Η οικοδόμηση της νέας, της αταξικής κοινωνίας, του κομμουνισμού, δεν αποτελεί απλώς και μόνο μία μετάβαση από κάποιο σχηματισμό σε κάποιον άλλο, αλλά συνιστά την εμφάνιση και την διαμόρφωση ενός ριζικά νέου τύπου κοινωνικής ανάπτυξης. Πρόκειται για μία κοσμοϊστορική αλλαγή, η οποία, ως προς το βάθος, την κλίμακα και τις προοπτικές της υπερβαίνει ακόμα και την μετάβαση της αρχαιότητας από την προ-ταξική στην ταξική κοινωνία. Πρόκειται για μία άρνηση-διαλεκτική άρση, τόσο των ταξικών ανταγωνιστικών τύπων ανάπτυξης της κοινωνίας, όσο και των πριν από αυτούς βαθμίδων, δηλ. ολόκληρης της μέχρι τώρα ιστορίας της ανθρωπότητας και των προϋποθέσεων της. Η επισήμανση αυτή θα πρέπει να υπολογίζεται όταν διατυπώνονται διάφορες εικασίες και εκτιμήσεις σχετικά με τους ρυθμούς οικοδόμησης της νέας κοινωνίας, με τις δυσκολίες που προκύπτουν κ.λ.π. Η επισήμανση αυτή αφορά επίσης τις δυσκολίες, την αντιφατικότητα και τον ιδιαίτερα περίπλοκο χαρακτήρα των σχετικών θεωρητικών προσεγγίσεων..."

Δ. Πατέλη, Μ. Δαφέρμου, Π. Παυλίδη

7/30/2012

Η Ιδέα του Κομμουνισμού και το Κράτος: όψεις ενός δρόμου που πρέπει να διανυθεί


 Ανάμεσα σε εκατοντάδες παραπομπές που μπορεί να δώσει κανείς για το ''Κράτος'' στο μαρξικό έργο, θα σταθώ σε μια στιγμή του στοχασμού του Μάρξ για τον ''ασιατικό τρόπο παραγωγής''. Πρόκειται για ένα τρόπο παραγωγής που εμφανίζεται στα Grundrisse, τα οικονομικά χειρόγραφα του ''ώριμου'' Μάρξ. Αποτελεί κατά τον Μάρξ ιστορική υποπερίπτωση μιας κοινοκτητικής κοινωνίας. Δεν έχουμε διαβεί δηλαδή το κατώφλι της stricto sensu ταξικής σχέσης. Ωστόσο έχουμε Κράτος. Ο Μάρξ μεταξύ άλλων γράφει (υπογραμμίσεις δικές μου): 

''...στις περισσότερες ασιατικές θεμελιακές μορφές, η περιεκτική ενότητα που βρίσκεται πάνω από όλες αυτές τις μικρές κοινότητες εμφανίζεται σαν ανώτερος ιδιοκτήτης, ή σαν μοναδικός ιδιοκτήτης, άρα οι πραγματικές κοινότητες μόνο σαν κληρονομικοί κάτοχοι. Μια και πραγματικός ιδιοκτήτης και πραγματική προϋπόθεση της συλλογικής ιδιοκτησίας είναι η ενότητα, η τελευταία μπορεί να εμφανίζεται η ίδια σαν κάτι ξεχωριστό και ανώτερο από τις πολυάριθμες πραγματικές ξεχωριστές κοινότητες. Τότε το άτομο στην πραγματικότητα δεν έχει ιδιοκτησία, μ'άλλα λόγια η ιδιοκτησία ...εμφανίζεται να διαμεσολαβείται για το άτομο από την παραχώρηση της συνολικής ενότητας-υλοποιημένης στη μορφή του δεσπότη σαν του πατέρα πολλών κοινοτήτων-στο άτομο με τη μεσολάβηση της ξεχωριστής κοινότητας. Το υπερπροιόν...ανήκει έτσι αυτόματα στην υπέρτατη αυτή ενότητα (1)...Ένα μέρος από την υπερεργασία της (σ.σ εννοεί της κοινότητας) ανήκει στην ανώτερη συλλογικότητα, που υπάρχει τελικά σαν πρόσωπο...Η συλλογικότητα μπορεί ακόμη να εμφανίζεται στο εσωτερικό της φυλετικής οντότητας πιο πολύ με τρόπο που η ενότητα να αντιπροσωπεύεται από την κεφαλή της γεναρχικής οικογένειας, ή σαν αμοιβαία σχέση των οικογενειαρχών (2). 
    
   Βασιζόμενοι στις σκέψεις αυτές του Μάρξ, οι Ντελέζ-Γκουαταρί βλέπουν εδώ τη συγκρότηση του Urstaat (''Πρωτόκρατος'' αποδίδεται στην ελληνική μετάφραση), ως υπερβατική ενότητα των στοιχείων μιας γης που έχει γίνει έδαφος, μια ενότητα που υψώνεται πάνω από τα στοιχεία της και συμπυκνώνεται στο σώμα του Δεσπότη. Αυτή η υπερβατική ενότητα αναλαμβάνει τη ''γενική ιδιοποίηση των παραγωγικών δυνάμεων'' (3). Για να περιγράψουν αυτό το ''υπερβατικό πλεόνασμα'', υιοθετούν την έννοια της ''κωδικής υπεραξίας'' (4). 
   Oι Ντελέζ-Γκουαταρί σε πολλά σημεία του βιβλίο τους αξιοποιούν αλλά και μέμφονται την λακανική ψυχανάλυση, ταυτίζοντας την έννοια του ''κύριου σημαίνοντος'' με το ''τυραννικό σημαίνον του Κράτους'', ταυτίζουν δηλαδή το λακανικό κύριο σημαίνον με τη δύναμη αυτής της υπερβατικής ενότητας, του Κράτους, να ''επικωδικώνει'', όπως λένε, το δίκτυο των στοιχείων του εδάφους, αποδίδοντας σε αυτά το νόημά τους (πρόκειται για μια αντίστοιχη σχέση με αυτή του ''κύριου σημαίνοντος'' και της ''σημαίνουσας αλυσίδας''. Το κύριο σημαίνον είναι ένα ''σημείο διαρραφής''(point de capiton) στη σημαίνουσα αλυσίδα. 
     Γράφει λοιπόν, μεταξύ πολλών άλλων, ο Σταυρακάκης: ''Ένα σημείο διαρραφής μπορεί να λειτουργήσει ως σημείο αναφοράς μόνον στο βαθμό που εκλαμβάνεται ως η ενσάρκωση μιας ομάδας ή μιας συλλογικότητας, ως εκπρόσωπος του καθαρού είναι ή της συστηματικότητας ενός συστήματος. Στο σημείο διαρραφής, ένα ιδιαίτερο σημαίνον καλείται να ενσαρκώσει μια λειτουργία πέρα από το συγκεκριμένο είναι του. ''Εκκενώνεται'' έτσι από την ιδιαίτερη σημασία του για να αναπαραστήσει την πληρότητα εν γένει και να μπορέσει να συναρθρώσει έναν μεγάλο αριθμό ετερογενών σημαινόντων. Ένα τέτοιο κενό σημαίνον είναι και το ''έθνος'', που ενώνει ως σημείο διαρραφής μια ολόκληρη κοινότητα (Δεμερτζής, 1996)'' (5). 
     Ας διαβάσουμε τώρα, υπό το πρίσμα των παραπάνω, ένα ακόμη απόσπασμα από τα λεγόμενα του Κ.Μάρξ: ''Προϋπόθεση για την ιδιοποίηση του εδάφους μένει εδώ η ιδιότητα του μέλους της κοινότητας, αλλά σαν μέλος της κοινότητας το άτομο είναι ατομικός ιδιοκτήτης. Η σχέση του προς την ατομική του ιδιοκτησία είναι σχέση προς το έδαφος, ταυτόχρονα όμως και προς το είναι του σαν μέλους της κοινότητας. Και η συντήρησή του σαν τέτοιου είναι και συντήρηση της κοινότητας, όπως και αντίστροφα κλπ. Γιατί η κοινότητα, παρόλο που εδώ είναι ήδη ιστορικό προϊόνόχι μόνο στην πράξη αλλά και συνειδητοποιημένο σαν τέτοιο, άρα έχει γεννηθεί, αποτελεί εδώ προϋπόθεση της ιδιοκτησίας πάνω στη γη-δηλαδή της σχέσης του εργαζόμενου υποκειμένου προς τις φυσικές προϋποθέσεις της εργασίας σαν δικές του-δικές του όμως με μέσο το Είναι του σαν μέλος του κράτους-άρα με μια προϋπόθεση που θεωρείται θεϊκή κλπ'' (6). 
     Από πού όμως ο Κάρλ Μάρξ αντλεί την έμπνευσή του, και συλλαμβάνει την ιδέα αυτή της κρατικής υπερβατικότητας; Σίγουρα όχι από τους Ντελέζ-Γκουαρατί ή τον Λακάν, αφού εκείνοι ήταν ασφαλώς αυτοί που διάβασαν Μάρξ και όχι ο Μάρξ εκείνους. Την ιδέα αυτή του Μάρξ, που την αξιοποιούν έκτοτε οι επίγονοι για τη σύλληψη του Κράτους, πρέπει να την αναζητήσουμε στον Γκέοργκ Χέγκελ. Ο τρόπος έκφρασης του Μάρξ, μας παραπέμπει σε αυτόν, το λεξιλόγιο αλλά και το ίδιο το περιεχόμενο των εννοιών είναι εξόχως εγελιανό (σε πείσμα της ανόητης αλτουσεριανής εμμονής). Και πράγματι, βρίσκουμε αυτή την ιδέα στηΦιλοσοφία του Δικαίου του Χέγκελ, στις παρατηρήσεις του Χέγκελ κάτω από την παράγραφο 279 (7). Όπως σημειώνει ο Γιώργος Φαράκλας, ερμηνεύοντας συνοπτικά την εγελιανή σκέψη σε σχέση με την έννοια του ''μονάρχη'': ''Μια ομάδα υπάρχει πραγματικά ως ομάδα αν δρα ως ομάδα, άρα, μόλις συμβεί αυτό, αποκτά το ''ατομικό άκρο'' που παίρνει την απόφαση, λέει η Φιλοσοφία του Δικαίου. Αυτό είναι οποιοδήποτε άτομο (πχ Πυθία), αλλά νοηματοδοτείται ως είναι της ομάδας από την έννοιά της μέσω ''οντολογικής απόδειξης'' (8). 
     Είναι προφανές (δείτε και τα αποσπάσματα στην σημείωση 7), πως στον Χέγκελ, υπό μία έννοια, βρίσκονται ήδη όλες οι νεότερες ''θεωρίες της απόφασης'' του (πολιτικού) κυρίαρχουβρίσκεται εν σπέρματι η αντίληψη του Σμίτ, η αντίληψη του Agamben, βρίσκεται εν σπέρματι η ''υπερβατική ενότητα'', το ''υπερβατικό σημαίνον'', κ.α. Στη πραγματικότητα, τόση ώρα και σε τόσα αποσπάσματα, επαναλαμβάνεται συνεχώς, ξανά και ξανά η σύλληψη του Χέγκελ. Και όχι μόνο, αλλά δεν έχουμε πρόθεση να γυρίσουμε στον Αριστοτέλη (και της οργανικής σύλληψης της πόλης-κράτους) ή στον Πλάτωνα, αλλά να μείνουμε στον Χέγκελ, τον οποίο έχει καταφανέστατα στο μυαλό του ο Μάρξ. Στον Χέγκελ άλλωστε υπάρχεισυγκεκριμένα αυτή η θεμελιώδης ιδέα της ρεαλιστικής ενσάρκωσης της ολότητας των στοιχείων ως τέτοιας, σε ένα στοιχείο, σε ένα πρόσωπο, το οποίο ταυτόχρονα ανήκει στην ενότητα των στοιχείων αλλά και την υπερβαίνει, ακριβώς επειδή υψώνεται σαν η ίδια η ''περιέχουσα ενότητα'' των στοιχείων. Αναπαριστά δηλαδή την οργανική και νοηματική συνοχή τους. Και όχι απλώς αυτό, αλλά αναδρά στα στοιχεία και τελικά, ίσως θα μπορούσε κανείς να πει, όπως ο Λακάν, πως το ''σημαίνον'' (και εδώ συγκεκριμένα το υπερβατικό σημαίνον) νοηματοδοτεί το ίδιο τα σημαινόμενα, αντί να ''ανακλά'' από τα ''κάτω'' ένα ήδη αρθρωμένο νόημα, σαν παθητικός καθρέφτης τους. Το παράδειγμα με το αντρικό και το γυναικείο σήμα (male-female) πάνω από τις τουαλέτες, ως σημαίνον που αποδίδει το νόημα στα σημαινόμενα αντί να ανακλά τη σημασία τους, είναι χαρακτηριστικό. 
     Αυτό το ''υπερβατικό σημαίνον'', η ''περιέχουσα'' και ''ανώτερη ενότητα'' στο Κράτος που περιγράφει ο Μάρξ, το ίδιο δεν μπορεί να ερείδεται κάπου, δεν αντλεί την καταγωγή και τη σημασία του από κανένα από τα στοιχεία του συνόλου, αντιθέτως φαίνεται να αυτοτίθεται, εξ'ου και οι ''μεταφυσικές'' ιδιότητές του, η ''ελέω Θεού'' εδραίωσή του κλπ (''θεϊκή προυπόθεση'', γράφει ο Μάρξ). Αυτή η υπερβατική ενότητα-κράτος δηλώνει την οργανική ενότητα και την αυτοσχεσία του κοινωνικού σώματος. Όπως γράφει ο Μάρξ, αν και ιστορικό προϊόν, αν και αυτή η κοινότητα έχει γεννηθεί, είναι δηλαδή ένα αποτέλεσμα, το έδαφος και η κοινοτική ιδιοκτησία μοιάζει η ίδια σαν προυπόθεση και βάση της παραγωγικής ζωής της κοινότητας. Η κοινότητα ως όλον είναι μια ανάδυση, μια ιστορική συνάρθρωση των συστατικών της στοιχείων, στην οποία αποδεικνύεται ότι ''το όλον δεν είναι το άθροισμα των μερών''. Τα στοιχεία συναρθρωμένα, σαν ''συναρμολόγηση'' έχουν νέες, πρόσθετες ιδιότητες (αναδυτικές ιδιότητες), που δεν ανάγονται στο άθροισμα των ξεχωριστών τους υπάρξεων. Αυτό το πλεόνασμα είναι η ''υπερβατικότητα'' της ενότητας της κοινωνίας, οργανωμένο σε Κράτος και ενσαρκωμένο στην ανώτερη ''κορυφή'' της κοινοτικής-κρατικής πυραμίδας, στο πρόσωπο του δεσπότη μας, λέει ο Μάρξ, του ''πατέρα'' των κοινοτήτων κλπ (εδώ μπορούν να γίνουν βέβαια συνειρμοί με το ''όνομα του Πατέρα'' στον Λακάν). 
     Το ζήτημα της υπερβατικότητας της ''περιέχουσας ενότητας'', δεν είναι άλλο από μια απλούστατη περίπτωση των προβλημάτων της ''αυτοαναφορικότητας'' και των παραδόξων των συνόλων που τέθηκαν από τη θεωρία των συνόλων. Μπορεί να παραπέμψει κανείς στο έργο των Russel και Whitehead (10), στο γνωστό θεώρημα (θεωρήματα) του Γκέντελ, ακόμη και στο πρώτο ''αφελή'', όπως χαρακτηρίζεται, ορισμό του Καντόρ για τα σύνολα (9). Ο Α.Μπαντιού ασχολείται στη ''Θεωρία του Υποκειμένου''(10) με το πρόβλημα αυτό της εγγεγραμμένης, μέσα στην ταυτότητα, ετερότητας, με το πρόβλημα δηλαδή της αυτοθεμελίωσης (που αφορά φυσικά τα σύνολα), το οποίο έλλογα το συνδέει με το έργο του Χέγκελ και την κριτική του στη παραδοσιακή σύλληψη της ''απόλυτης ταυτότητας'' (Α=Α, ή Εγώ=Εγώ). 

                             Μείωση της πολυπλοκότητας!!!!

     Όλα όσα ειπώθηκαν μοιάζουν με αλλεπάλληλες θεωρητικές επενδύσεις του ίδιου, σταθερά, concept. Με σκοπό λοιπόν τη ''μείωση της πολυπλοκότητας'' και το ξεκαθάρισμα μέσα από αυτό το χάος των πληροφοριών, μπορούμε να ανατρέξουμε στη ''γενική θεωρία των συστημάτων'', ώστε να βρούμε κάποιο κοινό παρονομαστή όλων των εκδοχών της ιδέας της ''υπερβατικής ενότητας'' που συμπυκνώνεται σε ένα πρόσωπο. 
     Μελετώντας τη δυνατότητα της θεωρητικής σύλληψης ενός ''συστημικού πράττειν'', δηλαδή της σύλληψης ενός συστήματος-όλου που πράττει ως ''υποκείμενο'' της δράσης του, ο Hellmut Willke, μαθητής του Niklas Luhmann, εξετάζει τα λεγόμενα ''κοινοπρακτικά συστήματα'', τα οποία αναγνωρίζονται ως φορείς της δράσης και στα οποία καταλογίζονται οι πράξεις τους (αντί να καταλογίζονται στα μέλη τους). Για αυτό μας εισάγει στην έννοια της αυτοπαρατήρησης ή αυτοθεματοποίησης: 
     ''...Όταν κατά συνέπεια τα τελεστικά ενεργήματα  του συστήματος, όπως λ.χ, οι σκέψεις ή οι αναστοχασμοί ενός ψυχικού συστήματος, δεν αναφέρονται απλώς σε άλλα τελεστικά ενεργήματα του συστήματος αλλά στο ίδιο το σύστημα ως όλον, τότε κατ'ανάγκην θα έχει δημιουργηθεί στο ίδιο το σύστημα ένα συνδετικό σημείο, ένας τόπος αναπαράστασης ολόκληρου του συστήματος προς τον οποίο θα μπορούν να αναφέρονται τα τελεστικά ενεργήματά του. Αυτός είναι ακριβώς ο τόποςαυτοπαρατήρησης του συστήματος...η αυτοπεριγραφή αποτελεί κατά κάποιο τρόπο τον πυρήνα μιας ταυτότητας, ένα εσωτερικό μοντέλο ή το μοντέλο του ίδιου του συστήματος μέσα στο σύστημα,στόχος του οποίου δεν είναι η κατά το δυνατό εντελέστερη απεικόνισή του αλλά αντίθετα η επαρκέστερη σύλληψη της τελεστικής βασικής δομής...Το ζήτημα της ταυτότητας, το ερώτημα ''ποιός είμαι'' απαιτεί την αυτοπεριγραφή του προσώπου μέσα στο πρόσωπο, μια εικόνα του προσώπου για τον εαυτό του που να καταγράφει τα ''ουσιώδη χαρακτηριστικά του προσώπου''. Σε ιδεώδεις συνθήκες αυτή η αυτοπεριγραφή ως ταυτότητα του προσώπου ηνιοχεί τα τελεστικά του ενεργήματα, ενώ τα τελεστικά ενεργήματα του προσώπου πραγματώνουν την ταυτότητά του...μπορούμε να βγάλουμε το συμπέρασμα ότι για τα περίπλοκα συστήματα είναι αναγκαίες η αυτοπαρατήρηση, η αυτοθεματοποίηση και αυτοπεριγραφή, καθ'όσον με αυτές παραμένει ζωντανή στη μνήμη η διαδικασία αυτοαναπαραγωγής...Η εσωτερική διαφοροποίηση και η πολυμορφία του συστήματος απαιτεί ούτως ειπείν ένα ''ελάχιστο κοινό πολλαπλάσιο'' εκεί ακριβώς που υφίσταται ανάγκη ταυτότητας (12). Στη συνέχεια προσθέτει πως υπάρχει διαδικασιακή συγκρότηση της ιδιοταυτότητας σαν εσωτερικού μοντέλου και της ετερότητας του συστήματος ως ετερομοντέλου, και πως τελικά η ταυτότητα του συστήματος συγκροτείται στη διαδικασία αλληλοκαθορισμού των δύο αυτών πόλων. Αυτό το ''εσωτερικό μοντέλο'' που αναπαριστά την ουσιώδη ταυτότητα του συστήματος ,και την νοηματική και τελεστική ενότητα των στοιχείων του, είναι για το σύστημα ένα ''υποσύστημα'' που ταυτόχρονα όμως μοιάζει να ''υπερτίθεται'' αυτού. Είναι ένας θεσμός που ''εκπροσωπεί'' το σύστημα στις σχέσεις του με τα στοιχεία-υποσυστήματα και στη σχέση με άλλα ''εξωτερικά'' συστήματα (και τα δύο αυτά είδη σχέσεων θεωρούνται σχέσεις του συστήματος με το περιβάλλον του). Από εδώ προκύπτει λοιπόν και η ''εκπροσώπηση'' του όλου μέσα θεσμικών οργάνων και συγκεκριμένων φορέων (για πληθώρα εμπειρικών παραδειγμάτων, βλ. σελ 243 του βιβλίου του Willke).
    Ο Νίκλας Λούμαν θεωρεί το Κράτος μια ''αυτοθεματοποίηση του πολιτικού συστήματος'', με την παραπάνω έννοια της αυτοπεριγραφής-αυτοπαρατήρησης-αυτοθεματοποίησης. Αν χρησιμοποιήσουμε την έννοια του Κράτους με την ευρύτερη έννοια των Αλτουσέρ, Ντελέζ, Μπαντιού (αλλά και Μάρξ, στα αποσπάσματα που παρέθεσα), τότε μπορούμε να πούμε ότι το Κράτος είναι μια ''αυτοπαρατήρηση του κοινωνικού συστήματος''. Χωρίς αυτή την αυτοπαρατήρηση, το κοινωνικό σύστημα δεν υπάρχει ως σύστημα, δεν δομείται ως Ένα, όπως θα έλεγε ο Αλαίν Μπαντιού, για τον οποίο το Κράτος είναι μια μετα-δομή μέσω της οποίας αναπαρουσιάζονται τα στοιχεία του κοινωνικού πολλαπλού (13). Να σημειωθεί πάντως ότι η σκέψη της γενικής θεωρίας των συστημάτων (όπως και της κυβερνητικής) δεν δέχεται το μπαντιουικό ''έντοπο κενό'' ή την λακανική ''έλλειψη'', αυτός είναι ένας βασικός λόγος που αποτελεί πηγή έμπνευσης των Ντελέζ-Γκουαταρί, όπως άλλωστε και η βιολογία (βλ. τον ''νεοβιταλισμό'' αλλά και ''πανμηχανικισμό'' τους), στην οποία επίσης δεν υπάρχει ''κενό'' (δεν υπάρχει πχ ''κενό'' μέσα στον ανθρώπινο έμβιο οργανισμό). 

                                          Η απονέκρωση του Κράτους

    Το Κράτος είναι, σύμφωνα με όλα τα παραπάνω, μια υπερβατική ενότητα που διαμεσολαβεί το κοινωνικό πολλαπλό. Οι Ντελέζ-Γκουταρί, στα Χίλια Επίπεδα βλέπουν το Κράτος ακριβώς σαν μιαεσωτερικεύουσα, δηλαδή ''διαμεσολαβούσα'', θα μπορούσαμε να πούμε,  Μορφή (14). Βέβαια σε αυτήν τη προσέγγιση, δεν έχουμε καταστήσει ακόμη την ταξική πάλη ως δομικό στοιχείο του Κράτους. Και αυτό ξεκινήσαμε με μια ορισμένη αφετηρία, αποσπάσματα του Μάρξ από τα Grundrisse, όπου μελετώνται κοινωνίες χωρίς ''ταξική σχέση'' υπό τη μαρξική έννοια. Ωστόσο, οι κοινωνίες αυτές διαρθρώνονται μειεραρχία στον καταμερισμό (δεσπότης, άρχοντας, αυτοκράτορας κλπ). Το κείμενο αυτό του Μάρξ αποτέλεσε για τους Ντελέζ-Γκουαταρί και άλλους σημαντικό επιχείρημα με βάση το οποίο στήριξαν την προΰπαρξη του Κράτους έναντι της ταξικής σχέσης. Πιστεύω πως αν θέλουμε και σε αυτή την περίπτωση Κράτους (''ασιατική μορφή'' στον Μάρξ) να εντοπίσουμε την ταξικότητα των ιεραρχικών κοινωνικών σχέσεων στον καταμερισμό εργασίας, θα πρέπει να διευρύνουμε την κλασική μαρξική έννοια των τάξεων, ή μάλλον να αντλήσουμε περισσότερα από τα κείμενα του ίδιου του Μάρξ, αφού δεν είμαι καθόλου σίγουρος ότι η καθεστηκυία στα μαρξιστικά ρεύματα εννοιολόγηση των ''τάξεων'' ανταποκρίνεται στο πνεύμα του ίδιου του μαρξικού έργου.  
      Αφήνω το ζήτημα ανοιχτό, άλλωστε μιλήσαμε για αυτό σε προηγούμενες αναρτήσεις. Ας δούμε τώρα από πιο κοντά, το ζήτημα της ''απονέκρωσης του Κράτους'' με βάση τα παραπάνω. 
       Απονέκρωση του κράτους σημαίνει, μεταξύ άλλων, απονέκρωση αυτής της υπερβατικής ενότητας που εδαφικοποιεί και κωδικοποιεί τα στοιχεία της ως-Ένα, εσωτερικεύοντάς τα στη Μορφή-Κράτος. Φυσικά μπορούμε να παραθέσουμε κείμενα των Μάρξ-Ένγκελς-Λένιν. Θέλω όμως να μείνω σε μια συγκεκριμένη πτυχή της μαρξιστικής πρότασης για την δυνατότητα απονέκρωσης του Κράτους, την οποία αναδεικνύουν με το γλαφυρότερο τρόπο τα παρακάτω λόγια του Ένγκελς: 

''Όσο περισσότερο ο καπιταλιστικός τρόπος παραγωγής πιέζει να μετατραπούν τα μεγάλα κοινωνικά παραγωγικά μέσα σε ιδιοκτησία του Κράτους, τόσο δείχνει ο ίδιος το δρόμο προς την ανατροπή αυτή. Το προλεταριάτο κατακτά την κρατική εξουσία και μετατρέπει πρώτα-πρώτα τα παραγωγικά μέσα σε κρατική ιδιοκτησία. Έτσι, όμως, καταργεί τον ίδιο του τον εαυτό σαν προλεταριάτοκαταργεί όλες τις ταξικές διαφορές και τις ταξικές αντιθέσεις και μ'αυτό και το Κράτος σαν Κράτος. Η κοινωνία που μέχρι σήμερα κινείται μέσα στις ταξικές αντιθέσεις έχει ανάγκη από το Κράτος, δηλαδή από μια οργάνωση τής κάθε φορά εκμεταλλεύτριας τάξης, ώστε να μπορεί να διατηρεί τις εξωτερικές συνθήκες παραγωγής, και ειδικά και κύρια για να κρατάει την τάξη που εκμεταλλεύεται κάτω από συνθήκες καταπίεσης αντίστοιχες με τον εκάστοτε τρόπο παραγωγής (δουλεία, δουλοπαροικία ή φεουδαρχική εξάρτηση, μισθωτή εργασία).Το Κράτος ήταν ο επίσημος αντιπρόσωπος ολόκληρης της κοινωνίας, η σύνθεσή της σ' ένα ορατό σώμα, μα αυτό μόνο για όσον καιρό ήταν το Κράτος της τάξης, η οποία στην εποχή της εκπροσωπούσε ολόκληρη την κοινωνία: στην αρχαιότητα είναι το Κράτος των πολιτών που είναι δουλοκτήτες, στο Μεσαίωνα των φεουδαρχών ευγενών, στην εποχή μας της αστικής τάξης. ’Οταν θα κατορθώσει να γίνει πραγματικά ο αντιπρόσωπος ολόκληρης της κοινωνίας, θα γίνει από μόνο του περιττό. Μόλις πάψουν πια να υπάρχουν κοινωνικές τάξεις για να τις κρατάει στην καταπίεση, μόλις, μαζί με την ταξική κυριαρχία και την πάλη του ατόμου για την ύπαρξη, που βασίζεται στην προηγούμενη αναρχία της παραγωγής, εξαφανιστούν και οι συγκρούσεις και οι υπερβολές που είναι συνέπειά τους, δεν υπάρχει πια τίποτα που θα πρέπει να καταπιεστεί και να κάνει άρα αναγκαία μια κατασταλτική δύναμη, ένα Κράτος. Η πρώτη πράξη που μ’ αυτή εμφανίζεται το Κράτος πραγματικά σαν αντιπρόσωπος ολόκληρης της κοινωνίας - η κατοχή των παραγωγικών μέσων στο όνομα της κοινωνίας - είναι ταυτόχρονα και η τελευταία ανεξάρτητη πράξη. που κάνει σαν Κράτος. Η παρέμβαση τής κρατικής εξουσίας στις κοινωνικές σχέσεις γίνεται στο ένα πεδίο μετά το άλλο περιττή και τότε απονεκρώνεται μόνο του. Η κυβέρνηση προσώπων παραχωρεί τη θέση της στη διαχείριση πραγμάτων και τη διεύθυνση των παραγωγικών λειτουργιών. Το Κράτος δεν «καταργείται», σβήνει (σ.σ αλλού μεταφράζεται ως''απονεκρώνεται''). Απ' αυτή τη θέση, πρέπει να εκτιμήσουμε τη φράση «ελεύθερο λαϊκό Κράτος», τόσο από την άποψη της προσωρινής δικαιολόγησή της σαν προπαγανδιστικό μέσο, όσο και από την οριστική της ανεπάρκεια σαν επιστημονική ιδέα. Από την ίδια θέση πρέπει να κρίνουμε και τις απαιτήσεις των λεγόμενων αναρχικών, πως το κράτος πρέπει να καταργηθεί μέσα σε μια νύχτα'' (16).

   Τί πρέπει να κρατήσουμε από το απόσπασμα αυτό; Το κράτος ως προλεταριακό κράτος αυτοκαταργείται όταν γίνει αντιπρόσωπος πραγματικά όλης της κοινωνίας, ολοκληρωτικά ιδιοποιούμενο, στο όνομά της, τα μέσα παραγωγής της. Αυτό σημαίνει ότι, για τους Μάρξ-Ένγκελς, ο τρόπος άρσης της κρατικής διαμεσολάβησης-εσωτερίκευσης του κοινωνικού πολλαπλού, είναι η πραγματική ολοκλήρωση αυτής της διαμεσολάβησης. Στην εγελιανή διαλεκτική, όταν η διαμεσολάβηση πραγματικά ''πετύχει'', όταν περατωθεί, αυτοαναιρείται η ίδια. Γιατί όταν ολοκληρωτικά πετύχει η διαμεσολάβηση, αναιρούνται και αφομοιώνονται πλήρως τα διαμεσολαβούμενα σε μια νέα, αρνητική ενότητα. Άρα δεν υπάρχει πια ο ''αστερισμός'' των δύο πόλων ώστε να υπάρχει διαμεσολάβηση, όπως θα έλεγε ο Αντόρνο. Η αρνητική ενότητα είναι μια νέα αμεσότητα. Η αμεσότητα είναι διαμεσολάβηση της διαμεσολάβησηςΆρνηση της άρνησης->νέα ενότητα (με εγγεγραμμένο εντός της το αρνητικό). 
   Αυτό σημαίνει πως η μαρξιστική ''απονέκρωση του Κράτους'' ορίζεται ως η κρατική διαμεσολάβηση της κρατικής διαμεσολάβησης του κοινωνικού πολλαπλού. Τί σημαίνει αυτό? H μετατροπή όλων των κοινωνικών σχέσεων σε (κρατικο)πολιτικές σχέσεις σημαίνει την ολοκληρωτική διαμεσολάβηση της κοινωνίας από την κρατικοπολιτική μηχανή. Πράγμα που καταργεί την εξωτερικότητα μεταξύ κράτους και κοινωνίας, η οποία είναι προυπόθεση της ύπαρξης των δύο άκρων ως ξεχωριστώνμε την εξωτερικότητα αυτή συνεπώς να είναι προυπόθεση της ίδιας της κρατικής κυριαρχίας. Γιατί το Κράτος μπορεί να είναι όργανο της άρχουσας τάξης μόνο ως ''σχετικά αυτόνομο'', μόνο αν υπερίπταται κατά κάποιο τρόπο ως ''υπερβατική ενότητα'', ώστε να εσωτερικεύει την ''εμμένεια'' της κοινωνικής ζωής, επιβάλλοντας τα απολύτως ανταγωνιστικά, σε τελική ανάλυση, συμφέροντα της άρχουσας τάξης πάνω στα συμφέροντα της υποτελούς. 
    Η ''απονέκρωση του Κράτους'' ως ''διαμεσολάβηση της διαμεσολάβησης'' με την παραπάνω έννοια, μπορεί να προχωρήσει μόνο όταν αυτό το κράτος είναι κράτος της εργατικής τάξης στο όνομα όλης της κοινωνίας, αφού η εργατική τάξη είναι η ''τάξη που καταργεί κάθε τάξη'', χειραφετώντας όλη την ανθρωπότητα. 
    Έτσι μπορούμε να περάσουμε στην ''Έννοια του Κοινωνικού''. 

            Η Έννοια του Κοινωνικού-η Ιδέα του Κομμουνισμού

   ''Η έννοια είναι το ελεύθερο, η δι'εαυτήν υπάρχουσα εξουσία, της υπόστασης. Είναι ολότητα, μέσα στην οποία καθένα από τα στάδια είναι το όλο που είναι η έννοια, και έχει τεθεί ως αδιαχώριστη ενότητα με αυτό. Έτσι η έννοια μέσα στην ταυτότητά της είναι το καθεαυτό και δι'εαυτό προσδιορισμένο''. ''Η Ιδέα είναι το αληθινό καθ'εαυτό και δι'εαυτό, η απόλυτη ενότητα της έννοιας και της αντικειμενικότητας'' (17).
     Ας ''αποτινάξουμε'' τις προκαταλήψεις μας περί ''απόλυτου απόλυτου (!) ιδεαλισμού'' του Χέγκελ, και ας δούμε τα παραπάνω στο λογικό και όχι στενά οντολογικό τους περιεχόμενο. Έννοια και Ιδέα σχετίζονται με την ελευθερία ως αυτοσχεσία, ως απόλυτο αυτοπροσδιορισμό. Η έννοια είναι η ελεύθερη υποκειμενικότητα που θέτει τον εαυτό της. Η σύλληψη αυτή έγινε γνωστή ως κριτική του Χέγκελ στη σπινοζική Υπόσταση, και έμεινε στην ιστορία ως το εγελιανό Υποκείμενο σαν λογικά ανώτερο στάδιο ανάπτυξης της υπόστασης, που ξεπερνά την αναγκαιότητα και φτάνει στην ελευθερία και την αυτοκίνηση. Η Ιδέα είναι το ακόμη ανώτερο, ύψιστο επίπεδο της λογικής ανάπτυξης, ως ταυτότητα υποκειμένου και αντικειμένου. Τελικά Ιδέα είναι η όλη διαδικασία και η μέθοδος, η οποία ''εκβάλλει'' από τη λογική, τελικά, στη Φύση. 
     Το ουσιώδες εδώ είναι ότι η έννοια και η Ιδέα εμφανίζονται όπως ειπώθηκε ως αυτοσχεσία, απόλυτος αυτοπροσδιορισμός, που προκύπτει από την εξάλειψη του ετεροπροσδιορισμού (εντελώς, αυτό επιτυγχάνεται στο στάδιο της ''Ιδέας''). Δλδ έχει αρθεί κάθε εξωτερικότητα.  Έτσι υποστηρίζω πως για μια διαλεκτική επαναστατική θεώρηση (και διόλου ''μεταφυσική''), η έννοια του κοινωνικού είναι η αυτοσχεσία της κοινωνίας με τον εαυτό της, το ''Κοινωνικό'' ως Υποκείμενο ή καλύτερα ως διαδικασία αυτοπροσδιορισμού.  Άρα η έννοια του κοινωνικού είναι ο κομμουνισμός. Το κοινωνικό σύστημα ως αυτοσυγκροτούμενο, χωρίς την κρατική αλλοτριωτική διαμεσολάβηση. Χωρίς υπερβατικότητα, αλλά ούτε και ''εμμένεια'', που είναι το άλλο της υπερβατικότητας, χωρίς ανταγωνιστικές κοινωνικές τάξεις. Ενώ Ιδέα του κοινωνικού είναι η απόλυτη ταυτότητα του κοινωνικού συστήματος με το περιβάλλον του.Δηλαδή η απόλυτη ταυτότητα εκείνων που ο Χέγκελ ονομάζει ''υποκειμενικότητα'' και ''αντικειμενικότητα''. Μπορούμε να είμαστε σίγουροι πως η ''στιγμή'' αυτή, είναι ένας απόλυτος λογικός ορίζοντας, που δεν πρόκειται να έρθει. ''Περιβάλλον''σε σχέση με το κοινωνικό σύστημα είναι ό,τι είναι έξω του, άλλα κοινωνικά και μη συστήματα, και η ''Φύση'', η Ιστορία, ο χώρος και ο χρόνος. Αλλά και τα ίδια τα άτομα στο βαθμό που δεν απορροφώνται πλήρως από το κοινωνικό πλαίσιο, διατηρώντας την ιδιαιτερότητά τους. Έτσι η Ιδέα πρέπει να συλληφθεί ως ''αρνητική διαδικασία'', όπως θα δούμε παρακάτω.
       Εκείνο όμως που είναι εφικτό είναι η έννοια του κοινωνικού ως σχέση με τον εαυτό, χωρίς Κράτος. Η αυτοσχεσία-αυτοπροσδιορισμός, που διατηρεί μια ελεύθερη σχέση με το ετεροπροσδιορίζον ''Άλλο''. Το Άλλο όμως (βλ. πχ Φύση), δεν καθορίζει την αυτοκαθοριζόμενη κοινωνία. 
       Μετά το γενικό ορισμό της ''έννοιας'' ο Χέγκελ προχωρά στην κατάδειξη των δικών της εσωτερικών όρων που είναι Άλλοι από αυτήν. Πρόκειται όμως για εσωτερικούς όρους και όχι εξωτερικούς. Η διαφοροποίηση του κοινωνικού είναι εντός του κοινωνικού σαν εκδίπλωση της δυναμικής του και ''υλιστική μορφογέννεσή του''. Δεν αντιφάσκει προς την ελεύθερη αυτοσχεσία και αυτοποίησή του. 
       Δεν θα υπάρχει Κράτος που θα διαμεσολαβεί κυριαρχικά. Ωστόσο, μπορούμε να είμαστε σίγουροι πως μια κοινωνία δίχως άρθρωση, περισσότερο ή λιγότερο ''πλαστική'', είναι ανέφικτη. Κανείς από εμάς δεν είναι έτοιμος να στοχαστεί ή να προτείνει τί μπορεί να σημαίνει αυτό. Μπορούμε όμως να φτάσουμε τους συλλογισμούς μέχρι εδώ. 
        
                             (Μερικά) Συμπεράσματα: 

1) Είναι περιττό να πω ότι κάθε κοινωνική θεωρία που δεν προσπαθεί να στοχαστεί την κοινωνική αυτοσχεσία-αυτοποίηση σε ενότητα με τους κοινωνικούς όρους παραγωγής, και διαιωνίζει το ''υπερβατικό σημαίνον'' ή το ''Κράτος'', είναι δομικά ρεφορμιστική, αφού αυτό που ζητά στη πραγματικότητα είναι η μεταρρύθμιση της ''υπερβατικής περιέχουσας ενότητας'', του Κράτους.Τελεία και παύλα από μέρους μου. Αυτό σημαίνει πως συμφωνώ απόλυτα στο κομμάτι της κριτικής των Ντελέζ-Γκουαταρί στη λακανική ψυχανάλυση που αφορούσε τη διαιώνιση, από τη μεριά της λακανικής ψυχανάλυσης-στις πολιτικές της προεκτάσεις-του υπερβατικού σημαίνοντος δηλαδή τη διαιώνιση του Κράτους. Kαι ταυτόχρονα, διαφωνώ με τη λύση που έδωσαν οι Ντελέζ-Γκουαταρί, δηλαδή στη πραγματικότητα με την καμία λύση, την απόλυτη ''απεδαφικοποίηση'', ''αποκωδικοποίηση'' και σχιζοφρενοποίηση των πάντων. 

2) Απέναντι σε κάθε καντιανό-υπερβατικό και υπερβατολογικό Κράτος (με τις όποιες διαφορές, και τις όποιες παραλλαγές), η εγελιανή διαλεκτική είναι σύμμαχος της κομμουνιστικής προσπάθειας και της επαναστατικής, ταξικής θεωρίας, ακριβώς γιατί στην εξωτερικότητα του καντιανού Υποκειμένου και του ''πράγματος καθεαυτού'', έχει να αντιτάξει την αυτοσχεσία του ορισμένου και την ελευθερία της έννοιας. Δηλαδή την αυτοποίηση της κοινωνίας χωρίς έξωθεν ''καταμέτρηση''-''ταξινόμηση''-''υπερκωδίκωση''-κυριαρχία-καταστολή. Η ''αυτοσχεσία'' αυτή είναι έννοια εξαιρετικά σκανδαλώδης σήμερα. Το αυτοσχετιζόμενο κοινωνικό σώμα αυτοδιαμεσολαβείται, αυτοκαθορίζεται κοινωνιοοντολογικά και γνωσιολογικά, παράγοντας τις εμφανίσεις της ενότητάς του όχι σαν ''υπερβατικότητες'' αλλά σαν αντιφεγγρίσματα της δυναμικής του, σαν ομοιώματα που καταργούν τη διάκριση αληθούς-ψευδούς και ''βάθους-επιφάνειας'', σαν ελεύθερα και διαδικασιακά εκλεγόμενες ή ''αυθαίρετες'' εκδοχές του εαυτού.

3) Ο στόχος αυτός είναι ανέφικτος σε ένα μόνο Κράτος, εφόσον στις διακρατικές και γεωπολιτικές σχέσεις πρέπει να εμφανίζεται πάντα μια ''υπερέχουσα ενότητα'' να αμύνεται, να επιτίθεται, να διαπραγματεύεται, και να εκπροσωπεί τα συμφέροντα του όλου κοινωνικού συστήματος, πράγμα που αποδεικνύει κρατική και ταξική καταπίεση και στο εσωτερικό του κοινωνικού συστήματος (και όχι μόνο στις σχέσεις του με άλλα κοινωνικά συστήματα). Μόνο σε κατάσταση ειρήνευσης και διακρατικής συνεργασίας μπορούν να τεθούν οι προϋποθέσεις ''απονέκρωσης του κράτους'' και μετάβασης σε κάτι άλλο (που ενδεχομένως θα είναι κάποιου είδους συλλογική θεσμική υπόσταση διαφοροποιημένη σε διακριτά μέρη, έθνη κλπ). 

4) Η Ιδέα του Κοινωνικού και του Κομμουνισμού είναι η ίδια η διαδικασία συγκρότησης της κοινωνίας ως απόλυτα προσδιορισμένης από τον ίδιο τον εαυτό, δίχως δηλαδή τον ετεροπροσδιορισμό ενός τρόπου παραγωγής ή ενός κράτος, και δίχως το διχασμό σε τάξεις. Η κοινωνία ορίζεται μόνο από τον εαυτό της, είναι σε σχέση με τον εαυτό της. Η πραγματική κίνηση λοιπόν προς την κοινωνία αυτή είναι η Ιδέα του Κοινωνικού, που ταυτίζεται με την ιδέα του κομμουνισμού, η οποία δεν εξαντλείται σε μια κοινωνία ''ελεύθερων και ίσων ανθρώπων''. Σε αυτό το πνεύμα ακριβώς οι Μάρξ και Ένγκελς γράφουν στη Γερμανική Ιδεολογία ότι ''ο κομμουνισμός δεν είναι για μας μια κατάσταση πραγμάτων που πρέπει να εγκαθιδρυθεί, ένα ιδεώδες που σ’ αυτό θα πρέπει να προσαρμοστεί η πραγματικότητα. Ονομάζουμε κομμουνισμό την πραγματική κίνηση που καταργεί τη σημερινή κατάσταση πραγμάτων''. Θα μπορούσαμε να πούμε ότι η διευκρίνισή τους, πως κομμουνισμός δεν είναι ένα ιδεώδες στο οποίο προσαρμόζεται η πραγματικότητα, είναι μια αποστασιοποίησή τους από την κρατούσα ανάγνωση της εγελιανής Ιδέας-μορφής. Ο Κομμουνισμός είναι η ίδια η πραγματική αρνητική κίνηση προς την αταξική κοινωνία, και απαιτεί την ενεργό δράση των ανθρώπων. Με τον ίδιο τρόπο μπορούμε να διαβάσουμε την εγελιανή Ιδέα, όπως και το εγελιανό ''Υποκείμενο'' άλλωστε, ως διαδικασία. 
   Αν αυτή η Κομμουνιστική Ιδέα, που ορίζεται εδώ με τρόπο διαφορετικό από αυτόν του Αλαίν Μπαντιού, είναι η ίδια η διαδικασία, η ίδια η (αρνητική) άπειρη κίνηση προς τον απόλυτο ορίζοντα, η έννοια της κοινωνίας είναι ο κομμουνισμός, όχι με καμία τελολογική έννοια, αλλά ακριβώς επειδή, όπως ήδη ειπώθηκε, με το εγελιανό νόημα του όρου ''έννοια'' κάποιου πράγματος είναι η ελευθερία του από εξωτερικούς προσδιορισμούς, ο αυτοσχετισμός του. Η ίδια η έννοια του κοινωνικού-ο κομμουνισμός, νοηματοδοτείται υπό το θάμβος της ιδέας-κίνησης του κομμουνισμού. Έννοια και Ιδέα σχετίζονταιόχι με κανένα αναπόφευκτο μέλλον της ανθρωπότητας, αλλά με τη ''γνωσιολογική'' και ''λογική'' πτυχή του ζητήματος. Όμως τρόπος ιδεατής σύλληψης μιας κοινωνίας αυτοκαθορισμένης, είναι ηαπάλειψη των εξωτερικών της προσδιορισμών-ετεροπροσδιορισμών. 

5) Στην ''εξίσωση'' αυτή είναι σημαντικό, με τρόπο ξεκάθαρο, να εντοπιστεί η ταξική σχέση, η ταξική πάλη. Όχι μόνο δεν υποβαθμίζω τον ορισμό του Κράτους με βάση αυτήν, αλλά επιμένω στο σημείο αυτό και παραπέμπω σε μελλοντικές αναλυτικές προσπάθειες, τονίζοντας το ζήτημα ως το πιο σημαντικό και το πλέον πολιτικά κρίσιμο. Είναι ολοκάθαρο ότι η ταξική πάλη πρέπει να να συναχθεί από μια ανάλυση που θα σέβεται τη διάσταση της αντικειμενικά φαινόμενης υπερβατικότητας του Κράτους, θα την εξηγεί και θα εξηγείται από αυτήν. 

6) Τη δυνατότητα του Κομμουνισμού, μένοντας στους κλασικούς, μπορούμε να πούμε ότι μας την έχει ανοίξει η ''αυτοποίηση του κοινωνικού'', με στρεβλό και ταξικό πάντα τρόπο, ως αυτοποίηση του Κεφαλαίου (της κοινωνικής σχέσης κεφάλαιο) και της κοινωνικής του παραγωγής, με την  διαρκώς αυξανόμενη ''κοινωνικοποίηση της παραγωγής'' (και υπαγωγή της κοινωνίας στο Κεφάλαιο), την αυτοδύναμη (αυτο)διαφοροποίηση του κοινωνικού καταμερισμού της εργασίας και την ολοένα και βαθύτερη αλληλεξάρτηση, που ωθεί σαν από συστημική αναγκαιότητα στον συλλογικό, συνειδητό σχεδιασμό της παραγωγής. Αυτό δεν σημαίνει πως ''η ιστορία βαίνει με το μέρος μας''. Κάθε άλλο, κάθε μέρα που η ανθρωπότητα αργεί να καταλάβει αυτό που συμβαίνει, οδηγείται στο βάραθρο και στο κοινωνικό αδιέξοδο. 
     Η Ιδέα του κομμουνισμού, η ιδέα της αταξικής ακρατικής κοινωνίας, παράγεται ως αντι-εικόνα της κρατικής, ταξικής κοινωνίας κυριολεκτικά στο ''περιθώριο'' αυτής. Η Ιδέα ειδικά του μαρξιστικού προτάγματος του Κομμουνισμού παράγεται ως ιστορική αντι-εικόνα εντός και εκτός μιας συγκεκριμένης κρατικής-ταξικής κοινωνίας, της καπιταλιστικής. Σήμερα, η αντίστοιχη αντι-εικόνα, που πλέον μπορεί να τεθεί με πιο θετικούς όρους, μπορεί να παραχθεί μόνο μέσω της συνειδητοποίησης της αντιφατικής τοποθέτησης της τάξης που πέφτει αντικείμενο εκμετάλλευσης και του ιστορικού της ρόλου, και πρέπει να χειραφετήσει τον εαυτό της καταργώντας τον εαυτό της, απελευθερώνοντας μαζί με άλλες κοινωνικές δυνάμεις την ανθρωπότητα.

7) Ο στρατηγικός στόχος της ''απονέκρωσης του Κράτους'' που διαφοροποιεί τον ρεφορμισμό από την επαναστατική βλέψη, δεν γίνεται με θεωρητικά/στρατηγικά νεροπίστολα ούτε θα ''το βρούμε στο δρόμο''. Η συνειδητοποίηση του τί σημαίνει Κράτος και τί σημαίνει απονέκρωση, ανοίγει το δρόμο. Με βάση το τρόπο που ορίστηκε εδώ η απονέκρωση του Κράτους, πιστεύω ότι μπορεί να γίνει καλύτερα κατανοητή η ''σοσιαλιστική μετάβαση'', όσο και η σοβιετική εμπειρία. Αλλά μπορεί να γίνει κατανοητό και ένα πολύ διαφορετικό πράγμα, που τελικά δεν είναι και τόσο διαφορετικό. Η βαθιά οντολογική και αναλυτική σημασία της μεγάλης σύγκρουσης του Χέγκελ με τον Κάντ. 


      


(1) Κάρλ Μάρξ, ''Βασικές Γραμμές της Κριτικής της Πολιτικής Οικονομίας'' (Grundrisse),τόμος Β', σελ. 359, εκδόσεις Στοχαστής. Όλα τα χωρία που παρατίθενται εδώ βρίσκονται στο υποκεφάλαιο που καλείται ''μορφές που προηγούνται της κεφαλαιοκρατικής συσσώρευσης''. Βλ και παλιότερη ανάρτηση εδώ .
(2) Στο ίδιο, σελ. 360.
(3) Gilles Deleuze and Feliz Guattari, ''Anti-Oedipus-Capitalism and Schizophrenia''University of Minesota Press, Minneapolis. Βλ. ενδεικτικά σελ. 146: ''The immanent unity of the earth as the immobile motor gives way to a transcendent unity of an altogether different nature—the unity of the State; the full body is no longer that of the earth, it is the full body of the Despot, the Unengendered, which now takes charge of the fertility of the soil as well as the rain from the sky and the general appropriation of the productive forces''.
(4) Στο ίδιο, ενδεικτικά σελ. 150: ''The mainspring of such an economy is a veritable surplus value of code:  each detachment from the chain produces, on one side or the other in the flows of production, phenomena of excess and deficiency, phenomena of lack and accumulation, which will be compensated for by nonexchangeable elements of the acquired-prestige or distributed-consumption type.
(5) Γιάννης Σταυρακάκης, ''Ο Λακάν και το Πολιτικό'', σελ 169, εκδόσεις Ψυχογιός. 
(6) Κάρλ Μάρξ, στο ίδιο-''Βασικές Γραμμές της Κριτικής της Πολιτικής Οικονομίας'' (Grundrisse),τόμος Β', σελ.361, εκδόσεις Στοχαστής. 
(7) G.Hegel, ''Philosophy of Right'', παρ. 279, μπορείτε να βρείτε το έργο και τις παρατηρήσεις αυτές του Χέγκελ στο http://www.marxists.org/reference/archive/hegel/. Μερικά σχετικά αποσπάσματα ανάμεσα στις παρατηρήσεις αυτές της παρ. 279: 

''The conception of the monarch is therefore of all conceptions the hardest for ratiocination, i.e. for the method of reflection employed by the Understanding. This method refuses to move beyond isolated categories and hence here again knows only raisonnement, finite points of view, and deductive argumentation. Consequently it exhibits the dignity of the monarch as something deduced, not only in its form, but in its essence. The truth is, however, that to be something not deduced but purely self-originating is precisely the conception of monarchy. Akin, then, to this reasoning is the idea of treating the monarch's right as grounded in the authority of God, since it is in its divinity that its unconditional character is contained. We are familiar, however, with the misunderstandings connected with this idea, and it is precisely this 'divine' element which it is the task of a philosophic treatment to Comprehend''.

If the 'people' is represented neither as a patriarchal clan, nor as living under the simple conditions which make democracy or aristocracy possible as forms of government (see Remark to § 273), — nor as living under some other unorganised and haphazard conditions, but instead as an inwardly developed, genuinelyorganic, totality, then sovereignty is there as the personality of the whole, and this personality is there, in the real existence adequate to its concept, as the person of the monarch.

''At the stage at which constitutions are divided, as above mentioned, into democracy, aristocracy, and monarchy, the point of view taken is that of a still substantial unity, abiding in itself, without having yet embarked on its infinite differentiation and the plumbing of its own depths. At that stage, the moment of the final, self-determining, decision of the will does not come on the scene explicitly in its own proper actuality as an organic moment immanent in the state. None the less, even in those comparatively immature constitutional forms, there must always be individuals at the head. Leaders must either be available already, as they are in monarchies of that type, or, as happens in aristocracies, but more particularly in democracies, they may rise to the top, as statesmen or generals, by chance and in accordance with the particular needs of the hour. This must happen, since everything done and everything actual is inaugurated and brought to completion by the single decisive act of a leader. But comprised in a union of powers which remains undifferentiated, this subjectivity of decision is inevitably either contingent in its origin and appearance, or else is in one way or another subordinate to something else. Hence in such states, the power of the leaders was conditioned, and only in something beyond them could there be found a pure unambiguous decision, a fatum, determining affairs from without. As a moment of the Idea, this decision had to come into existence, though rooted in something outside the circle of human freedom with which the state is concerned. Herein lies the origin of the need for deriving the last word on great events and important affairs of state from oracles, a 'divine sign' (in the case of Socrates), the entrails of animals, the feeding and flight of birds, &c. It was when men had not yet plumbed the depths of self-consciousness or risen out of their undifferentiated unity of substance to their independence that they lacked strength to look within their own being for the final word.

(8) Γιώργος Φαράκλας, ''Γνωσιοθεωρία και Μέθοδος στον Έγελο'', σελ 58, βιβλιοπωλείον της ''Εστίας'' Ι.Δ Κολλάρου & Σίας Α.Ε. 
(9) Για μια ικανοποιητική ''εκλαΐκευση'' του ορισμού του Καντόρ για τα σύνολα και των συνεπειών του σε σχέση με την κοινωνική θεωρία, βλ. Κ.Καστοριάδη, ''Η Φαντασιακή Θέσμιση της Κοινωνίας'', σελ 319 και επ., εκδόσεις Κέδρος. 
(10) Στα ελληνικά, είναι μεταφρασμένη η ''θεωρία των τύπων''ως τμήμα των Principia Mathematica, από τις εκδόσεις ''Στάχυ''.
(11) Alain Badiou, ''The Theory Of Subject'', Continuum, βλ. Part 1 σελ 1-37 και τις αναφορές στον Χέγκελ. 
(12) Hellmut Willke, Eισαγωγή στη Συστημική Θεωρία, εκδόσεις Κριτική, σελ 235-236-237. 
(13) Βλ σχετικά Αlain Badioy, ''Being and Event'', part 1 και 2, σελ 23-104. Bλ. επίσης στα ελληνικά  εδώ, εδώ και εδώ 
(14) Gilles Deleuze-Felix Guattari, ''A Thousand Plateus'', Capitalism and Schizophrenia.Βλ ενδεικτικά σελ 360: ''The State-form, as a form of interiority, has a tendency to reproduce itself, remaining identical to itself across its variations and easily recognizable within the limits of its poles, always seeking public recognition (there is no masked State). But the war machine's form of exteriority is such that it exists only in its own metamorphoses; it exists in an industrial innovation as well as in a technological invention, in a commercial circuit as well as in a religious creation, in all flows and currents that only secondarily allow themselves to be appropriated by the State.
(15) Φρίντριχ Ένγκελς, ''Σοσιαλισμός, Ουτοπικός και Επιστημονικός'', σελ 133-134, εκδόσεις ''Μαρξιστικό Βιβλιοπωλείο-Εργατική Δημοκρατία''. 
(16) Γκ.Χέγκελ, ''Επιστήμη της Λογικής'' (''Μικρή Λογική''), σελ 335-336, εκδόσεις Δωδώνη.
(17) Στο ίδιο,  σελ 432.



Δεν υπάρχουν σχόλια: