συγγραφέας: | Michael Hardt |
---|---|
έτος: | 2011 |
πηγή: | Guardian |
μετάφραση από: | xaris xaris |
Πρέπει, ωστόσο, να κοιτάξουμε πέρα από αυτή την εναλλακτική. Πολύ συχνά εμφανίζεται σαν η μόνη μας επιλογή να είναι ο καπιταλισμός ή ο σοσιαλισμός, ο κανόνας της ιδιωτικής ιδιοκτησίας ή της δημόσιας ιδιοκτησίας, σαν να είναι η μόνη θεραπεία για τις ασθένειες του κρατικού ελέγχου η ιδιωτικοποίηση και για τις ασθένειες του κεφαλαίου η κρατική ρύθμιση. Χρειάζεται να εξερευνήσουμε άλλες δυνατότητες: ούτε την ιδιωτική ιδιοκτησία του καπιταλισμού ούτε την δημόσια ιδιοκτησία του σοσιαλισμού αλλά το κοινό του κομμουνισμού.
Πολλές κεντρικές έννοιες του πολιτικού μας λεξιλογίου, συμπεριλαμβανομένου του κομμουνισμού όπως και της δημοκρατίας και της ελευθερίας έχουν τόσο πολύ καταστραφεί που είναι σχεδόν άχρηστες. Στη συνηθισμένη τους χρήση, ο κομμουνισμός έχει καταλήξει να σημαίνει το αντίθετό του, δηλαδή τον ολοκληρωτικό κρατικό έλεγχο της οικονομικής και κοινωνικής ζωής. Θα μπορούσαμε φυσικά να εγκαταλείψουμε αυτούς τους όρους και να εφεύρουμε νέους, αλλά τότε θα αφήναμε επίσης πίσω την μεγάλη ιστορία των αγώνων, ονείρων και προσδοκιών που συνδέονται με αυτούς. Νομίζω είναι καλύτερο να παλέψουμε για αυτές τις έννοιες με στόχο να αποκαταστήσουμε ή να ανανεώσουμε το νόημά τους.
Ένας από τους κυριότερους λόγους που η κομμουνιστική υπόθεση των προηγούμενων εποχών δεν ισχύει πλέον είναι ότι η σύνθεση του κεφαλαίου –όπως επίσης οι συνθήκες και τα προϊόντα της παραγωγής- έχουν αλλάξει. Πως παράγουν οι άνθρωποι μαζί εντός και εκτός χώρου εργασίας; Τι παράγουν και κάτω από ποιες συνθήκες; Πως οργανώνεται η παραγωγική συνεργασία; Και ποιες είναι οι διαιρέσεις της εργασίας και της εξουσίας και πως διαχωρίζονται από το φύλο και τη φυλή στο τοπικό, περιφερειακό και παγκόσμιο πλαίσιο;
Από τα μέσα του 19ου αιώνα μεγάλης κλίμακας βιομηχανίες κατείχαν την ηγεμονική θέση εντός της κοινωνίας, όχι με την ποσοτική έννοια ότι οι περισσότεροι άνθρωποι εργάζονταν στα εργοστάσια (στην πραγματικότητα, ήταν ένα μικρό ποσοστό, ακόμα και στις κυρίαρχες χώρες), αλλά μάλλον με την ποιοτική, τα ποιοτικά χαρακτηριστικά της βιομηχανίας σταδιακά επιβλήθηκαν και πάνω σε άλλους οικονομικούς κλάδους και σταδιακά σε ολόκληρη την κοινωνία. Σήμερα, ωστόσο, είναι σαφές ότι η βιομηχανία δεν κρατάει πλέον αυτή την ηγεμονική θέση. Αυτό δε σημαίνει ότι σήμερα εργάζονται λιγότεροι άνθρωποι σε εργοστάσια από ότι πριν 10, 20 ή 50 χρόνια, αν και σε συγκεκριμένες περιπτώσεις, οι θέσεις τους έχουν μετατοπιστεί, έχουν μεταφερθεί στην άλλη πλευρά του παγκόσμιου καταμερισμού εργασίας και εξουσίας. Ο ισχυρισμός, για άλλη μια φορά, δεν είναι ποσοτικός αλλά ποιοτικός. H βιομηχανία δεν μπορεί να επιβάλει τις ιδιότητές της σε άλλους κλάδους οικονομίας και γενικότερα σε κοινωνικές σχέσεις. Αυτή μου φαίνεται μια σχετικά αποδεκτή θέση.
Περισσότερες διαφωνίες προκύπτουν όταν κάποιος προσπαθεί να προτείνει άλλες μορφές παραγωγής που έχουν πάρει την ηγεμονική θέση που κατείχε η βιομηχανία. Ο Toni Negri και εγώ υποστηρίζουμε ότι η άυλη εργασία και η βιοπολιτική παραγωγή αναδύονται στην ηγεμονική θέση –η παραγωγή ιδεών, πληροφοριών, εικόνων, γνώσης, κωδικών, γλωσσών, κοινωνικών σχέσεων κ.ο.κ. Αυτό προδιαγράφει τα επαγγέλματα μέσω της οικονομίας, από την υψηλή στην χαμηλή, από τους εργάτες στο χώρο της υγείας (healthcare workers), τους αεροσυνοδούς, τους εκπαιδευτές προγραμμάτων λογισμικού, και από τους εργάτες σε fast food και call-center, τους σχεδιαστές και διαφημιστές. Οι περισσότερες από αυτές τις μορφές παραγωγής δεν είναι φυσικά καινούργιες, αλλά η συνοχή μεταξύ τους είναι ενδεχομένως πιο αναγνωρίσιμη και πιο σημαντική, τα ποιοτικά τους χαρακτηριστικά τείνουν σήμερα να επιβληθούν και σε άλλους κλάδους της οικονομίας και γενικότερη σε ολόκληρη την κοινωνία. Η βιομηχανία πρέπει να πληροφοριοποιηθει: γνώση, κώδικες και εικόνες γίνονται όλο και πιο σημαντικοί σε όλους τους παραδοσιακούς τομείς της παραγωγής και η συναισθηματική παραγωγή (φροντίδα, επιρροή) γίνεται όλο και πιο ουσιώδες στοιχείο στις διαδικασίες αξιοποίησης.
Ο Marx αναγνώρισε ότι παράλληλα με την άνοδο της κυριαρχίας της βιομηχανικής παραγωγής, εμφανίζεται ο αγώνας μεταξύ δυο μορφών ιδιοκτησίας, της ακίνητης παρουσίας (όπως η γη) και της κινητής ιδιοκτησίας (όπως τα εμπορεύματα). Σήμερα, με την άνοδο της βιοπολιτικής οικονομίας, ο αγώνας είναι μεταξύ υλικής ιδιοκτησίας και άυλης ιδιοκτησίας. Ή για να το πούμε με άλλον τρόπο, εκεί που ο Marx εστίασε στην κινητικότητα της ιδιοκτησίας, σήμερα το θέμα είναι η στέρηση και η δυνατότητα αναπαραγωγής, τέτοια που ο αγώνας είναι μεταξύ αποκλειστικής και μοιρασμένης ιδιοκτησίας. Εξετάστε, για παράδειγμα, τη συζήτηση πάνω στις πατέντες, στα copyrights, στις ιθαγενικές γνώσεις, τους γενετικούς κώδικες, και την πληροφορία στο γενετικό υλικό των σπορών. Ακριβώς όπως έδειξε ο Marx ότι η κίνηση θριαμβεύει επί της ακινησίας, έτσι επίσης σήμερα το άυλο θριαμβεύει επί του υλικού, η δυνατότητα αναπαραγωγής (reproducible) επί της μη δυνατότητας αναπαραγωγής (unreproducible) και το μοιρασμένο (shared) επί του αποκλειστικού (exclusive).
Η αναδυόμενη κυριαρχία αυτής της μορφής ιδιοκτησίας είναι σημαντική, εν μέρει, επειδή αποδεικνύει και επιστρέφει στο προσκήνιο την σύγκρουση μεταξύ των κοινών και της ιδιοκτησίας ως τέτοια. Ιδέες, εικόνες, γνώσεις, κώδικες, γλώσσες και ακόμα επιδράσεις μπορεί να ιδιωτικοποιηθούν και να ελεγχθούν ως ιδιοκτησία, αλλά είναι δύσκολο να αστυνομευτεί αυτού του είδους η ιδιοκτησία διότι πολύ εύκολα μοιράζεται και αναπαράγεται. Υπάρχει μια συνεχής πίεση για τέτοια αγαθά να αποδράσουν από τα όρια της ιδιοκτησίας και γίνουν κοινά. Εάν έχεις μια ιδέα και την μοιραστείς μαζί μου, δεν θα μειωθεί η χρησιμότητα της σε εσένα, αλλά συνήθως αυξάνεται.
Στην πραγματικότητα, με σκοπό να συνειδητοποιήσουμε την μέγιστη παραγωγικότητά τους, ιδέες, εικόνες και επιδράσεις πρέπει να είναι κοινές και μοιρασμένες. Όταν ιδιωτικοποιούνται η παραγωγικότητά τους μειώνεται δραματικά και, θα προσθετά, μετατρέποντάς τες σε κοινά σε δημόσια ιδιοκτησία, που σημαίνει να υποβληθούν σε κρατικό έλεγχο ή διαχείριση, παρομοίως μειώνεται η παραγωγικότητά τους. Η ιδιοκτησία γίνεται εμπόδιο στον καπιταλιστικό τρόπο παραγωγής. Εδώ βρίσκεται μια αναδυόμενη αντίθεση στο εσωτερικό του κεφαλαίου: όσο περισσότερο τα κοινά περιφράσσονται ως ιδιοκτησία, τόσο περισσότερο η παραγωγικότητά τους μειώνεται και ακόμα η επέκταση των κοινών υπογραμμίζει τις σχέσεις ιδιοκτησίας.
Στην πραγματικότητα, με σκοπό να συνειδητοποιήσουμε την μέγιστη παραγωγικότητά τους, ιδέες, εικόνες και επιδράσεις πρέπει να είναι κοινές και μοιρασμένες. Όταν ιδιωτικοποιούνται η παραγωγικότητά τους μειώνεται δραματικά και, θα προσθετά, μετατρέποντάς τες σε κοινά σε δημόσια ιδιοκτησία, που σημαίνει να υποβληθούν σε κρατικό έλεγχο ή διαχείριση, παρομοίως μειώνεται η παραγωγικότητά τους. Η ιδιοκτησία γίνεται εμπόδιο στον καπιταλιστικό τρόπο παραγωγής. Εδώ βρίσκεται μια αναδυόμενη αντίθεση στο εσωτερικό του κεφαλαίου: όσο περισσότερο τα κοινά περιφράσσονται ως ιδιοκτησία, τόσο περισσότερο η παραγωγικότητά τους μειώνεται και ακόμα η επέκταση των κοινών υπογραμμίζει τις σχέσεις ιδιοκτησίας.
Ο νεοφιλελευθερισμός έχει προσδιοριστεί ως η μάχη της ιδιωτικής ιδιοκτησίας όχι μόνο ενάντια στην δημόσια ιδιοκτησία αλλά επίσης, και ίσως πιο σημαντικό ενάντια στα κοινά. Δυο είδη κοινών έχουν γίνει αντικείμενο των νεοφιλελεύθερων στρατηγικών του κεφαλαίου. Από τη μια πλευρά, τα κοινά χαρακτηρίζουν την γη και όλους τους πόρους που συνδέονται με αυτή, το έδαφος, τα δάση, το νερό, τον αέρα, τα ορυκτά κ.ο.κ. Από την άλλη, τα κοινά επίσης αναφέρονται, όπως έχω ήδη αναφέρει, στα αποτελέσματα της ανθρώπινης εργασίας και δημιουργικότητας, όπως είναι οι ιδέες, οι γλώσσες, οι επιδράσεις κ.ο.κ. Ένας σημαντικός τομέας αυτής της ιδιωτικοποίησης αποτελούν οι βιομηχανίες εξόρυξης, όπως οι υπερεθνικές εταιρείες με πρόσβαση στα διαμάντια της Σιέρα Λεόνε ή στο πετρέλαιο στην Ουγκάντα ή στα αποθέματα λιθίου και στα δικαιώματα νερού στην Βολιβία. Αρκετοί συγγραφείς, συμπεριλαμβανόμενου των David Harvey και Naomi Klein έχουν περιγράψει αυτές τις διαδικασίες με όρους που επισημαίνουν την ανανεωμένη σημαντικότητα της πρωταρχικής συσσώρευσης ή της συσσώρευσης μέσω εκτοπισμού – στέρησης (dispossession).
Οι νεοφιλελεύθερες στρατηγικές για την ιδιωτικοποίηση των «τεχνιτών» (artificial) κοινών είναι περισσότερο περίπλοκες και αντιφατικές, Όσο περισσότερο τα κοινά υπόκεινται σε σχέσεις ιδιοκτησίας, όπως προείπα, τόσο λιγότερο παραγωγικά γίνονται και όμως οι καπιταλιστικές διαδικασίες αξιοποίησης απαιτούν ιδιωτική συσσώρευση. Σε πολλούς τομείς, οι καπιταλιστικές στρατηγικές ιδιωτικοποίησης των κοινών συνεχίζονται (συχνά με δυσκολίες) παρά τις αντιφάσεις μέσω μηχανισμών όπως πατέντες και copyrights. Η μουσική βιομηχανία και η βιομηχανία υπολογιστών είναι γεμάτες από παραδείγματα. Αυτό είναι επίσης το θέμα της αποκαλούμενης βιοπειρατείας, που πρόκειται για την διαδικασία με την οποία υπερεθνικές εταιρείες απαλλοτριώνουν τα κοινά που έχουν την μορφή ιθαγενικών γνώσεων ή γενετικών πληροφοριών από φυτά, ζώα και ανθρώπους, συνήθως μέσω πατέντων. Για παράδειγμα παραδοσιακές γνώσεις χρήσης σπορών ως φυσικά φυτοφάρμακα, ή με ευεργετικές ιδιότητες συγκεκριμένων φυτών μετατρέπονται σε ιδιωτική ιδιοκτησία από εταιρείες που πατεντάρουν την γνώση. (Η πειρατεία είναι πραγματικά ακυρολεξία για τέτοιες δραστηριότητες. Οι πειρατές έχουν μια πολύ πιο ευγενική αποστολή: κλέβουν την ιδιοκτησία. Αυτές οι εταιρείες αντιθέτως κλέβουν τα κοινά και τα μετασχηματίζουν σε ιδιοκτησία.)
Η ανάπτυξη του κεφαλαίου σαφώς δεν είναι καλή από μόνη της – και η επιλεκτική κυριαρχία της άυλης ή βιοπολιτικής παραγωγής φέρει μαζί της μια σειρά από νέες και πιο σοβαρές μορφές εκμετάλλευσης και ελέγχου. Αλλά θα πρέπει επίσης να αναγνωρίσουμε πως η βιοπολιτική παραγωγή, ιδίως ως προς τους τρόπους που υπερβαίνει τα όρια των καπιταλιστικών σχέσεων και συνεχώς αναφέρεται στα κοινά, πριμοδοτεί της αύξηση της εργασιακής αυτονομίας και παρέχει τα εργαλεία ή τα όπλα που θα μπορούσαν να ασκηθούν σε ένα απελευθερωτικό σχέδιο.
Αυτή η αντίληψη των κοινών μπορεί να μας βοηθήσει να κατανοήσουμε τι σημαίνει κομμουνισμός – ή τι θα μπορούσε να σημαίνει. Ο Marx επιχειρηματολόγησε στα πρώιμα κείμενά του ενάντια σε κάθε αντίληψη κομμουνισμού που περιέχει την κατάργηση της ατομικής ιδιοκτησίας, η οποία θα γινόταν για το καλό της κοινοτικής ιδιοκτησίας. Αντιθέτως ο σωστά σχεδιασμένος κομμουνισμός είναι η κατάργηση όχι μόνο της ιδιωτικής ιδιοκτησίας αλλά της ιδιοκτησίας αυτής κάθε αυτής. Είναι δύσκολο, όμως για εμάς να φανταστούμε τον κόσμο μας και τους εαυτούς μας έξω από σχέσεις ιδιοκτησίας. Κάποιος έγραψε ότι «η ιδιωτική ιδιοκτησία, μας έχει κάνει τόσο ηλίθιους και μονόπλευρους, που ένα αντικείμενο είναι δικό μας μόνο όταν είναι ιδιοκτησίας μας». Τι θα σήμαινε να είναι κάτι δικό μας όταν δεν το κατέχουμε; Τι θα σήμαινε να αντιλαμβανόμαστε χωρίς την έννοια της ιδιοκτησίας τον εαυτό μας και τον κόσμο; Μας έχει κάνει η ιδιοκτησία τόσο ηλίθιους που δεν μπορούμε να τα δούμε αυτά; Ο Marx προσπαθεί να πιάσει τον κομμουνισμό, μάλλον αδέξια και ρομαντικά, με όρους δημιουργίας ενός νέου τρόπου να βλέπουμε, να ακούμε, να αντιλαμβανόμαστε, να σκεφτόμαστε, να αγαπάμε, εν συντομία την παραγωγή μια νέας ανθρωπότητας.
Ο Marx εδώ ψάχνει για τα κοινά, ή στην πραγματικότητα για τη μορφή της βιοπολιτικής παραγωγής που τίθεται στα χέρια των κοινών. Η ανοιχτή πρόσβαση και το μοίρασμα που χαρακτηρίζει την χρήση των κοινών τίθεται εκτός των σχέσεων ιδιοκτησίας και είναι επιζήμιο για αυτές. Έχουμε γίνει τόσο ηλίθιοι που μπορούμε μόνο να αναγνωρίσουμε τον κόσμο ως ιδιωτικό ή δημόσιο (κρατικό). Έχουμε γίνει τυφλοί προς στα κοινά. Ο κομμουνισμός πρέπει να καθοριστεί όχι μόνο ως η κατάργηση της ιδιοκτησίας αλλά επίσης πρέπει να επιβεβαιώνει – να επικυρώνει (affirmation) τα κοινά, να επιβεβαιώνει – να επικυρώνει την ανοιχτή και αυτόνομη παραγωγή υποκειμενικότητας, κοινωνικών σχέσεων και μορφών ζωής, η αυτοδιοικούμενη (self-governed) διαρκής δημιουργία μιας νέας ανθρωπότητας. Με πιο συνθετικούς όρους, αυτό που είναι η ιδιωτική ιδιοκτησία στον καπιταλισμό και η κρατική ιδιοκτησία στον σοσιαλισμό είναι τα κοινά στον κομμουνισμό (the common is to communism).
• Το κείμενο αυτό του Michael Hardt αποτελεί παρουσίαση για την «Ιδέα του Κομμουνισμού», εκδόσεις Verso Books
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου