Η οικοδόμηση της νέας, της αταξικής κοινωνίας, του κομμουνισμού, δεν αποτελεί απλώς και μόνο μία μετάβαση από κάποιο σχηματισμό σε κάποιον άλλο, αλλά συνιστά την εμφάνιση και την διαμόρφωση ενός ριζικά νέου τύπου κοινωνικής ανάπτυξης. Πρόκειται για μία κοσμοϊστορική αλλαγή, η οποία, ως προς το βάθος, την κλίμακα και τις προοπτικές της υπερβαίνει ακόμα και την μετάβαση της αρχαιότητας από την προ-ταξική στην ταξική κοινωνία. Πρόκειται για μία άρνηση-διαλεκτική άρση, τόσο των ταξικών ανταγωνιστικών τύπων ανάπτυξης της κοινωνίας, όσο και των πριν από αυτούς βαθμίδων, δηλ. ολόκληρης της μέχρι τώρα ιστορίας της ανθρωπότητας και των προϋποθέσεων της. Η επισήμανση αυτή θα πρέπει να υπολογίζεται όταν διατυπώνονται διάφορες εικασίες και εκτιμήσεις σχετικά με τους ρυθμούς οικοδόμησης της νέας κοινωνίας, με τις δυσκολίες που προκύπτουν κ.λ.π. Η επισήμανση αυτή αφορά επίσης τις δυσκολίες, την αντιφατικότητα και τον ιδιαίτερα περίπλοκο χαρακτήρα των σχετικών θεωρητικών προσεγγίσεων..."

Δ. Πατέλη, Μ. Δαφέρμου, Π. Παυλίδη

12/01/2008

ΟΙ ΘΕΣΕΙΣ ΤΟΥ ΚΚΕ ΚΑΙ Ο «ΥΠΑΡΚΤΟΣ»

ΟΙ ΘΕΣΕΙΣ ΤΟΥ ΚΚΕ ΚΑΙ Ο ΟΚΤΩΒΡΗΣ

Ο διάλογος στη βάση της Αριστεράς δεν κλείνει

Στο κενό έπεσαν οι κατασταλτικές προσπάθειες της ηγεσίας του ΚΚΕ να σταματήσει το διάλογο για τον σοσιαλισμό και την αποτίμηση του «υπαρκτού σοσιαλισμού». Η κρίση του υπαρκτού καπιταλισμού ανανεώνει το μάχιμο θεωρητικό ενδιαφέρον για το περιεχόμενο του σοσιαλισμού και τα διακυβεύματα της επαναστατικής ανατροπής των αριστερών και επαναστατών. Ανάμεσα στην καπιταλιστική και στην κομμουνιστική κοινωνία βρίσκεται η περίοδος της επαναστατικής μετατροπής της πρώτης στη δεύτερη. Αυτή η θεμελιώδης διαπίστωση του Μαρξ στην Κριτική του Προγράμματος της Γκότα, επιβεβαιώθηκε, θετικά κι αρνητικά, σαν από την ιστορική εμπειρία της νίκης και της ήττας της Οκτωβριανής Επανάστασης. ΣΥΖΗΤΑΜΕ ΤΙΣ ΘΕΣΕΙΣ ΤΗΣ ΚΕ ΤΟΥ ΚΚΕ (18o Συνέδριο) Για την επιτροπή προσυνεδριακού διάλογου του ΚΚΕ

ΚΩΣΤΑΣ ΜΑΡΚΟΥ

Ο διάλογος στη βάση της Αριστεράς δεν κλείνει

ΠΥΡΟΔΟΤΕΙΤΑΙ ΑΠΟ ΤΗΝ ΚΡΙΣΗ

Ο προβληματισμός, η συζήτηση και η σκληρή, μερικές φορές, αντιπαράθεση που έχει εξαπολυθεί με τη δημοσίευση των Θέσεων της ΚΕ του ΚΚΕ (σ. σ. Δείτε εδώ: ΣΥΖΗΤΑΜΕ ΤΙΣ ΘΕΣΕΙΣ ΤΗΣ ΚΕ ΤΟΥ ΚΚΕ (18o Συνέδριο) και εδώ Για την επιτροπή προσυνεδριακού διάλογου του ΚΚΕ «Για το Σοσιαλισμό», όχι μόνο μέσα στο κόμμα, αλλά σε ολόκληρη την Αριστερά, ακόμη και σε ευρύτερα τμήματα εργαζομένων, έχει ξαφνιάσει πολλούς: Από τον αστικό Τύπο, ο οποίος παρεμβαίνει αποπροσανατολίζοντας και χειραγωγώντας, μέχρι και την πλειονότητα της ηγεσίας του ΚΚΕ. Η τελευταία επιχειρεί να τιθασεύσει την αντιπαράθεση: Είτε με τη μέθοδο της «εγκόλπωσης» μιας ορισμένης κριτικής για να επιβεβαιώσει την κυρίαρχη και – όπως ισχυριζόμαστε – θεμελιακά λαθεμένη άποψή της. Είτε με τη μέθοδο της οργανωμένης απαξίωσης (όπως στην περίπτωση του έργου του Κ. Κάππου), (σ. σ. ΚΩΣΤΑΣ ΚΑΠΠΟΣ ) ακόμη και του πολιτικού εκφοβισμού της αριστερής κριτικής, που κατατίθεται από «εξωκομματικούς», όπως αυτής του Ευτύχη Μπιτσάκη ή του Γιώργου Ρούση (σ. σ. Ε. ΜΠΙΤΣΑΚΗΣ: ΣΤΡΑΤΗΓΙΚΗ ΓΙΑ ΤΟ ΣΟΣΙΑΛΙΣΜΟ και Ρούσης: Θέσεις του ΚΚΕ και σοσιαλισμός ), για «να πέσουν τα στιλό της κριτικής» μέσα στο κόμμα. Κάτι που, τελικά, πιθανότατα δεν πρόκειται να έχει τα αποτελέσματα που η ίδια επιδιώκει. Οι καιροί έχουν αλλάξει: Δεν βρισκόμαστε στη δεκαετία του ’70, όταν το εναπομείναν «κύρος» της ΕΣΣΔ και η αντιπαράθεση των δυο υπερδυνάμεων σκίαζε τη διαφωνία και, πάνω από όλα, την αριστερή κριτική.

Ωστόσο, η δημοσίευση των Θέσεων και ο συνεπακόλουθος διάλογος, που αντικειμενικά πραγματοποιείται στη βάση όλης της Αριστεράς, έστω και διαστρεβλωμένα, έστω και με υψωμένα τείχη και ασχέτως από τις βασικές διαφωνίες μας, ηλεκτρίζει την ατμόσφαιρα μέσα στα πρωτοπόρα τμήματα της Αριστεράς. Δημιουργεί ξανά το ενδιαφέρον για την επανάσταση και τον κομμουνισμό. Χωρίς καμία διάθεση υποτίμησης της συμβολής των Θέσεων του ΚΚΕ, πιστεύουμε ότι το καθοριστικό στοιχείο που οδηγεί στον «εξηλεκτρισμό» του ενδιαφέροντος πρωτοπόρων εργαζόμενων και νέων για το σοσιαλισμό-κομμουνισμό, πρέπει να αναζητηθεί αλλού: Κυρίως, στην ιδεολογική «κατάρρευση» του υπαρκτού καπιταλισμού της εποχής μας, όπως αυτή εκδηλώνεται με την πρωτόγνωρη, πρωτότυπη και πολύμορφη, οικονομική, κοινωνική, πολιτική και πολιτιστική-ηθική κρίση των ημερών μας. Η κρίση, μέσα από τις αγωνίες για τις επιπτώσεις της, πυροδοτεί την έκρηξη των αναζητήσεων αφενός για την αναγκαιότητα και τις νέες δυνατότητες που σπρώχνουν προς έναν καινούργιο γύρο επαναστάσεων, πιο εργατικών, πιο «δημοκρατικών» και πολύ περισσότερο κομμουνιστικών από αυτές του 20ου αιώνα. Αφετέρου για το χαρακτήρα και τη φύση των μετεπαναστατικών κοινωνιών. Κυρίως, για τη δυνατότητά τους, αυτή τη φορά, να μην ηττηθούν στο δρόμο, να μην πισωγυρίσουν, να νικήσουν μέχρι το τέλος. Μέχρι τη διεθνιστική κομμουνιστική απελευθέρωση της ανθρωπότητας από τα δεινά του καπιταλιστικού τρόπου παραγωγής και όλων των εκμεταλλευτικών κοινωνιών, που έχουν συσσωρευθεί εδώ και 6-6.000 χρόνια, περίπου.

ΟΙ ΘΕΣΕΙΣ ΤΟΥ ΚΚΕ ΚΑΙ Ο ΟΚΤΩΒΡΗΣ

Στην προσέγγιση των συγγραφέων των «Θέσεων της ΚΕ του ΚΚΕ Για το Σοσιαλισμό» Ιβλ. www.kke.gr. ), η μελέτη της εμπειρίας, τα πολύτιμα και καθοριστικά συμπεράσματα για τη μεταβατική μετεπαναστατική περίοδο, σε σχέση με το πρόγραμμα στρατηγικής και τακτικής των επαναστατών κομμουνιστών, όχι μόνο δεν βρίσκουν τη θέση που τους αναλογεί, αλλά προσπερνούνται με αφορισμούς, του τύπου «η ιστορική πείρα έδειξε ότι δεν μπορεί να είναι μακρόχρονη». Αυτή η υποτίμηση σχετίζεται με την παράλληλη συσκότιση, αλλά και ορισμένη διαστρέβλωση της μαρξιστικής θεωρίας για τα ποιοτικά χαρακτηριστικά του «σοσιαλισμού». Τόσο οι Μαρξ – Ένγκελς, όσο και ο Λένιν, δεν διαχώριζαν με σινικά τείχη την «κατώτερη» και ανώτερη φάση της κομμουνιστικής κοινωνίας, το «σοσιαλισμό» από τον «κομμουνισμό», όπως διαρκώς τείνουν να κάνουν οι Θέσεις. Είναι, άραγε, μια περιττή βυζαντινολογία όλη αυτή η συζήτηση; Πιστεύουμε πως όχι. Πρώτον, γιατί σχετίζεται με την εκτίμηση για τον αληθινό χαρακτήρα της εξέλιξης της σοβιετικής κοινωνίας. Και δεύτερον, γιατί καθορίζει τα βασικά καθήκοντα τακτικής και στρατηγικής, ιδιαίτερα μετά την πρώτη πράξη-φάση της αντικαπιταλιστικής επανάστασης, την κατάληψη της εξουσίας και το τσάκισμα της αστικής κρατικής μηχανής.

Η Οκτωβριανή Επανάσταση άνοιξε, για πρώτη φορά στην ιστορία, τη δυνατότητα της μετάβασης στον κομμουνισμό και εμφάνισε, στην ίδια την υλική βάση της κοινωνίας, αλλά και στο «εποικοδόμημα» (στη σφαίρα της πολιτικής και του πολιτισμού), κομμουνιστικές τάσεις ανατροπής των καπιταλιστικών σχέσεων: Κλόνισε το ρόλο της ανταλλακτικής αξίας και το νόμο της αξίας γενικά, ενώ προώθησε ένα νέο ποιοτικά ρόλο της αξίας χρήσης. Οργάνωσε συνειδητά την προσπάθεια για την υπέρβαση του εμπορευματικού χαρακτήρα της εργατικής δύναμης, υπονόμευσε το νόμο της υπεραξίας με την κρατική απαλλοτρίωση των εκμεταλλευτών και την προώθηση της κοινωνικής ιδιοκτησίας σε σύγκρουση με την ατομική. Εμφάνισε στοιχεία άμεσα κοινωνικής και σχεδιασμένης εργασίας, μαζί με στοιχεία ενός συνειδητού, πανκοινωνικού σχεδιασμού της παραγωγής, σε αντίθεση με τον άναρχο προσανατολισμό της παραγωγής για την αγορά (αυτά είναι μερικά από τα στοιχεία κομμουνιστικού προσανατολισμού στο υλικό πεδίο της παραγωγής). Για πρώτη φορά, μέσω της σοβιετικής εξουσίας, εμφανίζονται στοιχεία αλλαγής της σχέσης άμεσης/έμμεσης δημοκρατίας, της αντιπροσωπευτικής εργατικής «κυριαρχίας των παραγωγών στις δημόσιες υποθέσεις και στις συνολικές συνθήκες της ύπαρξής τους» (Μαρξ). Η Οκτωβριανή Επανάσταση εμφάνισε στοιχεία πολιτιστικής επανάστασης, ενοποίησης της εκπαίδευσης με την παραγωγή, συνειδητής υπέρβασης του θεσμού της οικογένειας. Ωστόσο, αυτές οι τάσεις κομμουνιστικού προσανατολισμού δεν κυριάρχησαν, δεν νίκησαν και, σε μια πορεία, αντιστράφηκαν, ηττήθηκαν. Το πότε ολοκληρώθηκε αυτή η διαδικασία, θα το δούμε μετά. Το κύριο είναι γιατί ηττήθηκαν οι κομμουνιστικές τάσεις.

Η βασική ερμηνεία των Θέσεων της ΚΕ του ΚΚΕ είναι ότι «από μια περίοδο και μετά, σταδιακά, το Κόμμα έχασε τα επαναστατικά χαρακτηριστικά του κι έτσι έγινε δυνατό να κυριαρχήσουν οι αντεπαναστατικές δυνάμεις μέσα σε αυτό και στην εξουσία στη δεκαετία του 1980». Μέσα στη σχέση των ιδιοκτητών των μέσων παραγωγής με τους άμεσους παραγωγούς βρίσκουμε κρυμμένο το μυστικό και της πολιτικής μορφής, της σχέσης κυριαρχίας και εξάρτησης και της κρατικής μορφής, εξηγούσε ο Μαρξ (στη Γερμανική Ιδεολογία, στο Κεφάλαιο κ. ά.). Στο πεδίο της υλικής παραγωγής και της ταξικής πάλης πρέπει να αναζητήσουμε την εμφάνιση του οπορτουνισμού στο κόμμα και τη σταδιακή αποξένωση των εργατών από τη σοβιετική εξουσία και όχι το αντίθετο.

Στη μετεπαναστατική μεταβατική περίοδο, μετά το άλμα της κατάληψης της εξουσίας κι ενώ, μέσα από αυτήν, η επαναστατική εργατική τάξη αποκτά την ηγεμονία απέναντι στην ηττημένη αστική τάξη και τους συμμάχους της, οι αστικές σχέσεις παραγωγής και εκμετάλλευσης εξακολουθούν να κυριαρχούν, παρά την εμφάνιση των πρώτων σπερμάτων κομμουνιστικού προσανατολισμού. Το ποιες σχέσεις θα κυριαρχήσουν τελικά, εξαρτάται από την έκβαση μιας σκληρότατης ταξικής διαπάλης, η οποία αναπτύσσεται ακριβώς σε αυτό το έδαφος της μεταβατικής περιόδου. Για αυτό δεν επιτρέπεται η υποτίμησή της. Πάνω σε αυτή τη βασική διαπίστωση, πρέπει να σκεφτούμε, το ρόλο που παίζουν μετεπαναστατικά οι αστικές τάσεις ακόμη και στην προλεταριακή «κρατική μορφή» των σοβιέτ, παρά την ηγεμονία της επαναστατικής εργατικής πλευράς. Η σοβιετική εμπειρία δείχνει τη σκληρή διαπάλη απέναντι στις αστικές τάσεις μέσα στην επαναστατική εξουσία προκειμένου αυτή να μετατραπεί σε δικτατορία του προλεταριάτου, σε εργατική δημοκρατία με την πλήρη έννοια. Δηλαδή, με την έννοια του κράτους μιας κυρίαρχης και κοινωνικοοικονομικά εργατικής τάξης. Ο ίδιος ο Λένιν διαπίστωνε για τα σοβιέτ, στα πρώτα χρόνια μετά την επανάσταση, ότι «ονομάζουμε δικό μας ένα μηχανισμό, που στην πραγματικότητα, μας είναι ριζικά ξένος και αποτελεί ένα σύμφυρμα από αστικές και τσαρικές επιβιώσεις»!

Οι αναπτυσσόμενες κομμουνιστικές τάσεις στη σοβιετική κοινωνία ηττήθηκαν στο πεδίο, πρώτα από όλα, της άμεσης υλικής παραγωγής. Για παράδειγμα: Οι εργοστασιακές επιτροπές, αμέσως μετά την επανάσταση, ήταν ο κύριος μοχλός στήριξης των σοβιέτ και των μπολσεβίκων και είχαν αποφασιστικό ρόλο, ασκώντας εργατικό έλεγχο στους διευθυντές των εργοστασίων. Προοπτικά μπορούσαν, μαζί με το εργοστασιακό κλαδικό σοβιέτ, να μετεξελιχθούν σε όργανα εργατικής αυτοδιεύθυνσης στην παραγωγή και στον πανκοινωνικό σχέδιο, κάτω από τη μπαγκέτα του ενιαίου εργατικού κράτους. Ωστόσο, ήδη από το 1918, τους αφαιρούνται σταδιακά οι αποφασιστικές λειτουργίες, για να καταλήξουν σε διακοσμητικά όργανα, προς το τέλος της δεκαετίας του ’20. Στη δεκαετία του ’30, της «νίκης του σοσιαλισμού σε μια χώρα», απαγορεύεται ακόμη και η πολιτική συζήτηση στους χώρους εργασίας, αλλά και κάθε κριτική στο έργο των διευθυντών (βλ. το σπουδαίο έργο του Σαρλ Μπετελέμ, Οι Ταξικοί Αγώνες στην ΕΣΣΔ, εκδ. Ράππα, αλλά και Λέον Τρότσκι, Η ΠΡΟΔΟΜΕΝΗ ΕΠΑΝΑΣΤΑΣΗ ) Οι Θέσεις της ΚΕ του ΚΚΕ αναγνωρίζουν κάποιο πρόβλημα σε αυτό, αλλά δεν το ιεραρχούν, αντίθετα μένουν απλά στη διατύπωση ότι «χρειάζεται να μελετηθεί παραπέρα».

Όπως είναι γνωστό, για τη μετεξέλιξη και το χαρακτήρα της σοβιετικής κοινωνίας στη δεκαετία του 1930, το ΝΑΡ έχει διατυπώσει διαμετρικά αντίθετη θέση με αυτήν του ΚΚΕ, διαφορετική και από αυτές των αντικαπιταλιστικών και επαναστατικών ρευμάτων τροτσκιστικής, μαοϊκής ή «σοβιετικής» αναφοράς. Η επαναστατική μεταβατική κοινωνία μετά τον Οκτώβρη, «αποπειράθηκε τη μετάβαση» στην αναπτυγμένη εργατική δημοκρατία, δηλαδή στη δικτατορία του προλεταριάτου με την πλήρη έννοια. Αλλά, «δεν την ανέπτυξε ως το επίπεδο της πλήρους ανατροπής των καπιταλιστικών σχέσεων», ώστε να ανοίξει ο δρόμος για το «άλμα των αλμάτων», την πρώτη βαθμίδα της διεθνιστικής κομμουνιστικής κοινωνίας (Θέσεις του 1ου Συνεδρίου του ΝΑΡ. ΑΠΟΣΠΑΣΜΑ ΑΠΟ ΤΗΝ ΕΙΣΗΓΗΣΗ ΤΟΥ 1ΟΥ ΣΥΝΕΔΡΙΟΥ ΤΟΥ ΝΑΡ και Απόφαση του 1ου Συνεδρίου του ΝΑΡ ) Η πρώτη ουσιαστική ποιοτική τομή εξάλειψης του επαναστατικού ρήγματος του Οκτώβρη, στις κοινωνικές σχέσεις, πραγματοποιείται στη δεκαετία του ’30. Αυτό που καθιερώνεται ως «υπαρκτός σοσιαλισμός», δεν είναι ούτε «κρατικός καπιταλισμός», ούτε «κρατικός» ή «πρώιμος» κλπ., «σοσιαλισμός». Είναι ένας «ιδιόμορφος τρόπος παραγωγής», ανέκδοτος ιστορικά, χωρίς αυτοτελή ιστορική προοπτική. Έχει διαταραγμένα «καπιταλιστικά» χαρακτηριστικά, αλλά χωρίς τον κλασικό καπιταλισμό, διότι ενώ επηρεάζεται, με βαθιές αντιφάσεις, από το ρήγμα του Οκτώβρη, κινείται αντικειμενικά προς το οριστικό κλείσιμό του, το οποίο επιτελέσθη με την κατάρρευση του 1989-’91.

Η ΚΕ του ΚΚΕ υποστηρίζει ότι το καθεστώς που επιβλήθηκε μεταξύ 1928 και 1940, μετά την αναγκαία και «προσωρινή υποχώρηση» (σύμφωνα με τον Λένιν) της ΝΕΠ, ήταν σοσιαλιστικό και η βασική «στροφή» προς την αντεπανάσταση πραγματοποιήθηκε το 1956 με τον Χρουτσόφ και το 20ο Συνέδριο του ΚΚΣΕ. Επίσης, θεωρεί ότι στη δεκαετία του 1930, «κυριάρχησε η σοσιαλιστική παραγωγή» και «πραγματοποιήθηκε ολοκληρωτική κατάργηση των καπιταλιστικών σχέσεων παραγωγής, με την κατάργηση της μίσθωσης ξένης εργατικής δύναμης». Με άλλα λόγια, καταργήθηκε η αστική και η εργατική τάξη και απέμειναν μόνο οι «κολχόζνικοι αγρότες» και τα «διευθυντικά στελέχη στη βιομηχανία», οι οποίοι ήταν και οι μόνοι που έκαναν «κοινωνική αντίσταση». Δικαιολογούν αυτά τα στρώματα ή η «γραφειοκρατία», όπως ισχυρίζονται άλλα ρεύματα, την ύπαρξη ενός τέτοιου κράτους, όπως αυτό στην περίοδο του Στάλιν; Κάτι τέτοιο δεν μπορεί να δικαιολογηθεί με τη «μαρτυρία» του αμερικανού πρέσβη για τη «νομιμότητα» της καταδίκης σε θάνατο του Μπουχάριν ως πράκτορα των Γερμανών (αντίστοιχο παράδειγμα: Κάθε απλός κομμουνιστής θα εξοργιζόταν εάν μια αστική εφημερίδα επικαλούνταν «μαρτυρία» του Πιουριφόι, ότι ο Πλουμπίδης ήταν πράκτορας των Σοβιετικών). Αντίθετα, «το κράτος εμφανίζεται εκεί, τότε και καθόσον, όπου, όταν και εφόσον οι ταξικές αντιθέσεις δεν μπορούν αντικειμενικά να συμφιλιωθούν. Και αντίστροφα: Η ύπαρξη του κράτους αποδείχνει ότι οι ταξικές αντιθέσεις είναι ανειρήνευτες» (Λένιν). Η γιγάντωση του κράτους στη δεκαετία του ’30, αποτελεί απτή απόδειξη ότι αυξήθηκε η εκμετάλλευση, ότι ηττήθηκαν οι σοσιαλιστικές σχέσεις παραγωγής, ότι νίκησαν οι ιδιόμορφες, κρατικά μεταλλαγμένες, αστικές σχέσεις παραγωγής, ότι δημιουργήθηκε και συγκροτήθηκε μια νέα, εκμεταλλευτική, «κρατικοδίαιτη» άρχουσα τάξη, η οποία είχε ανάγκη το δικό της, ιδιόμορφο κράτος, ώστε να καρπώνεται απρόσκοπτα, με την καταπίεση, το επερπροϊόν της ξένης, απλήρωτης, μισθωτής εργασίας.

Κρατικοποίηση δεν σημαίνει κοινωνικοποίηση

Η ΔΙΧΑΣΜΕΝΗ ΙΔΕΟΛΟΓΙΚΗ ΥΠΟΣΤΑΣΗ

Η ΚΕ του ΚΚΕ, αλλά και πολλά άαλα ρεύματα για να στηρίξουν τη θέση ότι η κοινωνία αυτή είχε «περάσει στο σοσιαλισμό» , ταυτίζουν την κρατικοποίηση και τον κεντρικό σχεδιασμό με την κοινωνικοποίηση των μέσων παραγωγής. Ωστόσο, η κρατική απαλλοτρίωση των εκμεταλλευτών από το μεταβατικό εργατικό επαναστατικό κράτος δεν είναι παρά η πρώτη πράξη προς την πλήρη κοινωνικοποίηση της παραγωγής και όχι το τέρμα της.Για να φτάσει η κοινωνία μέχρι εκεί, απαιτείται να αφαιρεθεί από τους καπιταλιστές και η κυριότητα, η επικαρπία, η νομή και η διαχείριση των μέσων παραγωγής και του προιόντος. Και αυτό, με τη σειρά του, απαιτεί να περάσει, όχι μόνο ο έλεγχος, αλλά και η διεύθυνση των εργοστασίων και όλης της παραγωγής και των δημόσιων υποθέσεων στο συλλογικό εργάτη. Ο κεντρικός κρατικός σχεδιασμός είναι η αρχή και όχι το τέλος του δρόμου για το συνειδητό πανκοινωνικό σχεδιασμό των αναγκών και της παραγωγής. Παρόλα αυτά, ολόκληρη η σοβιετική ιθύνουσα τάξη, από τον Στάλιν και τον Χρουτσόφ, μέχρι τον Μπρέζνιες και τον Γκορπατσόφ, μιλούσε και ενεργούσε στο όνομα του «σοσιαλισμού» και του «μαρξισμού-λενινισμού».Για να κατανοήσουμε την αιτία για αυτή τη διχασμένη υπόσταση, ας ανατρέξουμε στον Μαρξ: «Καπιταλιστές και εργάτες είναι εξίσου εγκλωβισμένοι στη μυθοποίηση των κοινωνικών σχέσεων και στην ανεστραμένη σθνείδησή τους και για αυτές. Στον καπιταλιστή εκφράζεται η θετική κυρίαρχη πλευρά, για αυτό βολεύεται με αυτές τις σχέσεις, ενώ ο μισθωτός εργάτης, εγκλωβισμένος από αλλη ακραία πλευρά σαν το καταπιεσμένο μέρος, ωθείται, μέσα από την πράξη, ενάντια στην όλη σχέση, δηλαδή και ενάντια στις παραστάσεις, στις έννοιες και στις αντιλήεις που αντιστοιχούν σε αυτήν». [Κεφάλαιο]. Μέσα στο πλαίσιο του ιδιόμορφου εκμεταλλευτικού συστήματος, οι πραγματικές κονωνικές σχέσεις μυστηκοποιήθηκαν διπλά. Οι κυρίαρχες κοινωνικές δυνάμεις πίστευαν ειλικρινά στον κωδικοποιημένο, στρεβλωμένο και δογματικό «μαρξισμό –λελινισμό» στην επίσημη ιδεολογία του «υπαρκτού σοσιαλισμού», γιατί βολεύονται μέσα στις κοινωνικές σχέσεις του, σαν το ευνοούμενο σκέλος τους. Ενώ οι εργάτες παγιδευμένοι στην ίδια ψευδή συνείδηση, αλλά σαν το καταπιεσμένο σκέλος, τείνουν να αμφισβητούν αυτού του είδους το «μαρξισμό» «λενινισμό», «σοσιαλισμό» και «κομμουνισμό», ξαναγυρίζοντας αυθόρμητα σε οπισθοδρομικές, αστικές, ακόμη και θρησκευτικές δοξασίες και αντιλήψεις, με δεδομένη την ‘ελλειψη οποιασδήποτε συγκροτημένης και σχετικά μαζικής, επαναστατικής παρέμβασης σε αυτές τις κοινωνίες. Γι αυτούς τους λόγους, δεν βρέθηκε κανένα τμήμα της εργατικής τάξης να υπερασπίσει τον «υπαρκτό σοσιαλισμό» όταν κατέρρεε.

ΈΛΛΕΙΨΗ ΑΥΤΟΚΡΙΤΙΚΗΣ

Οι συνέπειες των «λαθών» στην πολιτική γραμμή

ΝΟΣΤΑΛΓΙΑ ΚΑΙ ΔΥΝΑΤΟΤΗΤΕΣ

Οι Θέσεις της ΚΕ του ΚΚΕ επιχειρούν να κάνουν μια ορισμένη κριτική σε θεωρητικές και προγραμματικές απόψεις του ΚΚΣΕ, της Κομμουνιστικής Διεθνούς και των ΚΚ στη Δύση, ειδικά μετά το 1956. Η κριτική στρέφεται και σε κάποια «λάθη» που έγιναν πιο πριν, όπως η διάλυση της Τρίτης Διεθνούς, επί Στάλιν και πρωτύτερα, η διάλυση των «Κόκκινων Συνδικάτων», ή των Κομμουνιστικών Νεολαιών. Ωστόσο, η αυτοκριτική της ΚΕ είναι τόσο ρηχή, που δεν εξετάζει καν την επιρροή και τις επιπτώσεις αυτών των απόψεων και πρακτικών στη διαχρονική εξέλιξη των προγραμμάτων του ΚΚΕ και, πολύ περισσότερο, σήμερα. Έτσι, η σωστή κριτική των απόψεων για την «ειρηνική συνύπαρξη» με τον ιμπεριαλισμό ή με κάποια δήθεν «αντιιμπεριαλιστικά» και «αντιμονοπωλιακά» τμήματα των αστικών τάξεων, δεν συνδέεται με μια αυτοκριτική για την επιλογή της συγκυβέρνησης Τζανετάκη με τη ΝΔ, το 1989. Επίσης, η ηγεσία του ΚΚΕ δεν εξετάζει την επιρροή των απόψεων περί «σταδίων» πριν την επανάσταση (τα οποία και κριτικάρει), στη δική του θέση για «Αντιιμπεριαλιστικό Αντιμονοπωλιακό Δημοκρατικό Μέτωπο» και τη «Λαϊκή Εξουσία». Έτσι, η όποια αυτοκριτική δεν έχει πραγματικά αντίκρισμα στην πολιτική του γραμμή και στην προγραμματική φυσιογνωμία του.

Πολλοί κομμουνιστές, αλλά και απλοί εργαζόμενοι, ακόμη και νέοι άνθρωποι που δεν γνώρισαν τον «υπαρκτό σοσιαλισμό», μπορεί να τείνουν σε μια «νοσταλγία» για αυτόν, όπως πολλοί εργαζόμενοι στις πρώην χώρες του ανατολικού μπλοκ. Συνήθως, αυτή η «επιστροφή σε ένα καλύτερο παρελθόν», εκφράζει την έλλειψη της αυτοπεποίθησης ότι μπορεί να πραγματοποιηθεί μια νέα επανάσταση που θα αρχίσει να οικοδομεί μια άλλη, νέα κομμουνιστική κοινωνία, στο ορατό μέλλον των γενιών μας. Φαινόμενο που εκφράστηκε και στη χώρα μας, με το ρεύμα «επιστροφή στις ρίζρε, το χωριό και την παράδοση», ή με την μικροαστική τεχνοφοβία και την απολίτικη οικολογική ευαισθησία, ειδικά στη δεκαετία του ’90. Όμως, οι τάσεις για νέο γύρο αντικαπιταλιστικών επαναστάσεων με σύγχρονη κομμουνιστική κατεύθυνση, ενώ αποτελούν συνέχεια της Οκτωβριανής Επανάστασης και όλων των μεγάλων επαναστατικών εγχειρημάτων του 20ου αιώνα, έρχονται από το μέλλον της (αντιδραστικής) ανάπτυξης και κρίσης του ολοκληρωτικού καπιταλισμού της εποχής μας. Τα υποκειμενικά λάθη και οι θεωρητικές ανεπάρκειες του εργατικού κινήματος της προηγούμενης εποχής, που επέδρασαν αποφασιστικά στην ήττα, εδράζονταν, σε τελευταία ανάλυση, στην ασφυκτική πίεση που επενεργούσαν τα αντικειμενικά όρια του καπιταλισμού, γενικά και όχι μόνο της Ρωσίας. Τα όρια αυτά διαμόρφωναν σημαντικούς φραγμούς στην ανάπτυξη της επαναστατικής παρέμβασης και σχετίζονται με το επίπεδο ανάπτυξης των αντιφάσεων ανάμεσα στις τάσεις αναπαραγωγής και στις τάσεις ανατροπής του καπιταλισμού στην εποχή του ιμπεριαλισμού/μονοπωλιακού καπιταλισμού. Αντίστροφα, οι «τάσεις διάλυσης» του συστήματος που εμφανίζονται σήμερα, στην εποχή του ολοκληρωτικού καπιταλισμού, σε συνδυασμό με την πρωτοφανή μετατροπή της σύγχρονης εργατικής τάξης στην πιο κοινωνικοποιημένη, διεθνοποιημένη και επιστημονικά συγκροτημένη εκμεταλλευόμενη τάξη όλων των εποχών, αποτελούν εκείνες τις «νάρκες» που αν πυροδοτηθούν μπορούν να «ανατινάξουν» τον καπιταλισμό (σε παραλλαγή της γνωστής ρήσης του Μαρξ από τα Γκρουντρίσε). Οι νέες αυτές σχέσεις και δυνάμεις, μέσα από τα πρωτόγνωρα εμπόδια που παρουσιάζουν, εμπεριέχουν πολύ ανώτερες δυνατότητες από την εποχή του Οκτώβρη, για να οδηγήσουν, όχι μόνο στην πρώτη, πολιτική, επαναστατική νίκη της εργατικής τάξης, αλλά και μέχρι εκείνη τη «στιγμή» που ο δρόμος για την επιστροφή στην εκμετάλλευση θα έχει κλείσει οριστικά, ανοίγοντας την πόρτα για το κομμουνιστικό «βασίλειο της ελευθερίας».

Δεν υπάρχουν σχόλια: