Το άρθρο που ακολουθεί αφορά στην Απόφαση του 18ου Συνεδρίου του ΚΚΕ τη σχετική με το σοσιαλισμό, η οποία δημοσιεύτηκε στο «Ριζοσπάστη» τη Δευτέρα 23 του Μάρτη. Ο λόγος που με οδήγησε να ασχοληθώ και πάλι με αυτό το ζήτημα, είναι ότι η εν λόγω απόφαση αποτελεί ένα παραπέρα βήμα –χειρότερο απ’ ότι οι αντίστοιχες Θέσεις- στην απαράδεκτη τοποθέτηση από μέρους του ΚΚΕ απέναντι στα έκτροπα της σταλινικής περιόδου. Και επειδή έλαχε να ξεκινήσω με παρέμβαση μου στον προσυνεδριακό διάλογο, την κριτική αυτής της Θέσης, ένοιωσα υποχρέωση μου να ασχοληθώ και με την ολοκλήρωση της έτσι όπως προκύπτει από την Απόφαση του Συνεδρίου.
Ενώ λοιπόν στις Θέσεις, έστω σε μια υποσημείωση τους, (Θέση 16 υποσημείωση 18) τα εγκλήματα της περιόδου 1936-1938, μεταξύ άλλων εναντίον της πλειοφηφίας των μελών της ΚΕ του κόμματος, της πλειοψηφίας των Συνέδρων του 17ου Συνεδρίου του, αλλά και απλών μελών του , χαρακτηρίζονταν σαν «υπερβολές στην αντιμετώπιση των [αντεπαναστατικών] κέντρων», στη Απόφαση δεν γίνεται πια λόγος ούτε καν για «υπερβολές». Αντίθετα υποστηρίζεται ότι «από τις συνθήκες επιβλήθηκε η άμεση αντιμετώπιση αυτών [των αντεπαναστατικών] κέντρων με τις δίκες του 1936 και 1937.(σελ.17)
- Ενώ πέρα από την επικράτηση της οπορτουνιστικής στροφής τη δεκαετία του 50, εντοπίζονται καμιά δεκαριά παράγοντες-εσωτερικοί και εξωτερικοί- οι οποίοι συνέβαλαν σε αυτήν την επικράτηση και τελικά στη νίκη της «αντεπανάστασης»(σελ.27), ανάμεσα τους δεν υπάρχει ούτε μια αράδα για τις κατάφορες παραβιάσεις της σοσιαλιστικής δημοκρατίας της σταλινικής περιόδου, αλλά και για την μη πλήρη αποκατάσταση της στη συνέχεια. Έτσι, ενώ ορθά επισημαίνεται ότι η καπιταλιστική παλινόρθωση προήλθε «από τα μέσα και από τα πάνω», είναι αδύνατον να ερμηνευθεί πως έγινε κατορθωτό να αυτονομηθεί το «από πάνω» και να αποσπαστεί από τα συμφέρονται των «κάτω» και τελικά να στραφεί εναντίον τους δίχως οι «κάτω» να έχουν καμιά δυνατότητα , αλλά και διάθεση, αντίστασης.
- Τέλος, το όλο εγχείρημα της υπεράσπισης της ενίσχυσης του κατασταλτικού κρατικού μηχανισμού κατά της ίδιας της εργατικής τάξης, θεωρητικοποιείται πια αναφανδόν στο σημείο 4 (σελίδα 8) της Απόφασης όπου απορρίπτεται σαν λαθεμένη η κατεξοχήν μαρξική θέση ότι «στη σοσιαλιστική βαθμίδα συντελείται η απονέκρωση του κράτους», λες και η βαθμίδα αυτή του «μισοκράτους», της «κοινότητας», της «κομμούνας», του «όχι καθαυτού κράτους» κατά τους κλασικούς και τον Λένιν, έχει κανένα νόημα αν κατά τη διάρκεια της δεν οδηγεί στη πλήρη απονέκρωση του κράτους, δηλαδή στην ακρατική, αυτοδιευθυνόμενη κομμουνιστική κοινωνία.
Αυτή η Απόφαση του ΚΚΕ, η οποία από τη μια υποστηρίζει τις πλέον μελανές πτυχές εκείνης της περιόδου και από την άλλη σε οδηγεί αν μη τι άλλο να διερωτάσαι, αν «ελευθερία ανάπηρη πάλι [δεν] σου τάζουν» για το μέλλον, επικυρώνει με τον πιο επίσημο τρόπο το πρώτο από τα τρία Σ που το χαρακτηρίζουν, εκείνο του Σταλινισμού. Και αυτό το Σ συνδέεται μια χαρά με το δεύτερο Σ εκείνο του Σεχταρισμού του ΚΚΕ , ο οποίος αποτελεί στην πράξη τον αντίποδα της μετωπικής πολιτικής που διακηρύσσει στα λόγια. Το τρίτο και χειρότερο Σ εκείνο του Συντηρητισμού το οποίο αναδείχτηκε ξεκάθαρα κυρίως με τη στάση του ΚΚΕ απέναντι στο νεολαιίστικο ξέσπασμα του περασμένου Δεκέμβρη και το χάϊδεμα της αστυνομίας και των μικροαστικών αντανακλαστικών της σιωπηλής πλειοψηφίας , αν και φαινομενικά δείχνει να μην συνάδει με τα δυο προηγούμενα, στην πραγματικότητα αποτελεί συμπλήρωμα τους και το επιστέγασμα της γραφειοκρατικοποίησης και χαμένης επαναστατικότητας του.
Και δυστυχώς όλα αυτά, σε μια περίοδο που όχι μόνον όπως λέει και ο ποιητής «υπάρχουνε προϋποθέσεις για μια καινούργια άνοιξη» , αλλά που αυτή η άνοιξη αποτελεί τη μοναδική διέξοδο από τη βαρβαρότητα.
Γιώργος Ρούσης
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου