η κομμουνιστικοποίηση ως επανάσταση θα έχει επικρατήσει.
Πως μπορεί να αποτύχει η επανάσταση που παράγεται από την τρέχουσα περίοδο του αναδιαρθρωμένου καπιταλισμού; Αν δεν ξεπεράσει τις εσωτερικές αντιφάσεις της, που θα αναπτύσσονται καθώς οι προλετάριοι κάνουν απόπειρες να εφαρμόσουν κομμουνιστικά μέτρα, θα επικρατήσει η αντεπανάσταση.
Παραδείγματα: Η τοπικοποίηση, δηλαδή τοπική αυτοδιαχείριση της αναπαραγωγής της ζωής. Πρόκειται για αναγκαίο στάδιο μεν, καθώς η καταστροφή που θα επιφέρει η επανάσταση θα είναι τέτοια που θα προκύψει η τοπικοποίηση ως ζήτημα επιβίωσης, αλλά αν τα πράγματα μείνουν έτσι και κάθε τοπικά εντοπισμένη κοινότητα προσπαθήσει αυτόνομα να αναπαραχθεί με αυτοδιαχείριση, χωρίς να κατορθώσει να συνεργαστεί με άλλες κοινότητες και τελικά να διαλυθεί ως τέτοια στις άλλες κοινότητες, όπως και οι άλλες σ’ αυτήν, η καπιταλιστική αντεπανάσταση θα τις συντρίψει, θα συντρίψει κάθε τι αδύναμο απέναντι στην κατασταλτική δύναμη πυρός που διαθέτει. Άλλο παράδειγμα, συνδεόμενο με το πρώτο: Η συνεργασία μεταξύ κοινοτήτων θα είναι μια κατάσταση συγκρουσιακή, δε θα είναι παράδεισος επί της γης. Οι ειδικές διαφοροποιήσεις ανάμεσα στα διάφορα κομμάτια του προλεταριάτου, θα προκαλέσουν συγκρούσεις. Ένα μεγάλο τμήμα του προλεταριάτου το οποίο μεγαλώνει συνεχώς, είναι το προλεταριάτο της ακραίας φτώχειας και της παραοικονομίας. Πώς, όταν θα καταστρέφεται η παραοικονομία (η οποία υπάρχει μόνο γιατί υπάρχει η κανονική οικονομία), αυτό το τμήμα του προλεταριάτου θα θεωρεί πως είναι προς το συμφέρον του να εφαρμόσει την κατάργηση της ανταλλαγής με την οποία μέχρι σήμερα επιβιώνει; Σ’ αυτή την αντίφαση κρύβεται πολλή βία, εμβάθυνση της έμφυλης κυριαρχίας, η δυναμική της βαρβαρότητας. Αλλά και το υπόλοιπο, πιο επίσημο προλεταριάτο, πως θα ξεπεράσει τις βασικές ορίζουσες αναπαραγωγής της κανονικότητας του καπιταλισμού; Μέσα στο χαμό των μαχών και των διάσπαρτων συγκρούσεων, μέσα στην ταυτόχρονη προσπάθεια οργάνωσης μιας άλλης ζωής, χωρίς διάκριση παραγωγής και αναπαραγωγής, χωρίς ρόλους, χωρίς κοινωνία σε τελική ανάλυση, θα μπορεί να υπάρχει άραγε το σπίτι του καθενός (έστω κι αν αυτό είναι ας πούμε η Υφανέτ); Θα μπορεί να υπάρχει η οικογένεια του καθενός και της κάθε μίας; Όταν οι γυναίκες θα αμφισβητούν μέσα στην εξέγερση τον κοινωνικό τους ρόλο, να αναπαράγουν την εργατική δύναμη, φανταστείτε πόσες συγκρούσεις θα ξεσπάσουν. Πώς θα ξεπεραστεί το ότι για να καταστραφεί ο καπιταλισμός πρέπει να καταργηθεί ο κοινωνικός ρόλος γυναίκα και ο κοινωνικός ρόλος άντρας; Ότι τα παιδιά δεν θα πάνε σχολείο, ότι δεν είναι μελλοντικοί εργαζόμενοι που πρέπει να εκπαιδευθούν, και το βασικότερο από όλα: ότι τα παιδιά δεν ανήκουν σε κανέναν άλλον απολύτως πέρα από τον εαυτό τους, αλλά πρέπει οι ενήλικοι να συνεχίσουν να τα προστατεύουν μέσα σε αυτήν την πραγματικότητα; Δύσκολα ερωτήματα στα οποία η καπιταλιστική αντεπανάσταση θα έχει απαντήσεις: Φυλακές και δολοφονίες για το αποκλεισμένο προλεταριάτο των γκέτο και των παραγκουπόλεων, εθελοντισμό για ένα πιάτο φαί για το προλεταριάτο που θα μένει έξω από τη φυλακή, γάμους ανάμεσα σε gays, lesbians, και γενικότερα θεσμοθέτηση όλων των σεξουαλικών ταυτοτήτων, μεγαλύτερο άνοιγμα των δυνατοτήτων στις γυναίκες ως άτομα να ανεβαίνουν στην κοινωνική ιεραρχία, μόνο για να συνεχίσουν ως συλλογικό υποκείμενο να έχουν τον υποδέεστερο κοινωνικό ρόλο γυναίκα κτλ…
[1] Η εισήγηση έγινε στο πλαίσιο της ενότητας “για την επανανοηματοδότηση του κομμουνισμού”
[2] Το κείμενο αυτό ήταν η εισήγηση του φεμινιστικού περιοδικού qvzine στο φεστιβάλ και είχε τίτλο: Ποιοι είναι οι κομμουνιστές; Δεν είμαστε εμείς κομμουνίστριες;
4/6/2011
4/6/2011
3 Ιουνίου, 2011
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου