Η οικοδόμηση της νέας, της αταξικής κοινωνίας, του κομμουνισμού, δεν αποτελεί απλώς και μόνο μία μετάβαση από κάποιο σχηματισμό σε κάποιον άλλο, αλλά συνιστά την εμφάνιση και την διαμόρφωση ενός ριζικά νέου τύπου κοινωνικής ανάπτυξης. Πρόκειται για μία κοσμοϊστορική αλλαγή, η οποία, ως προς το βάθος, την κλίμακα και τις προοπτικές της υπερβαίνει ακόμα και την μετάβαση της αρχαιότητας από την προ-ταξική στην ταξική κοινωνία. Πρόκειται για μία άρνηση-διαλεκτική άρση, τόσο των ταξικών ανταγωνιστικών τύπων ανάπτυξης της κοινωνίας, όσο και των πριν από αυτούς βαθμίδων, δηλ. ολόκληρης της μέχρι τώρα ιστορίας της ανθρωπότητας και των προϋποθέσεων της. Η επισήμανση αυτή θα πρέπει να υπολογίζεται όταν διατυπώνονται διάφορες εικασίες και εκτιμήσεις σχετικά με τους ρυθμούς οικοδόμησης της νέας κοινωνίας, με τις δυσκολίες που προκύπτουν κ.λ.π. Η επισήμανση αυτή αφορά επίσης τις δυσκολίες, την αντιφατικότητα και τον ιδιαίτερα περίπλοκο χαρακτήρα των σχετικών θεωρητικών προσεγγίσεων..."

Δ. Πατέλη, Μ. Δαφέρμου, Π. Παυλίδη

4/17/2008

ΚΟΜΜΟΥΝΙΣΜΟΣ: ΤΟ ΑΝΩΤΑΤΟ ΣΤΑΔΙΟ ΤΟΥ ΑΤΟΜΙΚΙΣΜΟΥ


Αντί προλόγου (κολλάζ για τον κομμουνιστικό εγωισμό)«Ολόκληρη η ανθρώπινη ιστορία δεν είναι τελικά παρά η περιγραφή του πως η κοινωνία, αφού οργανώθηκε ενάντια στον εαυτό της, εξακολούθησε και εξακολουθεί, να υπερασπίζεται με σχιζοφρενικό ζήλο την αυτοκαταστροφή της. Η οικοδόμηση του πολιτισμού, της οργανωμένης κοινωνίας και της οικονομίας, σήμανε την απαρχή της εξουσιαστικής συμβίωσης των ανθρώπων, το θάνατο της ελευθερίας, της ατομικότητας και επομένως της συλλογικότητας… Σε μια τέτοια κατάσταση δεν υφίσταται ούτε η ατομικότητα, ούτε η συλλογικότητα, γιατί ο θάνατος της ατομικής ελευθερίας είναι ταυτόχρονα και θάνατος της δυνατότητας για επαφή, επικοινωνία και συλλογική λειτουργία. Σε μια τέτοια κατάσταση η ατομικότητα και η συλλογικότητα είναι θεαματικές, μη πραγματικές, καλουπωμένες σε σχέσεις εμπορευματικές και ανταλλακτικές, δηλαδή σε σχέσεις δέσμευσης και εξουσίας.»Ουτοπία


Κατά πρώτο λόγο, είναι απλό να αποδείξουμε στον Στίρνερ ότι είναι αναπόφευκτο για τον εγωιστή του να γίνει κομμουνιστής εξαιτίας του καθαρού εγωισμού του… Και είναι αλήθεια ότι πρώτα κάνουμε μια υπόθεση από μόνοι μας, μια εγωιστική υπόθεση, προτού κάνουμε οτιδήποτε για να την προωθήσουμε- και ως εκ τούτου ότι, με αυτήν την έννοια, ασχέτως οποιωνδήποτε ενδεχομένων υλικών φιλοδοξιών, είμαστε κομμουνιστές και εξαιτίας του εγωισμού μας, καθώς και εξαιτίας του εγωισμού επιθυμούμε να είμαστε ανθρώπινα όντα και όχι απλά άτομα»Φρίντριχ Ένγκελς


«Η απληστία, στην πλήρη της έννοια, είναι η μοναδική δυνατή βάση της κομμουνιστικής κοινωνίας. Οι παρούσες μορφές απληστίας διαλύονται, εντέλει, διότι αποδεικνύονται ελλιπώς άπληστες.Η ουσία του κομμουνισμού είναι ο εγωισμός, η ουσία του εγωισμού είναι ο κομμουνισμός.»For ourselves


«Η ατομική ιδιοκτησία δυσχεραίνει τον Ατομικισμό σε κάθε βήμα… Με την κατάργηση της ατομικής ιδιοκτησίας, τότε πραγματικά θα έχουμε όμορφο, υγιή Ατομικισμό. Κανείς δε θα χάνει τη ζωή του συσσωρεύοντας αγαθά και σύμβολα αγαθών. Θα ζει. Το να ζεις είναι το πιο σπάνιο πράγμα στον κόσμο. Οι πιο πολλοί άνθρωποι απλά υπάρχουν, αυτό είναι όλο»Όσκαρ Ουάιλντ


«Η ατομική ιδιοκτησία είναι η ίδια η άρνηση του ατομικισμού και της ατομικής περιουσίας. Για τη συντριπτική πλειοψηφία των υπηκόων της δηλ. των προλεταρίων, η ατομική ιδιοκτησία δεν είναι κατά κανένα τρόπο ατομικός πλούτος, αλλά είναι μάλλον απώλεια (πώληση, αποξένωση) του εαυτού, είναι να είσαι άλλος από τον εαυτό σου, να είσαι άλλος για τους άλλους. Ακόμα και οι καπιταλιστές, οι κεφαλαιοκράτες δεν είναι παρά, στην καλύτερη περίπτωση, απλοί πράκτορες του κεφαλαίου- διαχειριστές της δικής τους (και των άλλων) στέρησης. Ο μυθικός “ατομικισμός” της καπιταλιστικής κοινωνίας μπορεί να πραγματωθεί μονάχα μέσα στην άρνησή του και στην άρνηση της κοινωνίας από την οποία εκπηγάζει. Έτσι η Παρισινή Κομμούνα του 1871, η πρώτη πραγματωμένη “δικτατορία του προλεταριάτου”, επιχείρησε να καταργήσει την ιδιωτική ιδιοκτησία, προκειμένου “να κάνει αλήθεια τον ατομικό πλούτο”For ourselves


«ο ντανταϊσμός απαιτεί:I. Τη διεθνή επαναστατική ένωση των δημιουργών και διανοούμενων όλου του κόσμου, με βάση το ριζοσπαστικό κομμουνισμόII. Τη σταδιακή εισαγωγή της αεργίας μέσα από τη γενικευμένη εκμηχάνιση όλων των δραστηριοτήτων (σ.σ. εννοεί της εργασίας). Διότι μονάχα η αεργία θα προσφέρει σε κάθε άτομο τη δυνατότητα να συνειδητοποιήσει την αλήθεια της ζωής και να συνηθίσει επιτέλους να δημιουργεί τις δικές του εμπειρίες.III. Την άμεση κατάργηση κάθε ιδιοκτησίας (την κοινωνικοποίησή της)…»Ρίχαρντ Χύλζενμπεκ


Από το μικροαστικό φιλοτομαρισμό στον επαναστατικό ατομικισμό


1

Για όσους βλέπουν επιφανειακά την επαναστατική ιστορία, βλέπουν στη ρωσική επανάσταση του 1917 τη μεγαλύτερη νίκη του επαναστατικού κινήματος. Οι καταστασιακοί, εύστοχα, στην επικράτηση των μπολσεβίκων είδαν την πιο «επαίσχυντη ήττα», μια φαινομενική επιτυχία που εξελίχθηκε σε θεμελιώδη ήττα, με την άνοδο του ρεφορμισμού και την εγκατάσταση στην εξουσία της κρατικής γραφειοκρατίας: «η μπολσεβίκικη επανάσταση, δεν είναι σε τελική ανάλυση παρά η πιο βαριά ως προς τις συνέπειες ήττα» ( I.S., Για την αθλιότητα των φοιτητικών κύκλων).Με το πραξικόπημα των μπολσεβίκων σε βάρος της συμβουλιακής (σοβιετικής) επανάστασης του 1917, την ανάδυση στην εξουσία μιας νέας γραφειοκρατικής ελίτ και την εγκαθίδρυση της δικτατορίας επί του προλεταριάτου (που ψευδώς αυτοχρίζεται ως δικτατορία του προλεταριάτου) ξαφνικά ο κομμουνισμός έγινε συνώνυμο του ολοκληρωτισμού, της ιδεολογίας της παραγωγικότητας ( σταχανοφισμός και ιεροποίηση της εργασίας, η οποία παρέμεινε μισθωτή), των γκούλαγκ, της στρατιωτικοποίησης, της καταστολής και του επεκτατισμού. Σε τελική ανάλυση, η στρέβλωση και η μπολσεβικοποίηση του κομμουνισμού ήταν οι μεγαλύτερη ήττες του επαναστατικού κινήματος. Ήττες τόσο υλικές, όσο και πνευματικές. Είναι, όμως, ο κομμουνισμός ιδιοκτησία των γραφειοκρατών; Είχαν καμιά σχέση οι γραφειοκρατικές δικτατορίες του «υπαρκτού» με τον κομμουνισμό; Όχι, ο κομμουνισμός δεν είναι ούτε οι γραφειοκράτες, ούτε καν ο Μαρξ ή ο Κροπότκιν.Και, από την άλλη, ο Ατομικισμός ταυτίζεται με το βλέμμα του ευτραφούς επιχειρηματία, που στο αχόρταγο βλέμμα του βλέπουμε, αντί για τις κόρες των ματιών του, το σήμα του δολαρίου; Όχι λοιπόν! Ο κομμουνισμός ανήκει στους ατομικιστές και ο ατομικισμός στους κομμουνιστές!


2

Παιχνίδι με τις λέξεις, θα πουν κάποιοι. Βυζαντινολογίες…Οι λέξεις, όμως, δεν είναι απλά πυροτεχνήματα, είναι κομμάτι της ιστορικής ύλης και της ιστορικής διαδικασίας. “Το να τις εγκαταλείψεις τους σφετεριστές τους, να επινοήσεις νέες λέξεις ή να χρησιμοποιήσεις άλλες λέξεις εξαιτίας της δυσκολίας να ανακτήσεις τις αληθινές, ιστορικές λέξεις, σημαίνει να εγκαταλείπεις το πεδίο στον εχθρό. Είναι μια θεωρητική παραχώρηση που δεν μπορούμε να ανεχθούμε. Το να κάνουμε μια τέτοια παραχώρηση θα σήμαινε μόνο το να συμβάλουμε στη σύγχυση, σε μια σύγχυση που, εν μέρει, σχηματίζει βάση της κατεστημένης τάξης. Η εκ μέρους μας αντιστροφή της προοπτικής, αντιθέτως, προχωρεί στη διαύγαση των ίδιων των όρων της σύγχυσης.”Σ’ αυτό το κείμενο θα νοηματοδοτήσουμε εκ νέου δυο λέξεις, που μέσα στον κόσμο της φαινομενικότητας έχουν διαστρεβλωθεί και κατασυκοφαντηθεί: Ατομικισμός και Κομμουνισμός. Και θα υποστηρίξουμε ότι η Επανάσταση, η Αναρχία, ο Ατομικισμός και ο Κομμουνισμός, όχι απλώς δεν είναι έννοιες αλληλοαποκλειόμενες, αλλά συμπληρώνουν η μία την άλλη, στον αέναο αγώνα για ατομική και συλλογική απελευθέρωση.


3«Το πλούσιο ανθρώπινο ον και η πλούσια ανθρώπινη ανάγκη αντικαθιστούν τον πλούτο και την αθλιότητα της πολιτικής οικονομίας» (Μαρξ)Ένα από τα μεγαλύτερα ψεύδη της ιδεολογίας, απότοκος της ιδεαλιστικής/ χριστιανικής κληρονομιάς, είναι το ψεύδος της ανιδιοτέλειας (ενίοτε και «επαναστατικής»). Ανιδιοτέλεια υποτίθεται ότι είναι να πράττεις δίχως προσωπικό όφελος. Σε έναν κόσμο που ο φιλοτομαρισμός και η ανταλλακτικές σχέσεις είναι ο νόμος, η ανιδιοτέλεια είναι το ιδεολογικό ψέμα που δικαιώνει τη βρωμιά του υπάρχοντος κόσμου. Στη συνηθέστερη περίπτωση η ανιδιοτέλεια, η εργαλειακή χρήση της ανθρωπιάς (η ιδεολογία του ανθρωπισμού) γίνεται το άλλοθι της διαιώνισης της πλέον ταπεινής μορφής απληστίας: της ατομικής ιδιοκτησίας, της γενικευμένης φτώχειας που μασκαρεύεται ως πλούτος. Η ανιδιοτέλεια και ο ανθρωπισμός δεν μπορούν πλέον να κρυφτούν: “είναι ανήθικο να χρησιμοποιείς την ατομική ιδιοκτησία με σκοπό να ανακουφίσεις τα φοβερά δεινά που προκύπτουν από το θεσμό της ατομικής ιδιοκτησίας”. Σε μια κομμουνιστική κοινωνία γνήσιας αλληλεγγύης, χωρίς ανταλλακτικές σχέσεις, η ανιδιοτέλεια θα εξαφανιστεί ως άχρηστη. Γιατί από κάθε μας πράξη θα αντλούμε προσωπική ευχαρίστηση. Κι αυτό θα είναι το προσωπικό μας όφελος. Στην πιο ειλικρινή της εκδοχή (και στην επαναστατική της εκδοχή, από τον κοινωνισμό μέχρι το νετσαγιεφισμό), η ανιδιοτέλεια γίνεται το αυτομαστίγωμα, ο ασκητισμός, η φιλοπονία, η αυτοθυσία, ο καλογερισμός. Παντού και πάντα είχε τα ίδια αποτελέσματα: τα βίαια ξεσπάσματα κατά του εαυτού, την τρέλα. Όπως στις καλόγριες, που η ερωτική στέρηση προκαλεί σεξουαλικές φαντασιώσεις με το Σατανά, έτσι και η ανιδιοτέλεια μετατρέπει την ανθρωπιά και την επανάσταση σε μια αποστειρωμένη και απονευρωμένη φαντασίωση. Δεν είναι ανθρωπιά, είναι η αναπαράστασή της. Δεν είναι επανάσταση, είναι μια απλή και ταπεινή ονείρωξη… Ας βάλουμε τελεία στο ψεύδος της ανιδιοτέλειας, ας βάλουμε τέλος στον ψευδή τεμαχισμό της ατομικότητας και της συλλογικότητας. «Η αυθεντική κοινή ζωή», έλεγε ο Μαρξ, «προέρχεται από την ανάγκη και τον εγωισμό των ατόμων, δηλ. μέσα από την ενεργοποίηση της ίδιας τους της ύπαρξης».«Ένας άνθρωπος που δε σκέφτεται τον εαυτό του δε σκέφτεται καθόλου». Η επανάσταση ξεκινάει από εμάς και καταλήγει πάλι σε εμάς. Εμείς είμαστε η αφετηρία της επανάστασης, εμείς είμαστε η ίδια η επανάσταση ( παρ’ όλα αυτά, δεν είμαστε και λήξη της επανάστασης, καθώς η επανάσταση δεν έχει λήξη…). Μοναδικό επαναστατικό υποκείμενο είναι ο εαυτός μας. Επαναστατούμε, όχι αποδεχόμενοι μια επιβαλλομένη -από τα πάνω- συλλογική ταυτότητα (προλετάριος, μετανάστης κλπ), αλλά αρνούμενοι τους επιβαλλόμενους ρόλους. Επαναστατούμε ως συλλογικότητα ατομικιστών.Ανακεφαλαιώνοντας: στην υπάρχουσα αθλιότητα των ανταλλακτικών/εμπορευματικών σχέσεων, στην υπάρχουσα δικτατορία της κενότητας και της μετριότητας, η ιδιοτέλεια και η ανιδιοτέλεια είναι οι διαφορετικές όψεις του ίδιου νομίσματος. Είναι τα δύο πρόσωπα του Ιανού. Σκάψε βαθιά μέσα στην ανιδιοτέλεια και θα βγεις από την άλλη μεριά…Οι παρούσες μορφές ανιδιοτέλειας διαλύονται, εντέλει, διότι αποδεικνύονται ελλιπώς ανιδιοτελείς…


4

Ο γνήσιος ατομικισμός, ο αυθεντικός εγωισμός πραγματώνεται μόνο μέσω της γνήσιας συλλογικότητας. « Ο “εαυτός” υπάρχει μόνο ως συνεταιρισμός εαυτών, ως μια σύνδεση με άλλους εαυτούς, ως σύμπραξη εαυτών, ως κοινωνία». Ο τεμαχισμός του ατόμου και της κοινωνίας υπάρχει μόνο στα μυαλά των ιδεολόγων (είτε του μεταφυσικού κοινωνισμού, είτε της αντανάκλασής του: του μεταφυσικού ατομικισμού). Δεν υπάρχει εξωκοινωνικό άτομο. Το άτομο πλάθεται από την κοινωνία και την πλάθει ταυτόχρονα: «σκάψε βαθιά μέσα στο άτομο και θα βρεις την κοινωνία. σκάψε βαθιά μέσα στην κοινωνία και θα βρεις το άτομο. Σκάψε βαθιά στο ένα και θα βγεις από την “άλλη” μεριά».Και γι αυτόν ακριβώς το λόγο, ο αγώνας μας είναι αντικοινωνικός και ταυτόχρονα κοινωνικός. Γιατί θέλουμε να συντρίψουμε την υπάρχουσα κοινωνία της αλλοτρίωσης και της γενικευμένης φτώχειας. Γιατί θέλουμε να δραπετεύσουμε από το βασίλειο της αθλιότητας του υπάρχοντος και να δημιουργήσουμε την

κοινωνία των ελεύθερων ατόμων και του γενικευμένου πλούτου.


5

Η υπάρχουσα μορφή του εγωισμού είναι κάτι παραπάνω από ελλιπής. Είναι η ιδιώτευση και η εξατομίκευση, είναι ο φιλοτομαρισμός και η θρησκεία της συσσώρευσης. Είναι η αποξένωση και η απομόνωση. Είναι η αρπαγή και η δίδυμη αδερφή της: η φιλανθρωπία. «Διότι απλούστατα ο καθένας κάτω από την επικράτηση του κεφαλαίου είναι καταδικασμένος να επιδιώκει την απληστία με αυτόν το στενό, περιορισμένο τρόπο». Η κοινωνία της ατομικής ιδιοκτησίας, είναι κοινωνία της μιζέριας, πλούσια μόνο σε φτώχεια (υλική και υπαρξιακή) Πρέπει από σήμερα κιόλας να κηρύξουμε το πόλεμο σ’ αυτόν ψευδο-εγωισμό:«ο εξαθλιωμένος άνθρωπος, τυπικός στην καπιταλιστική κοινωνία, ο αποκαλούμενος “άπληστος”, είναι ένας άνθρωπος που ενθουσιάζεται μονάχα από το χρήμα, που ενδιαφέρεται μονάχα για αποσπάσματα, για θραύσματα άλλων ανθρώπων- να αγοράσει τις δεξιότητές τους, τις υπηρεσίες τους, τα προϊόντα τους, ενώ τα υπόλοιπα “δεν είναι δική του δουλειά”, δεν τον αφορούν. Ζει σε έναν κόσμο γεμάτο πόρνες, δηλαδή σε έναν κόσμο προλεταρίων. Είναι ο αφέντης της μερικής οικειοποίησης ανθρώπου από άνθρωπο. Δηλαδή, της εκμετάλλευσης».Η άρνηση του υπάρχοντος κόσμού περνάει και από την άρνηση του υπάρχοντος ατομικισμού. Είναι ένας ατομικισμός φτωχός, χωλός, ανάπηρος. Ο κόσμος αυτός δε μας κάνει, το ίδιο και ο ατομικισμός του. Ο κομμουνισμός είναι το ανώτερο στάδιο του εγωισμού. Ένας γνήσιος ατομικισμός, μπορεί να πραγματωθεί μονάχα σε μια κοινωνία των από κοινού ηδονών, του κοινωνικού πλούτου (και όχι της πρωτογονιστικής σπάνης). Ο θάνατος του εμπορεύματος, της μισθωτής εργασίας, της αλλοτριωμένης/ εξουσιαστικής κοινωνίας, του κατακερματισμού, του κρατισμού, της πολιτικής, της ιδιωτικής ιδιοκτησίας θα σημάνει την ανατολή του πλήρους Ατομικισμού, του πλήρους Κομμουνισμού, της Αναρχίας…Γιατί, Κομμουνισμός χωρίς Αναρχία και Ατομικισμό, σημαίνει γενικευμένη σκλαβιά. Γιατί, Αναρχία και Ατομικισμός, χωρίς Κομμουνισμό σημαίνει συνέχιση της παρούσας στέρησης και της φτώχειας, με άλλα μέσα, μια παλινδρόμηση. Γιατί, Ατομικισμός χωρίς Αναρχία και Κομμουνισμό, σημαίνει (ακόμα και όταν γίνονται ειλικρινείς απόπειρες ξεπεράσματος του ατομικισμού του υπάρχοντος κόσμου) περικύκλωση από τον κόσμο της ανελευθερίας. Η κατάρρευση αυτού του ατομικισμού είναι θέμα χρόνου.


6.

«στην αστική κοινωνία, όπου οι αντιθέσεις μεταξύ των ανθρώπων, είναι μόνο αντιθέσεις που δεν έχουν να κάνουν με τον ίδιο τον άνθρωπο, είναι ακριβώς οι πραγματικές αντιθέσεις, οι αντιθέσεις ποιότητας που δε διατηρούνται. Ο κομμουνιστής δε θέλει να χτίσει μια συλλογική ψυχή. Θέλει να δημιουργήσει μια κοινωνία όπου οι ψευδείς αντιθέσεις θα εξαφανιστούν. Κι όταν αυτές οι ψευδείς αντιθέσεις εξαφανιστούν, ανοίγουν όλες οι δυνατές πραγματικές αντιθέσεις»ΚάλεσμαΚαι να το πούμε ξεκάθαρα. Ο κομμουνισμός και η αναρχία, δεν είναι κανένας παράδεισος κοινωνικής αρμονίας, δεν ταυτίζεται με τα χαζοχαρούμενα χιλιαστικά κηρύγματα, δε θα γίνουν ξαφνικά όλοι οι άνθρωποι αδέλφια. Ο χιλιασμός, η τελολογία, η εσχατολογία και η προνοιακή αντίληψη της ιστορίας, που μπαίνουν από το παράθυρο στο επαναστατικό κίνημα, πρέπει να πολεμηθούν λυσσαλέα από την επαναστατική θεωρία. Πρέπει να πετάξουμε όλη αυτή τη χριστιανική κληρονομιά του επαναστατικού κινήματος στις χωματερές της ιδεολογίας. Ο κομμουνισμός και η αναρχία είναι η δημιουργία μιας παγκόσμιας κοινότητας πλούτου, γνήσιου πλούτου (υλικού και πνευματικού). Ο πλούτος αυτός καμιά σχέση δεν έχει με τη σημερινή αγχώδη συσσώρευση χρημάτων και εμπορευμάτων (άχρηστων κατά 99%). Ο κομμουνισμός και η αναρχία είναι οι μοναδικές ικανές καταστάσεις που θα δημιουργήσουν το περιβάλλον μέσα στο οποίο θα χτιστεί η ανώτερη μορφή του ατομικισμού.


7

«Ο ντετερμινισμός και ο νόμος αιτίου και αιτιατού, είναι νεκρός από καιρό. Τα επαναστατικά μέσα που χρησιμοποιούμε, ακόμα και η εξέγερση, δεν οδηγούν αναγκαστικά στην κοινωνική επανάσταση. Το μοντέλο, το τόσο αγαπητό στους θετικιστές του προηγούμενου αγώνα, δεν υπάρχει στην πραγματικότητα. Σ’ έναν κόσμο όπου τίποτα δεν είναι αληθινό, όλες οι ελπίδες επιτρέπονται. Το ιστορικό παιχνίδι δε θα μπορούσε ποτέ να είναι ένας νόμος κι ένας πόλεμος την ίδια στιγμή. Και άλλωστε, δε θα είχε κανένα ενδιαφέρον στην πρώτη περίπτωση»Κύκλος Κόλαση- ΛυσσασμένοιΔεν γνωρίζουμε αν η Αναρχία και ο Κομμουνισμός θα πραγματωθούν κάποτε στο μέλλον. Ούτε και μας ενδιαφέρει. Δεν έχουμε καμιά διάθεση για μελλοντολογία. Ούτε πιστεύουμε σε επίγειους παραδείσους. Παρ’ όλα αυτά, αναγνωρίζουμε ότι ο αγώνας για την επαν-οικειοποίηση της ζωής (η “ουτοπία”, όπως χαρακτηρίζεται από τα απονευρωμένα ανθρωπάρια του σήμερα) δεν είναι κάτι μακρινό, υπάρχει και αναπνέει ακόμα και τώρα, στον παλιό κόσμο. Σε κάθε μας πράξη. Το μόνο που μας μένει είναι το γκρέμισμα του παλιού κόσμου, η αναβολή της αναβολής. Όλα τ’ άλλα είναι προφάσεις για αναβολές.


Περί εξουσίας (ακόμη ένα κολλάζ…)


«Η εξουσιαστική/ αυταρχική προσωπικότητα είναι κατ’ ουσίαν η προσωπικότητα σκλάβου, είναι η δουλοπρεπής προσωπικότητα, εκείνη που έχει ανάγκη την εξουσία, που δεν μπορεί να τα καταφέρει δίχως αυτήν. Αυτή η χαρακτηροδομή κρύβει την ουσία της στο ρόλο του αφέντη. Αποκαλύπτει την ουσία της στο ρόλο του δούλου. Η καπιταλιστική κοινωνία είναι θεμελιωμένη στη διευρυμένη και εκτεταμένη αναπαραγωγή της έξης της υποταγής, της αποξένωσης, της αλλοτρίωσης της υποκειμενικότητας, της μισθωτής εργασίας»For ourselves


«Όλοι οι τρόποι διακυβέρνησης είναι αποτυχημένοι. Ο δεσποτισμός είναι άδικος για όλους, συμπεριλαμβανομένου και του δεσπότη, ο οποίος πιθανόν να είναι πλασμένος για καλύτερα πράγματα. Οι ολιγαρχίες είναι άδικες για τους πολλούς και οι οχλοκρατίες άδικες για τους λίγους. Μεγάλες προσδοκίες δημιουργήθηκαν κάποτε για τη δημοκρατία. Αλλά η δημοκρατία απλά σημαίνει ξυλοφόρτωμα του λαού από το λαό για το λαό. Και πρέπει να το πω ότι ήταν καιρός, γιατί κάθε εξουσία εξευτελίζει εντελώς. Εξευτελίζει αυτούς που την ασκούν και εξευτελίζει αυτούς πάνω στους οποίους ασκείται. Όταν χρησιμοποιείται βίαια, ολοκληρωτικά και αδίστακτα, παράγει ένα καλό αποτέλεσμα, δημιουργώντας ή αναδεικνύοντας σε κάποιο βαθμό, το πνεύμα της εξέγερσης και τον Ατομικισμό που θα τη σκοτώσει. Όταν εφαρμόζεται με κάποιο βαθμό ευγένειας και συνοδεύεται από δώρα και ανταμοιβές, διαφθείρει τρομερά. ο λαός, σ’ αυτήν την περίπτωση, έχει λιγότερη συναίσθηση της φρικτής πίεσης που του ασκείται και γι αυτό συνεχίζει τη ζωή του σε ένα είδος χυδαίου βολέματος, σα ζώο που το χαϊδεύουν, χωρίς ποτέ να αντιλαμβάνεται ότι πιθανώς σκέφτεται τις σκέψεις άλλων ανθρώπων, ότι ζει με τους κανόνες άλλων ανθρώπων…“αυτός που θα ήθελε να είναι ελεύθερος”, λέει ένας ωραίος στοχαστής, “δεν πρέπει να προσαρμόζεται”. Και η εξουσία, δωροδοκώντας τους ανθρώπους για να προσαρμόζονται, παράγει ένα χονδροειδές είδος υπερτροφικής βαρβαρότητας ανάμεσά μας»Όσκαρ Ουάιλντ


«Η δημοκρατία- κι αυτό ισχύει για όλες τις μορφές διακυβέρνησης- είναι μια αντίφαση, ένα ψέμα και στην ουσία μια καθαρή υποκρισία. Η πολιτική ελευθερία είναι μια φαινομενική ελευθερία και η χειρότερη μορφή σκλαβιάς, το πρόσχημα της ελευθερίας και άρα η χειρότερη υποδούλωση. Το ίδιο ισχύει και για την πολιτική ισότητα. Γι αυτό η δημοκρατία πρέπει να γίνει κομμάτια, όπως και κάθε άλλη μορφή διακυβέρνησης»Φρίντριχ Ένγκελς


«Ο Σοσιαλισμός, ο Κομμουνισμός, ή όπως κανείς διαλέξει να τον ονομάσει, μετατρέποντας την ατομική ιδιοκτησία σε δημόσιο πλούτο και αντικαθιστώντας τον ανταγωνισμό με τη συνεργασία, θα επαναφέρει την κοινωνία στη σωστή κατάσταση ενός εξολοκλήρου υγιούς οργανισμού και θα διασφαλίσει την υλική ευμάρεια καθενός μέλους της κοινότητας. Θα αποδώσει, στην ουσία, στη Ζωή το σωστό θεμέλιο και το κατάλληλο περιβάλλον. Αλλά, για την πλήρη ανάπτυξη της Ζωής στο ύψιστο στάδιο της τελειότητας, χρειάζεται κάτι ακόμα. Αυτό που χρειάζεται είναι ο Ατομικισμός. Εάν ο σοσιαλισμός είναι αυταρχικό, εάν υπάρχουν κυβερνήσεις οπλισμένες με οικονομική ισχύ, εάν με μια λέξη, πρόκειται να έχουμε Βιομηχανικές Τυραννίες, τότε το τελευταίο στάδιο του ανθρώπου θα είναι χειρότερο από το πρώτο»Όσκαρ Ουάιλντ


Πηγές::For ourselves Δικαίωμα στην απληστία, εκδ. Ερατώ/ Όσκαρ Ουάιλντ: Η ψυχή του ανθρώπου στο σοσιαλισμό, εκδ Στοχαστής/ Ρίχαρντ Χύλζενμπεκ: Εμπρός Νταντά, εκδ. Ελεύθερος Τύπος/ Συμμορία με προλεταριακή μνήμη: Η εξέγερση του παρισινού προλεταριάτου και η ανακήρυξη της Κομμούνας του 1871/ Κύκλος Κόλαση-Λυσσασμένοι: επαναστατικό κίνημα και αυτοδιαχειριζόμενος καπιταλισμός/ Κάλεσμα / Ουτοπία/ Πανοπτικόν






3/20/2008

Η ΙΣΤΟΡΙΚΗ ΑΜΕΤΑΒΛΗΤΟΤΗΤΑ ΤΟΥ ΜΑΡΞΙΣΜΟΥ

- Συγκέντρωση του Μιλάνου, 7 Σεπτεμβρίου 1951-

1. Δεν χρησιμοποιούμε τον όρο «μαρξισμός» υπό την έννοια μιας διδασκαλίας που ανακαλύφθηκε ή παρουσιάστηκε από τον Καρλ Μαρξ ως άτομο, αλλά αναφορικά με τη διδασκαλία που εμφανίζεται μαζί με το σύγχρονο βιομηχανικό προλεταριάτο και η οποία το «συνοδεύει» σε ολόκληρη την πορεία της κοινωνικής επανάστασης. Διατηρούμε, επίσης, τον όρο «μαρξισμός», παρά την τεράστια σπέκουλα και την εκμετάλλευσή που έχει υποστεί από σειρά αντεπαναστατικών κινημάτων.

2. Ο μαρξισμός, με τη μόνη έγκυρη σημασία της λέξης, βρίσκεται σήμερα αντιμέτωπος με τρεις βασικές ομάδες αντιπάλων. Η πρώτη ομάδα είναι οι αστοί, που διατείνονται ότι ο εμπορευματικός-καπιταλιστικός τύπος οικονομίας είναι και ο έσχατος, θεωρούν αυταπάτη την προοπτική της ιστορικής του υπέρβασης από το σοσιαλιστικό τρόπο παραγωγής και, κατά συνέπεια, απορρίπτουν πλήρως τη διδασκαλία του οικονομικού ντετερμινισμού και της ταξικής πάλης. Η δεύτερη ομάδα είναι οι λεγόμενοι σταλινικοί κομμουνιστές, οι οποίοι διακηρύσσουν ότι αποδέχονται τις μαρξιστικές ιστορικές και οικονομικές διδασκαλίες, αλλά διατυπώνουν και υπερασπίζονται, ακόμη και στις αναπτυγμένες καπιταλιστικές χώρες, μη επαναστατικά αιτήματα, αλλά αιτήματα πανομοιότυπα ή ακόμη και χειρότερα από τα πολιτικά (δημοκρατία) και οικονομικά (ανάπτυξη προς όφελος του λαού) αιτήματα των παραδοσιακών ρεφορμιστών. Η τρίτη ομάδα αποτελείται από αυτούς που δηλώνουν οπαδοί της επαναστατικής διδασκαλίας και μεθόδου, αλλά, παρ' όλα αυτά, αποδίδουν τη σημερινή εγκατάλειψή τους από την πλειοψηφία του προλεταριάτου σε αρχικές ελλείψεις και ανεπάρκειες της θεωρίας και, συνεπώς, υποστηρίζουν ότι αυτές πρέπει να διορθωθούν και να εκσυγχρονιστούν. Αντιμαχόμαστε και τους τρεις -τους αρνητές, τους πλαστογράφους και τους εκσυγχρονιστές- και πιστεύουμε ότι σήμερα οι χειρότεροι είναι οι τελευταίοι.

3. Η ιστορία της μαρξιστικής Αριστεράς, του ριζοσπαστικού μαρξισμού, και, ακριβέστερα, του μαρξισμού, συνίσταται στην αλλεπάλληλη αντίσταση σε όλα αυτά τα «κύματα» αναθεωρητισμού, που καταφέρονται ενάντια σε διάφορες πλευρές της διδασκαλίας και της μεθόδου, αρχής γενομένης από το οργανικά μονολιθικό μόρφωμα που ταυτίζεται με το «Μανιφέστο» του 1848. Σε άλλα κείμενα μπορεί κανείς να βρει την ιστορία των αγώνων στο εσωτερικών των τριών ιστορικών Διεθνών: τους αγώνες ενάντια στους ουτοπιστές, τους εργατιστές, τους ελευθεριακούς, τους ρεφορμιστές και εξελικτικιστές σοσιαλδημοκράτες, τους αρι-στερούς και συντηρητικούς συνδικαλιστές, τους σοσιαλπατριώτες και σήμερα τους εθνικιστές και λαϊκιστές κομμουνιστές. Μια τέτοια πάλη καλύπτει τέσσερις γενεές και, στις διάφορες φάσεις της, δεν ανήκει σε μια σειρά από ονόματα, αλλά σε μια σαφώς διακριτή και συμπαγή σχολή και, με την ιστορική έννοια, σε ένα σαφώς διακριτό κόμμα.

4. Αυτός ο σκληρός και μακροχρόνιος αγώνας θα έχανε τη σύνδεσή του με τη μελλοντική αναζωπύρωση της επανάστασης, αν, αντί για το δίδαγμα της «αμεταβλητότητας», αποδεχόταν την κοινότοπη ιδέα ότι ο μαρξισμός είναι μια θεωρία «σε διαρκή ιστορική επεξεργασία» και ότι αυτή τροποποιείται με την πάροδο και τα διδάγματα των γεγονότων. Αυτή είναι μονίμως η δικαιολογία για όλες τις προδοσίες που έχουν επισωρευτεί στην εμπειρία μας καθώς και η δικαιολογία για όλες τις επαναστατικές ήττες.

5. Η απόρριψη, εκ μέρους του υλισμού, της ιδέας ότι ένα θεωρητικό «σύστημα» που εμφανίζεται σε μια οποιαδήποτε στιγμή -ή, ακόμη χειρότερα, εμφανίζεται μέσα στο νου και συστηματοποιείται μέσα στο έργο ενός συγκεκριμένου ανθρώπου, ενός στοχαστή, ενός ιστορικού ηγέτη ή όλα αυτά μαζί- μπορεί να εμπεριέχει ολόκληρη την πορεία της μελλοντικής ιστορίας, τους νόμους και τις αρχές της με έναν αμετάκλητο τρόπο, δεν γίνεται κατανοητή υπό την έννοια του ότι δεν υπάρχουν συστήματα αρχών που μπορούν να παραμένουν σταθερά για ένα μεγάλο διάστημα της ιστορίας. Απεναντίας, η σταθερότητα τους, η αντοχή τους στη φθορά και η αντίστασή τους στις «βελτιώσεις» σημαίνει ότι αυτά αποτελούν βασικό στοιχείο της ισχύος της «κοινωνικής τάξης» στην οποία ανήκουν, του ιστορικού καθήκοντος και των ιστορικών συμφερόντων της οποίας αντανακλούν. Η αλληλοδιαδοχή τέτοιου είδους συστημάτων και σωμάτων θεωρίας και πράξης δεν συνδέεται με την έλευση ανθρώπων που σηματοδοτούν τα διάφορα στάδια κατά τα οποία αυτά εμφανίζονται, αλλά με την αλληλοδιαδοχή «τρόπων παραγωγής», δηλαδή τύπων υλικής οργάνωσης της ζωής της ανθρώπινης συλλογικότητας.

6. Το ότι, επίσης, έχει αναγνωριστεί ως ολοφάνερα λανθασμένο το τυπικό περιεχόμενο αυτών των σωμάτων διδασκαλίας όλων αυτών των αχανών ιστορικών εποχών, δεν αντικρούει, σύμφωνα με το διαλεκτικό υλισμό, την αναγκαιότητά τους για εκείνη την εποχή και, πολύ λιγότερο μπορεί να κανείς να φανταστεί ότι το λάθος θα μπορούσε να είχε αποφευχθεί εάν οι σοφοί ή οι νομοθέτες σκεφτόντουσαν με καλύτερο τρόπο και ότι αυτοί θα μπορούσαν να αντιληφθούν νωρίτερα τα λάθη τους και να τα διορθώσουν. Κάθε σύστημα έχει την εξήγησή και την αιτία του μέσα στον ιστορικό του κύκλο και τα πιο σημαντικά είναι εκείνα που παρέμειναν οργανικά αμετάβλητα στη διάρκεια μακροχρόνιων αγώνων.

7. Σύμφωνα με το μαρξισμό, στην ιστορία δεν υπάρχει μια συνεχής και βαθμιαία διαδικασία όσον αφορά, πρώτα απ' όλα, το πως οργανώνονται οι παραγωγικοί πόροι, αλλά υπάρχει μια σειρά διαδοχικών αλμάτων που βρίσκονται σε μακρινή απόσταση μεταξύ, τα οποία ανατρέπουν συθέμελα ολόκληρο τον κοινωνικοοικονομικό μηχανισμό. Πρόκειται για αληθινούς κατακλυσμούς, θεομηνίες, ραγδαίες κρίσεις, όπου όλα τα πράγματα αλλάζουν μέσα σε ελάχιστο χρόνο, ενώ για μεγάλο διάστημα όλα παρέμεναν αμετάβλητα, και με τον ίδιο τρόπο συμβαίνουν τα πράγματα στο φυσικό κόσμο, στα άστρα, στο σύμπαν, στη γεωλογία και στην ίδια τη φυλογένεση των ζωντανών οργανισμών.

8. Η ταξική ιδεολογία, καθώς αποτελεί υπερδομή του τρόπου παραγωγής, δεν διαμορφώνεται από την καθημερινή επισώρευση κόκκων γνώσης, αλλά εμφανίζεται μέσα στην τομή μιας βίαιης σύγκρουσης και καθοδηγεί την τάξη που εκφράζει, με μια ουσιωδώς μονολιθική και σταθερή μορφή, σε μια μακρά σειρά αγώνων και αναταραχών έως την κρίσιμη φάση, έως την ιστορική επανάσταση που τη διαδέχεται.

9. Οι ίδιες οι διδασκαλίες του καπιταλισμού, ενώ δικαιολογούν τις κοινωνικές επαναστάσεις του παρελθόντος έως και τις αστικές επαναστάσεις, διατείνονταν ότι από αυτό το σημείο και εξής η ιστορία θα προχωρούσε σε ένα δρόμο βαθμιαίας ανόδου, χωρίς άλλες κοινωνικές καταστροφές, καθώς τα ιδεολογικά συστήματα θα απορροφούσαν με μια βαθμιαία εξέλιξη τη ροή νέων κατακτήσεων τόσο της καθαρής όσο και εφαρμοσμένης γνώσης. Ο μαρξισμός απέδειξε τη σφαλερότητα ενός τέτοιου οράματος για το μέλλον.

10. Ο ίδιος ο μαρξισμός δεν μπορεί να είναι μια διδασκαλία που υποβάλλεται καθημερινά σε διαμόρφωση και αναδιαμόρφωση με καινούργιες συνεισφορές και με την αντικατάσταση «τμημάτων» -κάνοντάς τα να μοιάζουν περισσότερο με μπαλώματα και κουρέλια- επειδή παραμένει ακόμα, μολονότι δεν είναι η τελευταία, μια από τις διδασκαλίες που αποτελούν το όπλο μιας τάξης που την εξουσιάζουν και την εκμεταλλεύονται, μιας τάξης που πρέπει να ανατρέψει τις κοινωνικές σχέσεις και που κάνοντάς το αυτό γίνεται με χίλιους δυο τρόπους ο στόχος των συντηρητικών επιδράσεων των παραδοσιακών σχημάτων και ιδεολογιών των αντίπαλων τάξεων.

11. Μολονότι είναι σήμερα δυνατόν -και μάλιστα από τότε που το προλεταριάτο εμφανίστηκε για πρώτη φορά στο μεγάλο προσκήνιο της ιστορίας- να σχηματίσουμε μια κάποια ιδέα για την ιστορία της μελλοντικής κοινωνίας στην οποία δεν θα υπάρχουν πια τάξεις και, συνεπώς, ούτε πια άλλες επαναστάσεις, πρέπει να υποστηριχθεί ότι κατά τη μακρά περίοδο που θα οδηγήσει σ' αυτήν, η επαναστατική τάξη θα εκπληρώνει το καθήκον της στο βαθμό που θα δρα χρησιμοποιώντας μια διδασκαλία και μια μέθοδο που παραμένει σταθερή και που είναι παγιωμένη σε ένα μονολιθικό πρόγραμμα, καθ' όλη τη διάρκεια της τρομερής πάλης, όπου ο αριθμός των οπαδών, η επιτυχία των φάσεων και των κοινωνικών συγκρούσεων παραμένει εξαιρετικά ευμετάβλητη.

12. Έτσι, παρ’ όλο που η ιδεολογική κληρονομιά της επαναστατικής εργατικής τάξης δεν εί-ναι πλέον αποκάλυψη, μύθος, ιδεαλισμός, όπως συνέβαινε με τις προηγούμενες τάξεις, αλλά θετική «επιστήμη», υπάρχει ακόμη ανάγκη για μια σταθερή διατύπωση των αρχών της και, επίσης, των κανόνων της δράσης της, η οποία εκπληρώνει το ίδιο καθήκον και έχει την ίδια αποτελεσματικότητα με τα παλιά δόγματα, τις κατηχήσεις, τις δέλτους, τις διακηρύξεις πίστεως, τα βιβλία πνευματικής καθοδήγησης, όπως ήταν οι Βέδες, το Ταλμούδ, η Βίβλος και το Κοράνι, ή οι Διακηρύξεις Δικαιωμάτων. Τα σοβαρά λάθη, τόσο στη μορφή όσο και στο περιεχόμενο, που περιέχουν αυτοί οι πανδέκτες όχι μόνο δεν εμπόδισαν, αλλά, τουναντίον, σε πολλές περιπτώσεις συνεισέφεραν στην τεράστια οργανωτική και κοινωνική τους ισχύ, που, μέσα στη διαλεκτική της αλληλουχία, στην αρχή ήταν επαναστατική και ύστερα έγινε αντεπαναστατική.

13. Ενώ ο μαρξισμός αποκλείει οποιαδήποτε έννοια αναζήτησης της «απόλυτης αλήθειας» και δεν βλέπει στη διδασκαλία την περιγραφή ενός αιώνιου πνεύματος ή ενός αφηρημένου Λόγου, αλλά ένα «εργαλείο» δουλειάς και ένα «όπλο» μάχης, αξιώνει, πάνω στην κορύφωση της προσπάθειας και στο απόγειο της μάχης, να μην εγκαταλείπεται ούτε το εργαλείο ούτε το όπλο για «επισκευή», αλλά ότι για να νικήσουμε τόσο στην ειρήνη όσο και στον πόλεμο πρέπει να ξεκινάμε κραδαίνοντας καλά όπλα και χρησιμοποιώντας καλά εργαλεία.

14. Μια καινούργια διδασκαλία δεν μπορεί να εμφανιστεί σε οποιαδήποτε ιστορική στιγμή, αλλά υπάρχουν δοσμένες και πολύ ξεχωριστές –καθώς επίσης και πολύ σπάνιες- περίοδοι στην ιστορία, στις οποίες μπορεί να εμφανιστεί σαν μια δέσμη εκτυφλωτικού φωτός και, εάν η κρίσιμη στιγμή δεν αναφαίνεται και το τρομερό φως δεν φανεί, είναι μάταιο να προσφεύγει κανείς σε κεράκια με τα οποία φωτίζεται ο δρόμος για τον ακαδημαϊκό σχολαστικό και τον αγωνιστή με λιγοστή πίστη.

15. Η τάξη των σύγχρονων προλετάριων, που διαμορφώθηκε στις χώρες που γνώρισαν πρώτες τη μεγάλη καπιταλιστική βιομηχανική ανάπτυξη, έβγαλε τις παρωπίδες της λίγο πριν από τα μέσα του περασμένου αιώνα. Η ολοκληρωμένη διδασκαλία στην οποία πιστεύουμε, στην οποία επιθυμούμε και στην οποία πρέπει να πιστέψουμε, είχε από εκείνη τη στιγμή όλα τα φόντα για να διαμορφωθεί και να διαγράψει μια πορεία αιώνων, την οποία πρέπει να την επαληθεύουμε και την επαναδιαβεβαιώνουμε ύστερα από τεράστιους αγώνες. Είτε αυτή η θέση εξακολουθεί να ισχύει ή η διδασκαλία θα αποδειχθεί ψευδής και η διακήρυξη για την εμφάνισης μιας νέας τάξης με το δικό της χαρακτήρα, το δικό της πρόγραμμα και το δικό της επαναστατικό ρόλο στην ιστορία θα αποδειχθεί μάταιη. Συνεπώς, όποιος προσπαθεί να αντικαταστήσει τμήματα, θέσεις και βασικά άρθρα του μαρξιστικού corpus που κατέχουμε εδώ και περίπου έναν αιώνα, ακυρώνει την ισχύ του με χειρότερο τρόπο από εκείνον που τον αποκηρύσσει ολοκληρωτικά και αναγγέλλει την αποτυχία του.

16. Μετά την «εκρηκτική» περίοδο, στην οποία η ίδια η καινοτομία της νέας επαναεπιβεβαίωσης τής προσέδωσε μια ξεκάθαρη και σαφώς προσδιορισμένη μορφή, ακολούθησε, εξαιτί-ας της σταθεροποίησης της κατάστασης, μια περίοδος που, λόγω του μακροχρόνιου χαρακτήρα της, μπορεί να χαρακτηριστεί –και έτσι πράγματι είναι- από μια ισορροπία στην οποία δεν έχουμε δει βελτίωση και εξέλιξη, αλλά παλινδρόμηση και εκφυλισμό της λεγόμενης ταξικής «συνείδησης». Οι στιγμές που η ταξική πάλη οξύνεται είναι –όπως αποδεικνύει ολόκληρη η ιστορία του μαρξισμού- οι στιγμές που η θεωρία επανακάμπτει για να επιβεβαιώσει λαμπρά τις καταβολές της και την πρώτη ακέραια έκφρασή της: αρκεί να θυμηθούμε την Παρισινή Κομμούνα, την Μπολσεβίκικη Επανάσταση και την πρώτη μεταπολεμική περίοδο στη Δύση.

17. Η αρχή της ιστορικής αμεταβλητότητας των διδασκαλιών που αντανακλούν το καθήκον των πρωταγωνιστριών τάξεων και επίσης των μεγάλων επανόδων στην αρχική αφετηρία, είναι αντίθετη με την κουτσομπολίστικη υπόθεση ότι κάθε γενιά και κάθε εποχή πνευματικού νεωτερισμού μπορεί να υπερνικήσει την προηγούμενη, σύμφωνα με το ανόητο κλισέ της αδιάκοπης γενικής προόδου και άλλες παρόμοιες ανόητες αστικές ιδέες, από τις οποίες λίγοι από εκείνους που φέρουν το όνομα του μαρξιστή είναι πραγματικά απελευθερωμένοι. Αυτή η αρχή ισχύει σε όλες τις μεγάλες περιόδους της ιστορίας.

18. Αυτό εκφράζουν όλοι οι μύθοι και, πάνω από όλα, οι μύθοι για τους ημίθεους ή τους σοφούς που επικοινωνούσαν με το Υπέρτατο Ον. Είναι ανόητο να περιγελάει κανείς τέτοιου είδους αναπαραστάσεις και μόνο ο μαρξισμός έχει ανακαλύψει την πραγματική και την υλική τους υποδομή. Ο Ράμμα, ο Μωυσής, ο Χριστός, ο Μωάμεθ και όλοι οι προφήτες και οι ήρωες που εγκαινίασαν αιώνες ιστορίας των διαφόρων λαών αποτελούν ποικίλες εκφράσεις αυτού του πραγματικού γεγονότος, το οποίο αντιστοιχεί σ’ ένα τεράστιο άλμα στον «τρόπο παραγωγής». Στον παγανιστικό μύθο, η σοφία, δηλαδή η Αθηνά, δεν ξεπροβάλλει από το κεφάλι του Δία, από την υπαγόρευση ολόκληρων τόμων σε χαύνους αντιγραφείς, αλλά από το σφυροκόπημα του εργάτη-θεού Ηφαίστου, που είχε κληθεί για να ανακουφίσει μια ακατάσχετη ημικρανία. Στο άλλο άκρο της ιστορίας και απέναντι στο δόγμα του Διαφωτισμού περί της νέας θεότητας, του Λόγου, πρόβαλλε η κολοσσιαία μορφή του Γράκχου Μπαμπέφ, με την τραχιά θεωρία του, για να πει ότι η φυσική υλική δύναμη οδηγεί πιο μπροστά από το Λόγο και τη γνώση.

19. Δεν λείπουν τα παραδείγματα αναστηλωτών απέναντι σε αναθεωρητικούς εκφυλισμούς, όπως ο ήταν ο Φραγκίσκος αναφορικά με τον Χριστό, όταν ο χριστιανισμός, που εμφανίστηκε για την κοινωνική λύτρωση των ταπεινών, βολεύτηκε μέσα στις αυλές των μεσαιωνικών αρχόντων• όπως ήταν οι Γράκχοι σε σχέση με τον Βρούτο, και όπως τόσες φορές οι πρόδρομοι μιας ανερχόμενης τάξης έπρεπε να είναι σε σχέση με τους επαναστάτες που αποστάτησαν, κατά την ηρωική περίοδο των προηγούμενων τάξεων: τους αγώνες στη Γαλλία, το 1831, το 1848 και το 1849 και σε αναρίθμητα άλλα γεγονότα σε ολόκληρη την Ευρώπη.

20. Η θέση μας είναι ότι όλα τα μεγάλα πρόσφατα γεγονότα αποτελούν ξεκάθαρες και α-διαμφισβήτητες επιβεβαιώσεις της μαρξιστικής θεωρίας και των προβλέψεών της. Αυτό το αναφέρουμε, πάνω απ’ όλα, για τα σημεία που έχουν προκαλέσει –για μια ακόμα φορά- μεγάλες αποστασίες από το ταξικό πεδίο και προκαλούν την αμηχανία ακόμη σε εκείνους που θεωρούν τις σταλινικές θέσεις εντελώς οπορτουνιστικές. Αυτά τα σημεία είναι η έλευση των ολοκληρωτικών και συγκεντρωτικών καπιταλιστικών μορφών στο οικονομικό καθώς και στο πολιτικό πεδίο, η διευθυνόμενη οικονομία, ο κρατικός καπιταλισμός, οι ανοιχτά αστικές δικτατορίες και, από την άλλη μεριά, το προτσές της ρωσικής και ασιατικής κοινωνικής και πολιτικής εξέλιξης. Διαπιστώνουμε, επομένως, την επιβεβαίωση της θεωρίας μας καθώς επίσης και τη γένεσή της με μονολιθική μορφή σε μια κρίσιμη εποχή.

21. Όποιος κατορθώσει να αντιπαραθέσει τα ιστορικά γεγονότα αυτής της κοσμογονικής περιόδου ενάντια στη μαρξιστική θεωρία, θα κατορθώσει να αποδείξει ότι αυτή είναι λαθεμένη, εντελώς αβάσιμη και μαζί μ’ αυτήν και κάθε απόπειρα να εξάγει κανείς την κατεύθυνση της ιστορικής πορείας από τις οικονομικές σχέσεις. Ταυτόχρονα, θα κατόρθωνε να αποδείξει ότι σε κάθε φάση τα γεγονότα απαιτούν νέα συμπεράσματα, νέες εξηγήσεις και νέες θεωρίες και, συνεπώς, θα αποδείκνυε τη βιωσιμότητα νέων και διαφορετικών μέσων δράσης.

22. Μια απατηλή διέξοδος από την τωρινή δυσκολία είναι το να παραδεχθεί κανείς ότι η θεωρητική βάση πρέπει να παραμείνει ευμετάβλητη και ότι σήμερα είναι όντως η στιγμή να μπουν νέα κεφάλαια στην ειπωμένη θεωρία και ότι έτσι, με αυτή την ενέργεια του νου, ανατρέπεται η δυσμενής κατάσταση. Αυτό ισοδυναμεί με αληθινή διαστροφή όταν ένα τέτοιο καθήκον το επωμίζονται μικρές ομάδες που η δύναμή τους είναι γελοία και, ακόμα χειρότερα, όταν αυτό προκύπτει από μια ελεύθερη συζήτηση που αποτελεί παρωδία, σε λιλιπούτεια κλίμακα, του αστικού κοινοβουλευτισμού και της περίφημης σύγκρουσης προσωπικών απόψεων, η οποία δεν αποτελεί το πιο σύγχρονο μέσο αλλά μια παμπάλαιη ανοησία.

23. Αυτή τη στιγμή βρισκόμαστε στο κατώτατο σημείο της καμπύλης του επαναστατικού δυναμικού και, συνεπώς, βρισκόμαστε αιώνες μακριά από την εποχή που θα είναι κατάλληλη για τη γένεση γνήσιων ιστορικών θεωριών. Σε μια τέτοια στιγμή, όπου δεν υπάρχει στο εγγύς μέλλον καμία προοπτική μιας μεγάλης κοινωνικής αναταραχής, η πολιτική αποσύνθεση της παγκόσμιας προλεταριακής τάξης δεν είναι μονάχα ένα λογικό στοιχείο της κατάστασης, αλλά είναι επίσης λογικό να υπάρχουν μικρές ομάδες που ξέρουν πώς να κρατούν το οδηγητικό ιστορικό νήμα της μεγάλης επαναστατικής πορείας τεντωμένο σαν ένα μεγά-λο τόξο ανάμεσα σε δύο κοινωνικές επαναστάσεις, υπό τον όρο ότι αυτές οι ομάδες δεν επι-δεικνύουν καμία διάθεση να διαδώσουν τίποτα καινούργιο και παραμένουν αυστηρά προσηλωμένες στις διατυπώσεις του μαρξισμού.

24. Η κριτική, η αμφιβολία και η αμφισβήτηση όλων των παλιών καθιερωμένων αντιλήψεων αποτέλεσαν καθοριστικά στοιχεία της μεγάλης σύγχρονης αστικής επανάστασης, τα τεράστια κύματα της οποίας κατέκλυσαν τις φυσικές επιστήμες, την κοινωνική τάξη πραγμάτων και τις πολιτικές και στρατιωτικές δυνάμεις, τις οποίες, κατόπιν, προήγαν, αλλά με πολύ μικρότερα εικονοκλαστικά άλματα στην επιστήμη της ανθρώπινης κοινωνίας και της πορείας της ιστορίας. Αυτό ακριβώς ήταν το αποτέλεσμα μιας εποχής μεγάλης αναστάτωσης που βρίσκεται στο μεταίχμιο της μεσαιωνικής εποχής των φεουδαρχών και των γαιοκτημόνων, από τη μια, και του καπιταλιστικού μοντερνισμού, απ’ την άλλη. Η κριτική ήταν το αποτέλεσμα και όχι η κινητήρια δύναμη αυτής της τεράστιας και σύνθετης πάλης.

25. Η αμφισβήτηση και ο αυστηρός έλεγχος της ατομικής συνείδησης αποτελούν εκφράσεις της αστικής μεταρρύθμισης ενάντια στη συμπαγή παράδοση και την αυθεντία της χριστιανικής εκκλησίας, τις οποίες αυτή μετέτρεψε στον πιο υποκριτικό πουριτανισμό, με τον οποίο το λάβαρο της αστικής υποταγής στη θρησκευτική ηθική ή στα ανθρώπινα δικαιώματα προώθησε και προστάτευσε την κυριαρχία της νέας τάξης και την καινούργια μορφή υποτέλειας των μαζών. Η προλεταριακή επανάσταση παίρνει τον αντίθετο δρόμο: η ατομική συνείδηση δεν είναι τίποτα, ενώ η ενιαία κατεύθυνση της συλλογικής δράσης είναι το παν.

26. Όταν ο Μαρξ έγραφε στις περίφημες «Θέσεις για τον Φόϋερμπαχ» ότι οι φιλόσοφοι έχουν εξηγήσει με διάφορους τρόπους τον κόσμο, το ζήτημα, όμως, είναι να τον αλλάξουμε, δεν ήθελε να πει ότι η βούληση για την αλλαγή καθορίζει το ίδιο το γεγονός της αλλαγής, αλλά ότι η αλλαγή καθορίζεται πρώτα από τη σύγκρουση συλλογικών δυνάμεων και μονάχα ύστερα λαμβάνει χώρα η κριτική της επίγνωση από τα ατομικά υποκείμενα. Αυτά τα τελευταία δεν ενεργούν χάρη σε μια απόφαση που ωριμάζει σε καθένα από αυτά, αλλά λόγω των επιδράσεων που προηγούνται της επιστήμης και της συνείδησης.

Το δε πέρασμα από τα όπλα της κριτικής στην κριτική των όπλων μετατοπίζει τα πάντα από το νοών υποκείμενο στη μαχόμενη μάζα, ούτως ώστε αυτά τα όπλα να μην είναι μόνο πυροβόλα και κανόνια, αλλά, πάνω απ’ όλα, το πραγματικό όργανο, που είναι η κοινή, ενιαία, μονολιθική και σταθερή διδασκαλία του κόμματος, στην οποία υποτασσόμαστε και με την οποία δεσμευόμαστε όλοι, βάζοντας τέλος σε κάθε κουτσομπολίστικη και φαφλατάδικη συζήτηση.

Μαρξισμός και Ελεύθερο Λογισμικό

Γιώργος Παπανικολάου
17th March 2008

Πρόκειται για δοκίμιο του Raoul Victor που δημοσιεύθηκε στη λίστα του oekonux και μετέφρασε στην ελληνική γλώσσα ο Δημήτρης Παλαιοκώστας. Καθώς, για ιστορικούς λόγους, υπάρχει ένας σημαντικός αριθμός ανθρώπων που ασχολήθηκαν με τον Μαρξισμό στη χώρα μας το δοκίμιο προβάλει μια εξαιρετικά ενδιαφέρουσα οπτική για τις σχέσεις μαρξισμού και ΕΛ/ΛΑΚ. Θα παρουσιαστεί εδώ σε δύο ενότητες.

Θα ασχοληθώ με τρία ερωτήματαΣε ποιο βαθμό ο Μαρξισμός επιβεβαιώνεται από την πραγματικότητα του ελεύθερου λογισμικού;Σε ποιο βαθμό ο Μαρξισμός αμφισβητείται από αυτή την πραγματικότητα ;Ποια σχέση υπάρχει μεταξύ της πάλης των τάξεων και του ελεύθερου λογισμικού;

Αρχικά θα ήθελα να κάνω μερικές παρατηρήσεις σε ότι αφορά το νόημα που προσδίδω στις έννοιες: Ελεύθερο λογισμικό και Μαρξισμός.
Με τον όρο ελεύθερο λογισμικό αντιλαμβάνομαι μία «ηθική» με συγκεκριμένη στάση απέναντι στο λογισμικό. Καταγράφω τέσσερα χαρακτηριστικά1. Δεν υπόκειται σε σχέσεις εμπορικές σχέσεις αγοραστή/πωλητή2. Δεν έχει πατρίδα3. Η συνεργασία αποτελεί τη βάση της δραστηριότητας4. Η ικανοποίηση της προσφοράς προς την κοινότητα αποτελεί στόχο της παραγωγής

Ο Μαρξισμός είναι σαφώς ποιο δύσκολο να κωδικοποιηθεί. Ο Raymond Aron συνήθιζε να λέει ότι ο Μαρξισμός έχει την ιδιαιτερότητα ότι μπορεί να εξηγηθεί σε 5 λεπτά , 5 ώρες , 5 χρόνια ή μισό αιώνα. Εδώ θα ήθελα να κάνω δύο παρατηρήσεις.

-Δεν αποδέχομαι ως Μαρξιστικές τις Σταλινικές ιδεολογίες. Ο Σταλινισμός δεν είναι Μαρξισμός ή καλύτερα είναι μία νόθευση (διαστρέβλωση) η οποία οδηγεί στο αντίθετο των στόχων του Μαρξισμού: αντί για μία παγκόσμια μη εμπορική οικονομία ο Σταλινισμός υπερασπίζεται ένα εθνικό κρατικό καπιταλισμό. Οι μαρξιστές αριστεροί κομμουνιστές της Γερμανίας και της Ολλανδίας το γνώριζαν αυτό από την δεκαετία του 20.

-Ως Μαρξισμό αντιλαμβάνομαι την θεωρία η οποία , μεταξύ άλλων, ισχυρίζεται ότι η εξέλιξη του καπιταλισμού οδηγεί στην δημιουργία μίας νέας μετά-καπιταλιστικής κοινωνίας.

-χωρίς εμπορικές σχέσεις (και πρωτ’απ’όλα χωρίς μισθωτή εργασία)-χωρίς πατρίδες (”Οι εργάτες δεν έχουν πατρίδα”)-βασισμένη στην ελεύθερη συνεργασία των παραγωγών (χωρίς τάξεις), όπου “η ελεύθερη ανάπτυξη του κάθε ένα αποτελεί όρο για την ελεύθερη ανάπτυξη όλων”.

Η σύμπτωση μεταξύ μεταξύ Μαρξισμού και ελεύθερου λογισμικού είναι εντυπωσιακή. Αυτό μας οδηγεί στο πρώτο ερώτημα: Σε ποιο βαθμό ο Μαρξισμός επιβεβαιώνεται από τη εμφάνιση του ελεύθερου λογισμικού;

Ο Μαρξ δεν επινόησε τον κομουνισμό. Σε πρωτόγονη μορφή , ο κομουνισμός είναι μία πολύ παλιά ιδέα. Οι σκλάβοι τις αρχαιότητας τον ονειρεύτηκαν , όπως επίσης και κάποιοι από τους πρώτους χριστιανούς , ή τους τους εξεγερμένους χωρικούς του μεσαίωνα. Δεν γνωρίζω όλες τις θρησκείες οι οποίες πιστεύουν στον παράδεισο, αλλά σίγουρα δεν γνωρίζω καμία στην οποία τα χρήματα και οι εμπορικές σχέσεις να κυβερνούν τον παράδεισο.

Ο Μαρξ ανέπτυξε την άποψη ότι για πρώτη φορά στην ιστορία η υλοποίηση του ονείρου καθίσταται δυνατή με την ανάπτυξη του καπιταλισμού , όπως ακριβώς ο καπιταλισμός δημιουργήθηκε αιώνες πριν μέσα από την ανάπτυξη της φεουδαρχίας. Η νέα κοινωνία θα είναι το αποτέλεσμα της εξέγερσης των παραγωγικών δυνάμεων ενάντια στις καπιταλιστικές σχέσεις παραγωγής.

Για τον Μαρξ , η ιστορία δεν έχει κάποιο στόχο, αλλά μία κατεύθυνση κίνησης: την ανάπτυξη των παραγωγικών δυνάμεων, δηλαδή των ανθρώπινων και υλικών μέσων παραγωγής της κοινωνικής ζωής. Οι σχέσεις παραγωγής είναι οι σχέσεις που αναπτύσσουν οι άνθρωποι για την χρήση των παραγωγικών δυνάμεων. Σε τελική ανάλυση οι παραγωγικές σχέσεις καθορίζονται από την ανάγκη ανάπτυξης των παραγωγικών δυνάμεων. Μία πολύ γνωστή φράση του Μαρξ λέει: ¨Ο χειροκίνητος μύλος σας δίνει την κοινωνία με τον άρχοντα φεουδάρχη , ο ατμοκίνητος μύλος σας δίνει τον βιομηχανικό καπιταλιστή».

Η ιστορική εξέλιξη δεν είναι αρμονική. Η ροή της είναι ανώμαλη, αντιφατική, με μεγάλα άλματα μπροστά και περιόδους οπισθοχώρησης. Είναι το αποτέλεσμα της πάλης των αντιθέσεων. Παραδείγματος χάριν : η φεουδαρχία επέτρεψε την ανάπτυξη του εμπορίου αλλά σε κάποιο βαθμό ανάπτυξης, οι φεουδαρχικές σχέσεις έγιναν εμπόδιο στην ανάπτυξή του. Εντός του φεουδαρχικού συστήματος κάθε εμπορική μεταφορά αγαθών υποβάλλονταν σε φόρο από τον τοπικό φεουδάρχη. Αλλά καθώς το εμπόριο αναπτυσσόταν σε ποσότητα και αποστάσεις, ολοένα και περισσότερο οι φόροι –διόδια εμφανίζονταν ως παραλογισμός, αποτελώντας τροχοπέδη για την ανάπτυξή του. Για να καταστεί δυνατή η ανάπτυξη του εμπορίου και των ανθρώπων που είχαν συμφέρον από το εμπόριο, προέκυψε η επανάσταση ενάντια στους φεουδαρχικούς νόμους.

Το ελεύθερο λογισμικό προέκυψε μέσα από την ανάπτυξη των τεχνολογιών που δημιουργήθηκαν μέσα στον καπιταλισμό : τρανσίστορς , υπολογιστές κλπ. Το λογισμικό είναι μία τεράστια πρόοδος των παραγωγικών δυνάμεων. Είναι ένα ανθρώπινο προϊόν, το οποίο μπορεί να αποτελεί μέσο παραγωγής όπως ακριβώς ένα σύστημα οδήγησης μίας γραμμής συναρμολόγησης, ή ένα μέσο κατανάλωσης όπως ένα φιλμ ή ένα παιχνίδι, και επιπλέον έχει τη νέα και ξεχωριστή ιδιότητα να αναπαράγεται με ελάχιστο κόστος. Οι κεφαλαιοκρατικοί νόμοι όμως περιορίζουν την πλήρη ανάπτυξη αυτής της ιδιότητας: πνευματικά δικαιώματα , copyright κλπ. Το ελεύθερο λογισμικό είναι η εξέγερση των νέων παραγωγικών δυνάμεων απέναντι στις παλαιές κεφαλαιοκρατικές σχέσεις παραγωγής.

Ο Μαρξ δεν γνώρισε ούτε υπολογιστές ούτε λογισμικό. Η πραγματικότητα των αντιθέσεων, που έδωσε ζωή στο ελεύθερο λογισμικό, αποτελεί μια τέλεια επιβεβαίωση της θέσης του για την ιστορία.

Αλλά δεν είναι μόνο αυτό. Το ελεύθερο λογισμικό είναι επίσης επιβεβαίωση της μαρξιστικής άποψης ότι η μετα-καπιταλιστική κοινωνία μπορεί να είναι μία παγκόσμια μη-εμπορική κοινωνία , και όχι μία γραφειοκρατική κοινωνία μισθωτής σκλαβιάς. Τέλος, επιβεβαιώνει την Μαρξιστική άποψη ότι οι ιδέες του κομουνισμού δεν είναι το αποτέλεσμα σκέψης ενός λαμπρού μυαλού αλλά της κίνησης της ίδιας της καπιταλιστικής κοινωνίας. Ακόμα και εάν πολλοί χάκερς ακόμα πιστεύουν ότι «Μαρξισμός» σημαίνει εκατομμύρια θανάτων τον 20ο αιώνα, στην πραγματικότητα δρουν χωρίς να το γνωρίζουν, με βάση κάποιες βασικές αρχές του Μαρξισμού.

Σε ποιο βαθμό ο Μαρξισμός αμφισβητείται από το ελεύθερο λογισμικό;

Για τον Μαρξισμό δεν υπάρχει πιθανότητα ανάπτυξης μίας μορφής κομουνιστικής οικονομίας εντός του καπιταλισμού. Η επαναστατική τάξη, η εργατική τάξη , είναι η εκμεταλλευόμενη τάξη χωρίς δύναμη στην οικονομία. Δεν έχει την δύναμη να αναπτύξει μία νέα μορφή κοινωνικής οργάνωσης χωρίς πρώτα να κάνει μία πολιτική επανάσταση, αντίθετα με το παρελθόν όπου η επαναστατική τάξη, όπως για παράδειγμα η αστική τάξη, είχε χτίσει την οικονομική της δύναμη εντός της φεουδαρχίας, εντός της παλαιάς κοινωνίας.

Ο Graham Seaman, σε ένα μήνυμα της Αγγλικής λίστας είπε ότι η ιδέα αυτή “δεν φαίνεται κατηγορηματικά στον Μαρξ. Αλλά με βεβαιότητα φαίνεται να γίνεται αποδεκτή απ’ όλους τους κομμουνιστές μετά τον Μαρξ”.

Ο Marx έγραψε για τους συνεταιρισμούς εργαζομένων, οι οποίοι συνιστούσαν ένα σημαντικό μέρος του κινήματος των εργαζομένων στο 19ο αιώνα. Είπε ότι η σχέση κεφαλαιοκράτη-εργάτη εξαλείφθηκε, ως ένα βαθμό, μέσα στο συνεταιρισμό. Αλλά επέμεινε στο γεγονός ότι παρέμειναν φυλακισμένοι του περιβάλλοντος κεφαλαιοκρατικού κόσμου, ότι οι εργαζόμενοι ήσαν στην πραγματικότητα οι συλλογικοί κεφαλαιοκράτες του εαυτού τους και ότι δεν θα μπορούσαν να αντισταθούν στην ανάπτυξη μονοπωλίων. Ο Marx δεν ανέπτυξε ποτέ μια θεωρία για μια πιθανή συνύπαρξη μεταξύ της κεφαλαιοκρατικού τρόπου παραγωγής και βιώσιμων σταθερών σπόρων κομμουνισμού.
————————————————————
Πριν πάμε στο τρίτο ερώτημα, ίσως είναι ενδιαφέρον να ρίξουμε μία ματιά στην διαφορά μεταξύ του κόσμου των συνεταιρισμών και του κόσμου του ελεύθερου λογισμικού. Μήπως το ελεύθερο λογισμικό απορροφηθεί, ενσωματωθεί από τον καπιταλιστικό κόσμο όπως ακριβώς οι συνεταιρισμοί ;

Οι συνεταιρισμοί παραμένουν στον χώρο του εμπορίου, των εμπορικών ανταλλαγών τουλάχιστον σε ότι αφορά τον «εξωτερικό» κόσμο. Πωλούν ότι παράγουν και αγοράζουν ότι χρειάζονται. Η πιθανή «μη καπιταλιστική» φύση τους παραμένει κλειδωμένη μεταξύ των μελών του. Η κοινότητα του ελεύθερου λογισμικού είναι το αντίθετο. Δεν είναι μόνο μεταξύ των μελών όπου οι σχέσεις είναι διαφορετικές από του καπιταλισμού. Το ελεύθερο λογισμικό είναι ανοικτό στον «εξωτερικό» κόσμο. Η κοινότητα «δίνει» τα προϊόντα της έξω από τον κόσμο της και κάνοντας αυτό έχει την τάση να εξάγει μία νέα οικονομική σχέση. Αυτό είναι το πιο δυνατό όπλο επιβίωσης και ανάπτυξης.

Είναι και θα είναι δύσκολο για τον καπιταλισμό να παλέψει ενάντια σε αυτή την ανάπτυξη. Το ελεύθερο λογισμικό είναι «ελεύθερο», φθηνό , και είναι πολύ σημαντικό για ένα σύστημα όπου η παραγωγή βασίζεται στην ανταγωνιστικότητα, μέσα από χαμηλά κόστη. Η IBM, για παράδειγμα, υιοθέτησε το linux εν μέρει για να αποδράσει από το μονοπώλιο της Microsoft, αλλά επίσης για να γίνει πιο ανταγωνιστική. Η κίνησή της αυτή όμως επιτρέπει και ενθαρρύνει την ανάπτυξη του ελεύθερου λογισμικού. Σε κάποιο βαθμό, μπορεί να γίνει παραλληλισμός με την φεουδαρχία να παλεύει ενάντια στον καπιταλισμό. Ο καπιταλισμός αναπτύχθηκε κυρίως στις φεουδαρχικές πόλεις. Αλλά οι βασιλείς, στη Γαλλία για παράδειγμα, στη μάχη τους ενάντια σε άλλους γαιοκτήμονες έπρεπε να υποστηρίξουν τις πόλεις, γεγονός που με τη σειρά του βοήθησε την ανάπτυξη του καπιταλισμού. Στο τέλος , οι πόλεις επαναστάτησαν καταστρέφοντας την εξουσία των βασιλέων.

Η πραγματικότητα του ελεύθερου λογισμικού αντιτίθεται στον μαρξισμό σε ένα συγκεκριμένο ερώτημα: στην πιθανότητα εμφάνισης σπερμάτων κομουνισμού εντός του καπιταλισμού. Η ιδέα όμως της αναγκαιότητας μιας πολιτικής σύγκρουσης, επανάστασης, που θα επιτρέψουν στα σπέρματα να αποτελέσουν την βάση της νέας κοινωνίας πιστεύω ότι παραμένει σωστή.

Ποια είναι η σχέση μεταξύ πάλης των τάξεων και ελεύθερου λογισμικού;
Το τρίτο ζήτημα που ήθελα να πραγματευτώ είναι η σχέση του ελεύθερου λογισμικού με την ταξική πάλη.

Σύμφωνα με τη θεωρία του Μαρξ , η μετα καπιταλιστική κοινωνία θα οικοδομηθεί από την εργατική τάξη δηλαδή από τους ανθρώπους οι οποίοι αποτελούν αντικείμενο εκμετάλλευσης σύμφωνα με τους καπιταλιστικούς νόμους της μισθωτής εργασίας και του κέρδους. Από την εποχή της Παρισινής κομμούνας, το 1871, η ιδέα αυτή έχει επιβεβαιωθεί από την ιστορία σε διαφορετικές περιπτώσεις. Τουλάχιστον εν μέρει , καθώς εκατοντάδες χιλιάδες εργάτες υπερασπίζονταν αντικαπιταλιστικές ιδέες και την ανάγκη μιας νέας κοινωνίας: Ρωσία 1905, Ρωσία 1917, Γερμανία 1918-19, Ουγγαρία 1919, Ιταλία 1920, Ισπανία 1936, Ουγγαρία 1956, στο τέλος της δεκαετίας του 60 και τη δεκαετία του 70 στην Γαλλία, Ιταλία, Αργεντινή, Πορτογαλία κλπ. Αλλά όλα αυτά τα κινήματα ηττήθηκαν. Υπάρχουν πολύ λόγοι που το εξηγούν. Σε όλες όμως υπήρχε μία τεράστια αδυναμία: Η έλλειψη ενός καθαρού, συνεκτικού οράματος για την μετα-καπιταλιστική κοινωνία. Το ρωσικό μοντέλο, το σταλινικό μοντέλο ήταν και είναι ένα παραπλανητικό (παραπειστικό) μοντέλο, ένα αποκρουστικό μοντέλο.
Στο παρελθόν κατά την μετάβαση από μία μορφή κοινωνίας σε άλλη, οι άνθρωποι είχαν λίγο ή πολύ την πιθανότητα να δουν στην πράξη τις μορφές της νέας κοινωνίας. Η φεουδαρχικές σχέσεις παραγωγής αναπτύχθηκαν εντός της αρχαίας σκλαβιάς, οι καπιταλιστικές εντός της φεουδαρχίας. Για παράδειγμα, ένας σκλάβος μπορούσε να δραπετεύσει από τον αφέντη του, για την πόλη και να γίνει ελεύθερος άνθρωπος. Σε κάποιο βαθμό είχε επιλογή. Οι «ελεύθερες πόλεις» αποτελούσαν κατά μία έννοια, ένα πρακτικό μοντέλο, του τι θα μπορούσε να είναι η νέα κοινωνία.

Το ελεύθερο λογισμικό θα μπορούσε να αποτελέσει, σε μερικά χρόνια, ένα είδος «προτύπου», ακόμα εν μέρει, μίας μετα-κεφαλαιοκρατικής κοινωνίας. Το ελεύθερο λογισμικό μπορεί μόνο να είναι «σπέρμα» μιας νέας κοινωνίας, δεδομένου ότι δεν μπορεί να περιλάβει τη συνολική παραγωγή. Αποδεικνύει όμως , στην πράξη , ότι οι άνθρωποι μπορούν να παράγουν τα πιο σύγχρονα και προηγμένα προϊόντα χωρίς εμπορικές σχέσεις και χωρίς κράτος
Αυτή τη στιγμή, μόνο μία μικρή μειοψηφία του παγκόσμιου πληθυσμού γνωρίζει τι είναι το ελεύθερο λογισμικό ακόμα και στις ανεπτυγμένες χώρες. Δύσκολα μπορεί να παίξει σημαντικό ρόλο. Αλλά ίσως τον παίξει στο μέλλον.
Ένα καλό παράδειγμα είναι το “Oscar project“. Είναι ένα πρόγραμμα για την σχεδίαση αυτοκινήτου με λογισμικό ανοικτού κώδικα. Ξεκίνησε στη Γερμανία και αναπτύχθηκε ώστε να ενσωματώσει και Αμερικανούς επαγγελματίες σχεδιαστές. (Οι οποίοι κάποια στιγμή σταμάτησαν την συμμετοχή τους. Στην αρχή το site ανέφεραν ότι έπρεπε να σταματήσουν χωρίς να μπορούν να πουν οτιδήποτε άλλο. Αργότερα ανακοίνωσαν ότι θα επιστρέψουν στις αρχές του 2004 χωρίς όμως να το πράξουν.) Απλώς φανταστείτε ότι το πρόγραμμα πραγματοποιείται και ότι θα μπορούσατε να το δείτε στο δρόμο και να πείτε : « Για δες αυτό το αμάξι, είναι ένα από τα καλύτερα και έχει σχεδιαστεί όχι με σκοπό το κέρδος αλλά για την ευχαρίστηση της δημιουργίας και της προσφοράς στην κοινότητα» Η πραγματοποίηση τέτοιων έργων μπορούν να προσφέρουν στην πεποίθηση ότι η νέα κοινωνία είναι εφικτή, πολύ περισσότερο από χιλιάδες βιβλία και εκδόσεις.

Κάθε κοινωνική μάχη των μισθωτών (όπως για παράδειγμα οι απεργίες και διαδηλώσεις στη Γαλλία, την άνοιξη του 2003, ενάντια στη μεταρρύθμιση του ασφαλιστικού συστήματος) έχει διπλό περιεχόμενο. Από τη μία πλευρά, την διεκδίκηση υψηλότερων μισθών ή την άρνηση χειροτέρευσης των εργασιακών σχέσεων και του επιπέδου ζωής, πάντα εντός του καπιταλιστικού συστήματος.

Από την άλλη υπάρχει η τάση να τίθεται σε αμφισβήτηση η λογική του καπιταλισμού καθώς το επίπεδο ζωής καθορίζεται από την λογική του κέρδους. Οι δύο τάσεις συνυπάρχουν αν και η δεύτερη είναι γενικά πολύ αδύναμη. Η τελευταία εμφανίζεται πιο εύκολα όταν το κίνημα εξαπλώνεται μεταξύ εργατών διαφορετικών τομέων (όπως έγινε στη Γαλλία στη διάρκεια του ανοιξιάτικου κινήματος). Αλλά ακόμα και όταν εμφανίζεται, σύντομα εξασθενεί λόγω έλλειψης στόχου και την απουσία πίστης ότι μία νέα μετα-καπιταλιστική κοινωνία είναι εφικτή.

Ορισμένοι «μαρξιστές», ειδικά μετά τις ήττες στις δεκαετίες του 80 και του 90, κατέληξαν στο συμπέρασμα ότι η πάλη των τάξεων είναι αδιέξοδη, τμήμα του αυτοελέγχου του κεφαλαίου. Πιστεύω ότι αυτό είναι λάθος. Η ανάπτυξη της πραγματικότητας του ελεύθερου λογισμικού, το γεγονός ότι μπορεί να εξελιχθεί σε σημαντική και υπαρκτή εμπειρία, θα ανοίξει και υποκινήσει το επαναστατικό περιεχόμενο, το οποίο εμφανίζεται σε κάθε σημαντική κοινωνική μάχη.

Η πάλη των τάξεων και το ελεύθερο λογισμικό δεν αντιτίθενται μεταξύ τους, μπορούν να εμπνεύσουν η μια την άλλη.

Συμπεράσματα

Πολλοί χάκερς αγνοούν τον μαρξισμό ή χειρότερα τον ταυτίζουν με τον σταλινισμό. Θα απέρριπταν την ιδέα, ότι σε κάποιο βαθμό, δουλεύουν με μαρξιστικό τρόπο όταν αναπτύσσουν ελεύθερο λογισμικό. Είναι αυτό σημαντικό; Όχι ιδιαίτερα, τουλάχιστον προς το παρόν. Το πιο σημαντικό είναι η πραγματική δουλειά που κάνουν. Καθώς όμως το ελεύθερο λογισμικό θα μεγαλώνει την παρουσία του στην κοινωνική ζωή, τα ριζικά ερωτήματα θα εμφανιστούν και τότε αυτή η άγνοια θα είναι αδυναμία.

Στον τάφο του Μαρξ μπορεί να διαβάσει κανείς : « Οι φιλόσοφοι έχουν περιγράψει τον κόσμο με διαφορετικό τρόπο. Το θέμα πάντως είναι να τον αλλάξουμε». Τα μέλη της κοινότητας του ελεύθερου λογισμικού αλλάζουν τον κόσμο. Αργά ή γρήγορα θα πρέπει να έχουν μία γενική φιλοσοφία της ιστορίας για να καταλάβουν όλες τις διαστάσεις και προοπτικές των πράξεών τους. Ίσως τότε ανακαλύψουν και αναπτύξουν τον μαρξισμό ως ένα εργαλείο της δουλειάς τους.

http://bloggr.p2pfoundation.net/?p=56

3/17/2008

Επαναθεμελίωση της κομμουνιστικής προοπτικής


Αναγκαιότητα ο πόλος της αντικαπιταλιστικής Αριστεράς

Το άνοιγμα του ΝΑΡ προς τις οργανώσεις, τους ανένταχτους αγωνιστές της ριζοσπαστικής Αριστεράς και τον κόσμο του κινήματος με στόχο την ενότητα και τη διαμόρφωση ενός δυναμικού πόλου της αντικαπιταλιστικής, επαναστατικής Αριστεράς είναι ασφαλώς μια θετική πρωτοβουλία. Είναι επίσης σωστό ότι η επιδίωξη αυτής της ενότητας θα πρέπει να ξεκινά και να έχει ως βασικό κριτήριο, όχι την εξεύρεση συμμάχων γενικώς, αλλά το πολιτικό περιεχόμενο μιας τέτοιας ενότητας και ενοποίησης.
Απ' αυτή την άποψη, αξίζει να υπενθυμίσουμε ότι το ΝΑΡ με το 2ο Συνέδριό του έθεσε το ζήτημα της κομμουνιστικής επαναθεμελίωσης στην εποχή μας, χωρίς βέβαια να προχωρήσει αρκετά σε μια ανάλυση αυτής της προοπτικής. Και αυτό ήταν, αναμφισβήτητα, ένα από τα σημαντικότερα σημεία του 2ου Συνεδρίου. Επειδή, λοιπόν, το ζήτημα αυτό και η προοπτική της κομμουνιστικής επαναθεμελίωσης αφορά το ίδιο το περιεχόμενο της πολιτικής, το άνοιγμα της διαδικασίας για τη διαμόρφωση του πόλου της επαναστατικής Αριστεράς δεν είναι σκόπιμο να γίνει χωρίς ταυτόχρονα να τεθεί αυτό το ζήτημα, το οποίο ασφαλώς θα σφραγίσει το περιεχόμενο και τις συγκεκριμένες μορφές της «Αριστεράς της Νέας Εποχής» γενικότερα. Η υπόθεση βέβαια και η ανάγκη μιας κομμουνιστικής επαναθεμελίωσης είναι ένα διεθνές ζήτημα. Εμείς ξεκινάμε με γνώμονα να συμβάλουμε σ' αυτή την υπόθεση αυτό που μπορούμε και μάλιστα, στο μέτρο του δυνατού, με μια διεθνική διαδικασία θεωρητικής συζήτησης - επεξεργασίας και κοινής δράσης.

Προκειμένου να ανοίξει η συζήτηση στο χώρο της επαναστατικής Αριστεράς, είναι αναγκαίο να προχωρήσουμε σε μια πρώτη σκιαγράφηση των βασικών ζητημάτων που μπαίνουν στο πλαίσιο μιας τέτοιας προοπτικής κομμουνιστικής επαναθεμελίωσης. Έχοντας επίγνωση ότι δεν είναι εδώ δυνατόν να προσφερθεί μια εξαντλητική θεματολογία, επισημαίνουμε ενδεικτικά τα ακόλουθα:


1. Δημοκρατία στην παραγωγή, στην πολιτική οργάνωση και στην κοινωνία: Η ολοκληρωτική εκτράχυνση του καπιταλιστικού συστήματος, στο σημερινό του στάδιο, καθιστά το ζήτημα της δημοκρατίας εξαιρετικά επείγον και επιτακτικό. Σε αντίθεση με την τάση αυτή του συστήματος, η αγωνιστική διεκδίκηση μιας απελευθερωτικής διεύρυνσης της δημοκρατίας θα πρέπει να θεωρηθεί, παρά τα ασφυκτικά πλαίσια του συστήματος, όχι μόνο ως ένας επιθυμητός στόχος, αλλά και ως μέσο για την ενότητα της Αριστεράς και την αποτελεσματική προώθηση του αναγκαίου (επαναστατικού) κοινωνικού μετασχηματισμού.

2. Αυτο-οργάνωση και αυτο-απελευθέρωση της εργατικής τάξης: Η κοινωνική απελευθέρωση της εργατικής τάξης (της μεγάλης κοινωνικής πλειοψηφίας), όταν επιτευχθεί ιστορικά, θα είναι αποτέλεσμα του επαναστατικού αγώνα της ίδιας της εργατικής τάξης. Αν και δεν θα πρέπει να υποτιμηθεί ο ρόλος των πολιτικών πρωτοποριών, το κύριο ζήτημα είναι η μαζική ανάπτυξη μιας επαναστατικής διαδικασίας «από τα κάτω».

3. Υπέρβαση του αστικού ατομικισμού προς μια κουλτούρα κοινής δράσης, αλληλεγγύης και συντροφικότητας: Η κριτική ανάλυση της εξέλιξης των κοινωνικών σχέσεων, σε συνδυασμό με την καθημερινή κοινή δράση και την ανάπτυξη μιας δημοκρατικότητας των πολιτικών διαδικασιών, μπορούν να συμβάλλουν στην ανάπτυξη ενός εργατικού πολιτισμού που θα ενισχύει την ενότητα της Αριστεράς και την αποτελεσματικότητα του αγώνα.

4. Η εργασία, καθήκον και δικαίωμα κάθε πολίτη: Διεύρυνση και διασφάλιση αυτού του θεμελιακού δικαιώματος στην πορεία κοινωνικού μετασχηματισμού. Η φετιχοποίηση της καπιταλιστικής αγοράς, ως το πλαίσιο για τη διαμόρφωση δυνατοτήτων απασχόλησης και εργασιακών δικαιωμάτων θα πρέπει να γίνει αντικείμενο μιας ριζικής και αποφασιστικής κριτικής, ενώ παράλληλα θα πρέπει να αναπτυχθούν συγκεκριμένες πολιτικές πρωτοβουλίες για την ανάπτυξη εναλλακτικών μορφών παραγωγικής οργάνωσης και απασχόλησης και για την ανάπτυξη διαδικασιών που θα οδηγούν σε μια ρήξη του κυρίαρχου καπιταλιστικού πλαισίου και των αγοραίων σχέσεων που το συνοδεύουν.

5. Η παιδεία, σε όλα τα επίπεδα, πρέπει να διασφαλιστεί ως κοινωνικό (δημόσιο) αγαθό για όλους: Πρέπει να ενισχυθεί και να διασυνδεθεί διεθνώς ο αγώνας για την ανατροπή των αντιδραστικών αλλαγών που προωθούνται και να αντιστραφούν οι εξελίξεις στο χώρο της παιδείας και έρευνας. Επιβάλλεται η αγωνιστική διεκδίκηση μιας ουσιαστικής διεύρυνσης του δημόσιου χαρακτήρα της παιδείας και της έρευνας. Η διεκδίκηση μιας δημόσιας και δωρεάν παιδείας δεν έχει νόημα μόνο από την άποψη διασφάλισης ενός κοινωνικού αγαθού, αλλά και ως μοχλός κοινωνικού μετασχηματισμού. Απ' αυτή την άποψη, επιβάλλεται η ενίσχυση της ταξικής πάλης για την αλλαγή του περιεχομένου της εκπαίδευσης.

6. Αγώνας για την ανατροπή του αστικού περιεχομένου της επιστήμης και τεχνολογίας: Αναγνωρίζοντας τον κοινωνικά μη ουδέτερο ρόλο της επιστήμης και τεχνολογίας και των παραγωγικών δυνάμεων γενικότερα, επιβάλλεται να ενισχύσουμε τον αγώνα για μια ριζική αναμόρφωση της επιστημονικής έρευνας, σε μια κατεύθυνση που να εξυπηρετεί την ικανοποίηση των κοινωνικών αναγκών και όχι το κέρδος και να συμβάλλει σε μια οικολογικά συμβατή ανάπτυξη.

7. Διεκδίκηση, επανάκτηση και εκδημοκρατισμός των ΜΜΕ: Τα ΜΜΕ δεν θα πρέπει να αντιμετωπίζονται μόνο ως εργασιακοί χώροι - επιχειρήσεις, όπου εργάζονται (ή ξεζουμίζονται) ορισμένοι άνθρωποι με κάποιους όρους. Τα ΜΜΕ και ιδιαίτερα τα ηλεκτρονικά, αποτελούν ένα πανίσχυρο μηχανισμό διαμόρφωσης ιδεολογίας και κοινωνικής συνείδησης και καθώς λειτουργούν κάτω από τον ολοκληρωτικό έλεγχο του κεφαλαίου και των κυβερνώντων, συντελούν αποφασιστικά στην ενίσχυση και διαιώνιση της αστικής εξουσίας και κυριαρχίας. Γι' αυτό θα πρέπει να ανατραπούν τα «τετελεσμένα» που έχουν δημιουργηθεί με την ιδιωτικοποίηση των καναλιών και των ερτζιανών και να διεκδικηθούν με κάθε τρόπο διαδικασίες παρέμβασης της Αριστεράς στον τρόπο χρήσης των κρατικών ΜΜΕ, με στόχο την ουσιαστική τους μετατροπή σε πραγματικά δημόσια μέσα.

8. Αγώνας για την ανατροπή της ατομικής (αλλά και της στενά κρατικής) ιδιοκτησίας: Ο αγώνας αυτός για την επανάκτηση του ελέγχου πάνω στα μέσα παραγωγής, που βρίσκεται στον πυρήνα της επαναστατικής υπέρβασης του ίδιου του καπιταλιστικού τρόπου παραγωγής, δεν αφορά μόνο τα υλικά μέσα παραγωγής, αλλά και την επιστημονική και τεχνολογική γνώση. Απ' αυτή την άποψη, επιβάλλεται η κατάργηση της δυνατότητας ιδιοκτησιακής κατοχύρωσης πνευματικών δικαιωμάτων, ενώ παράλληλα θα πρέπει να επιδιωχθεί η ανάπτυξη εναλλακτικών μορφών συλλογικής ιδιοκτησίας (κοινοκτημοσύνης), σε μια κατεύθυνση πλήρους κοινωνικοποίησης της ιδιοκτησίας και της παραγωγής.

9. Παράλληλα, επιβάλλεται η ανάπτυξη ενός συνεχούς και πολυεπίπεδου αγώνα για την υπέρβαση της ίδιας της εμπορευματικής παραγωγής. Η ριζική αναδιοργάνωση της παραγωγικής δραστηριότητας, έτσι ώστε να στοχεύει στην παραγωγή αξιών χρήσης (για την ικανοποίηση των κοινωνικών αναγκών) και όχι ανταλλακτικών αξιών (εμπορευμάτων), προϋποθέτει τόσο την υπέρβαση της ατομικής ιδιοκτησίας όσο και την ανάπτυξη εναλλακτικών μορφών συλλογικής οργάνωσης και συνεργατικής παραγωγής. Αν και στα πλαίσια του σημερινού συστήματος, η συνεταιριστική δραστηριότητα έχει κατασυκοφαντηθεί και έχει ουσιαστικά καταρρεύσει, επιβάλλεται η ανάπτυξη εναλλακτικών μορφών οργάνωσης. Δεδομένου ότι οι νέες μορφές οργάνωσης της παραγωγής δεν μπορεί να προκύψουν από παρθενογένεση, αμέσως μετά την επανάσταση, επιβάλλεται, σε ένα περιορισμένο τουλάχιστο βαθμό, να διαμορφωθούν ορισμένα στοιχεία των νέων μορφών μέσα στο παλιό, στην ίδια δηλαδή τη μήτρα του καπιταλισμού.

10. Η ανατροπή του αστικού κράτους και η διάλυση των βασικών του μηχανισμών, αλλά και η μετεπαναστατική κατάργηση/απονέκρωση του κράτους, αποτελούν ένα κρίσιμο ζήτημα για την επαναστατική υπέρβαση του καπιταλισμού: Αλλά η αναγκαία διαδικασία μιας κοινωνικής επανάστασης δεν μπορεί να αναχθεί απλώς σε μια κρατικοκεντρική υπόθεση. Ούτε μπορεί η επανάσταση να θεωρηθεί απλώς ως μια στιγμιαία πράξη κατάληψης της κρατικής εξουσίας. Μετά την επαναστατική ρήξη, δεν καταργούνται αυτομάτως οι κοινωνικές τάξεις και έτσι η ύπαρξη ορισμένων μεταβατικών κρατικών θεσμών (ουσιαστική δημοκρατία ή «δικτατορία του προλεταριάτου») εξακολουθεί να είναι αναγκαία. Η απονέκρωση του κράτους επιτυγχάνεται με την αποκέντρωση της παραγωγής και των κοινωνικών εξουσιών (στη βάση της αρχής της επικουρικότητας), σε μια κατεύθυνση κατάργησης όλων των σχέσεων εξουσίας.

11. Από το χαρακτήρα και τη διεθνική ολοκλήρωση του σημερινού καπιταλισμού πηγάζει η ανάγκη ενός διεθνικού κοινού επαναστατικού αγώνα και μιας έμπρακτης αλληλεγγύης, παράλληλα με τα εθνικά και περιφερειακά βήματα και καθήκοντα του κοινωνικού μετασχηματισμού. Κύριο στόχο αυτού του αγώνα θα πρέπει να αποτελεί η ανατροπή και κατάργηση των υπερκρατικών θεσμών εξουσίας και κεφαλαιοκρατικής πολιτικής (διεθνείς οργανισμοί, ΕΕ, κ.λπ.).

12. Σχέση στρατηγικής - τακτικής: Το στρατηγικό ζήτημα της ανατροπής της αστικής εξουσίας και του ριζικού κοινωνικού μετασχηματισμού δεν μπορεί να μετατίθεται στο αόριστο μέλλον, αλλά σε ενεστώτα χρόνο πρέπει να σφραγίζει τη δράση του κινήματος και της οργάνωσης και να διαπλέκεται διαλεκτικά με την πολιτική τακτική. Σε μηδενικό χρόνο και σε μια διαδραστική σχέση, μπορεί να συνυπάρχει ο στρατηγικός στόχος με επιμέρους πολιτικούς στόχους, με μια σχετική βέβαια αυτοτέλεια μεταξύ των δύο. Με αυτή την έννοια, η σχέση στρατηγικής - τακτικής μπορεί σχηματικά να παρασταθεί με ομόκεντρους κύκλους, με επίκεντρο το στρατηγικό στόχο. Εδώ υπάρχει μια αμφίδρομη σχέση καθορισμού ανάμεσα στο στρατηγικό στόχο και τους ευρύτερους κύκλους (τακτικών, μέτρων, μεταρρυθμίσεων) που ενδεχόμενα διασφαλίζουν τη συμφωνία και συστράτευση ευρύτερων κοινωνικών μαζών. Και επειδή η μέθοδός μας είναι σκόπιμο να έχει ένα λογικο-ιστορικό χαρακτήρα, δεν μπορούμε να αγνοήσουμε τον παράγοντα χρόνος. Έτσι η σχέση στρατηγικής - τακτικής μπορεί να παρασταθεί, ακόμα καλύτερα, από ένα πολύ ρηχό κώνο, δείχνοντας τη χρονική αμεσότητα της στρατηγικής. Ο χρόνος εδώ είναι σκόπιμο να εννοηθεί όχι με τη φυσική, αλλά με την πολιτική του έννοια, που προσδιορίζεται από τις ιστορικές συνθήκες και τους κοινωνικούς συσχετισμούς.

13. Σχέση θεωρίας και πράξης προς μια κομμουνιστική επαναθεμελίωση και απελευθέρωση. Αν με τον όρο κομμουνιστική επαναθεμελίωση εννοήσουμε τόσο τη συγκεκριμένη διαμόρφωση, στο έδαφος των σημερινών συνθηκών, των κοινωνικο-ιδεολογικών και οργανωτικών όρων της ταξικής πάλης, όσο και την κίνηση (το κίνημα) που αμφισβητεί την υπάρχουσα καπιταλιστική τάξη πραγμάτων, τότε η αναγκαία κοινωνικοπολιτική και θεωρητική αναζήτηση, όπως αυτή που σκιαγραφήθηκε παραπάνω, δεν μπορεί παρά να ξεκινά από την καθημερινή εμπειρία και τα αιτήματα του κοινωνικού κινήματος, και να αποτελεί μια αποκρυστάλλωση και θεωρητική γενίκευση αυτής της εμπειρίας και των κοινωνικών αναγκών, που έχει σαν στόχο το άνοιγμα ενός βαθύτερου ορίζοντα και τη διαμόρφωση μιας ορατής προοπτικής για τη νικηφόρα έκβαση του κινήματος. Μια τέτοια κοινωνικοπολιτική και θεωρητική αναζήτηση είναι ανάγκη να συμπληρωθεί, να γίνει αντικείμενο μιας παραπέρα συλλογικής επεξεργασίας, για να έλθει ξανά να δοκιμαστεί, να τροποποιηθεί και να εμπλουτιστεί στο πεδίο του κινήματος και της καθημερινής ταξικής πάλης, ενισχύοντας τους στρατηγικούς ή τακτικούς προσανατολισμούς και την αποτελεσματικότητα αυτού του αγώνα.

Με την ορατή ενδυνάμωση των κινημάτων σε διεθνές επίπεδο, την όξυνση του ταξικού αγώνα και της πολιτικής σύγκρουσης σε εθνικό επίπεδο και την πρωτοβουλία για τη δημιουργία ενός πόλου της επαναστατικής Αριστεράς στη χώρα μας, μπορούμε να θεωρήσουμε ότι ο κύβος ερρίφθη σε ένα ιστορικά κρίσιμο σημείο για την ουσιαστική και τελεσφόρα ενότητα της αντικαπιταλιστικής Αριστεράς και για την πολιτική και οργανωτική αποκρυστάλλωση της Αριστεράς της νέας εποχής. Ιδού λοιπόν η Ρόδος! Ας προχωρήσουμε μπροστά!

ΓΙΩΡΓΟΣ ΛΙΟΔΑΚΗΣ

http:/
/politikokafeneio.com/

2/20/2008

Ο Λένιν για το εθνικοαπελευθερωτικό κίνημα

Κάποτε κατηγορούσαν τους κομμουνιστές ως εχθρούς του έθνους. Σήμερα φαίνεται να είναι στη μόδα το αντίθετο, τους κατηγορούν ως εθνικιστές. Γιατί; Επειδή καταγγέλουν τον ιμπεριαλισμό και τις επεμβάσεις του, επειδή πολεμούν την εξάρτηση και παλεύουν για εθνική ανεξαρτησία, επειδή στηρίζουν τα εθνικοαπελευθερωτικά κινήματα.

Σε μεγάλος μέρος της αριστεράς υπάρχει σύγχυση επί του θέματος και υιοθετούνται αυτούσιες αυτές οι κατηγορίες, μερικές φορές μάλιστα με επίκληση του Λένιν. Στην πραγματικότητα ο Λένιν και οι μπολσεβίκοι διέκριναν τους πολέμους σε δίκαιους και άδικους και πολεμούσαν τη γραμμή υπεράσπισης της πατρίδας μόνο στην πρώτη περίπτωση, όπως στην περίπτωση ενδοϊμπεριαλιστικού πολέμου. (Ντεφετισμός = επαναστατική ηττοπάθεια, η τακτική του να στρέφεσαι σε περίπτωση πολέμου ενάντια στην κυβέρνηση της δικής σου χώρας με στόχο την επαναστατική ανατροπή της. Την τακτική αυτή ακολούθησαν με επιτυχία οι μπολσεβίκοι κατά τον Α' Παγκόσμιο Πόλεμο και την Οκτωβριανή Επανάσταση).

Αντίθετα στην περίπτωση καταπιεσμένων εθνών, αποικιών, εξαρτημένων από τον ιμπεριαλισμό ο Λένιν πίστευε ότι ο πόλεμος υπεράσπισης της πατρίδας είναι δίκαιος και οι κομμουνιστές πρέπει να τον υποστηρίζουν χωρίς όρους.

Ακολουθεί μια συλλογή με αποσπάσματα απο γραπτά του γύρω απ' το θέμα.


«Στο "Κομμουνιστικό Μανιφέστο" λέγεται ότι οι εργάτες δεν έχουν πατρίδα.
Όμως, εκεί δεν λέγεται μόνο αυτό. Εκεί λέγεται ακόμη ότι με τη διαμόρφωση των εθνικών κρατών, ο ρόλος του προλεταριάτου γίνεται κάπως ιδιόμορφος. Αν πάρουμε την πρώτη θέση (οι εργάτες δεν έχουν πατρίδα) και ξεχάσουμε τη σ ύ ν δ ε σ ή της με το δεύτερο (οι εργάτες διαμορφώνονται ως τάξη εθνικά, όχι όμως με την ίδια έννοια που διαμορφώνεται η αστική τάξη), θα κάνουμε πολύ μεγάλο λάθος.
Πού βρίσκεται η σύνδεση αυτή; Κατά τη γνώμη μου, ακριβώς στο γεγονός ότι, όταν έχουμε δημοκρατικό κίνημα (σε μια τέτοια στιγμή, σε μια τέτοια συγκεκριμένη κατάσταση), το προλεταριάτο δεν μπορεί να μην το υποστηρίξει (συνεπώς δεν μπορεί να μην υπερασπίσει και την πατρίδα σε ένα εθνικό πόλεμο)».
Λένιν: «Γράμμα προς την Ι. Φ. Αρμάντ»
Άπαντα, τομ. 49, σελ. 329

«Όσο η αστική τάξη του καταπιεζόμενου έθνους παλεύει ενάντια στο έθνος που καταπιέζει, τόσο είμαστε πάντα και σε κάθε περίπτωση και πιο αποφασιστικά απ' όλους υπέρ, γιατί είμαστε οι πιο τολμηροί και συνεπείς εχθροί της καταπίεσης. Εφ' όσον η αστική τάξη του καταπιεζόμενου έθνους είναι υπέρ του δικού της αστικού εθνικισμού, εμείς είμαστε κατά. Πάλη ενάντια στα προνόμια και τη βία του έθνους που καταπιέζει και καμιά ανοχή της επιδίωξης προνομίων από μέρους του καταπιεζόμενου έθνους.
...
Σε κάθε αστικό εθνικισμό καταπιεζόμενου έθνους υπάρχει πανδημοκρατικό περιεχόμενο ενάντια στην καταπίεση κι αυτό ακριβώς το περιεχόμενο το υποστηρίζουμε χωρίς όρους, ξεχωρίζοντας αυστηρά την τάση προς την εθνική του αποκλειστικότητα, καταπολεμώντας την τάση του Πολωνού αστού να καταπιέζει τον εβραίο κ.λπ. κ.λπ».
Λένιν: «Για το Δικαίωμα Αυτοδιάθεσης των Εθνών» σελ. 61

«Ο Μαρξ και ο Ένγκελς είπαν στο "Κομμουνιστικό Μανιφέστο" ότι οι εργάτες δεν έχουν πατρίδα. Ο ίδιος, όμως, ο Μαρξ, επανειλημμένα καλούσε να πάρουν μέρος σε εθνικό πόλεμο: ο Μαρξ το 1849, ο Ένγκελς το 1859 (το τέλος της μπροσούρας του "Πάδος και Ρήνος", όπου διεγείρεται ανοιχτά το εθνικό αίσθημα των Γερμανών, τους καλούν ανοιχτά σε εθνικό πόλεμο). Το 1891 ο Ένγκελς, λόγω της απειλής και του επερχόμενου τότε πολέμου της Γαλλίας (Μπουλανζέ) και του Αλέξανδρου του Γ' ενάντια στη Γερμανία, αναγνώριζε ανοιχτά την "υπεράσπιση της πατρίδας".
Μήπως ο Μαρξ και ο Ένγκελς τα μπέρδευαν και έλεγαν άλλα σήμερα και άλλα αύριο; Όχι. Κατά τη γνώμη μου, η αναγνώριση της "υπεράσπισης της πατρίδας" στον εθνικό πόλεμο ανταποκρίνεται απόλυτα στο μαρξισμό. Το 1891 οι Γερμανοί σοσιαλδημοκράτες πραγματικά θα έπρεπε να υπερασπίσουν τη χώρα τους στον πόλεμο ενάντια στον Μπουλανζέ και τον Αλέξανδρο τον Γ'. Αυτό θα ήταν μια ιδιόμορφη παραλλαγή εθνικού πολέμου».
Λένιν: «Γράμμα στην Ι. Φ. Αρμάντ», 30 του Νοέμβρη του 1916
Άπαντα, τομ. 49ος, σελ. 328-330

«Κοντολογίς: ο πόλεμος ανάμεσα σε ιμπεριαλιστικές μεγάλες δυνάμεις (δηλαδή σε δυνάμεις που καταπιέζουν μια ολόκληρη σειρά ξένους λαούς, που τους τυλίγουν με τα δίχτυα της εξάρτησης από το χρηματιστικό κεφάλαιο κ.τ.λ.) ή σε συμμαχία μ' αυτές, είναι ιμπεριαλιστικός πόλεμος.
Τέτοιος είναι ο πόλεμος του 1914-1916. Η "υπεράσπιση της πατρίδας" σ' αυτό τον πόλεμο είναι απάτη, είναι δικαίωσή του. Ο πόλεμος από μέρους των καταπιεζόμενων (λ.χ. των αποικιακών λαών) ενάντια στις ιμπεριαλιστικές, δηλαδή στις καταπιεστικές δυνάμεις, είναι πραγματικά εθνικός πόλεμος. Αυτός είναι δυνατός και τώρα. Η "υπεράσπιση της πατρίδας" από μέρους της εθνικά καταπιεζόμενης χώρας ενάντια στην καταπιέζουσα δεν είναι απάτη και οι σοσιαλιστές δεν είναι διόλου ενάντια στην "υπεράσπιση της πατρίδας" σ' ένα τέτοιο πόλεμο.
Η αυτοδιάθεση των εθνών είναι το ίδιο με τον αγώνα για πλήρη εθνική απελευθέρωση, για πλήρη ανεξαρτησία, ενάντια στην προσάρτηση και οι σοσιαλιστές δεν μπορούν να παραιτηθούν από ένα τέτοιο αγώνα -όποια μορφή κι αν πάρει μέχρι την εξέγερση ή τον πόλεμο- χωρίς να πάψουν να είναι σοσιαλιστές».
Λένιν: «Σχετικά με τη Γελοιογραφία του Μαρξισμού και τον "Ιμπεριαλιστικό Οικονομισμό"»
Γράφτηκε Αύγουστο-Οκτώβρη του 1916
Εκδόσεις ΠΡΟΓΚΡΕΣ, σελ. 11-12

«... η αστική τάξη των καταπιεζόμενων εθνών μόνο φλυαρεί για εθνική εξέγερση, ενώ στην πράξη έρχεται σε αντιδραστικές συναλλαγές με την αστική τάξη του καταπιεστικού έθνους, πίσω από την πλάτη και ενάντια στο λαό της, στις περιπτώσεις αυτές η κριτική των επαναστατών μαρξιστών πρέπει να στρέφεται όχι ενάντια στο εθνικό κίνημα, αλλά ενάντια στον εκφυλισμό, στον εκχυδαϊσμό, στη μετατροπή του σε μικροκαβγά».
Λένιν: «Σχετικά με τη Γελοιογραφία του Μαρξισμού και τον "Ιμπεριαλιστικό Οικονομισμό"»
Γράφτηκε Αύγουστο-Οκτώβρη του 1916
Εκδόσεις ΠΡΟΓΚΡΕΣ, σελ. 41

«Από μαρξιστική άποψη, όμως, τέτοιοι γενικοί και αφηρημένοι ορισμοί, όπως ο "μη πατριωτισμός", δεν έχουν καμιά απολύτως αξία. Η πατρίδα, το έθνος, είναι ιστορικές κατηγορίες. Αν σε καιρό πολέμου πρόκειται για την υπεράσπιση της δημοκρατίας ή για αγώνα ενάντια στο ζυγό που καταπιέζει ένα έθνος, εγώ δεν είμαι καθόλου ενάντια σ' ένα τέτοιο πόλεμο και δεν φοβάμαι τις λέξεις "υπεράσπιση της πατρίδας" όταν αναφέρονται σ' ένα τέτοιου είδους πόλεμο ή εξέγερση. Οι σοσιαλιστές τάσσονται πάντοτε με το μέρος των καταπιεζόμενων και συνεπώς δεν μπορούν να είναι αντίπαλοι των πολέμων που έχουν σκοπό τη δημοκρατική ή σοσιαλιστική πάλη ενάντια στην καταπίεση».
Λένιν : «Γράμμα προς τον Μπορίς Σουβάριν»
Γράφτηκε το Δεκέμβρη του 1916
Άπαντα, τομ. 30, σελ. 262

«Είναι ολοφάνερο πως σ’ αυτό το ζήτημα (όπως και στην αντίληψη για τον "πατριωτισμό"), δεν είναι ο αμυντικός ούτε ο επιθετικός χαρακτήρας του πολέμου, μα τα συμφέροντα της ταξικής πάλης του προλεταριάτου ή μάλλον τα συμφέροντα του διεθνούς κινήματος του προλεταριάτου, που αποτελούν τη μοναδική δυνατή σκοπιά από την οποία μπορεί να εξεταστεί και να λυθεί το ζήτημα της στάσης των σοσιαλδημοκρατών απέναντι στο ένα ή το άλλο φαινόμενο στις διεθνείς σχέσεις»
Λένιν : «Ο Πολεμοχαρής Μιλιταρισμός και η Αντιμιλιταριστική Τακτική της Σοσιαλδημοκρατίας»
Δημοσιεύτηκε τον Ιούλη του 1908
Άπαντα, τομ. 17, σελ. 198

2/18/2008

Κομμουνισμός-Μαρξισμός, Οργάνωση Χωρίς Κόμμα – σ’ Απόσταση από το Κράτος

Alain Badiou: Φιλοσοφία-Πολιτική,


Ακολουθεί η μετάφραση του πρώτου μέρους της συνέντευξης με τον Alain Badiou, “Χρειαζόμαστε μια Λαϊκή Πειθαρχία”: Σύγχρονη Πολιτική και Κρίση του Αρνητικού, που πήραν στις 2-7-2007 στο Los Angeles οι Filippo del Lucchese και Jason Smith.

Θα θέλαμε να αρχίζαμε ζητώντας σας να διασαφηνίσετε τη σχέση μεταξύ φιλοσοφίας και πολιτικής. Τι εννοείτε, όταν μιλάτε, για παράδειγμα, για μια “μαχόμενη φιλοσοφία”;

Από τις απαρχές της, η σχέση της φιλοσοφίας με το πολιτικό υπήρξε θεμελιώδης. Δεν αποτελεί κάτι που ανακαλύφθηκε από τη νεωτερικότητα. Η κεντρική δουλειά του Πλάτωνα ονομάζεται Η Πολιτεία και είναι παντελώς αφιερωμένη στα ζητήματα της πόλης. Αυτός ο δεσμός είχε παραμείνει θεμελιώδης καθ’ όλη τη διάρκεια της ιστορίας της φιλοσοφίας. Αλλά θεωρώ ότι υπάρχουν δυο βασικοί τρόποι, οι οποίοι δομούν αυτή τη σχέση.

Ο πρώτος τρόπος εκχωρεί στην φιλοσοφία την ευθύνη να βρει μια θεμελίωση του πολιτικού. Η φιλοσοφία καλείται να ανακατασκευάσει το πολιτικό πάνω στη βάση αυτής της θεμελίωσης. Αυτό το ρεύμα ισχυρίζεται ότι είναι δυνατός ο εντοπισμός, για κάθε πολιτική, μιας ηθικής νόρμας και ότι η φιλοσοφία θα πρέπει πρώτα να αναλάβει το καθήκον της ανακατασκευής ή της ονοματοδοσίας αυτής της νόρμας και μετά να κρίνει τη σχέση μεταξύ της νόρμας αυτής και της πολλαπλότητας των πολιτικών πρακτικών. Μ’ αυτήν την έννοια, τότε, εκείνο που εγκαινιάζει τη σχέση μεταξύ φιλοσοφίας και πολιτικής είναι αφενός η ιδέα της θεμελίωσης κι αφετέρου η ηθική σύλληψη του πολιτικού. Αλλά υπάρχει κι ένας δεύτερος προσανατολισμός, ο οποίος είναι εντελώς διαφορετικός. Αυτό το ρεύμα υποστηρίζει ότι με κάποια έννοια η πολιτική είναι πρωτογενής κι ότι το πολιτικό υπάρχει χωρίς, πριν και ξεχωριστά από την φιλοσοφία. Το πολιτικό θα μπορούσε να ήταν αυτό που ονομάζω “συνθήκη” της φιλοσοφίας. Στην περίπτωση αυτή, η σχέση μεταξύ φιλοσοφίας και πολιτικής είναι, με κάποια έννοια, “αναδρομική.” Δηλαδή, είναι μια σχέση, στην οποία η φιλοσοφία τοποθετείται μέσα στις πολιτικές συγκρούσεις με σκοπό τη διασαφήνισή τους. Σήμερα, στην εξαιρετικά ασαφή κατάσταση, στην οποία βρίσκεται το γενικό σύστημα της σύγχρονης πολιτικής, η φιλοσοφία μπορεί να προσπαθήσει να διασαφηνίσει αυτήν την κατάσταση χωρίς να προσποιείται ότι “δημιουργεί” την οποιαδήποτε κατάσταση. Η φιλοσοφία έχει σαν συνθήκη και ορίζοντα τη συγκεκριμένη κατάσταση των διάφορων πολιτικών πρακτικών και προσπαθεί, μέσα σε τέτοιες συνθήκες, να βρει τα εργαλεία της διασαφήνισης, της νομιμοποίησης κ.ο.κ. Αυτό το ρεύμα λοιπόν παίρνει στα σοβαρά την ιδέα ότι η πολιτική αποτελεί από μόνη της μια αυτονομία της σκέψης, η οποία είναι μια συλλογική πρακτική, που έχει τη δική της λογική.

Σαφέστατα, το ζήτημα αυτό είναι σήμερα ιδιαίτερα δύσκολο, διότι δεν βρισκόμαστε πλέον σε μια κατάσταση, στην οποία υπάρχει ένας ξεκάθαρος διαχωρισμός μεταξύ των δυο αντίθετων πολιτικών προσανατολισμών – όπως ήταν η περίπτωση στον 20ο αιώνα. Παρότι όλοι τότε διαφωνούσαν για το ποια ακριβώς ήταν η φύση αυτών των αντίθετων πολιτικών, όλοι συμφωνούσαν όμως ότι υπήρχε μια αντίθεση μεταξύ μιας κλασικής δημοκρατικής αστικής πολιτικής και μιας άλλης επαναστατικής επιλογής. Στο επαναστατικό στρατόπεδο, είχαμε πνευματώδεις αλλά και έντονες συζητήσεις για το ποιος ακριβώς ήταν ο “αληθινός δρόμος,” αλλά όχι για την ίδια την ύπαρξη αυτής της παγκόσμιας αντίθεσης. Σήμερα, δεν υπάρχει καμία συμφωνία για την ύπαρξη μιας θεμελιώδους αντίθεσης αυτού του είδους και, σαν αποτέλεσμα, ο σύνδεσμος μεταξύ φιλοσοφίας και πολιτικής έχει γίνει πολυπλοκότερος και ασαφέστερος. Όμως, θεμελιωδώς, το καθήκον είναι το ίδιο: η φιλοσοφία προσπαθεί να διασαφηνίσει την πολλαπλή κατάσταση της συγκεκριμένης πολιτικής και να νομιμοποιήσει τις επιλογές, που γίνονται σ’ αυτό τον χώρο.

Επομένως, βλέπετε τις ίδιες τις δικές σας τις φιλοσοφικές παρεμβάσεις να λαμβάνουν χώρα μέσα σ’ αυτή τη νέα κατάσταση, που περιγράφετε ότι είναι “πολυπλοκότερη και ασαφέστερη” από την κλασική σύγκρουση μεταξύ των δυο αντίθετων πολιτικών προσανατολισμών;

Αναμφίβολα. Μ’ αποτέλεσμα να βλέπω την φιλοσοφία μου σαν κληρονόμο των μεγάλων κινημάτων αμφισβήτησης της δεκαετίας του ’60. Στην πραγματικότητα, η φιλοσοφία μου αναδύθηκε απ’ αυτά τα κινήματα. Είναι μια φιλοσοφία της δέσμευσης, της αφοσίωσης, μιας κάποιας πιστότητας προς τον Σαρτρ, αν επιθυμείτε, ή προς τον Μαρξισμό: αυτό που μετρά είναι ότι το πνευματικό αφοσιώνεται στην πολιτική και δεσμεύεται με ή τοποθετείται στο πλευρό του λαού και των εργατών. Κινούμαι σ’ αυτήν την παράδοση. Η φιλοσοφία μου προσπαθεί να κρατήσει ζωντανή, όσο καλύτερα μπορεί (δεν είναι πάντα εύκολο), την ιδέα ότι υπάρχει μια πραγματική εναλλακτική ευκαιρία απέναντι στην κυρίαρχη πολιτική και ότι δεν είμαστε υποχρεωμένοι να συμπαρατασσόμαστε γύρω από την ομοφωνία, η οποία, σε τελευταία ανάλυση, συνίσταται από την ενότητα του παγκόσμιου καπιταλισμού και του αντιπροσωπευτικού δημοκρατικού κράτους. Θα έλεγα λοιπόν ότι εργάζομαι κάτω από τη συνθήκη της κατάστασης της πολιτικής πραγματικότητας, με σκοπό να κρατήσω, φιλοσοφικά, ζωντανή την ιδέα της δυνατότητας ή της εγκαινίασης μιας πολιτικής, που θα την ονόμαζα πολιτική της χειραφέτησης – αλλά που θα μπορούσε επίσης να ονομασθεί ριζοσπαστική ή επαναστατική πολιτική, με κάποιους όρους, που σήμερα είναι συζητήσιμοι, αλλά αναπαριστούν το ίδιο καλά τη δυνατότητα, που υπάρχει πέρα από την κυρίαρχη εκδοχή.

Αναφέρατε τον Σαρτρ σ’ αυτό το πλαίσιο, όπου πιθανόν να περίμενε κανείς να ακούσει το όνομα του Αλτουσέρ. Ποια σχέση έχετε με την Αλτουσεριανή παράδοση;

Η Αλτουσεριανή παράδοση είναι εξαιρετικά σημαντική κι έχω αφιερώσει αρκετά κείμενά μου στον Αλτουσέρ. Αν αναφέρομαι στον Σαρτρ, είναι απλώς επειδή η φιλοσοφική μου νεότητα ήταν Σαρτριανή, πριν τη συνάντησή μου με τον Αλτουσέρ. Θεωρώ ότι το Αλτουσεριανό ρεύμα είναι ιδιαίτερα σημαντικό, διότι έδωσε νέα ζωή και δύναμη στη σύνδεση μεταξύ φιλοσοφίας και πολιτικής, μ’ έναν λιγότερο ιδεαλιστικό τρόπο – δηλαδή, με μια μορφή πριν ακόμη αυτή περάσει στη μορφή της συνείδησης. Στον Σαρτρ, φυσικά, μπορούμε ακόμη να βρούμε το κλασικό μοντέλο της διανόησης. Το μεγαλείο του Αλτουσέρ βρίσκεται στο γεγονός ότι πρότεινε ένα νέο σχήμα, μέσα στο οποίο, τότε, η σχέση μεταξύ φιλοσοφίας και πολιτικής δεν περνούσε πλέον δια μέσου της ψυχολογίας της μορφής της συνείδησης, όπως γινόταν με τον Σαρτρ. Ο Αλτουσέρ ξεκινούσε από την πεποίθηση ότι η φιλοσοφία παρεμβαίνει στο διανοητικό χώρο της πολιτικής. Όταν πρότεινε τη διατύπωση ότι “η φιλοσοφία είναι η οργάνωση της ταξικής πάλης μέσα στην θεωρία,” τι σήμαινε αυτό; Ότι η ταξική πάλη υπάρχει κι ότι, βέβαια, η φιλοσοφία δεν ήταν αυτή που την ανακάλυπτε. Υπάρχει και διαπερνά τις διανοητικές επιλογές. Μέσα στη διαμάχη μεταξύ αυτών των επιλογών, η φιλοσοφία έχει έναν ιδιαίτερο ρόλο να παίξει. Ο ρόλος της είναι να παρεμβαίνει κι, άρα, να ονοματίζει, να θέτει τις νόρμες, να ταξινομεί και, τελικά, να κάνει τις επιλογές μέσα στο πεδίο της διανοητικής ή θεωρητικής ταξικής πάλης. Ο Σαρτρ κι ο Αλτουσέρ είναι πολύ διαφορετικοί κι ακόμη κι αντιθετικοί μεταξύ τους. Αλλά μπορεί κανείς να τους συμβιβάσει σ’ ένα σημείο, ήτοι, στο γεγονός ότι η φιλοσοφία δεν είναι τίποτε, αν δεν συνδέεται με την πολιτική δέσμευση.

Έχετε ονομάσει τον εαυτό σας “κομμουνιστή με τη γενικότυπη έννοια.” Αλλά έχετε επίσης τονίσει κατ’ επανάληψη την αδυναμία της κλασικής Μαρξιστικής θεωρίας να παραγάγει μια αληθινά κομμουνιστική πολιτική. Πώς λοιπόν μπορεί να είναι ο “κομμουνισμός” σήμερα το “κοινό όνομα,” που ανοίγει το μέλλον;

Νομίζω ότι χρειάζεται να διακρίνουμε τον Μαρξισμό από τον Κομμουνισμό. Δεν θεωρώ απολύτως απαραίτητο να κρατήσουμε τη λέξη “κομμουνισμός.” Αλλά μου αρέσει πολύ αυτή η λέξη. Μου αρέσει, επειδή προσδιορίζει τη γενική ιδέα μιας κοινωνίας κι ενός κόσμου, στον οποίο επικρατεί η αρχή της ισότητας, ενός κόσμου που δεν είναι πλέον δομημένος μέσα από τις κλασικές κοινωνικές σχέσεις – τις σχέσεις του πλούτου, του καταμερισμού της εργασίας, των διαχωρισμών, των διώξεων από το κράτος, των διαφορών φύλου κ.ο.κ. Αυτό είναι για μένα ο “κομμουνισμός.” Κομμουνισμός με τη “γενότυπη έννοια” απλά σημαίνει ότι ο/η κάθε ένας/μια είναι ίσος/η με τον κάθε άλλο/η μέσα στην πολλαπλότητα και την ποικιλότητα των κοινωνικών λειτουργιών. Είμαι ακόμη απόλυτα πεπεισμένος για την αναγκαιότητα μιας ριζικής κριτικής του καταμερισμού της εργασίας. Πιστεύω, αυτό είναι ορθολογικό και δίκαιο. Δεν υπάρχει κανένας λόγος γιατί ένας οδοκαθαριστής πρέπει να είναι παραμελημένος από το κράτος και να πληρώνεται με χαμηλό μισθό, ενώ ένας διανοούμενος να απολαμβάνει τα προνόμιά του, να χαίρεται την ησυχία του μέσα στη βιβλιοθήκη του και, γενικώς, να πληρώνεται με ψηλό μισθό. Είναι παράλογο. Αυτό που ονομάζω κομμουνισμό αποτελεί το τέλος αυτού του παραλογισμού. Είναι η ιδέα μιας κοινωνίας, που θα βρει την αρχή για την ύπαρξή της, η οποία θα “αφαιρεθεί” πλήρως από το συντριπτικό βάρος των σχέσεων εξουσίας και πλούτου και, επομένως, θα βρει έναν άλλο τρόπο καταμερισμού των ανθρωπίνων δραστηριοτήτων. Μ’ αυτήν την έννοια είμαι κομμουνιστής. Και αντιμάχομαι όλους αυτούς που μου λένε ότι αυτό είναι αδύνατο, ότι η ανισότητα βρίσκεται μέσα στην φύση των πραγμάτων και των ανθρώπων. Ο Σαρτρ λέει κάπου ότι αν αυτή η ιδέα του κομμουνισμού δεν υπήρχε, η ανθρωπότητα δεν θα ήταν καλύτερη από τους πίθηκους, ούτε από τα μυρμήγκια.

Ο Μαρξισμός όμως είναι κάτι άλλο. Πάνω απ’ όλα, υπάρχει το ζήτημα των Μαρξιστικών πρακτικών της οργάνωσης και της συγκεκριμένης πολιτικής. Αυτές οι πρακτικές μας-έχουν δώσει εκπληκτικά αποτελέσματα, όπως τη δυνατότητα της νικηφόρας λαϊκής εξέγερσης του 1917 ή τη δυνατότητα μιας παντελώς νέας οργάνωσης μεταξύ εργατών και αγροτών με τη μορφή του Κινέζικου λαϊκού στρατού. Αλλά αν πάρουμε αυτό που ο Λένιν ονόμαζε “Αλφάβητο του Κομμουνισμού,” δηλαδή, ότι οι μάζες διαιρούνται σε τάξεις, οι τάξεις εκπροσωπούνται από κόμματα και τα κόμματα διοικούνται από ηγέτες – παρότι αυτό είναι μια ακόμη μεγάλη ιδέα, νομίζω όμως ότι σήμερα δεν είναι καθόλου χρήσιμο. Φυσικά η οργάνωση των μαζών αποτελεί ακόμη ένα θεμελιώδες ζήτημα. Αλλά αν πάρετε σαν σημείο εκκίνησης τις ανοργάνωτες μάζες του παγκόσμιου καπιταλισμού, δεν μπορείτε να υποθέσετε ότι οι μάζες αυτές διαιρούνται σε τάξεις.

Υποστηρίζετε την ιδέα μιας “πολιτικής χωρίς κόμμα” κι ενός νέου μοντέλου “οργάνωσης.” Πώς τα διακρίνετε και γιατί; Και ποια είναι σήμερα η σχέση μεταξύ της πολιτικής και του κράτους;

Το οργανωτικό ζήτημα εξακολουθεί να είναι ένα ζήτημα θεμελιώδους σημασίας, ακόμη και για όσους υποστηρίζουν ότι στην πολιτική δεν θα πρέπει να υπάρχει καμιά οργάνωση, όπως συμβαίνει με τη μεγάλη αναρχική παράδοση. Το όνομα “οργάνωση” προσδιόριζε τη συλλογική διάσταση της πολιτικής δράσης. Ξέρουμε ότι η οργάνωση μπορεί να πάρει τη μορφή ενός “κινήματος,” ενός “κόμματος,” ενός “συλλόγου” ή ο,τιδήποτε άλλου. Υπάρχει μια μεγάλη παράδοση. Σήμερα όμως βρισκόμαστε σε μια κατάσταση, στην οποία το από παλιά κυρίαρχο μοντέλο του ταξικού κόμματος, του Λενινιστικού κόμματος της πρωτοπορίας (και με μια αισθητική έννοια επίσης), έχει φθάσει στα όρια του. Έχει εξαντληθεί. Η εκτίμησή μου για την αξία του Λενινιστικού κόμματος είναι ότι αποτέλεσε ένα μοντέλο, του οποίου η λειτουργία ήταν να κάνει δυνατή μια νικηφόρα εξέγερση. Ο Λένιν βασανιζόταν έμμονα από τις αιματοκυλισμένες αποτυχίες των εργατικών εξεγέρσεων του 19ου αιώνα – ιδιαίτερα της Κομμούνας του Παρισιού. Αυτή ήταν η πρώτη εμπειρία της δικτατορίας του προλεταριάτου, για να χρησιμοποιήσουμε τη γλώσσα του Λένιν, και αποτέλεσε μια αιματοκυλισμένη αποτυχία. Απέτυχε διότι το κίνημα ήταν απειθάρχητο, διηρημένο κι ανίσχυρο. Γι’ αυτό, ο Λένιν ζητούσε να υπάρχει ένας ψηλός βαθμός συγκεντρωτισμού της εργατικής δύναμης μέσα σ’ ένα κόμμα, το οποίο θα ήταν ικανό να ηγηθεί και να οργανώσει την εργατική τάξη. Κι απέδειξε, τουλάχιστον ως προς το οργανωτικό ζήτημα, ότι αυτό ήταν μια καλή ιδέα. Η επανάσταση του 1917 ήταν η πρώτη νικηφόρα εξέγερση στην ιστορία της ανθρωπότητας. Για το λόγο αυτό, έχει μια τεράστια ιστορική σημασία – ένα βήμα που έγινε. Μετά από τις πολλές εργατικές επαναστάσεις του προηγούμενου αιώνα, όλες από τις οποίες είχαν συντριβεί με μια ασυνήθιστη και αιματηρή βαναυσότητα, το Λενινιστικό μοντέλο κατέστησε τελικά δυνατή τη νικηφόρα επανάσταση.

Το μοντέλο όμως αυτό δεν προσέφερε πολλά περισσότερα πράγματα. Ως προς το ζήτημα του κράτους και της εξουσίας, της διάρκειας της εξουσίας του κράτους, το μοντέλο του Κράτους-Κόμματος τερματίσθηκε επιδεικνύοντας σοβαρούς περιορισμούς, είτε σαν αυτό που οι Τροτσκιστές ονόμαζαν τάση προς τη γραφειοκρατικοποίηση, οι αναρχικοί ταύτιζαν με την κρατική τρομοκρατία ή οι Μαοϊκοί με τον ρεβιζιονισμό. Εδώ, τίποτε απ’ αυτά δεν μας ενδιαφέρει. Είναι φανερό ότι το Κράτος-Κόμμα υπήρξε μια αποτυχία. Από την άποψη της κατάκτησης της εξουσίας, το κόμμα ήταν νικηφόρο. Αλλά όχι από την άποψη της άσκησης της εξουσίας. Επομένως, βρισκόμαστε σε μια φάση, η οποία είναι ή πρέπει να είναι πέρα από το ζήτημα του κόμματος σαν οργανωτικού μοντέλου. Το μοντέλο αυτό είχε λύσει τα προβλήματα του 19ου αιώνα, αλλά εμείς πρέπει να λύσουμε τα προβλήματα του 20ου αιώνα.

Κατά τη γνώμη μου, η μορφή της οργάνωσης σήμερα πρέπει να είναι λιγότερο άμεσα διαρθρωμένη με ή από το ζήτημα του κράτους και της εξουσίας. Το μοντέλο του συγκεντρωτικού κόμματος κατέστησε δυνατή μια νέα μορφή εξουσίας, η οποία δεν ήταν τίποτε λιγότερο από την εξουσία του ίδιου του κόμματος. Βρισκόμαστε τώρα στην κατάσταση που ονομάζω ότι βρίσκεται “σ’ απόσταση από το κράτος.” Πρώτα απ’ όλα, αυτό οφείλεται στο γεγονός ότι το ζήτημα της εξουσίας δεν είναι πια “άμεσο”: πουθενά στον κόσμο δεν φαίνεται δυνατή σήμερα η “κατάληψη της εξουσίας” με την επαναστατική μορφή. Πρέπει να αναζητήσουμε μια νέα μορφή. Οι φίλοι μου κι εγώ στην “L’organisation politique” ονομάζουμε αυτήν την κατάσταση “πολιτική χωρίς κόμμα.” Αυτός είναι ένας εντελώς περιγραφικός, αρνητικός, χαρακτηρισμός της κατάστασης. Απλά και μόνο σημαίνει ότι δεν θέλουμε να εισέλθουμε σε μια νέα οργανωτική μορφή, η οποία θα είναι πλήρως συναρθρωμένη με το κράτος. Και η επαναστατική μορφή του κόμματος και η σημερινή εκλογική αντιπροσωπευτική μορφή αποτελούν συναρθρώσεις από και μαζί με το κράτος. Και στις δυο περιπτώσεις, το κόμμα είναι υποταγμένο στο ζήτημα της εξουσίας και του κράτους. Θεωρώ ότι πρέπει να έρθουμε σε ρήξη μ’ αυτήν την υποταγή και, τελικά, να συνδέσουμε την πολιτική οργάνωση (οποιαδήποτε μορφή κι αν έχει) με τις πολιτικές διαδικασίες, που είναι ανεξάρτητες – που έχουν “αφαιρεθεί” – από την εξουσία του κράτους. Σ’ αντίθεση με την επαναστατική μορφή του κόμματος, αυτή η πολιτική της αφαίρεσης δεν είναι πλέον άμεσα καταστρεπτική, ανταγωνιστική ή στρατιωτικοποιημένη.

Νομίζω ότι το Λενινιστικό κόμμα ήταν κατά βάση ένα στρατιωτικό μοντέλο. Κι αυτό για καλούς λόγους. Εδώ δεν κάνω κριτική. Ο Λένιν βασανιζόταν έμμονα από ένα ερώτημα: πώς μπορεί να κερδηθεί ο πόλεμος; Επομένως, το ζήτημα της πειθαρχίας ήταν τότε τόσο θεμελιώδες, όσο είναι για οποιοδήποτε στρατό. Δεν μπορεί να κερδηθεί ένας πόλεμος, αν ο καθένας κάνει ό,τι θέλει, αν δεν υπάρχει καμιά ενότητα κ.ο.κ. Όμως, το πρόβλημα σήμερα της πολιτικής της χειραφέτησης είναι η ανακάλυψη ενός μη στρατιωτικού μοντέλου πειθαρχίας. Χρειαζόμαστε μια λαϊκή πειθαρχία. Θα έλεγα ακόμη, όπως το έχω ήδη γράψει πολλές φορές, ότι “αυτοί που δεν έχουν τίποτε, έχουν μόνο την πειθαρχία τους.” Οι φτωχοί, αυτοί που δεν έχουν κανένα οικονομικό ή στρατιωτικό μέσο, αυτοί που δεν έχουν καμιά δύναμη – το μόνο που έχουν είναι η πειθαρχία τους, η ικανότητά τους να δρουν μαζί. Μια τέτοια πειθαρχία είναι ήδη μια μορφή οργάνωσης. Το ερώτημα είναι αν κάθε πειθαρχία μπορεί να αναχθεί στο στρατιωτικό μοντέλο, το μοντέλο που κυριάρχησε στο πρώτο μισό του 20ου αιώνα. Πώς μπορούμε να βρούμε, να ανακαλύψουμε, να ασκήσουμε ή να πειραματισθούμε – σήμερα, εκτός των άλλων, είναι η εποχή του πειραματισμού – με μια μη στρατιωτική πειθαρχία;

Μπορείτε να εξηγήσετε λίγο τι εννοείτε με την “απόσταση από το κράτος”;

Το “σ’ απόσταση από το κράτος” σημαίνει ότι η πολιτική δεν είναι δομημένη ή πολωμένη από την ατζέντα και το χρονοδιάγραμμα, που προκαθορίζονται από το κράτος. Από εκείνες τις περιστάσεις, για παράδειγμα, που το κράτος αποφασίζει να προκηρύξει εκλογές ή να παρέμβει σε κάποια σύγκρουση, όπως να κηρύξει πόλεμο εναντίον κάποιου άλλου κράτους. Ή όταν το κράτος διακηρύσσει ότι μια οικονομική κρίση καθιστά αδύνατη αυτή ή εκείνη τη διαδικασία, για να γίνονται κάπως τα πράγματα. Όλα αυτά είναι παραδείγματα εκείνων των καταστάσεων, που τις ονομάζω “κρατικές συγκαλέσεις,” στις οποίες το κράτος είναι εκείνο, που θέτει την ατζέντα κι ελέγχει το χρονικό ρυθμό των πολιτικών συμβάντων. Απόσταση από το κράτος σημαίνει δράση μέσα σε συνθήκες επαρκούς ανεξαρτησίας από το κράτος κι από όσα αυτό κρίνει ότι είναι σημαντικά ή όχι, από όσα αυτό αποφασίζει ότι σ’ αυτά πρέπει να απευθυνθεί ή όχι. Η απόσταση αυτή διαφυλάσσει τις πολιτικές πρακτικές ώστε να μην μπορούν να προσαρμοσθούν, να δομηθούν και να πολωθούν από το κράτος. Για το λόγο αυτό, επιπροσθέτως, δεν θεωρώ ιδιαίτερα σημαντική τη συμμετοχή στην εκλογική διαδικασία. Η θέση αυτή δεν έχει καμιά σχέση μ’ εκείνο που ο Λένιν ονόμαζε “αριστερό” κομμουνισμό. Πρόκειται για μια διαδικασία, που απλώς δεν έχει κανένα ενδιαφέρον. Πρώτα απ’ όλα, επειδή δεν παριστάνει, τουλάχιστον επί του παρόντος, καμιά πραγματική προοπτική για το μέλλον – δεν υπάρχει κανένας τρόπος, σ’ αυτό το πλαίσιο και μ’ αυτά τα μέσα, να τροποποιηθούν οι θεμελιώδεις προσανατολισμοί. Αλλά πιο σημαντικό, η διαδικασία αυτή οργανώνει έναν επαναπροσανατολισμό προς το κράτος και προς τις αποφάσεις του. Περιορίζει την πολιτική ανεξαρτησία. Επομένως, απόσταση από το κράτος σημαίνει ότι η πολιτική διαδικασία κι οι αποφάσεις της πρέπει να αναλαμβάνονται σε συνθήκες πλήρους ανεξαρτησίας από το κράτος κι από ό,τι αυτό κρίνει ότι είναι σημαντικό, ό,τι αποφασίζει να επιβάλλει σαν το πλαίσιο του πολιτικού. Κατανοώ εδώ το “κράτος” με την ευρεία έννοια, συμπεριλαμβανομένης της κυβέρνησης, των μέσων επικοινωνίας κι αυτών, που παίρνουν τις οικονομικές αποφάσεις. Όταν επιτρέψετε την πολιτική διαδικασία να κυριαρχηθεί από το κράτος, θα έχετε ήδη χάσει το παιχνίδι, διότι θα έχετε εκ των προτέρων απαρνηθεί την ίδια τη δική σας την πολιτική ανεξαρτησία.

Εντούτοις, η εκλογική επικαιρότητα φαίνεται να παίζει κάποιο ρόλο στη σύλληψή σας της πολιτικής. Εκτός των άλλων, έχετε γράψει ένα κείμενο, στο οποίο μιλούσατε ιδιαίτερα για το Γαλλικό δημοψήφισμα πάνω στο προταθέν Ευρωπαϊκό σύνταγμα.

Έχετε δίκιο. Η θέση μου δεν είναι δογματική. Αλλά, γενικώς, ο εκλογικός ορίζοντας δεν έχει κανένα πραγματικό ενδιαφέρον. Το παράδειγμα, που αναφέρατε, είναι ιδιαίτερα εντυπωσιακό. Στην πραγματικότητα, το “όχι” στο δημοψήφισμα δεν είχε καμία σημασία. Η πλειοψηφία των Γάλλων τοποθετήθηκε εναντίον του Συντάγματος. Αλλά τι συνέβη μετά; Η κυβέρνηση δεν έπεσε, ο πρόεδρος δεν παραιτήθηκε, οι Σοσιαλιστές κατέληξαν να ανακηρύξουν υποψήφιό τους κάποιον, που ήταν υπέρ του “ναι,” κ.ο.κ. Σιγά-σιγά, η επιρροή αυτής της ψήφου, φαινομενικά τόσο θεαματικής, έγινε σχεδόν μηδαμινή. Κι ο λόγος ήταν, επειδή το δημοψήφισμα προκηρύχθηκε από το κράτος, επειδή οι ψηφοφόροι “συγκλήθηκαν” από το κράτος. Οι πολιτικοί και στην Αριστερά και στη Δεξιά είχαν ήδη, για διάφορους λόγους, συμφωνήσει στο “ναι,” παρά την αντίθεση της πλειοψηφίας (η οποία, με τη σειρά της, είχε τους δικούς της πολλαπλούς λόγους και συγκέντρωνε τις προτιμήσεις και της άκρας Αριστεράς και της άκρας Δεξιάς). Στην πραγματικότητα, έχουμε εδώ ένα καλό παράδειγμα αυτού, που θα μπορούσα να ονόμαζα, όχι “ανύπαρκτη,” αλλά μάλλον “αδρανής” φύση αυτού του τύπου της πολιτικής παρέμβασης. Έχοντας πει αυτό, πρέπει να προσθέσω ότι, για μένα, η μη συμμετοχή στις εκλογές δεν αποτελεί καμιά σημαντική πολιτική αρχή. Πιο σημαντική θεωρώ την επίτευξη της δημιουργίας μιας οργάνωσης, η οποία θα είναι ανεξάρτητη από το κράτος.


http://thrymmata.blogspot.com